Έρευνα: Η εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας θα οδηγούσε σε αύξηση της μόλυνσης του αέρα

Τα συμπεράσματα έρευνας του MIT.
Open Image Modal
.
via Associated Press

Η συζήτηση περί απόσυρσης/ τερματισμού λειτουργίας πυρηνικών αντιδραστήρων είναι ιδιαίτερα έντονη σε πολλές από τις χώρες που χρησιμοποιούν την πυρηνική ενέργεια, τόσο λόγω του φόβου για κάποια πυρηνική τραγωδία όσο και λόγω της επιδίωξης «στροφής» σε «πράσινες», ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωστόσο δεν είναι λίγοι αυτοί που υπογραμμίζουν πως το κενό που θα άφηνε κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο να καλυφθεί, κάτι που ενδεχομένως να οδηγούσε σε μεγαλύτερη επιβάρυνση του περιβάλλοντος- και σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται σε γενικές γραμμές και τα συμπεράσματα πρόσφατης έρευνας του ΜΙΤ στις ΗΠΑ.

Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του ΜΙΤ News, περίπου το 20% του ηλεκτρισμού στις ΗΠΑ σήμερα προέρχεται από την πυρηνική ενέργεια: Υπάρχουν σε όλη τη χώρα 92 αντιδραστήρες, και αρκετοί λειτουργούν εδώ και πάνω από μισό αιώνα, με αποτέλεσμα να πλησιάζουν στο τέλος της «ζωής» τους. Το αν θα έπρεπε να αποσυρθούν ή να ενισχυθούν ώστε να συνεχίσουν να παράγουν ενέργεια είναι κάτι που συζητείται ακόμα- και ερευνητές του ΜΙΤ λένε πως υπάρχει και άλλος ένας παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν όσον αφορά στο μέλλον της πυρηνικής ενέργειας, που δεν είναι άλλος από την ποιότητα του αέρα.

Η πυρηνική ενέργεια έχει χαμηλές εκπομπές άνθρακα και είναι σχετικά «καθαρή» από άποψης μόλυνσης του αέρα. Το ερώτημα με το οποίο ασχολήθηκαν οι ερευνητές του ΜΙΤ είναι πώς θα άλλαζε η κατάσταση αν «βγει από το κάδρο» η πυρηνική ενέργεια, στο πλαίσιο έρευνας που δημοσιεύτηκε στο Nature Energy.

Το σενάριο με το οποίο καταπιάστηκαν ήταν αυτό του τερματισμού λειτουργίας όλων των πυρηνικών σταθμών της χώρας, εξετάζοντας πώς θα κάλυπταν το κενό άλλες πηγές, όπως ο γαιάνθρακας, το φυσικό αέριο και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για ένα έτος. Η ανάλυσή τους έδειξε ότι όντως η μόλυνση του αέρα θα αυξανόταν, καθώς θα αυξανόταν η χρήση γαιάνθρακα, αερίου και πετρελαίου για να καλυφθεί το κενό. Αυτό από μόνο του δεν προκαλεί έκπληξη, ωστόσο οι ερευνητές παρουσίασαν και αριθμούς στις προβλέψεις, υπολογίζοντας πως η αύξηση της μόλυνσης θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, οδηγώντας σε επιπλέον 5.200 θανάτους λόγω μόλυνσης μέσα σε ένα έτος.

Εάν ωστόσο, η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διευρύνεται, όπως αναμένεται να συμβεί μέχρι το 2030, η μόλυνση του αέρα θα περιοριστεί/ συγκρατηθεί, αν και όχι πλήρως. Η ομάδα διαπίστωσε ότι ακόμα και υπό αυτό το σενάριο θα υπάρχει μια μικρή αύξηση της μόλυνσης σε κάποια τμήματα της χώρας, οδηγώντας σε ένα σύνολο 260 θανάτων λόγω μόλυνσης σε ένα έτος. Όταν εξέτασαν τους πληθυσμούς που επηρεάζονταν περισσότερο, διαπίστωσαν πως τη μεγαλύτερη έκθεση είχαν οι μαύροι/ αφροαμερικανοί, καθώς είναι μεγάλη η αναλογία τους στους πληθυσμούς που ζουν κοντά σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με ορυκτά καύσιμα.

«Αυτό προσθέτει ακόμη ένα επίπεδο στην εξίσωση της περιβαλλοντικής υγείας και των κοινωνικών επιπτώσεων όταν σκεφτόμαστε το κλείσιμο πυρηνικών σταθμών, όπου η συζήτηση εστιάζει συχνά σε τοπικούς κινδύνους λόγω ατυχημάτων και εξόρυξης ή μακροπρόθεσμων κλιματικών επιπτώσεων» είπε η Λίζα Φριζ, τελειόφοιτη του EAPS (Earth, Atmospheric and Planetary Sciences) του ΜΙΤ και lead author της έρευνας.

«Αυτό που διαπιστώσαμε ήταν πως η μόλυνση του αέρα από σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής ορυκτών καυσίμων είναι τόσο επιβλαβής που οτιδήποτε την αυξάνει, όπως ένα κλείσιμο πυρηνικών σταθμών, θα έχει σημαντικές επιπτώσεις, και για κάποιους περισσότερο από άλλους» πρόσθεσε η Νοέλ Σελί, καθηγήτρια του IDSS (Institute for Data, Systems and Society) και του ΕΑPS του ΜΙΤ.