Και η επίσκεψη του Μάρκ Τουέιν το 1867
|
Open Image Modal
Fyletto via Getty Images

Η κατακραυγή που προκάλεσε η μετατροπή του καθεδρικού ναού της Αγίας Σοφίας σε μουσουλμανικό τέμενος στάθηκε αφορμή τις περασμένες εβδομάδες για ροή δηλώσεων, συζητήσεων και αναλύσεων. Στην Ελλάδα αντηχούσαν κατά τις συζητήσεις αφηρημένα σύνθετα ουσιαστικά όπως “Ισλαμοποίηση”, “εργαλειοποίηση”, και το δύσπεπτο “σαλαμοποίηση” ( “η σαλαμοποίηση της Συνθήκης της Λωζάνης”). Ακούστηκε ο αμερικανόφερτος λατιγενής όρος “ατζέντα” (εκ του agenda, δηλ. “πρακτέα”): “η επεκτατική ατζέντα του Ερντογάν”. (Τα θηλυκά παράγωγα με κατάληξη “-ποιηση” είναι βολικά αλλά προσφέρονται για αλόγιστη χρήση). Κάποιοι αναλυτές ανέφεραν τους “Ευαγγελιστές” στις ΗΠΑ: π.χ., “οι “Ευαγγελιστές ενδιαφέρονται περισσότερο για την Ιερουσαλήμ και πολύ λιγότερο για την Κωνσταντινούπολη”. Οι Ευαγγελιστές όμως είναι τέσσερις ενώ οι Ευαγγελικοί (Προτεστάντες), οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την αμερικανική εξωτερική πολιτική, είναι αρκετά περισσότεροι. 

“Αντιδράσαμε ωσάν να αλώθηκε η Πόλη τον Ιούλιο του 2020 και όχι τον Μάιο του 1453. Αντίστοιχα οι Τούρκοι ή τουλάχιστον μια υπολογίσιμη μερίδα αυτών αντέδρασαν με ρεφλέξ θριάμβου, ωσάν να κατέλαβαν την Πόλη για πρώτη φορά.”

Είναι σοβαρή υπόθεση η χρήση της γλώσσας και εξίσου ή ακόμη πιο καίρια η χρήση και κατάχρηση συμβόλων. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς συμβολικός ανθρωπολόγος της αγγλοαμερικανικής σχολής για να καταλάβει τη διαστρωμάτωση “σημασιών” ενός ιερού συμβόλου όπως είναι η Αγία Σοφία. Ο πολιτισμός είναι γλώσσα φτιαγμένη από σύμβολα τα οποία “διαβάζονται” και ερμηνεύονται. Λειτουργούν ωσάν λέξεις και όπως οι λέξεις, έτσι και τα σύμβολα εμπεριέχουν αλυσίδες συνειρμών, ενίοτε αντιφατικών ή και διφορούμενων, ανάλογα με τις κοινωνικές και ιστορικές περιστάσεις: τα συμφραζόμενα και συγκείμενα κατά τους ανθρωπολόγους και άλλους ειδικούς. 

Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ερέθισε τα χριστιανικά αντανακλαστικά των Ελλήνων και άλλων Χριστιανών, ακόμη και μη θρησκευομένων: η πράξη αυτή αναγνώστηκε ως βεβήλωση και υπενθύμιση μιας ήττας, της Άλωσης. Κατ΄ακριβολογίαν, αντιδράσαμε ωσάν να αλώθηκε η Πόλη τον Ιούλιο του 2020 και όχι τον Μάιο του 1453. Αντίστοιχα οι Τούρκοι ή τουλάχιστον μια υπολογίσιμη μερίδα αυτών αντέδρασαν με ρεφλέξ θριάμβου, ωσάν να κατέλαβαν την Πόλη για πρώτη φορά. 

Τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε;” με ρώτησε σε ηλεκτρονικό μήνυμα αλληλεγγύης συνάδελφος και φίλη, ιστορικός της τέχνης σε ονομαστό πανεπιστήμιο των ΗΠΑ, αναφερομένη στη νέα βεβήλωση της Μεγάλης Εκκλησίας. “Φοβούμαι”, της απήντησα, “ ότι δεν μπορούν οι ΗΠΑ να κάνουν πολλά πράγματα”, και συνέχισα: “ Ένα πρώτο βήμα θα ήταν να καταστήσετε σαφές στους φοιτητές σας και στην κοινή γνώμη ότι η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας είναι επιθετική προς τον Χριστιανισμό και φιλοπόλεμη προς τους γείτονές της”. Η συνάδελφος μού ανταπάντησε: “Συμφωνώ. Και ένα δεύτερο βήμα θα ήταν να φροντίσουμε να επανενταχθεί η χώρα μας στην UNESCO, από την οποίαν αποσυρθήκαμε το 2018. Ο πολιτισμένος κόσμος πρέπει να σταθεί στο πλευρό της Αγίας Σοφίας». 

 Με το βλέμμα του Μάρκ Τουέην

Open Image Modal
Ο Μάρκ Τουέην ταξιδεύοντας με πλοίο.

«Δεν έχω καλή άποψη για το Τζαμί της Αγίας Σοφίας. Φαντάζομαι ότι μάλλον δεν είμαι σε θέση να το εκτιμήσω. Αλλά δεν θα επεκταθώ επ’ αυτού. Πρόκειται για τον πιο σκουριασμένο παλιό-στάβλο στον κόσμο των απολίτιστων. Νομίζω ότι το ενδιαφέρον του έγκειται εξ ολοκλήρου στο γεγονός ότι κτίστηκε για να είναι χριστιανική εκκλησία και έπειτα μετατράπηκε σε τζαμί, χωρίς πολλές αλλαγές, από τους Μουσουλμάνους κατακτητές της χώρας. Με ανάγκασαν να βγάλω τις μπότες μου και να περπατήσω στον χώρο με τις κάλτσες μου. Κρυολόγησα και κόλλησε στις κάλτσες μου ένας γλοιώδης αχταρμάς από τσίχλες, λάσπη, και κάθε είδους ακαθαρσία».
Bettmann via Getty Images

 

Πώς να ήταν η Αγία Σοφία όταν λειτουγούσε ως τζαμί στο παρελθόν; διερωτήθηκα μετά την ανταλλαγή μηνυμάτων. Ανέτρεξα στο χιουμοριστικό οδοιπορικό Τhe Innocents Abroad (“ Οι Αδαείς στο Εξωτερικό”) του αμερικανού σατιρικού συγγραφέα Μαρκ Τουέιν (1835-1910), στο οποίο περιγράφει ένα πολύμηνο ταξίδι με συμπατριώτες του στην Ευρώπη, Ρωσία, βόρεια Αφρική, Οθωμανική Τουρκία, και τους Αγίους Τόπους το 1867.

Γράφει στο κεφάλαιο 33: “Το τζαμί της Αγίας Σοφίας είναι η κατ’ εξοχήν ατραξιόν της Κωνσταντινούπολης. Πρέπει να εξασφαλίσεις φιρμάνι και να σπεύσεις εκεί με την πρώτη. Αυτό κάναμε. Δεν εξασφαλίσαμε φιρμάνι, αλλά ο καθένας μας πήρε μαζί τέσσερα-πέντε φράγκα, το οποίο είναι σχεδόν το ίδιο πράγμα”. 

“Δεν έχω καλή άποψη για το Τζαμί της Αγίας Σοφίας. Φαντάζομαι ότι μάλλον δεν είμαι σε θέση να το εκτιμήσω. Αλλά δεν θα επεκταθώ επ’ αυτού. Πρόκειται για τον πιο σκουριασμένο παλιό-στάβλο στον κόσμο των απολίτιστων. Νομίζω ότι το ενδιαφέρον του έγκειται εξ ολοκλήρου στο γεγονός ότι κτίστηκε για να είναι χριστιανική εκκλησία και έπειτα μετατράπηκε σε τζαμί, χωρίς πολλές αλλαγές, από τους Μουσουλμάνους κατακτητές της χώρας. Με ανάγκασαν να βγάλω τις μπότες μου και να περπατήσω στον χώρο με τις κάλτσες μου. Κρυολόγησα και κόλλησε στις κάλτσες μου ένας γλοιώδης αχταρμάς από τσίχλες, λάσπη, και κάθε είδους ακαθαρσία που τρόμαξα εκείνο το βράδυ να βγάλω τις μπότες μου…” 

“Η Αγία Σοφία είναι μια εκκλησία-κολοσσός χιλίων τριακοσίων ή τετρακοσίων ετών, και τόσο δύσμορφη που μπορεί να είναι ακόμη πιο παλιά. Λέγεται ότι ο τεράστιος τρούλος της είναι πιο αξιοθαύμαστος από εκείνον του Αγίου Πέτρου [στο Βατικανό], αλλά η βρωμιά του είναι πολύ πιο αξιοθαύμαστη από τον τρούλο, αν και ποτέ δεν το αναφέρουν αυτό. Η εκκλησία έχει 170 κίονες στο εσωτερικό της, ο καθένας ακέραιος, και όλοι είναι από πολύτιμα μάρμαρα διαφόρων ειδών… είναι κακοποιημένοι, άσχημοι και αποκρουστικοί...Το εσωτερικό του τρούλου είναι εικονογραφημένο με μια τερατώδη επιγραφή με επίχρυσους τουρκικούς χαρακτήρες η οποία μοιάζει με αφίσα τσίρκου. Το δάπεδο και τα μαρμάρινα κιγκλιδώματα είναι όλα φθαρμένα και βρώμικα. Η οπτική παρεμποδίζεται παντού από ένα πλέγμα σχοινιών που κρέμονται από το ιλιγγιώδες ύψος του τρούλου και στα οποία είναι δεμένες αναρίθμητες κακόγουστες λυχνίες και αυγά στρουθοκάμηλων...»

 «Κάθονταν οκλαδόν ρακένδυτοι Τούρκοι ανά ομάδες, εδώ και εκεί και μακριά και κοντά, και διάβαζαν βιβλία, άκουγαν κηρύγματα, ή μαθήτευαν σαν να ήσαν παιδιά, και σε πενήντα σημεία άλλοι λύγιζαν και μετά σηκώνονταν, πέφτοντας πάλι μπρούμυτα για να φιλήσουν τη γη, μουρμουρίζοντας προσευχές, και συνεχίζοντας τις γυμναστικές τους ασκήσεις... Παντού ήταν βρωμιά και σκόνη και αποπνικτικό σκοτάδι...παντού ήσαν αυτές οι ομάδες αχρείων ειδωλολατρών...πουθενά δεν έβλεπες το παραμικρό που να κερδίσει την αγάπη ή να προκαλέσει τον θαυμασμό σου». 

Είκοσι χρόνια ενωρίτερα οι ελβετοί αρχιτέκοτνες Gaspare και Giuseppe Foscati είχαν πραγματοποιήσει τον μεγάλο καθαρισμό και την αποκατάσταση των εξωτερικών και εσωτερικών χώρων του ναού. Παρόλα αυτά, ο Τουέιν δεν εντυπωσιάστηκε από την Αγία Σοφία με την ανακυκλωμένη μορφή τζαμιού. Ήταν κυρίως η ατμόσφαιρα παρακμής και αλλοτριότητος που βρήκε αποκρουστική. Στον πρόλογο του βιβλίου του σημειώνει ότι «έχω παρατηρήσει με αμερόληπτα μάτια, και αν μη τι άλλο, έχω γράψει [τις εντυπώσεις μου] με ειλικρίνεια, ίσως με σύνεση ή ίσως όχι». Ακόμη και ένας φιλελεύθερος, αντιρατσιστής Προτεστάντης όπως ο Τουέιν ήταν, ως φαίνεται, επιρρεπής σε ξεσπάσματα «οριενταλισμού».  

“Περιγράφοντας την Αγία Σοφία ακριβώς ένα αιώνα μετά τον Τουέιν, ο βρετανός ιστορικός της αρχιτεκτονικής και εστέτ Όσμπερτ Λάνκαστερ (Osbert Lancaster) ξαφνιάζεται από την «απουσία λάμψης» στον ναό. «Σε κανένα κτήριο στον κόσμο σήμερα δέν απουσιάζει σε τέτοιο παντελή βαθμό η ατμόσφαιρα. Η μόνη εντύπωση που δημιουργεί στον θεατή προέρχεται καθαρά από την αρχιτεκτονική», δηλαδή από «το μεγαλείο του χώρου».”

Μία τουλάχιστον λεπτομέρεια στην περιγραφή του Τουέιν είναι αληθοφανής και προκαλεί εντύπωση: η σκοτεινή, μπανάλ, οιονεί kitsch ατμόσφαιρα στον μεταμφιεσμένο ναό. Ο Παύλος Σιλεντιάριος,  αυλικός αξιωματούχος (πιθανώς υπεύθυνος για την εθιμοτυπία επί Ιουστινιανού), συνέθεσε, κατόπιν παραγγελίας του αυτοκράτορα, έμμετρη περιγραφή («έκφραση»), 1.029 στίχων, του ναού. Ο Σιλεντιάριος απήγγειλε το πανηρυρικό ποίημα αυτό κατά τη δεύτερη «αφιέρωση» του ναού τα Χριστούγεννα του 562. (Το 558 ο τρούλος κατέρρευσε μερικώς, συνεπεία σεισμού, και χρειάσθηκε αποκατάσταση).

Open Image Modal
Μέσα στην Αγία Σοφία (Photo by Nicolas Economou/NurPhoto via Getty Images)
NurPhoto via Getty Images

Κατά την περιγραφή του, ο ναός περιλούεται από το φως και την αγαλλίαση. Το φως από το πολυκανδήλιον γίνεται μεσονύκτιος ήλιος, ο οποίος αντανακλά πάνω στα χρυσά ψηφιδωτά και τα μάρμαρα των τοίχων. Τη νύχτα ο τρούλος γίνεται φάρος που οδηγεί τους ναυτιλλομένους στον Πόντο και τον Ελλήσποντο, αντικαθιστώντας τους αστερισμούς. «Ακόμη και η νύχτα χαμογελάει μέσα στον ναό...», αναγγέλλει ωσάν ιεροφάντης ο ποιητής. «Το φως της Αγίας Σοφίας δείχνει τη γενναιόδωρη βοήθεια του ζώντος Θεού». 

Περιγράφοντας την Αγία Σοφία ακριβώς ένα αιώνα μετά τον Τουέιν, ο βρετανός ιστορικός της αρχιτεκτονικής και εστέτ Όσμπερτ Λάνκαστερ (Osbert Lancaster) ξαφνιάζεται από την «απουσία λάμψης» στον ναό. Στο βιβλίο του Sailing to Byzantium, An architectural guide (Λονδίνο, 1969), σημειώνει: «Σε κανένα κτήριο στον κόσμο σήμερα δέν απουσιάζει σε τέτοιο παντελή βαθμό η ατμόσφαιρα. Η μόνη εντύπωση που δημιουργεί στον θεατή προέρχεται καθαρά από την αρχιτεκτονική», δηλαδή από «το μεγαλείο του χώρου». 

Ο διαχείριση του χώρου από τον Ισίδωρο και Ανθέμιο είναι, ευτυχώς, ακόμη αισθητή. Όπως λέγει ο Λάνκαστερ, «Περισσότερο, ίσως, από οποιοδήποτε άλλο κτήριο στον κόσμο, η Εκκλησία της Αγίας του Θεού Σοφίας μπορεί να περιγραφεί ως θαυματουργή. Ήταν θαύμα που κτίστηκε με επιτυχία και ακόμη μεγαλύτερο θαύμα που παρέμεινε όρθια» με τέτοιο τρούλο. Αυτή η επιβίωση δεν είναι αξιοπερίεργη, γιατί, όπως παρετήρησε ο Παύλος Σιλεντιάριος πριν από 1.400 και πλέον χρόνια, «Το φως της Αγίας Σοφίας δείχνει τη γενναιόδωρη βοήθεια του ζώντος Θεού».