Η Τουρκία στην τελική ευθεία για τις εκλογές

Η ανύπαρκτη αντιπολίτευση, η ανθεκτικότητα του Ερντογάν και ο παράγοντας σεισμός
6 Φεβρουαρίου 2023 Ο Ερντογάν σε συνέντευξη Τύπου στο κέντρο αντιμετώπισης καταστροφών.
6 Φεβρουαρίου 2023 Ο Ερντογάν σε συνέντευξη Τύπου στο κέντρο αντιμετώπισης καταστροφών.
Anadolu Agency via Getty Images

* Έλενα Μπουλετή, μεταδιδακτορική ερευνήτρια, Πάντειο Πανεπιστήμιο – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 11ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ που δημοσιεύεται στο www.enainstitute.org

Με τις εκλογές στην Τουρκία θεωρητικά να πλησιάζουν, αφού η ανακοίνωση του Τούρκου Προέδρου έκανε λόγο για τις 14 Μαΐου, ανέβηκαν και οι τόνοι της δημόσιας αντιπαράθεσης. Οι επερχόμενες εκλογές είναι εξαιρετικά σημαντικές τόσο για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν -καθώς ενδεχόμενη ήττα του μπορεί να σημάνει πολλά περισσότερα από την απόσυρσή του από την πολιτική- ενώ θα φέρουν μια τεράστια αλλαγή στη χώρα μετά από είκοσι χρόνια συνεχούς διακυβέρνησης Ερντογάν με όλο και πιο απόλυτους όρους.

Για την κυβέρνηση η προεκλογική εκστρατεία αναλύθηκε σε δύο άξονες: τον ιδεολογικό, που στηρίχθηκε στη σύλληψη του «αιώνα της Τουρκίας» και σε εκείνο των παροχών με αυξήσεις στους μισθούς, μείωση του ορίου συνταξιοδότησης για συγκεκριμένες ομάδες πολιτών κτλ.

Ωστόσο και οι δύο προσεγγίσεις -οι παροχές και οι αυξήσεις που εξήγγειλε πριν τα Χριστούγεννα η τουρκική κυβέρνηση καθώς και οι υποσχέσεις και τα οράματα για το μέλλον, φαίνεται πως δεν ήταν αρκετές για να αλλάξει το κλίμα στην κοινωνία. Και αυτό γιατί οι τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην καθημερινότητά του η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών λόγω της ακρίβειας και των χαμηλών μισθών όχι μόνο εξακολουθούν αλλά και αυξάνονται. Οι παροχές αποδείχθηκαν σταγόνα στον ωκεανό των κοινωνικών προβλημάτων και εκτιμάται πως, ένας από τους λόγους για τους οποίους δρομολογείται η επίσπευση των εκλογών είναι η απογοήτευση του κόσμου για τον κυβερνητικό συνασπισμό που όλο και μεγαλώνει.

Πρόσφατη δημοσκόπηση που έγινε στη χώρα από την εταιρεία ORC Research, κατέταξε το AKP τρίτο στους νέους ηλικίας 17 έως 25 χρονών μετά το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα CHP, και το Καλό Κόμμα (IYI Partι). Στο ερώτημα «Ποιο κόμμα θα ψηφίζατε αν γίνονταν εκλογές αυτήν την Κυριακή;» το 21,9% απάντησε το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, το 20,1% το Καλό Κόμμα, ενώ το AKP ήρθε τρίτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων με ποσοστό 15,1%, σε σύνολο 2.160 ερωτηθέντων, ενώ οι αναποφάσιστοι έφτασαν στο 10,2%.

Είναι, λοιπόν, πιθανό η χώρα να οδεύει προς μια σημαντική πολιτική αλλαγή και αναλυτές αναφέρονται στις επερχόμενες εκλογές ως τις σημαντικότερες στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας. Το ζητούμενο είναι εάν οι πολιτικοί παράγοντες που συνδιαμορφώνουν αυτή τη στιγμή το πολιτικό σκηνικό στη χώρα είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν αυτή τη διαφαινόμενη πολιτική αλλαγή ή εάν έχουν σκοπό να (προσπαθήσουν έστω να) την επηρεάσουν πέραν των θεσμικώς προβλεπόμενων. Και το βλέμμα στρέφεται κυρίως στον κυβερνητικό συνασπισμό και τον επικεφαλής του, που κυβερνά τη χώρα επί μια εικοσαετία.

Ιδίως μετά το «ευλογημένο», κατά τον Ταγίπ Ερντογάν, αποτυχημένο πραξικόπημα του καλοκαιριού του 2016, η κυβέρνηση περιόρισε συστηματικά δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα, ποδηγετώντας τη δικαιοσύνη, την Κεντρική Τράπεζα, τα ΜΜΕ στο όνομα της ασφάλειας, του πολέμου κατά της τρομοκρατίας κτλ.

Ιστορικοί, μελετητές και ακαδημαϊκοί μιλούν -όταν νιώθουν ασφαλείς να το πράξουν - για μια τουρκική δημοκρατία με πολλά προβλήματα, ενώ έμμεσα εκφράζουν και φόβους για το τι μπορεί να συμβεί στις εκλογές εάν το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που θα επιθυμούσε η τωρινή κυβέρνηση. Και η αλήθεια είναι ότι οι συστηματικές διώξεις εδώ και χρόνια εις βάρος του φιλοκουρδικού αριστερού κόμματος του HDP και των σημαντικότερων στελεχών του, η πλειοψηφία των οποίων βρίσκεται στη φυλακή, τα ισόβια στον Οσμάν Καβαλά, η πρόσφατη καταδίκη (14/12) του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης και πολιτικού αντιπάλου του Ερντογάν Εκρέμ Ιμάμογλου, σε ποινή φυλάκισης και σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, η δαμόκλειος σπάθη του πρόσφατα ψηφισθέντος νόμου περί παραπληροφόρησης που επικρέμεται πάνω από κάθε πολιτικό ή θεσμικό παράγοντα που ασκεί δημόσια κριτική στην κυβέρνηση, είναι σαφείς ενδείξεις ότι κανείς δεν μπορεί να είναι ήσυχος για το πως θα εξελιχθούν οι επικείμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές.

Έχει σημασία ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν ανεβάζει τους τόνους όσο αυτές πλησιάζουν και επαναφέροντας το ιδεολογικό σχήμα περί «αιώνα της Τουρκίας» κατηγόρησε την αντιπολίτευση σε ομιλία του στο Αϊδίνιο πως «δε θα καταφέρετε να βάλετε δεσμά στην Τουρκία… να αφαιρέσετε τα επιτεύγματα του έθνους μας… δεν μπορείτε να αποτρέψετε τους στόχους του 2023, δεν θα καταφέρετε να αποτρέψετε τη δημιουργία του αιώνα της Τουρκίας».

Ο Τούρκος Πρόεδρος συνεχίζει να επικαλείται για τη «δική» του Τουρκία, μια υπερβατική σύνδεση με ένα αυτοκρατορικό παρελθόν που όμως δεν είναι πολυεθνοτικό (ή είναι όταν και όσο τον εξυπηρετεί) και αφήνει εκτός σχήματος τον κεμαλισμό, την κοσμικότητα και τη μετάβαση στη δημοκρατία, διαλέγοντας από το ιστορικό παρελθόν της χώρας μονάχα ό,τι εξυπηρετεί το δικό του πολιτικό παρόν και μέλλον. Η αναφορά σε «ιμπεριαλιστές αποικιοκράτες» είναι μια ακόμη κατηγορία προς την αντιπολίτευση που δε σκέφτεται «εθνικά», όπως κάνει εκείνος αλλά θέλει την Τουρκία υποταγμένη στον ξένο παράγοντα. Το γεγονός δε ότι ανεβάζει διαρκώς τους τόνους και λεκτικά έναντι της αντιπολίτευσης -σε πρόσφατη ομιλία του ζητούσε από τους ψηφοφόρους του να «θάψουν στην κάλπη», να «κόψουν την ανάσα» των πολιτικών του αντιπάλων- δείχνει και την προσπάθειά του να συσπειρώσει ψηφοφόρους και ακροατήριο πολώνοντας το κλίμα όσο το δυνατόν περισσότερο.

Πέρα, ωστόσο, από τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις, ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο, καθώς, μετά από τόσους μήνες, υπό τόσο αντίξοες πολιτικά συνθήκες και ενώ έχει επισπευστεί και ο χρόνος των εκλογών, δεν είναι ακόμη σε θέση να ανακοινώσει τον ανθυποψήφιο του Τούρκου προέδρου.

«Το όνομα του προεδρικού υποψηφίου (των έξι κομμάτων της συμμαχίας της αντιπολίτευσης) θα ανακοινωθεί πιθανόν κάποια στιγμή τον Φεβρουάριο», είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους ο Ουνάλ Τσεβικόζ, εκπρόσωπος του επικεφαλής του CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Μια τόσο ασαφής τοποθέτηση τόσο κοντά στις εκλογές υπογράμμισε το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης λόγω της πολιτικής του ανομοιογένειας αλλά και λόγω των προσωπικών φιλοδοξιών των ηγετών της. Ο δε Πρόεδρος Ερντογάν τους ειρωνεύτηκε σε ομιλία του στο Αϊδίνιο ότι «κλωτσάνε ο ένας τον άλλον κάτω από το τραπέζι». Ο ίδιος ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, αφού εξέφρασε την πεποίθησή του ότι μέχρι την 13η Φεβρουαρίου η «Συμμαχία του Έθνους» θα έχει καταλήξει σε υποψήφιο, έσπευσε να προσθέσει ότι «εάν υπάρξει συμφωνία για το όνομά του δε θα αντιταχθεί», αν και πιστεύει ότι «δεν είναι σωστό να σκεφτόμαστε προσωποκεντρικά. Στόχος είναι να αλλάξουμε το σύστημα. Το κράτος δεν μπορεί να «έχει» ένα πρόσωπο. Όταν το κάνει, το κράτος αρχίζει να σαπίζει».

Η δε κυβερνητική προσπάθεια για εξουδετέρωση του HDP, του κόμματος που πρώτο αμφισβήτησε την παντοδυναμία Ερντογάν όταν μπήκε στη Βουλή ξεπερνώντας το όριο του 10%, που είχε θεσπιστεί ακριβώς για να το εμποδίσει, συνεχίζεται: Το τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάσισε να του στερήσει «προσωρινά» την κρατική επιχορήγηση (σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο NTV, 539 εκατομμύρια τουρκικές λίρες, ήτοι 28,7 εκατομμύρια δολάρια, κρατικής επιχορήγησης προβλέπονταν να δοθούν φέτος στο HDP – το ένα τρίτο εξ αυτών στις 10 Ιανουαρίου) και μπλόκαρε τους τραπεζικούς του λογαριασμούς. Η στερεοτυπική αιτιολόγηση για τη νέα αυτή απόφαση, που ελήφθη με 8 ψήφους υπέρ και 7 κατά, ήταν ότι το HDP έχει δεσμούς με το PKK και την τρομοκρατία.

Έχει δε σημασία να προστεθεί εδώ ότι, ενώ το HDP είχε ξεκαθαρίσει μέσω της συμπροέδρου του Περβίν Μπουλντάν ότι δε θα συμμετάσχει στον εξακομματικό συνασπισμό, κυρίως λόγω της παρουσίας σε αυτόν του εθνικιστικού «Καλού» κόμματος (Iyi) της Μεράλ Ακσενέρ και θα προτείνει δικό του υποψήφιο, ο Σελαχαττίν Ντεμιρτάς, συνιδρυτής και συμπρόεδρος του HDP δήλωσε πρόσφατα από την Αδριανούπολη όπου βρίσκεται φυλακισμένος ότι είναι μάλλον υπέρ ενός κοινού υποψηφίου, εφόσον όμως ο υποψήφιος που θα επιλέξει ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης καταλήξει σε κάποιον συμβιβασμό με το HDP, εφόσον η αντιπολίτευση «απλώσει το χέρι» στο HDP.

Έχει σημασία, επομένως, πως κάθε κομμάτι της τουρκικής αντιπολίτευσης αντιλαμβάνεται τη συγκυρία και τη σοβαρότητά της, και πόσο είναι διατεθειμένο να κάνει υπερβάσεις προκειμένου να προωθηθεί ο κοινός σκοπός -και σε ποιο βαθμό αυτός υφίσταται.

Η προεκλογική δέσμευση του εξακομματικού συνασπισμού για κατάργηση των υπερεξουσιών του Προέδρου, ενίσχυση του κοινοβουλευτικού συστήματος, ενίσχυση της δημοκρατίας και των θεσμών της μέσω ενός προγραμματικού «Κειμένου κοινής πολιτικής συναίνεσης» είναι μεν σημαντική, το γεγονός όμως ότι σε αυτή δεν περιλαμβάνεται, για παράδειγμα, ρητά η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για τη βία κατά των γυναικών (υιοθετήθηκε το 2011 και αποχώρησε η Τουρκία με απόφαση Ερντογάν το Μάρτιο του 2021 γιατί δήθεν υπονόμευε τις τουρκικές οικογενειακές αξίες) εγείρει ερωτήματα για την ουσιαστική δέσμευση των συμμετεχόντων στις αλλαγές και τις τομές που ο ίδιοι ευαγγελίζονται.

Και ενώ αυτή είναι περίπου η κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, άρθρο του Economist με τίτλο «Η ανατέλλουσα δικτατορία της Τουρκίας» αναφέρεται στις ανησυχίες του διεθνούς παράγοντα για το διακύβευμα των τουρκικών εκλογών σχολιάζοντας ότι «όσο περισσότερο παραμένει [ο Ερντογάν] στην εξουσία, τόσο πιο αυταρχικός γίνεται». Βέβαια ο Economist μάλλον δεν κόπτεται τόσο για τη μοίρα της τουρκικής δημοκρατίας ή της τουρκικής κοινωνίας όσο για τα συμφέροντα της Δύσης, που μπορεί στο μέλλον να μην εξυπηρετούνται πια από μια κυβέρνηση Ερντογάν, όπως συνέβαινε έως πρόσφατα, οπότε και ο αυταρχικός πολιτικός έχαιρε νομιμοποίησης και υποστήριξης στη Δύση τόσης και τέτοιας, που τόνωνε την εικόνα του και στο εσωτερικό της χώρας.

Όσο λοιπόν μεγάλο μέρος της τουρκικής κοινωνίας παραμένει βουβό και αμέτοχο στα πολιτικά πράγματα, όχι επειδή δεν θέλει να συμμετέχει, αλλά επειδή δεν του επιτρέπεται (υπενθυμίζεται ότι το HDP είναι τρίτο κόμμα, σε πείσμα των διώξεων), όσο η υπόλοιπη αντιπολίτευση παραμένει διασπασμένη και απορροφημένη στα μικροκομματικά της θέματα, όσο η Δύση παραμένει προσηλωμένη στα συμφέροντα και τις ισορροπίες ισχύος της, τόσο το «περιθώριο αυταρχικότητας» της τουρκικής κυβέρνησης θα υφίσταται και θα διευρύνεται, χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια το μέλλον ή, καλύτερα, χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει ένα μέλλον πολιτικά ασφαλές για τον λαό της Τουρκίας.

Τέλος, οι δυο φονικοί σεισμοί που έπληξαν την Τουρκία προκαλώντας μια τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή, είναι σαφές ότι θα έχουν αντίκτυπο και στις πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή. Ο τουρκικός κρατικός μηχανισμός -και η κυβέρνηση που τον διαχειρίζεται- θα κληθούν να επιτελέσουν ένα τιτάνιο και επείγον έργο και θα κριθούν γι’ αυτό στην πράξη και μάλιστα άμεσα από τους ανθρώπους που δοκιμάζονται. Έχει σημασία ότι ο Τούρκος Πρόεδρος μέχρι στιγμής απηύθυνε στους πολίτες που θρηνούν ήδη χιλιάδες νεκρούς τις «θερμότερες ευχές του» και υποσχέσεις ότι «θα ξεπεράσουμε αυτή την καταστροφή μαζί το συντομότερο δυνατό» χωρίς κάτι πιο συγκεκριμένο.

Προφανώς η συγκυρία δε θα μπορούσε να είναι πιο αρνητική για τον κυβερνητικό συνασπισμό και θα δρομολογήσει εξελίξεις, το σημαντικό ωστόσο τώρα είναι η διαχείριση της τεράστιας ανθρωπιστικής κρίσης σε Τουρκία και Συρία, όπου τόσο η Ευρώπη εν γένει όσο και η χώρα μας ειδικότερα μπορούν και πρέπει να δείξουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους στους απλούς ανθρώπους που υποφέρουν.

Δημοφιλή