Φιλαναγνωσία: ανέκδοτο ή ζητούμενο;

Παρέχει το σχολείο κίνητρο να αγαπήσουν τα παιδιά (όλα τα παιδιά, όχι μόνο αυτά των οποίων διαβάζουν οι γονείς) την ανάγνωση;
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου 2018. Έλληνας μαθητής με τα βιβλία του κατά την πρώτη μέρα της σχολικής χρονιάς. Πόσα από αυτά θα διαβάσει;
Eurokinissi

Έγινε δικαίως έντονη συζήτηση σχετικά με τα θέματα που τέθηκαν στο μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις. Προσωπικά μου άρεσαν. Κατά ρεαλιστική εκτίμηση, όμως, ήταν θέματα κατάλληλα για μια άλλη εποχή, σε άλλη χώρα, με άλλους μαθητές. Και δεν μιλώ εκ πείρας, εφόσον είμαστε μια οικογένεια που διαβάζει. Μιλώ μετά λόγου γνώσεως έχοντας παρακολουθήσει τον τρόπο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος τα τελευταία χρόνια. Εξ’ ανάγκης οι θέσεις μου είναι εμπειρικές και αντανακλούν την άποψη που σχηματίζει ένας γονιός παρατηρώντας σε δευτερογενές επίπεδο τα αποτελέσματα της διδασκαλίας της γλώσσας από την πρωτοβάθμια έως το τέλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Χάριν συντομίας θα αναφέρω σχηματικώς τα σημαντικότερα, κατά τη γνώμη μου, προβλήματα: αποσπασματική διδασκαλία της γλώσσας, ιδιαίτερη βαρύτητα στα γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα έναντι της κατανόησης κειμένου, μικρή βαρύτητα στην άσκηση της γραφής, έλλειψη ενεργοποίησης της κριτικής αντίληψης. 

Και εξηγούμαι. Καταρχάς με έκπληξη ανακάλυψα ότι οι μαθητές του δημοτικού δεν ασκούνται πια στην περίληψη κειμένου και την εύρεση της κεντρικής του ιδέας, αλλά στην παράθεση πλαγιότιτλων σε παραγράφους. Εύκολα αντιλαμβάνεστε ότι η σύνθεση των διάφορων πλαγιότιτλων δεν αποδίδει κατ΄ ανάγκη το νόημα ενός κειμένου και κυρίως δεν το αποδίδει με μια μόνο φράση. Το δοκιμασμένο (και αλλού) παλαιό σύστημα περίληψης–κεντρικής ιδέας δούλευε και απέδιδε καρπούς επί σειρά ετών. Πότε και γιατί άλλαξε, δεν το γνωρίζω. Φαντάζομαι έπεσε θύμα της διαρκούς ανάγκης να εκσυγχρονίζουμε μια εκπαίδευση της οποίας δεν έχουμε ακόμη καταφέρει να ορίσουμε το στόχο. Η αστοχία αυτή συμπληρώνεται από την αστοχία στη διδασκαλία των κανόνων ορθογραφίας. Εδώ προκρίνεται μια βιωματική προσέγγιση της γλώσσας (όπως και στην ξενόγλωσση διδασκαλία) με λιγότερους κανόνες και καμία εκπαίδευση σε άγνωστο κείμενο. Το γεγονός ότι οι απόφοιτοι των σχολείων μας γίνονται όλο και περισσότερο ανορθόγραφοι φαίνεται ότι δεν απασχόλησε ούτε τους εκάστοτε υπουργούς, ούτε το συνδικαλιστικό φορέα των εκπαιδευτικών. Δεν θα έπρεπε όμως; Δεν αποτελεί η σωστή γραφή μια λέξης αναπόσταστο τμήμα της, στον ίδιο βαθμό με τη σημασία της και την τοποθέτησή της εντός ορισμένης φράσης; Είναι δυνατόν να έχει δημιουργηθεί μια αλυσίδα απενοχοποίησης που πετάει το μπαλάκι στην επόμενη εκπαιδευτική βαθμίδα με θύματα τους μαθητές και τελικό θύμα μια γλώσσα χιλιάδων ετών καταδικασμένη να κατακρεουργείται από αδιαφορία και ολιγωρία; Κάνοντας μια αναγκαία παρένθεση θα σημειώσω ότι αποτελώ τμήμα εκείνης της ισχνής μειοψηφίας που θεώρησε εσφαλμένη την κατάργηση του πολυτονικού συστήματος. Ισχυρό επιχείρημα της αντίθετης πλευράς αποτελούσε η πεποίθηση ότι η απλοποίηση των κανόνων ορθογραφίας θα οδηγούσε σε καλύτερη εκμάθηση της νέας ελληνικής. Λυπάμαι που χρειάζεται χαιρέκακα να σημειώσω ότι η προσέγγιση αυτή απέτυχε παταγωδώς. Και ελπίζω να σταματήσουν εδώ τα αδόκιμα πειράματα χωρίς να φτάσουμε στην κατάργηση των διφθόγγων ή την απλοποίηση των φωνηέντων, όπως κατά καιρούς συζητείται.

Εν ολίγοις, τελειώνοντας το δημοτικό οι μαθητές μαθαίνουν να μισοκαταλαβαίνουν ένα κείμενο, το οποίο μισογράφουν σωστά. Αυτή η ελλιπής και ελλειμματική επαφή με τη γλώσσα συνεχίζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση όπου στο μάθημα της λογοτεχνίας προκρίνεται η ανάγνωση σταχυολογημένων κειμένων ελλήνων και ξένων λογοτεχνών. Πρόκειται για μέθοδο που έχει επικριθεί από φιλολόγους και συγγραφείς σαφώς αρμοδιότερους από εμένα. Θα κάνω μόνο μια παρατήρηση. Η εκμάθηση άλλων γλωσσών (όπως της γαλλικής ή της αγγλικής) στηρίζεται σε τελείως διαφορετική μέθοδο. Ουδέποτε χρησιμοποιούνται αποσπάσματα κειμένων, αλλά προτιμάται η ανάγνωση επιλεγμένων βιβλίων. Τυχαίο; Δεν νομίζω, ψαγμένο μου φαίνεται. Διδάχτηκα γαλλικά με τη μέθοδο αυτή και ξέρω εκ του αποτελέσματος ότι ωφελήθηκα διπλά. Αφενός διδάχτηκα τη γλώσσα και αφετέρου προσέγγισα κάθε συγγραφέα με τρόπο ολοκληρωμένο νοηματικά και λογοτεχνικά. Η παρατήρηση αυτή οδηγεί στο κύριο ερώτημα: έτσι όπως διδάσκεται η λογοτεχνία τα τελευταία πολλά χρόνια στη μέση εκπαίδευση (ως αποσπάσματα κειμένων απομονωμένα από το σύμπαν κάθε δημιουργού και υποκείμενα στην αποδελτίωση των πλαγιότιτλων) δεν ηχεί μάλλον ως ανέκδοτο η ερώτηση περί φιλαναγνωσίας; Παρέχει το σχολείο κίνητρο να αγαπήσουν τα παιδιά (όλα τα παιδιά, όχι μόνο αυτά των οποίων διαβάζουν οι γονείς) την ανάγνωση; Ωθούνται οι μαθητές να ανακαλύψουν τη «θαυματουργή ίαση της λογοτεχνίας»; Εν τούτοις επιλέχθηκε ως θέμα σε βασική εξέταση. Προβληματίστηκα για το κίνητρο. Μάλλον ως απεμπόληση ευθυνών μου φάνηκε. Ένα πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα που απαξιώνει τη γλώσσα μέσω αλλεπάλληλων και αναποτελεσματικών αλλαγών, ένα σύστημα που απαξιώνει τους λογοτέχνες για να τους θυμηθεί σε εορτές και αργίες, ένα σύστημα που απαξιώνει τη σχολική διδασκαλία ως περιττή υποχρέωση έναντι του φροντιστηρίου επιλέγει τις πανελλαδικές εξετάσεις για να εκφράσει τον υποκριτικό του σεβασμό στην ανάγνωση βιβλίων. Αφήνω ασχολίαστο το απίστευτο εφεύρημα της ανάπτυξης της σκέψης των εξεταζόμενων υπό τον περιορισμό του ορίου λέξεων. Είναι δυνατόν; Τα λυπάμαι τα παιδιά! Ως γνήσιοι αντιγραφείς κρατήσαμε από το αγγλικό σύστημα εξετάσεων το όριο λέξεων, αλλά βεβαίως μας έπεφτε βαρύ το σύστημα ανάγνωσης και παρουσίασης ολόκληρων βιβλίων στην τάξη. 

Η φιλαναγνωσία δεν είναι ιδιορρυθμία, ούτε εξεζητημένη κοινωνική δεξιότητα πρόσφορη να εντυπωσιάσει ως θέμα εξετάσεων. Η φιλαναγνωσία είναι ζητούμενο για κάθε σύγχρονη κοινωνία. Η δική μας κοινωνία εδώ υπολείπεται με ευθύνη όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων. Η πολιτεία, αλλά και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να αναγνωρίσουν και να επεξεργαστούν το πρόβλημα προτείνοντας βιώσιμες και αποτελεσματικές αλλαγές σε μακροπρόθεσμη (επιτέλους!) βάση. Η αναβάθμιση της διδασκαλίας της γλώσσας από το δημοτικό, με διόρθωση των στρεβλώσεων, αποτελεί το πρώτο απαραίτητο βήμα για την επαφή των μαθητών με το λόγο ως εργαλείο της λογοτεχνίας και συνακόλουθα με το βιβλίο και την απόλαυση της ανάγνωσης. Αγαπάς ό,τι σου μεταφέρει ένα ολοκληρωμένο νόημα για τον κόσμο που σε περιβάλλει, αρκεί να μάθεις να το προσεγγίζεις. Είναι καιρός τα παιδιά μας να γνωρίσουν τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας εντός του σχολείου κατά τρόπο πλήρη και εποικοδομητικό που θα αφήνει αποτύπωμα στην καθημερινότητά τους. Μετά θα μπορούμε ανερυθρίαστα να τα ρωτήσουμε για τη σχέση τους με την ανάγνωση βιβλίων.