Κάποιοι μας οδηγούν στον εθνικό διχασμό. Ας αντιδράσουμε!

Οι πολίτες καλούμαστε να ψηφίσουμε υπέρ ή κατά μιας πρότασης που όπως φαίνεται δεν είναι πρόταση και ίσως να μην ισχύει καν. Και από την άλλη, αν ψηφίσουμε «όχι», κανείς δεν ξέρει τι σημαίνει. Ποιο είναι δηλαδή το επόμενο βήμα. Θα ξεκινήσουμε νέες συζητήσεις και με ποιους; Θέλουν οι άλλοι νέες συζητήσεις;
|
Open Image Modal
Milos Bicanski via Getty Images

H κυβέρνηση , με τους ερασιτεχνισμούς, τις ιδεοληψίες της, την ανυπαρξία σχεδίου και τις καθυστερήσεις με την λογική «άσε και βλέπουμε», οδήγησε την οικονομία στα όρια της κατάρρευσης (αν δεν έχει αρχίσει ήδη η κατάρρευση) και την κοινωνία σε αδιέξοδο.

Η κατάσταση που υπάρχει γύρω μας τις τελευταίες ώρες είναι κάτι το πρωτόγνωρο και για όποιους δεν θέλουν να το δουν, λειτουργεί με πολλαπλασιαστικό ρυθμό σε αντιδράσεις της κοινωνίας. Αντιδράσεις που είναι άγνωστο από που και ως που θα φτάσουν.

Η, πολιτικά, τυχοδιωκτική κίνηση για δημοψήφισμα, έτσι όπως προκηρύχτηκε άλλα και έτσι όπως γίνεται προσπάθεια να πραγματοποιηθεί, έσβησε και τα τελευταία ίχνη σοβαρότητος της κυβέρνησης (και δυστυχώς και της χώρας μας) στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι πολίτες καλούμαστε να ψηφίσουμε υπέρ ή κατά μιας πρότασης που όπως φαίνεται δεν είναι πρόταση και ίσως να μην ισχύει καν. Και από την άλλη, αν ψηφίσουμε «όχι», κανείς δεν ξέρει τι σημαίνει. Ποιο είναι δηλαδή το επόμενο βήμα. Θα ξεκινήσουμε νέες συζητήσεις και με ποιους; Θέλουν οι άλλοι νέες συζητήσεις; Και αν ναι, γιατί θα φέρουν καλύτερη πρόταση;

Κανείς από την κυβέρνηση δεν μας εξηγεί το επόμενο βήμα του «όχι», απλώς γιατί δεν ξέρουν ποιο είναι, γιατί δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός, καμία προετοιμασία.

Κανείς δεν μπορεί να μας εξηγήσει τι έκαναν πέντε μήνες στην «περήφανη διαπραγμάτευση» αλλά και τι το περισσότερο θα προσφέρει σε μια κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή ένα δημοψήφισμα.

Αλλά υπάρχει και το επόμενο ερώτημα. Αν έλθει το «ναι», (που όπως φαίνεται θα έλθει), τι θα κάνει η κυβέρνηση; Γιατί είναι σαφές ότι το δημοψήφισμα, αν φτάσουμε τελικά εκεί, όλοι και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό θεωρούν ότι είναι δημοψήφισμα για το «ναι» στην Ευρώπη και «όχι» στην Ευρώπη. Όλα τα άλλα είναι « ιστορίες για αγρίους».

Ένα «ναι» μπορεί κανείς κυβερνητικός να το διαχειριστεί;

Η κυβέρνηση έφερε τον εαυτό της στο αδιέξοδο.

Η πρώτη περίπτωση είναι να γίνει το δημοψήφισμα και να ψηφιστεί η πρόταση της κυβέρνησης και το «όχι». Σε αυτή την εξέλιξη, η κυβέρνηση βρίσκεται μόνη, με μια ψήφο υπέρ της αλλά με τους δανειστές απέναντι, που είναι σαφές (όπως έχει δείξει το τελευταίο διάστημα) ότι δεν εκβιάζονται με την ψήφο του ελληνικού λαού. Άρα, είμαστε πάλι στο ίδιο σημείο και μάλιστα από χειρότερη θέση, αφού και σε πρόγραμμα δεν θα είμαστε και χρήματα δεν θα υπάρχουν (οι τράπεζες θα συνεχίσουν να είναι κλειστές) και καθώς δεν θα υπάρχουν περιθώρια συζητήσεων με τους εταίρους η κυβέρνηση θα βρίσκεται «εν κενώ». Με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις πολιτικές εξελίξεις.

Η δεύτερη περίπτωση είναι να ψηφιστεί το «ναι» στο δημοψήφισμα. Σε αυτή την περίπτωση η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να σταθεί, μια και θα έχει αποδοκιμαστεί από τους πολίτες. Έχει τότε λοιπόν δυο λύσεις. Η πρώτη να παραιτηθεί άμεσα και να πάμε σε εκλογές που δυστυχώς θα επεκτείνουν την αβεβαιότητα στην χώρα και βέβαια θα συνεχιστεί η οικονομική ασφυξία, κάτι που πιθανόν θα οδηγήσει σε μη αναστρέψιμα αρνητικά αποτελέσματα για την οικονομία, τις επενδύσεις και τον τουρισμό.

Η δεύτερη επιλογή, είναι να συναινέσει ολόκληρος ο Σύριζα (ή έστω μεγάλο τμήμα του στην Βουλή) σε μιας μορφής οικουμενική κυβέρνηση, με στόχο την άμεση ένταξη της χώρας σε πρόγραμμα, ώστε να ομαλοποιηθεί η χρηματοδότηση της χώρας και παράλληλα έτσι η λειτουργία της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Μια κυβέρνηση που θα πρέπει να έχει τουλάχιστον μια διετία διάρκεια , ώστε να μπορέσει να ομαλοποιήσει τις οικονομικές σχέσεις με την Ευρώπη και να αφήσει το πολιτικό σκηνικό να αναδιαταχτεί πριν την επομένη εκλογική διαμάχη.

Η τρίτη περίπτωση είναι να μην φτάσουμε στο δημοψήφισμα, είτε γιατί η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να σταθεί μέσα σε αυτή την εβδομάδα κάτω από το βάρος των λαϊκών αντιδράσεων, οπότε θα οδηγηθούμε στις επιλογές της δεύτερης περίπτωσης, είτε γιατί θα «ανακρούσει πρύμνη» και θα προστρέξει σε μια συμφωνία με τους εταίρους.

Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, βέβαια, είναι αμφίβολο αν η συμφωνία μπορεί να ψηφιστεί από τους βουλευτές του Σύριζα και των ΑΝΕΛ και κυρίως αν μπορούν να την εφαρμόσουν μια σειρά από υπουργοί. Οπότε θα έλθουμε ίσως, λίγες εβδομάδες αργοτερα, στο ίδιο σημείο. Σε μια κυβέρνηση που δεν θα μπορεί να σταθεί...

Οι εξελίξεις λοιπόν, σε όλες τις πιθανές περιπτώσεις, οδηγούν σε αδυναμία την κυβέρνηση να μείνει (τουλάχιστον μόνη της) στην εξουσία. Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει, απλώς δεν είναι αυτή τη στιγμή γνωστός ο ρυθμός με τον οποίο κινείται.

Το κρίσιμο λοιπόν ερώτημα, πέρα από τα ζητήματα της οικονομίας της χώρας, του τουρισμού και γενικότερα της παραμονής στον πολιτισμένο δυτικό κοσμο, είναι να μην οδηγηθούμε σε ένα νέο εθνικό διχασμό. Σε μια κοινωνική αναταραχή. Σε κάτι που θα οδηγήσει σε διάλυση τον κοινωνικό ιστό και σε συγκρούσεις κάθε είδους.

Κάτι τέτοιο, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει, άμεσα και σε εθνική καταστροφή με τεράστια εσωτερικά προβλήματα. Και όχι μόνον οικονομικού είδους.

Οφείλουμε λοιπόν όλοι να ελέγξουμε το θυμικό μας. Να ελέγξουμε τις αντιδράσεις μας, όσο και αν πολλοί θεωρούμε ότι κάποιοι μας κοροϊδεύουν, κάποιοι άλλοι ότι τους είπαν ψέματα και κάποιοι τρίτοι ότι μας καταστρέφουν.

Οφείλουμε όλοι, με πρώτα τα κόμματα, να ελέγξουν τις καταστάσεις και να μην επιτρέψουμε να φτάσουμε σε τέτοιες καταστάσεις. Καταστάσεις που είναι και μη ελέγξιμες και αφήνουν πληγές στο σώμα της κοινωνίας για δεκαετίες.

Και κυρίως οφείλει η κυβέρνηση, να σταματήσει τον επικίνδυνο κατήφορο που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια, κατήφορο που περιλαμβάνει την καταγγελία ως προδοτών, όλων όσων δεν συμφωνούν μαζί της.

Το «εμείς και οι άλλοι», «οι πατριώτες και οι προδότες», που καλλιεργεί είναι καταστροφικό για την κοινωνία και τελικά, όπως η ιστορία έχει δείξει, επιστρέφει ως «μπούμερανγκ» (με πολύ σκληρές επιπτώσεις) σε όσους το καλλιεργούν.

Ας σταματήσει εδώ λοιπόν η καλλιέργεια του εθνικού διχασμού. Ας ελπίσουμε και ας αγωνιστούμε, οι όποιες αλλαγές που έρχονται τρέχοντας να γίνουν με ηρεμία και χωρίς διχασμό του λαού.