ΗΠΑ, Σουηδία εξετάζουν καταγγελία για δωροδοκία στην οποία εμπλέκεται ο γιος του Ερντογάν

Σύφωνα με το Reuters, επενδυτής θεωρούσε τον Μπιλάλ Ερντογάν ως βασικό πρόσωπο για να αποκτήσει πρόσβαση στον πρόεδρο της Τουρκίας.
STRINGER via Reuters

Οι αρχές καταπολέμησης της διαφθοράς στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σουηδία εξετάζουν καταγγελία σύμφωνα με την οποία η σουηδική θυγατρική μιας αμερικανικής εταιρείας δεσμεύτηκε να καταβάλει δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε μίζες στον γιο του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, Μπιλάλ, για να τη βοηθούσε να εξασφαλίσει δεσπόζουσα θέση στην αγορά της γειτονικής χώρας.

Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, που έχει δει τα σχετικά επιχειρηματικά έγγραφα, ενώ έχει μιλήσει με πρόσωπο που έχει γνώση των περιστατικών, υπήρχε λεπτομερής ανάλυση του σχεδίου.

Τελικά, οι μίζεςε δεν καταβλήθηκαν, σύμφωνα με την καταγγελία που υποβλήθηκε στις αρχές και εξετάστηκε από το Reuters. Στην πραγματικότητα, η Dignita Systems AB, η σουηδική εταιρεία, εγκατέλειψε ξαφνικά το σχέδιο της στα τέλη του περασμένου έτους, σύμφωνα με δύο άτομα που γνωρίζουν το θέμα.

Η αμερικανική μητρική της Dignita επιβεβαίωσε στο Reuters ότι το σχέδιο είχε εγκαταλειφθεί, λέγοντας ότι έμαθε για «δυνητικά ανησυχητική συμπεριφορά» στην Τουρκία και απέλυσε αρκετούς εμπλεκόμενους.

Το σχέδιο της εταιρείας, σύμφωνα με την καταγγελία, ήταν η κυβέρνηση Ερντογάν να εγκρίνει νομοθεσία η οποία θα ενίσχυε του προϊόντος που παράγει η Dignita: αλκοτέστ στο ταμπλό του αυτοκινήτου, που κλειδώνουν τη μίζα όταν ο οδηγός είναι μεθυσμένος.

Σε αντάλλαγμα για 10 χρόνια εμπορικής αποκλειστικότητας των προϊόντων της, η Dignita δεσμεύτηκε ότι θα πληρώσει δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε μίζες μέσω μιας εταιρείας-βιτρίνας, σε δύο ιδρύματα, στα οποία ο Μπιλάλ Ερντογάν είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου.

Μολονότι το σχέδιο ναυάγησε τον Σεπτέμβριο, καταδεικνύει πώς ένας επενδυτής θεωρούσε τον Μπιλάλ Ερντογάν ως πρόσωπο-κλειδί για να αποκτήσει πρόσβαση στον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος κέρδισε νέα πενταετή θητεία στην προεδρία της Τουρκίας στις 28 Μαΐου.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Dignita, Aντερς Ερικσον, δήλωσε στο Reuters ότι δεν μπορούσε να συζητήσει το υποτιθέμενο σχέδιο επειδή επρόκειτο να αποχωρήσει από την εταιρεία και δεσμεύεται από συμφωνία εμπιστευτικότητας.

Μέσω δικηγόρου, ο Μπιλάλ Ερντογάν δήλωσε ότι οι ισχυρισμοί ότι συνωμότησε με την Dignita «είναι εντελώς ανακριβείς». Πρόκειται γι΄′ ένα «πλέγμα ψεμάτων», πρόσθεσε ο δικηγόρος. Ανώτερος αξιωματούχος της διεύθυνσης επικοινωνιών της τουρκικής προεδρίας αρνήθηκε να σχολιάσει το άρθρο του Reuters.

Το Reuters δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα αν ο πρόεδρος Ερντογάν και ο γιος του Μπιλάλ γνώριζαν ή είχαν ανάμειξη στο φερόμενο σύστημα δωροδοκίας της Dignita.

Η καταγγελία έγινε τον Απρίλιο και έκτοτε το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και οι Σουηδοί εισαγγελείς ανέθεσαν σε ειδικό πράκτορα και σε επιθεωρητή, αντίστοιχα, να διεξαγάγουν προκαταρκτικές έρευνες ώστε να εξακριβώσουν εάν τυχόν παραβιάστηκαν οποιεσδήποτε διατάξεις της αμερικανικής και σουηδικής νομοθεσίας κατά της δωροδοκίας. Οι προκαταρκτικές έρευνες ενδέχεται να μην οδηγήσουν σε επίσημες έρευνες ή κατηγορίες.

Και στις δύο χώρες, η δέσμευση για πληρωμή προμηθειών (μίζας) μπορεί να συνιστά ποινικό αδίκημα υπό ορισμένες συνθήκες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μπορεί να διαπιστωθεί παραβίαση του Νόμου περί Διαφθοράς στο εξωτερικό (FCPA) ακόμη και αν δεν έγιναν πληρωμές, σύμφωνα με τον Σκοτ Γκρέιτακ, δικηγόρος του οργανισμού κατά της Διαφθοράς Transparency International U.S. στην Ουάσιγκτον. «Αλλά θα έπρεπε να αποδειχθεί ότι υπήρξε συμφωνία και ότι υπήρξε κάποιου είδους απροκάλυπτη πράξη, όπως το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού για να πάνε αυτά τα χρήματα».

Εκπρόσωποι του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και της Σουηδικής Γενικής Εισαγγελίας, αρνήθηκαν να κάνουν σχόλιο για την υπόθεση.

Δημοφιλή