Πόση νόμιμη βία μπορούσε να αντέξει το σώμα του Βασίλη Μάγγου;

Η ιστορία του δημιουργεί την ευκαιρία και το χρέος να συζητηθεί εκτενώς η έννοια της έννομης κρατικής βίας στην Ελλάδα.
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου - 26 Φεβρουαρίου 2020 - Προσαγωγές στην πορεία των φοιτητών ενάντια στην αστυνομική βία.
Eurokinissi

Το παρόν άρθρο ίσως δεν θα έπρεπε να το γράψω ακόμα. Το πολιτικά ορθό θα ήταν να περιμένω το αποτέλεσμα της τοξικολογικής εξέτασης προτού εκφέρω γνώμη, για να αποφύγω των κίνδυνο της αβάσιμης εικασίας. Ίσως θα έπρεπε να περιμένω, γιατί μπορεί ο Βασίλης Μάγγος να έφυγε από αίτια που δεν σχετίζονται άμεσα με το περιστατικό ξυλοδαρμού του από τις δυνάμεις ΟΠΚΕ και ΜΑΤ στα μέσα του Ιουνίου. Όμως συνειδητά αποφάσισα πως δεν υπάρχει κανένας λόγος να περιμένω προτού γράψω το άρθρο που διαβάζεις τώρα, φίλε αναγνώστη. Διότι, ακόμα και αν αυτό που αφαίρεσε τελικά τη ζωή του Βασίλη Μάγγου δεν σχετίζεται ή συνδέεται άμεσα με τα όσα συνέβησαν στο Βόλο, αυτό δεν έχει καμία σημασία. Γιατί ο Βασίλης είναι το θύμα απαράδεκτης, αδικαιολόγητης και παρά-νόμιμης βίας από τις αστυνομικές δυνάμεις προστασίας του πολίτη. Ο Βασίλης δε ζει για να υπερασπιστεί εαυτόν, σε μία συζήτηση που τον αφορά, και που πάνω απ’ όλα, προσβάλει τη μνήμη του.

Η απώλεια της ζωής του Βασίλη Μάγγου μπορεί και πρέπει να ξεκινήσει μια συζήτηση για την έννομη κρατική βία στην Ελλάδα, για τη γενικότερη συμπεριφορά των δυνάμεων καταστολής, όταν αυτές καλούνται να καταστείλουν. Το concept της “νόμιμης” κρατικής βίας είναι από μόνο του πολύ επικίνδυνο, γιατί είναι πολύ ασαφές. Είναι μια αόριστη έννοια που επιτρέπει στο κράτος να ασκεί βία στους πολίτες του με σκοπό την προστασία του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Είναι μια αόριστη έννοια που επιτρέπει στον αστυνομικό να χτυπήσει, με σκοπό να καταστείλει, όποιον θεωρεί επικίνδυνο είτε για την σωματική ακεραιότητα του συνόλου, είτε για την ακεραιότητα δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας. Αυτή της η αοριστία λοιπόν, είναι που την καθιστά άκρως επικίνδυνη για την υγεία των κοινωνικών συνόλων.

Πόσα χτυπήματα θεωρούνται λοιπόν νόμιμη κρατική βία; Πόσα κόκαλα μπορεί να σπάσει ο αστυνομικός για να πάψει ο επικίνδυνος να είναι πια επικίνδυνος; Δεν αρκούν οι χειροπέδες; Δεν αρκεί η σύλληψη και η ακινητοποίηση; Αυτά είναι ερωτήματα που είναι δύσκολο να απαντηθούν, όχι γιατί δεν ξέρουμε τη σωστή απάντηση, αλλά γιατί έχουμε πλέον συνηθίσει την όψη του τέρατος και η αστυνομική βία δεν μας σοκάρει.

Όμως υπάρχουν άλλα ερωτήματα, πολύ ευκολότερα ως προς την απάντηση τους, και που οφείλουν να απαντηθούν: Γιατί ο Βασίλης Μάγγος ξυλοκοπήθηκε από πέντε ειδικά εκπαιδευμένους αστυνομικούς με γκλοπς, ενώ ήταν ένας και άοπλος; Γιατί του έσπασαν τα πλευρά και του προκάλεσαν τραύμα σε ζωτικό όργανο, ενώ δεν αποτέλεσε απειλή για την ακεραιότητα κανενός; Γιατί κατόπιν της προσαγωγής του, συνεχίστηκε ο ξυλοδαρμός του μετά γέλιων και λοιδοριών; Γιατί ζητούσε νερό και δεν του έδιναν; Γιατί δεν διακομίστηκε σε ένα νοσοκομείο, ενώ ήταν ξεκάθαρα σε πολύ άσχημη κατάσταση; Γιατί τον άφησαν στο έλεος του Θεού, αιμόφυρτο και δαρμένο;

Βλέπετε, πως όταν θέτεις αυτά τα ερωτήματα, το τι τελικά σκότωσε τον Βασίλη Μάγγο, παύει να είναι καθοριστικός παράγοντας για να σχηματίσεις μια σφαιρική άποψη για όλο το περιστατικό. Δεν έχει σημασία από τι τελικά κατέληξε ο Βασίλης. Το μοναδικό που αλλάζει από το τραγικό γεγονός της απώλειας της ζωής του Βασίλη Μάγγου, είναι το πόσο βάρος είναι υποχρεωμένη να δώσει πλέον η κυβέρνηση στο συγκεκριμένο ζήτημα, και το πόσο έντονα θα ζητήσει απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα η ίδια η κοινωνία.

Ναι, είναι προφανές ότι θα γίνει έρευνα, και ναι, είναι προφανές πως κάποιος/οι θα τιμωρηθούν. Εικάζω, και ελπίζω να κάνω λάθος, πως θα επιβληθούν μερικές διαθεσιμότητες, ίσως κάποιες δυσμενείς μεταθέσεις, και η ζωή θα συνεχιστεί. Για ένα μικρό διάστημα, και μέχρι να ξεφουσκώσει το ζήτημα, οι διαδηλωτές θα αντιμετωπίζονται με λίγη λιγότερη βιαιότητα. Μετά όλα θα επιστρέψουν στα φυσιολογικά τους επίπεδα. Για να το πούμε πιο απλά, θα γίνει πάλι μια τρύπα στο νερό.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Ο Βασίλης Μάγγος είναι πιθανό να έφυγε από τη ζωή λόγω πραγμάτων που έκανε ο ίδιος στον οργανισμό του, έναν οργανισμό σαφώς καταπονημένο από τον ξυλοδαρμό του από τις δυνάμεις των ΟΠΚΕ και ΜΑΤ. Αυτό καθιστά το περιστατικό λιγότερο σοβαρό; Είναι δηλαδή λιγότερο κατακριτέο να σαπίζουμε στο ξύλο χωρίς λόγο έναν χρήστη ουσιών, από έναν μη χρήστη; Μήπως αθωώνει τους δράστες του “νόμιμου” ξυλοδαρμού του, το γεγονός ότι τελικά μπορεί να έφυγε από χρήση ουσιών; Η απάντηση σε όλα τα παραπάνω, είναι όχι. Ένα ηχηρό, ξεκάθαρο και αδιαπραγμάτευτο όχι. Είσαι υπεύθυνος για όσα κάνεις στο σώμα σου και στους γύρω σου, και οι γύρω σου είναι υπεύθυνοι για όσα κάνουν στον εαυτό τους και σε εσένα. Το ίδιο ισχύει τόσο για τον Βασίλη Μάγγο, όσο και για τους άντρες των ΟΠΚΕ.

Ο Βασίλης Μάγγος μπορεί να πέθανε από ουσίες. Μπορεί απλά να τον πρόδωσε ο οργανισμός του. Δεν έχει σημασία. Ο Βασίλης Μάγγος, πριν πεθάνει, ξυλοκοπήθηκε άγρια και βασανίστηκε αναίτια από αστυνομικούς, για τους οποίους ουδέποτε αποτέλεσε απειλή ανάλογη της δύναμης τους, τουλάχιστον βάσει όσων γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Η ιστορία του Βασίλη Μάγγου δημιουργεί την ευκαιρία και το χρέος να συζητηθεί εκτενώς η έννοια της έννομης κρατικής βίας στην Ελλάδα. Πότε αυτή ξεκινάει, πότε σταματάει, ποιος έχει δικαίωμα να την ασκεί και μέχρι ποιο σημείο, και κυρίως, τι συμβαίνει σε όποιον την καταχράται εις βάρος συμπολιτών του.