Το νόημα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου μισό αιώνα αργότερα

Η σύγχυση ως μεταμοντέρνα βαρβαρότητα.
Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

Προ τεσσάρων ετών η Πρυτανεία μου ανέθεσε την τιμητική ομιλία για τον εορτασμό της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου και εκεί ανέδειξα τη σημασία της συλλογικής μνήμης ως συνεκτικού δεσμού για την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησής μας. Φέτος η ανάθεση της ομιλίας για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου 1973 είναι τιμητική για τον Τομέα μου και για τη Σχολή μου, αλλά και για μένα σε επίπεδο προσωπικό. Είμαι μεν απόφοιτος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας, αλλά το Μετσόβιο ξεχώριζε πάντα εντός μου σαν πανεπιστήμιο θρυλικό, ένδοξο, δυναμικό και λαμπερό. Ένας από τους λόγους αυτής της θρυλικότητας ήταν βέβαια και το ορόσημο του 1973, όταν ήμουν 13 χρόνων στη Θεσσαλονίκη και ξεκινούσα τη Β΄ Τάξη του Γυμνασίου. Αναγνωρίζω, λοιπόν, τον βαθμό δυσκολίας να σταθώ ισάξιος στα υψηλά χαρακτηριστικά του Ιδρύματός μας και συνάμα να ανταποκριθώ επάξια στην ιδιαίτερη προς εμένα τιμή του Πρύτανη να εκφωνήσω αυτόν τον λόγο ως θεράποντας πλέον του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.

Η δική μου ανάγνωση του νοήματος της επετείου της 17ης Νοεμβρίου αποπειράται να μετακινηθεί από το πολιτικό και να προσδεθεί στο κοινωνικό πεδίο, διότι θεωρώ ότι σε αυτό το πεδίο, το κοινωνικό, θα βρούμε πρόσφορο έδαφος να συζητήσουμε αυτό το νόημα, που καθ’ οδόν μας έπεσε από τα χέρια.

Το επιχείρημά μου, λοιπόν, σε αυτή την τολμηρή απόπειρα να αναδείξω τη σημερινή σημασία της εξέγερσης εκείνων των νέων συνοψίζεται στο εξής: Η σημερινή κοινωνία δεν διέπεται από τα ίδια χαρακτηριστικά της νεοελληνικής καθημερινότητας προ 47 ετών. Συνεπώς, θα αναδείξω εκείνα τα διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά της και θα διακρίνω τις σύγχρονες όψεις της βάρβαρης παγκοσμιοποίησης που έχουν καλλιεργήσει την απόλυτη δυσκολία να διακρίνουμε τις αξίες που οφείλουμε να διαφυλάξουμε γενικότερα ως λαός και ειδικότερα ως πανεπιστημιακή κοινότητα. Ας αναλογιστούμε τα χαρακτηριστικά της νεολαίας της δεκαετίας του 1970.

Σε μια χώρα υπό καθεστώς καταστολής, τρομοκρατίας, ανελευθερίας της πράξης και του λόγου, οι νεολαίοι, οι φοιτητές μας δεν περιορίζουν την διαμαρτυρία τους στον εκπαιδευτικό χώρο, αλλά την εξακτινώνουν, την διαχέουν στην κοινωνία, όπως όφειλαν να κάνουν. Λέω ότι δεν έμειναν αδρανείς και υποταγμένοι, αλλά ως τολμητίες όρθωσαν το σώμα τους και ανέλαβαν το κόστος για την πράξη τους, εφόσον αυτή ήταν και είναι η δέουσα στάση προσωπικής και πολιτικής ωριμότητας. Πώς θα χαρακτηρίζαμε εκείνους τους νέους υπό τις σημερινές συνθήκες λειτουργίας του κράτους και της κοινωνίας;

Θα τους χαρακτηρίζαμε αθώους, ανιδιοτελείς, απονήρευτους, άδολους, αλλά ηθικά και πολιτικά δεσμευμένους σε αξίες. Ξέρετε, όμως, αυτά τα χαρακτηριστικά που μόλις προανέφερα είναι ιδιότητες της αποκοτιάς, του θάρρους και του αυθορμητισμού που εμπνέουν τους ήρωες.

Ο ηρωισμός έχει αθωότητα, άγνοια κινδύνου, δέσμευση σε ανώτερο σκοπό, δέσμευση σε αξίες. Περιέχει την απερισκεψία, τον αυθορμητισμό, στοιχεία που οι εξωτερικοί παρατηρητές ονομάζουμε αυτοθυσία και αυταπάρνηση. Οι λίγο και οι πολύ παλιότερες εποχές έχουν δώσει σε αυτή την επικράτεια, στον ελλαδικό χώρο, πολλά δείγματα ηρωικής συμπεριφοράς, είτε αυτή ενσαρκωνόταν στο πρόσωπο ενός πολεμιστή βασιλιά, όπως ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, είτε κατοικούσε στο αδύναμο σαρκίο ενός φιλοσόφου, όπως ο Σωκράτης στο δεσμωτήριο, είτε φορούσε τις ταλαιπωρημένες αρβύλες ενός φαντάρου με κρυοπαγήματα στο αλβανικό μέτωπο, είτε μακρυμάλλης μοίραζε με αγωνία προκηρύξεις στην Πατησίων σε τρόλεϊ υπό το βλέμμα του ασφαλίτη.

Ο κυνισμός της σύγχρονης εποχής μπορεί να χαρακτήριζε εκείνους τους ήρωες κορόιδα, διότι στις μέρες μας περισσεύουν γύρω μας οι ατσίδες, οι έξυπνοι και οι καπάτσοι. Τι μεσολάβησε σε αυτές τις πέντε δεκαετίες που κύλησαν με πρωτόγνωρη ταχύτητα εδραιώνοντας συνθήκες απόλυτης ανασφάλειας, απρόσωπης και διαμεσολαβημένης επικοινωνίας μας μέσα από την οποία εθιστήκαμε να βρισκόμαστε σε απόσταση μεταξύ μας; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που μας αφύπνισαν από την αθωότητα μας και μας έκαναν ξύπνιους πολίτες;

Αναστοχαζόμενος, λοιπόν, στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αι., το χαρακτηριστικό που υποδεικνύω ως σημαντικό για την άρση της αθωότητάς μας είναι η τεχνολογία, η οποία κυριαρχεί, διευκολύνει, προσφέρει, ανακουφίζει, βελτιώνει, ψυχαγωγεί, επιτρέπει την πρόσβαση, αλλά συνάμα δεσπόζει, ελέγχει, διαμεσολαβεί, αλλοιώνει, υποτάσσει, συμμορφώνει και απαγορεύει την πρόσβαση. Η τεχνολογία που χωράει στην οθόνη της παλάμης του χεριού μας, την οποία κοιτάμε διαρκώς, αλλά κοιτάζοντας την παλάμη όχι μόνο δεν διαβάζουμε τη μοίρα μας, αλλά σκουντουφλάμε σε τοίχους. Η τεχνολογία διευκολύνει την ψηφιακή επικοινωνία και συνάμα αποτρέπει τη φυσική δια των αισθήσεων επικοινωνία, οπότε η επικοινωνία καθίσταται αναίσθητη.

Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι οι ταυτότητες, τα ταυτοτικά χαρακτηριστικά μας, τα οποία κάποτε ήταν συμπαγή και αρραγή, αλλά πλέον έχουν αποκτήσει πτητικότητα και ρευστότητα. Μπορούμε να πούμε ότι έχουμε απωλέσει τη μοριακή συνοχή των ψηφίδων που συναπάρτιζαν το μωσαϊκό της ταυτότητας μας· με άλλα λόγια, το ιξώδες της ως μέτρο αντίστασης στην αλλαγή της ταυτοτικής μορφής τείνει προς το μηδέν. Αυτό το μηδενικό ιξώδες μάς έχει απελευθερώσει από κάθε θεσμικό ή παραδοσιακό κορσέ (αναφέρομαι σε αξιακούς δεσμούς) και συνάμα έχει διευκολύνει την αραίωση, δηλαδή την αποδόμηση και αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού.

Τρίτο, ποιοτικό χαρακτηριστικό είναι τα δικαιώματα, τα οποία απέρρεαν από τις υποχρεώσεις μας ως πολίτες και συνοδεύονταν από καθήκοντα. Έχει αλλοιωθεί αυτή η αναλογία δικαιωμάτων προς τα καθήκοντα, δηλαδή προς τις υποχρεώσεις μας απέναντι στην οικογένεια, στην εργασία, στον συνάνθρωπο, στην πατρίδα. Ο δικαιωματισμός, όπως ονομάζεται αυτό το καινούργιο κίνημα απόδοσης δικαιωμάτων σε όλες και όλους και όλα, έχει επιβάλει ασάφεια περί τις συνοδούς υποχρεώσεις που έχουν τα δικαιώματα και έχει συσκοτίσει την έννοια του καθήκοντος στους ρόλους που αναλαμβάνουμε στην καθημερινή ζωή μας ως εργαζόμενοι, ως λειτουργοί, ως μέλη ομάδας, ως συνάνθρωποι.

Τέταρτο χαρακτηριστικό που έχει αποκτήσει τη δική του σημασία είναι η ελευθερία. Η ελευθερία έχει απωλέσει τη σημασία της εκούσιας δέσμευσης σε κάποια σχέση ή σε κάποιο καθήκον και προσδένεται περισσότερο με την ανερμάτιστη ατομικιστική συμπεριφορά, που δεν ορίζεται από το πλαίσιο της σχεσιακής υπόστασης μας, δηλαδή της ύπαρξής μας που είναι δεμένη σε σχέση με τον άλλο και με τους άλλους.

Ένα πέμπτο χαρακτηριστικό είναι η ευκολία και οι ευκολίες με τις οποίες ανατρεφόμαστε και μέσα στις οποίες ανατρέφουμε την επόμενη γενιά. Στους απογόνους προσφέρουμε αγαθά και ανέσεις τις οποίες τα παιδιά μας θεωρούν ως δεδομένες και αυτό όλες και όλοι θεωρούν ως εύλογο, μολονότι εγώ το βρίσκω παράδοξο.

Έκτο χαρακτηριστικό είναι ο αδυσώπητος παχύρρευστος όγκος της περιρρέουσας πληροφορίας ακόμη και στο καθεστώς του απόλυτου κατακερματισμού της επιστημονικής γνώσης. Στο συνονθύλευμα της αταξινόμητης είδησης και της ανεπεξέργαστης πληροφορίας εμφιλοχωρούν ψεύδη, ανακρίβειες, που έχουν προαγάγει και έχουν εδραιώσει τον αμείλικτο σχετικισμό, ο οποίος εξουδετέρωσε, εντέλει, τη συμπεριφορική βεβαιότητα και την διαύγεια που διέθετε κάποτε ο κοινός νους.

Σε ένα περιβάλλον, όπου οι έννοιες και οι θεσμοί έχουν στρογγυλοκαθίσει στον θρόνο του περίπου και του σχετικώς αποδεκτού, όλοι μας, αλλά και οι νέοι επίσης, αδυνατούμε να διακρίνουμε το ορθό από το περίπου σωστό και αυτή η κυρίαρχη κατάσταση οδήγησε στην αναπόδραστη παρακμή που ζούμε.

Οι βαθμοί δυσκολίας για την απόκτηση αγαθών έχουν ευτελιστεί. Η αντίληψη που περιέχεται στο ρητό «τα αγαθά κόποις κτώνται» φαίνεται πως δεν υιοθετείται από την κοινωνία μας. Γονιός μαθαίνει για το παιδί του ότι μαχαίρωσε κάποιον συμμαθητή του και αντιδράει λέγοντας «παιδιά είναι, παίζανε»· μάνα μαθαίνει ότι το παιδί της πιάστηκε να κλέβει σε γραπτό διαγώνισμα και επιτίθεται στον καθηγητή που τον εντόπισε να κλέβει. Αυτό το στοιχείο συνδέεται με την ατιμωρησία που καλλιεργείται ως κουλτούρα ανάληψης δράσης και με την διάθεση των επιφανών να ασκήσουν πίεση, ώστε να απαλλαγούν οι εξεγερμένοι και οι παραβάτες.

Πού βρίσκεται η δική μας ευθύνη; Πού βρίσκεται η ευθύνη των δασκάλων απέναντι στους νέους; Η ευθύνη των δασκάλων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης ανατρέχει πίσω στο κοντινό παρελθόν, όταν διολισθήσαμε από την κατηγορία του ανιδιοτελούς λειτουργού σε κάτι κατώτερο των περιστάσεων που απαιτεί η εκπαίδευση. Αυτή η διολίσθηση αφορά στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων και οι λιγοστές εξαιρέσεις δεν αλλάζουν τα πράγματα.

Στην Ελλάδα της ενωμένης Ευρώπης και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και του ομογενοποιημένου πολιτισμού οι νέοι δεν έχουν τη δυνατότητα να θέσουν στόχους και να τους διεκδικήσουν με δύναμη και αποφασιστικότητα. Δεν έχουν κίνητρο για να ευδοκιμήσουν σε αυτό το περιβάλλον. Αυτή είναι η αδυσώπητη νέα βαρβαρότητα της σύγχρονης μεταμοντέρνας, όπως τη λέμε, εποχής. Η συσκότιση, η σύγχυση, η ασάφεια και η αβεβαιότητα του μεταμοντέρνου, το οποίο ασμένως και ανεπαισθήτως καλλιέργησαν η τεχνολογία, οι νέες ταυτοτικές δυνατότητες, ο δικαιωματισμός, η ελευθερία, και οι ευκολίες του βίου: αυτή είναι η μείζων ήττα του Πανεπιστημίου και των άλλων βαθμίδων της εκπαίδευσης.

Σε αυτή τη βαρβαρότητα οφείλουμε να ορθώσουμε ανάστημα ψυχικό και πνευματικό, απολογούμενοι απέναντι στη νεολαία. Αυτή τη σύγχυση, που αποτελεί φυσιογνωμικό χαρακτηριστικό της νέας παγκόσμια βαρβαρότητας οφείλουμε να την διαυγάσουμε καλλιεργώντας τις ιδιότητες και τα εργαλεία της διάκρισης στους μαθητές μας, να τους δείξουμε έμπρακτα τον δρόμο των αγαθών που αποκτώνται με επιμονή και κόπο.

Τέλος, πρέπει να επιδιώξουμε να τους διδάξουμε την άρρηκτη σχέση των δικαιωμάτων με τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις, ακόμη κι αν η πολιτεία αγρόν αγοράζει περί όλων αυτών των αξιών και προτεραιοτήτων μας.

Η πολιτεία ασφαλώς έχει σοβαρές ευθύνες απέναντι στους νέους, σε όλον τον μαθητόκοσμο και σε όλη τη σπουδάζουσα νεολαία. Το δημόσιο σχολείο δεν έχει το κύρος που διέθετε κάποτε και τον ίδιο κίνδυνο διατρέχει πιο έντονα κατά την τελευταία δεκαετία το δημόσιο πανεπιστήμιο. Η σχέση υποδομών, έμψυχου δυναμικού και σπουδαστών πρέπει να αναβαθμιστεί, όχι μόνο θεσμικά, αλλά και σε επίπεδο προϋπολογισμών. Η εκπαιδευτική διαδικασία είναι σπονδυλική στήλη του πολιτισμού και εργαλείο διαρκούς εκδημοκρατισμού της κοινωνίας και της πολιτείας μας. Ο στόχος της εκπαίδευσης είναι -ή τουλάχιστον πρέπει να είναι- πρωτίστως η διαμόρφωση πολιτών και όχι πιστοποιημένων εξειδικευμένων στελεχών.

Στόχος της εκπαίδευσης είναι η αξιακή καλλιέργεια των μετεχόντων σε αυτήν, διδασκόντων και διδασκομένων σε αέναη εκπαιδευτική μέθεξη. Έτσι, από την δική μου οπτική υπογραμμίζω την επιδίωξη περισσότερων μαθημάτων από το πεδίο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών σε όλες τις βαθμίδες του σχολείου: από το Δημοτικό μέχρι όλες τις Σχολές των ανωτέρων και ανωτάτων ιδρυμάτων. Πρέπει να ενισχύσουμε τη διαλεκτική σχέση μας με το φοιτητικό και το μαθητικό ακροατήριο. Η στιγμή είναι κρίσιμη και οι επιβληθείσες συνθήκες της απόστασης ανάμεσα σε μας και τους φοιτητές μας μπορεί να αποβούν καταλυτικές και μοιραίες για το μέλλον της εκπαιδευτικής σχέσης, η οποία πρέπει να είναι προϊόν αγάπης.

Επιτρέψτε μου να τελειώσω με τους στίχους ενός ποιήματος του Άγγλου ποιητή και στιχουργού Peter Sinfield (Epitaph, 1969) που μετέφρασα για την περίσταση

Ανάμεσα στις σιδερένιες πύλες της μοίρας,

Φυτέψαμε τους σπόρους της Ιστορίας,

Και αυτοί ποτίστηκαν από τις πράξεις

Εκείνων που γνωρίζουν και ασφαλώς μας είναι γνωστοί

Η γνώση γίνεται φίλος θανάσιμος

Όταν κανείς δεν θέτει κανόνες

Και η μοίρα όλης της ανθρωπότητας νιώθω

πως περνάει στα χέρια των ανόητων