Η δική μας Αναγέννηση

Είναι, λοιπόν, πράγματι υποκριτικό να καταγγέλλουμε σήμερα τους Ευρωπαίους ότι δεν αναγνωρίζουν το μέγεθος της συμβολής της Ελλάδας -μέσω της κληρονομιάς της πάντα- στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ευρώπης, όταν εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε σε θέση να το αξιολογήσουμε, αλλά το κάνουμε απλώς και μόνο για να τους... την πούμε. Αυτά τα συμπλέγματα πρέπει να τα ξεπεράσουμε, πρωτίστως μέσω της Παιδείας, και θα πρέπει να δεχθούμε να πάρουμε πίσω, έστω και τώρα, αυτά που δανείσαμε κάποτε στη Δύση και τα οποία έχουν εξελιχθεί. Φωτισμένοι άνθρωποι-φορείς αυτής της νέας κληρονομιάς υπάρχουν και σήμερα. Πολλοί από αυτούς είναι Έλληνες.
|
Open Image Modal
PHAS via Getty Images

«Στην Ελλάδα δεν περάσαμε Αναγέννηση, με φωτεινή εξαίρεση την Κρήτη και τα Επτάνησα. Εάν ξεπεράσουμε τον σνομπισμό και την υποκρισία μας και δεχτούμε ότι ξεχάσαμε να πάρουμε πίσω αυτά που δανείσαμε στη Δύση λίγο πριν από την Αναγέννησή της, τότε οι Έλληνες επιστήμονες της Διασποράς θα μπορούσαν να φέρουν αναγέννηση τουλάχιστον στις θετικές επιστήμες και στην τεχνολογία».

Η απάντησή αυτή, του Δρ. Σωτήρη Κορώση, πρωτοπόρου της Βιοϊατρικής Μηχανικής στη Γερμανία, σε πρόσφατη συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα, στην ερώτηση «τί ουσιαστικό μπορούν να δώσουν στη χώρα οι διακεκριμένοι του εξωτερικού;», μου έδωσε κάμποση τροφή για σκέψη.

Η λογική «Δώσαμε τα φώτα μας στην Ευρώπη και κάνουν πως δεν το θυμούνται», που φτάνει μέχρι το «Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες αυτοί ήταν ακόμα πάνω στα δέντρα» αλλά και σε θεωρίες συνωμοσίας περί φθόνου για την... ανωτερότητά μας που δεν έχουν ξεπεράσει οι Ευρωπαίοι, είναι κοινός τόπος μεταξύ εκείνων που βλέπουν «κακούς» και «αχάριστους» παντού -εκτός από τον καθρέφτη τους...

Έχει, όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε πότε ακριβώς δώσαμε αυτά τα «φώτα» που, αναμφίβολα, συνέβαλαν στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ευρώπης και του λεγόμενου Δυτικού Πολιτισμού: ήταν μέσα στο σκοτάδι του Μεσαίωνα που η αρχαιοελληνική σκέψη -τα ελληνικά κείμενα για την επιστήμη, τα μαθηματικά και τη φιλοσοφία- αποτέλεσε φωτεινό φάρο για τους ανθρώπους (ανάμεσά τους και Έλληνες λόγιους) που προετοίμασαν την Αναγέννηση, στη διάρκεια της οποίας η Δυτική Ευρώπη ήρθε σε επαφή, για πρώτη φορά μετά το τέλος της αρχαιότητας συστηματικά, με τα έργα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη νέα αυτή περίοδο (14ο έως 17ο αιώνα) η οποία οδήγησε στο Διαφωτισμό του 18ου αιώνα.

Την ίδια αυτή περίοδο, ο ελλαδικός χώρος παρέμεινε εν πολλοίς στο σκοτάδι της Τουρκοκρατίας. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, τα φωτεινά μυαλά της εποχής, οι Έλληνες λόγιοι, έφυγαν για τη Δύση. Η επαφή των Ελλήνων με το πνεύμα της Αναγέννησης ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, με το δε πνεύμα του Διαφωτισμού -το οποίο συνέπεσε με την προετοιμασία της Επανάστασης του 1821 και την Εθνική Παλιγγενεσία- ήταν σχετικά περιορισμένη, αν και όχι αμελητέα λόγω των λαμπρών προσωπικοτήτων του Ρήγα Φερραίου και του Αδαμάντιου Κοραή, μεταξύ άλλων. Κυρίως, όμως, αφορούσε την Κρήτη και τα Επτάνησα, που είχαν μείνει εκτός του τουρκικού ζυγού και είχαν έντονες δυτικές επιρροές από τους εκεί κατακτητές.

Αλλά και τα χρόνια που ακολούθησαν, τα περισσότερα από τα οποία υπήρξαν «ταραγμένα» για τη χώρα μας και την ευρύτερη περιοχή, το «κενό» δεν καλύφθηκε, με αποτέλεσμα η συνεχής, σήμερα, επίκληση της κληρονομιάς από τους άξιους προγόνους μας να μοιάζει περισσότερο συμπλεγματική παρά ουσιαστική, αφού ελάχιστα έχουμε σεβαστεί και αξιοποιήσει αυτή την κληρονομιά.

Ίσως είναι δύσκολο για κάποιους, αλλά πρέπει να παραδεχθούμε ότι όχι μόνο ξεχάσαμε να πάρουμε πίσω αυτά που δανείσαμε στη Δύση λίγο πριν από την Αναγέννησή της, όπως εύστοχα σχολιάζει ο Δρ. Κορώσης, αλλά και ότι η Δύση, ειδικότερα δε η Ευρώπη, υπήρξε για χρόνια (και μέχρι την κρίση των τελευταίων ετών, η οποία εξελίχθηκε τόσο σε θεσμική όσο και σε κρίση αρχών) ο θεματοφύλακας αυτής της κληρονομιάς για την οποία διαρκώς καμαρώνουμε, χωρίς όμως να έχουμε σταθεί στο ύψος της -ή έστω να την έχουμε κατανοήσει πλήρως...

Είναι, λοιπόν, πράγματι υποκριτικό να καταγγέλλουμε σήμερα τους Ευρωπαίους ότι δεν αναγνωρίζουν το μέγεθος της συμβολής της Ελλάδας -μέσω της κληρονομιάς της πάντα- στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ευρώπης, όταν εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε σε θέση να το αξιολογήσουμε, αλλά το κάνουμε απλώς και μόνο για να τους... την πούμε. Αυτά τα συμπλέγματα πρέπει να τα ξεπεράσουμε, πρωτίστως μέσω της Παιδείας, και θα πρέπει να δεχθούμε να πάρουμε πίσω, έστω και τώρα, αυτά που δανείσαμε κάποτε στη Δύση και τα οποία έχουν εξελιχθεί. Φωτισμένοι άνθρωποι-φορείς αυτής της νέας κληρονομιάς υπάρχουν και σήμερα. Πολλοί από αυτούς είναι Έλληνες. Επιστήμονες της Διασποράς αλλά και άνθρωποι του επιχειρείν, οι οποίοι ζώντας εκτός Ελλάδας, γνωρίζοντας και αφομοιώνοντας έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης και δράσης, έμαθαν να δημιουργούν χωρίς σνομπισμό και συμπλέγματα, με μοναδικό στόχο την πρόοδο από την οποία, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, επωφελούνται τελικά όλοι.

Δεν είναι κακό να δανείζεσαι, αν το κάνεις όχι με απλωμένο χέρι αλλά με ανοιχτό μυαλό. Τότε είναι όχι μόνο χρήσιμο αλλά και αναζωογονητικό! Άλλωστε η αναγέννηση δεν είναι απλώς μια ιστορική περίοδος, είναι διαδικασία της ίδιας της ζωής, που διαδέχεται το παρατεταμένο «σκοτάδι»...