Βασιλοευσεβέσι!!!
|
Open Image Modal
De Agostini / W. Buss via Getty Images

Τις καθημερινές, όταν δεν υπάρχει άλλος διαθέσιμος ψάλτης στην Εκκλησία (και συχνά δεν υπάρχει) συνηθίζω στον εσπερινό να ανεβαίνω στο ψαλτήρι. Ψάλλομε τα τροπάρια εναλλάξ με τον ιερέα. Θυμάμαι πέρυσι την παραμονή του Σταυρού προς το τέλος του εσπερινού έπρεπε να ειπωθεί τρεις φορές το γνωστό τροπάριο «Σώσον Κύριε τον Λαό σου …». Ήταν η σειρά μου να ξεκινήσω το πρώτο. Για μερικές στιγμές αισθάνθηκα αμηχανία. Δεν ήξερα τι να κάνω: να ψάλλω αυτό που διάβαζα μπροστά μου δηλαδή « … νίκας τοις βασιλεύσι…» ή αυτό που επικράτησε σε αρκετούς ναούς δηλαδή «… νίκας τοις ευσεβέσι …»;

Ως συνήθως είχα έρθει καθυστερημένα στο ναό λίγο πριν το Κεκραγάριο και δεν είχα προλάβει να συνεννοηθώ για το θέμα με τον εφημέριο. Όμως δεν δίστασα ιδιαίτερα και σε λίγο ένα βροντώδες «τοις βασιλεύσι» ήχησε στον αέρα. Φυσικά και ο ιερέας έπρεπε εκείνη την ημέρα, όταν θα έψελνε για δεύτερη φορά το τροπάριο, να ακολουθήσει την ίδια γραμμή. Έψαλε λοιπόν και αυτός «τοις βασιλεύσι» (κάπως ... υποτονικά βέβαια).

Όμως τα πράγματα άλλαξαν την επαύριο. Ανήμερα του Σταυρού λοιπόν το απολυτίκιο λέγεται μόνο μια φορά και έτυχε η σειρά του ιερέα να το ψάλλει. Και ο ιερέας (σωστά για τους δικούς του λόγους) έψαλε βροντωδέστατα και με στόμφο «τοις ευσεβέσι» σαν να μου έλεγε «είδες, έτσι έπρεπε να το πεις εχθές». Φυσικά δεν στεναχωρέθηκα καθόλου. Κάθε άλλο. Όταν τα πράγματα γίνονται με αγάπη και καλοπροαίρετα όλα προσλαμβάνονται και αποτελούν μόνο ευκαιρίες σκέψεων και προβληματισμού.

«Τοις βασιλεύσι», «τοις ευσεβέσι», «τοις βασιλοευσεβέσι»!!! Όπως και να έχει, το εκκλησίασμα έμεινε με την απορία. Τη μια μέρα να το ακούει έτσι και την επαύριο αλλιώς. Το ζήτημα (παρά την πολύ μεγάλη σοβαρότητά του) με τα χρόνια ίσως έχει αρχίσει να γίνεται από αστείο έως γραφικό. Κατήντησε κάτι σαν το παιγνίδι των παιδιών, όταν μαδάνε τη μαργαρίτα: «θα το πεί, δεν θα το πεί»! Ή σαν το «… η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα …» του Αποστολικού αναγνώσματος του γάμου, όπου όλοι κοιτάνε τη νύμφη αν θα πατήσει ή όχι το πόδι του γαμπρού!

Δεν έψαξα, ούτε μελέτησα τη σχετική βιβλιογραφία, όμως νομίζω ότι το ζήτημα είναι πολύ απλό και ξεκάθαρο κατά την παράδοσή μας και είναι πολύ κρίμα να ασχολούμαστε ακόμη με αυτό και να «διχαζόμαστε» χωρίς νόημα. Η έννοια του «βασιλιά» φυσικά και δεν έχει καμία σχέση και καμία αιχμή και νύξη για το πολιτειακό καθεστώς. Εάν ερμηνεύω σωστά τη ρωμαίικη παράδοσή μας, νομίζω ότι, όταν το κείμενο αναφέρεται στον «βασιλιά», αναφέρεται ακριβώς στην πολιτική/κοσμική αρχή του Λαού του Θεού. Όσο και να θέλομε να το ξεχάσομε ο Λαός του Θεού είναι ένας, υπερεθνικός, ενιαίος σε οικουμενικό επίπεδο, με την αυτοσυνειδησία του ενός ιστορικού σώματος πέρα και πάνω από εθνικές ή γλωσσικές διαφοροποιήσεις.

Είναι ο Ισραήλ, ο Λαός του αληθινού Θεού, ο οποίος συνεχίζει αδιάσπαστα ως ο Ορθόδοξος Λαός, ως ο νέος Ισραήλ μέχρι τα έσχατα. Αξίζει να αναφέρομε ότι μέχρι τα χρόνια του Αγίου μας Προφήτου Σαμουήλ ο Λαός του Θεού, ο Ισραήλ δεν είχε πολιτική αρχή. Γιά αιώνες είχε μόνο τους Πατέρες και τους Κριτές, ανθρώπους κοντά στο Θεό, που στις δύσκολες στιγμές καθοδηγούσαν ασφαλώς τον Ισραήλ. Όμως προς το τέλος της ζωής του Αγίου Προφήτου Σαμουήλ λόγω αδυναμίας και ολιγοπιστίας ο Λαός θα ζητήσει από τον Θεό να έχει και αυτός κοσμική/πολιτική αρχή, όπως και οι άλλοι λαοί γύρω τους. Ο Θεός δεν ήθελε κάτι τέτοιο. Ήξερε ότι αυτό δεν θα ήταν προς όφελος του Ισραήλ και το εξήγησε αναλυτικά στο Λαό του. Όμως ο Λαός επέμενε και τελικά ο Θεός, όπως είχε υποσχεθεί, αποδέχτηκε την απόφαση του Λαού του.

Έκτοτε, ο Λαός του Θεού παράλληλα με την ενιαία Εκκλησιαστική Αρχή (για την πνευματική καθοδήγηση και τον αγιασμό του) έχει και ενιαία Πολιτική Αρχή (για την επίλυση των ποικίλων, καθημερινών, κοσμικών του προβλημάτων). Η Πολιτική αυτή Αρχή θα λάβει διάφορες μορφές ανάλογα με το ιστορικό πλαίσιο (βασιλέας, αυτοκράτορας κλ) ή και για κάποιο διάστημα δεν θα υπάρχει καθόλου όταν το ιστορικό πλαίσιο δεν επιτρέπει τη συγκρότηση του κράτους των Ορθοδόξων. Κάτι τέτοιο έγινε προσωρινά επί Οθωμανοκρατίας, όταν και τον ρόλο της Πολιτικής Αρχής τον ανέλαβε και αυτόν αγαπητικά και εν διακονία η Εκκλησιαστική Αρχή. Οι δύο αυτές Αρχές του Λαού του Θεού (και όχι γενικώς των λαών) οφείλουν να λειτουργούν εν συναλληλία.

Η απλή διοικητική κατανομή σε πολλές επιμέρους ενότητες του Λαού του Θεού σε οικουμενικό επίπεδο ήταν και είναι απαραίτητη και επιβεβλημένη για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη διακονία του Λαού. Όμως πάντα υπήρχε η άμεση ή η έμμεση αναφορά στην κοινή Εκκλησιαστική και Πολιτική Αρχή. Κατά τους τελευταίους όμως αιώνες και δη μετά τον Διαφωτισμό υπήρξε επί της ουσίας πολυσδιάσπαση του Λαού του Θεού με την επικράτηση του εθνικισμού και τον σχηματισμό των επιμέρους εθνικών κρατών.

Το γεγονός ότι πριν την πολυδιάσπαση του Λαού του Θεού η Πολιτική του Αρχή έλαβε το σχήμα του «βασιλέα» ή του «αυτοκράτορα» καθόλου δεν «καθαγιάζει» τα συστήματα αυτά. Ήταν απλώς τα απότοκα των ιστορικών συνθηκών και των πλαισίων που επικρατούσαν τα χρόνια εκείνα. Σήμερα όμως, τον 21ο αιώνα, με τις τόσες τεχνολογικές δυνατότητες, η κοινή Πολιτική Αρχή του Λαού του Θεού σε οικουμενικό επίπεδο οφείλει και ασφαλώς μπορεί να προκύψει από διαδικασίες πραγματικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, ή ακόμα και από καθαρά αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Φυσικά με εκλογικά συστήματα, τα οποία δεν θα βασίζονται όπως τώρα σε κομματικούς μηχανισμούς (με τις τόσες παθογένειες), αλλά με εκλογικά συστήματα τα οποία θα αναδεικύουν το πρόσωπο, όπως για παράδειγμα η λειτουργία των κοινών σε πολιτικό επίπεδο. Η τεχνολογία πλέον μάς δίνει απεριόριστες δυνατότητες και είναι στην ευθύνη μας, στην ευθύνη των Ορθοδόξων να διαμορφώσομε συλλογικώς πραγματικά και ουσιαστικά δημοκρατικές διαδικασίες για την εκλογή των αρχόντων μας σε οικουμενικό επίπεδο.

Κατά τον 21ο αιώνα, τον αιώνα της επικοινωνίας, της αμεσότητας και της εκρηκτικής τεχνολογικής εξέλιξης, αλλά και τον αιώνα όμως των πολλαπλών οντολογικών αδιεξόδων του μετανεωτερικού ανθρώπου, ο Λαός του Θεού θα αποκτήσει και πάλι την αυτοσυνειδησία του ενός ενιαίου υπερεθνικού σώματος σε οικουμενικό επίπεδο. Στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο και υπό την πίεση της ρευστότητας και των πολλαπλών αδιεξόδων, ο Ορθόδοξος Λαός, ως ο μόνος που διαθέτει τις ουσιαστικές απαντήσεις και ως ο μόνος που βιώνει ενσάρκως τις προοπτικές θα καταστεί και πάλι ένα πραγματικά ενιαίο ιστορικό σώμα υπερβαίνοντας αγκυλώσεις αιώνων. Θα πορευτεί δε σε οικουμενικό επίπεδο με ενιαία Πολιτική και Εκκλησιαστική Αρχή εν λαμπότητι από κορυφή σε κορυφή και από δόξης εις δόξαν προς την εσχατολογική του προοπτική και τελείωση.

Όταν λοιπόν το τροπάριο αναφέρεται στους «βασι-λείς», αναφέρεται στους ασκούντες την Πολιτική Αρχή του ενιαίου, υπερεθνικού Λαού του Θεού, στους ασκούντες που έχουν τη βάση τους στο Λαό, σ’ αυτούς που «βαίνουν» προς τον Λαό, σ’ αυτούς που προέρχονται από τον Λαό, σ’ αυτούς που μεριμνούν για το Λαό, σ’ αυτούς που αναφέρονται συνεχώς στον Θεό και στον Λαό του Θεού. Σ’ αυτούς τους «βασιλείς» αναφέρεται το τροπάριο και φυσικά όχι στους «άλλους», οι οποίοι δεν έχουν … ιδέα από Ορθοδοξία.

Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι το τροπάριο με τη χρήση του «τοις βασιλεύσι» μάς υπομιμνήσκει συνεχώς το ενιαίο του σώματος με την κοινή Πολιτική και Εκκλησιαστική Αρχή πιέζοντάς μας προς την κατεύθυνση της ενότητας, ενώ αντίθετα με τη χρήση του «τοις ευσεβέσι», με μια απλή δηλαδή γενικότητα, χάνεται κάθε δυναμική. «Τοις βασιλεύσι» λοιπόν και ποτέ «τοις ευσεβέσι».