Η οικονομική κρίση και οι αντοχές των συστημάτων υγείας. Τρία παραδείγματα

Από την Ιρλανδία και την Ισλανδία στην Ελλάδα
Open Image Modal
Isarapic via Getty Images

Το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2007/8 προκάλεσε αυξημένη πίεση στα εθνικά συστήματα υγείας στην Ευρώπη είναι γνωστό. Το στοιχείο όμως που δεν έχει συζητηθεί ευρέως και σε βάθος στη δημόσια σφαίρα στην Ελλάδα είναι ότι η έκθεση σε αυτές τις πιέσεις και κυρίως η πολιτική απάντηση των χωρών και οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν στην υγειονομική περίθαλψη δεν ήταν ομοιόμορφες. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Ελλάδας θα μπορούσε να διδαχθεί από αυτή την ποικιλομορφία. 

Μία δεκαετία μετά, οι τρεις κύριοι τύποι μεταρρυθμιστικών αντανακλαστικών στην αυξημένη πίεση μπορούν πλέον να κωδικοποιηθούν με ψυχραιμία ως εξής:

α) αύξηση της αποδοτικότητας,

β) περικοπές δαπανών και περιορισμοί της κάλυψης,

γ) κινητοποίηση πρόσθετων δημόσιων δαπανών. Για κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, έχει ενδιαφέρον να εξετάσουμε τις επιπτώσεις των πολιτικών διαχείρισης των συρρικνούμενων πόρων στα εθνικά συστήματα υγείας, καθώς επίσης τις συνέπειες στη διεύρυνση ή τον περιορισμό των ανισοτήτων.

 

Open Image Modal

Η ελληνική και η ιρλανδική οικονομία ήταν οι πρώτες που επηρεάστηκαν από την αμερικανική κρίση του 2008. Οι δύο χώρες έφεραν την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμέτωπη με μια κατάσταση πρωτοφανή για τα έως τότε δεδομένα και φρέναραν την αδιαμφισβήτητη έως τότε εξελικτική πορεία της ολοκλήρωσής της. Η Ιρλανδία αποτέλεσε το πρώτο μέλος της Ένωσης που επηρεάστηκε, καθώς η οικονομία της και κυρίως ο τραπεζικός τομέας που τροφοδοτούσε τις κατασκευές ήταν στενά συνδεδεμένα με τις Ηνωμένες Πολιτείες. 

Σε αυτό το πλαίσιο, το ιρλανδικό σύστημα υγείας κλήθηκε πολύ σύντομα να προβεί σε σημαντικές περικοπές του προϋπολογισμού και ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει μία υψηλότερη ζήτηση για τις υπηρεσίες του. Σε μια χώρα που δεν κάλυπτε καθολικά την πρωτοβάθμια περίθαλψη και πριν την οικονομική κρίση, ως ατμομηχανή των μεταρρυθμίσεων επιλέχθηκε η χρήση των ιατρικών καρτών οι οποίες εξασφάλιζαν δωρεάν ή με χαμηλό κόστος πρόσβαση των επιλέξιμων ατόμων σε βασικές υπηρεσίες υγείας. 

Τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίστηκαν το 2009, βασίστηκαν στο εισόδημα ανά ομάδες ηλικιών, με σκοπό να περιορίσουν την πρόσβαση σε δωρεάν υπηρεσίες. Ωστόσο, ο αριθμός των δικαιούχων αυξήθηκε περισσότερο από 40% από το 2007 έως το 2016. Παρά τις περικοπές των δαπανών και την αυξημένη ζήτηση, το ιρλανδικό σύστημα υγείας κατάφερε προσωρινά να «κάνει περισσότερα με λιγότερα» στην κρίσιμη περίοδο από το 2008 έως το 2012. Το μέτρο δεν κατάφερε βεβαίως να κλείσει τη συζήτηση για την καθολική πρόσβαση, σίγουρα όμως πέτυχε να ανακουφίσει τις ανάγκες των οικονομικά και κοινωνικά ασθενέστερων στρωμάτων. 

Η απάντηση της Ισλανδίας στην πίεση της οικονομικής κρίσης ήταν σημαντικά διαφορετική. Η χώρα δεν είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο η δομή της έχει κοινά χαρακτηριστικά με τις περισσότερες δυτικές χώρες. Όταν η παγκόσμια οικονομική κρίση εξέθεσε τα μη βιώσιμα επίπεδα χρέους των μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας, η κυβέρνηση προέβη στην εθνικοποίησή τους, πολιτική η οποία απερρίφθη τελικά από τον ισλανδικό πληθυσμό μέσα από δύο δημοψηφίσματα. 

Η κατά κεφαλήν δημόσια και ιδιωτική δαπάνη για την υγεία, μειώθηκε σχεδόν κατά 15% μεταξύ 2008 και 2011, πριν αρχίσει να αυξάνεται και πάλι από το 2012, με ρυθμό περίπου 2% ετησίως. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας υπήρξε ο πρώτος τομέας στον οποίο επένδυσε η κυβέρνηση ήδη από την πρώτη φάση της ανάκαμψης. 

Με τη σειρά τους, οι δείκτες υγείας της Ισλανδίας παρέμειναν σημαντικά καλύτεροι από άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν πληγεί από οικονομικές υφέσεις. Κατά την περίοδο της κρίσης, οι Ισλανδοί μείωσαν τη συχνότητα του καπνίσματος, την κατανάλωση αλκοόλ και ανθυγιεινού φαγητού, εν μέρει λόγω της μεταβολής των τιμών και της μείωσης των εισοδημάτων. Επίσης βελτιώθηκαν σημαντικά οι δείκτες ψυχικής υγείας. Η αποτελεσματικότητα και η στόχευση των παρεμβάσεων δημόσιας υγείας αντιστάθηκαν στην απειλή της αποδιάρθρωσης του συστήματος. 

Οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης ήταν πολύ πιο έντονες στην υγεία των Ελλήνων. Το 2016, η χώρα δαπανούσε 1.650 ευρώ κατά κεφαλή στην υγειονομική περίθαλψη, ποσό που υπολείπεται κατά ένα τρίτο από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ οι άμεσες δαπάνες από τους ασθενείς ήταν υπερδιπλάσιες του ευρωπαϊκού μέσου όρου. 

Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, κατά την προηγούμενη δεκαετία σημειώθηκε αύξηση των θανάτων, με το ένα τρίτο αυτών να σχετίζονται με τη λιτότητα, καθώς οι περιοριστικές πολιτικές στην υγεία και η αύξηση των ανασφάλιστων δημιούργησαν φραγμούς στην πρόσβαση. Επίσης, καταγράφηκε αύξηση της θνησιμότητας από λοιμώδη νοσήματα, ανθρωποκτονίες και αυτοκτονίες, ενώ μειώθηκαν οι θάνατοι από τροχαία ατυχήματα. Επιδείνωση κατέγραψαν και οι δείκτες αυτοεκτίμησης της υγείας, κυρίως στις γυναίκες, σε ανέργους, συνταξιούχους, νοικοκυρές και χρονίως πάσχοντες. Τέλος, αυξήθηκε η κατανάλωση οινοπνεύματος και αντικαταθλιπτικών φαρμάκων σε μεγαλύτερες ηλικίες, η ενδοοικογενειακή βία και τα διαζύγια που συσχετίζονται με την ανεργία και το εισόδημα. 

Μέχρι το 2014, πάνω από 2 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα είχαν περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, αυξάνοντας έτσι τις ανεκπλήρωτες ιατρικές ανάγκες.

Open Image Modal

Ασφαλώς η συγκριτική παράθεση της απόκρισης των συστημάτων υγείας της Ιρλανδίας, της Ισλανδίας και της Ελλάδας στην ύφεση δεν αγνοεί μεταβλητές όπως η ένταση και η διάρκειά της, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εθνικών οικονομιών, της διάρθρωσής τους και των κοινωνικών παραμέτρων. 

Το στοιχείο που επιχειρείται να αναδειχθεί από τη σκοπιά της πολιτικής υγείας, είναι ότι τα διδάγματα από τη δεκαετή οικονομική κρίση και τις επιπτώσεις της στην υγεία θα πρέπει να βασίζονται σε μία θετικιστική προσέγγιση. Οι πεπερασμένοι πόροι είναι ένα από τα πιο κρίσιμα στοιχήματα στα οποία καλούμαστε να βγούμε νικητές. Δεν είναι όμως το μόνο. Ακόμη και μία γρήγορη ματιά σε παραδείγματα άλλων κρατών ή μία ειλικρινής ενδοσκόπηση αποδεικνύουν πως είναι εξίσου σημαντική η ουσιαστική και επιστημονικά τεκμηριωμένη αξιολόγηση των προγραμμάτων, των παρεμβάσεων και των τεχνολογιών υγείας. Μέσα σε έναν ευρύτερο ομόκεντρο κύκλο όπως θα οριστεί από έναν νέο κεντρικό στρατηγικό σχεδιασμό για την υγεία, με γνώμονα την αποδοτικότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισότητα στην πρόσβαση μπορούμε να κάνουμε το άλμα μπροστά. Έτσι η κρίση μετατρέπεται σε ευκαιρία.