«Μια αυτοβιογραφία δεν είναι το ιδιωτικό μας αφήγημα, είναι περισσότερο οι αποσκευές μας για το ταξίδι. Και οι αναμνήσεις δεν είναι μόνο αυτό που θυμόμαστε, αλλά αυτό που μας περιέχει. Δεν μιλούν αποκλειστικά για όσα συνέβησαν, αλλά για όσα θα συμβούν». 

Η αφήγηση εκκινεί στις αρχές του 20ού αιώνα, από την περιπετειώδη μετανάστευση των Ιταλών προγόνων του στη Λατινική Αμερική, διατρέχει την παιδική ηλικία του, την αναστάτωση της εφηβείας (ακόμη και τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, «κι εγώ εκείνη την εποχή ένιωσα έλξη για δύο κορίτσια»), τη στροφή στην ιεροσύνη, την περίοδο της ωριμότητας, και περιλαμβάνει όλη την παπική του θητεία.

Advertisement
Advertisement

Τα απομνημονεύματα του Πάπα Φραγκίσκου με τον εύγλωττο τίτλο «Ελπίδα» (εκδόσεις Gutenberg, μετάφραση Άννας Παπασταύρου) γραμμένα σε συνεργασία με τον Ιταλό συγγραφέα και εκδότη, Κάρλο Μούσο, που κυκλοφόρησαν λίγες εβδομάδες πριν από την εκδημία του, ήταν μία ευχάριστη έκπληξη. Κυρίως, επειδή αποκαλύπτουν τον άνθρωπο πίσω από το αξίωμα και την υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη του. 

Γεννημένος στη λαϊκή συνοικία Φλόρες του Μπουένος Άιρες στις 17 Δεκεμβρίου 1936, πρώτος από πέντε αδέλφια, με πτυχίο Χημείας, πτυχίο Φιλοσοφίας, ιερέας από το 1969, αρχιεπίσκοπος Μπουένος Άιρες το 1998, καρδινάλιος το 2001 και Πάπας της Καθολικής Εκκλησίας από τις 13 Μαΐου 2013, ο Φραγκίσκος δίνει πρόσβαση μέσα από την αυτοβιογραφία του σε άγνωστες πλευρές του βίου και της προσωπικότητας του. 

«Η ελπίδα γεννιέται, όταν υπάρχει το ‘εμείς’; Όχι, έχει ήδη γεννηθεί με το ‘εσύ’. Όταν υπάρξει το ‘εμείς’, αρχίζει μια επανάσταση».

 Δεν είναι μόνο το απόσταγμα της σκέψης του για τις παγκόσμιες προκλήσεις -από τον πόλεμο και το μεταναστευτικό μέχρι την κλιματική αλλαγή και το μέλλον της Εκκλησίας-, αλλά τα θραύσματα. Εκείνα τα μικρά, σχεδόν αδιόρατα κομμάτια που μας αποτελούν.

Για παράδειγμα, ποιός θα περίμενε να διαβάσει στα απομνημονεύματα ενός Πάπα -οποιουδήποτε θρησκευτικού ηγέτη- ότι μία ταινία που του άρεσε πολύ και την έβλεπε συχνά ήταν «Η γιορτή της Μπαμπέτ» ή, τη δήλωση «αγάπησα πολύ τον Ντοστογιέφσκι από μικρός»; 

Αποχαιρετώντας τον κοσμαγάπητο Πάπα των φτωχών, η HuffPost παραθέτει μερικά αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία του.

Advertisement

Ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο, ο Πάπας Φραγκίσκος με τα δικά του λόγια.

Πώς εξηγείς σε ένα παιδί τι είναι ευτυχία; Δίνοντας του μια μπάλα να παίξει

«Ανέκαθεν μου άρεσε να παίζω ποδόσφαιρο, και δεν έχει σημασία που δεν ήμουν και τίποτα σπουδαίο […] Ένας μεγάλος Λατινοαμερικανός συγγραφέας, ο Εδουάρδο Γκαλεάνο, είπε ότι μία μέρα ένας δημοσιογράφος ρώτησε την προτεστάντισσα θεολόγο Ντοροτέ Σέλε: ‘Πώς θα εξηγούσατε σ’ ένα μικρό παιδί τι είναι ευτυχία;’. ‘Δεν θα του το εξηγούσα’, απάντησε η θεολόγος. ‘Θα του έδινα μια μπάλα να παίξει’».

«[…] Για μένα οι καλύτεροι ποδοσφαιρικοί αγώνες ακόμη και σήμερα είναι αυτοί που οργανώνονται σε μια μικρή πλατεία, είτε αυτή ονομάζεται Ερμίνια Μπρουμάνα, όπως η δική μου, είτε όπως αλλιώς, πάνω στο πλακόστρωτο, στο γρασίδι ενός κήπου ή σ’ ένα σκάμμα γεμάτο χώμα, κάτω από τον ήλιο, σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου κι αν βρισκόμαστε».

Advertisement

Ανέκαθεν μου άρεσε να περπατώ, μαθαίνω πολλά στον δρόμο

«Ως καρδινάλιος, λάτρευα να πηγαίνω με τα πόδια στους δρόμους και να παίρνω το μετρό. Σε κάποιον φαινόταν παράξενο κι επέμενε να με συνοδέψει για να πάρω το αυτοκίνητο, όμως μερικές φορές η πραγματικότητα είναι πολύ απλή: Ανέκαθεν μου άρεσε να περπατώ. Ο δρόμος μου λέει πολλά, μαθαίνω πολλά στον δρόμο. Και μου αρέσει η πόλη, και στην επιφάνεια και υπογείως, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι ταβέρνες, μια πίτσα σ’ ένα τραπεζάκι έξω, που έχει ολότελα διαφορετική γεύση από εκείνη που παραγγέλνεις και σου φέρνουν στο σπίτι: Βαθιά στην ψυχή μου είμαι κάτοικος της πόλης».

Δεν βλέπω τηλεόραση από το 1990 – Έχω τριάντα χρόνια να δω αγώνα της Σαν Λορέντσο στην τηλεόραση

«Δεν βλέπω τηλεόραση από το 1990, σεβόμενος έναν όρκο που έδωσα στην Παναγία του Καρμήλου, τη νύχτα της 15ης Ιουλίου εκείνου του χρόνου. Ήμασταν μαζεμένοι στο Μπουένος Άιρες εκείνο το βράδυ, βλέπαμε τηλεόραση και στην οθόνη εμφανίστηκε μία αποτροπιαστική σκηνή, που με πλήγωσε φρικτά: Σηκώθηκα τότε κι έφυγα. Την επόμενη μέρα ήταν να μετατεθώ στην Κόρδοβα. Σαν να μου είχε πει ο Θεός ότι η τηλεόραση δεν ήταν για μένα, ότι δεν μου έκανε καλό. Στη λειτουργία έδωσα όρκο στην Παναγία και από τότε εκείνη την υπόσχεση ελάχιστες φορές την αθέτησα: τη μέρα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, για παράδειγμα, ή της πτώσης του αεροπλάνου στο Μπουένος Άιρες το 1999, κάνα δύο ακόμα. Γι’ αυτόν τον λόγο έχω τριάντα χρόνια να δω αγώνα της Σαν Λορέντσο στην τηλεόραση».

Η ζωή είναι η τέχνη της συνάντησης

«Η κουλτούρα της συνάντησης απαιτεί να είμαστε διατεθειμένοι όχι μόνο να δίνουμε, αλλά και να δεχόμαστε από τους άλλους, και μας παρακινεί να βγούμε από τον εαυτό μας και να γίνουμε προσκυνητές […] Ο Βραζιλιάνος ποιητής και συνθέτης Βινίσιους ντε Μοράες έγραφε: ‘Η ζωή, φίλε μου, είναι η τέχνη της συνάντησης, παρόλο που υπάρχουν πολλές διαφωνίες’. Το τραγουδούσε σε μία σάμπα, μια μουσική που, εκτός των άλλων, πηγάζει ακριβώς από ένα συναπάντημα πολιτισμών, διαφορετικών μουσικών και οργάνων: από τους Ινδιάνους της Μπαΐα, τους Αφροβραζιλιάνους, κι έπειτα τους ‘τσιγγάνους’, τους Πολωνούς κι ένα σωρό άλλους μετανάστες που εκπροσωπούσαν μαζί την εργατική τάξη μέσα στη σκληρή πραγματικότητα των εργοταξίων. Το να πλησιάζεις στ’ αλήθεια τους άλλους, να εναρμονίζεσαι μαζί τους, σημαίνει να μη φοβάσαι να εισχωρήσεις ακόμα και στα σκοτάδια τους».

Advertisement

Δεν ήμουν δα ο πρώτος Ποντίφικας που άκουσε τανγκό στο Βατικανό

«Ακούω πολύ συχνά κλασική, έντεχνη μουσική, την οποία πάντα και με τρόπο διάνθιζα με λαϊκά ακούσματα. Με την Εντίθ Πιαφ, για παράδειγμα, άλλο μεγάλο πάθος της μητέρας μου. Ή με το τανγκό και τη μιλόνγκα. Ο Κάρλος Γαρδέλ έλεγε ότι δεν αρκεί να έχουμε την πιο μελωδική φωνή για να τραγουδήσουμε ένα τανγκό. Πρέπει να το νιώθουμε, γιατί το τανγκό βγαίνει από μέσα μας […] Το τανγκό μιλάει για πολλά πράγματα, ακόμα και για ήττες: κάτι που πήγε στραβά ή ίσως χάθηκε. […] Πάντα υπάρχει μια σοφία κρυμμένη στις αποτυχίες […] Ωστόσο, μου είπαν ότι δεν ήμουν δα ο πρώτος Ποντίφικας που άκουσε τανγκό στο Βατικανό: ο Καζιμίρο Άιν, ένας Αργεντινός χορευτής που είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία στην Ευρώπη- El Vasquito τον αποκαλούσαν-, καταπώς φαίνεται το χόρεψε μπροστά στον Πάπα Πίο ΙΑ΄ κατά τη δεκαετία του 1920 […] Ένα ωραίο τανγκό μπορεί ακόμα και τη σιωπή να χορέψει».

Ο Πάπας Φραγκίσκος συναντά νεόνυμφα ζευγάρια στο Βατικανό, 27 Δεκεμβρίου 2017. Wednesday, Dec. 27, 2017. (AP Photo/Andrew Medichini) via Associated Press

Ο Μπόρχες ήταν αγνωστικιστής, ωστόσο κάθε βράδυ έλεγε το Πάτερ ημών

«Χρειάζεται ταπεινότητα για να εκφράσεις την περίπλοκη εμπειρία της ζωής. Ένιωσα μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό προς τον Μπόρχες, με εντυπωσίαζε η σοβαρότητα και η αξιοπρέπεια του στη ζωή. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ σοφός και πολύ βαθύς […] Στα εξήντα έξι του χρόνια, πήρε ένα πούλμαν για το Μπουένος Άιρες και ταξίδεψε οκτώ ώρες, νύχτα, για να φτάσει στη Σάντα Φε. Σε μία από εκείνες τις συναντήσεις φτάσαμε αργοπορημένοι, γιατί, όταν πήγα να τον πάρω από το ξενοδοχείο, με ρώτησε αν μπορούσα να τον βοηθήσω να ξυριστεί. Ήταν αγνωστικιστής, ωστόσο κάθε βράδυ έλεγε το Πάτερ ημών, επειδή το είχε υποσχεθεί στη μητέρα του, και πέθανε με την παρηγοριά της πίστης. Δεν μπορεί παρά να είναι πνευματικός άνθρωπος κάποιος που έγραψε λόγια σαν αυτά: ‘Ο Άβελ και ο Κάιν συναντήθηκαν μετά τον θάνατο του Άβελ. Περπατούσαν στην έρημο και αναγνωρίστηκαν από μακριά, γιατί ήταν και οι δύο πολύ ψηλοί. Τα αδέλφια κάθισαν καταγής, άναψαν φωτιά και έφαγαν. Σώπαιναν, όπως σωπαίνει ο κουρασμένος άνθρωπος στο τελείωμα της ημέρας. Στον ουρανό τρεμόπαιζαν ένα-δύο αστέρια που δεν είχαν ακόμη αποκτήσει όνομα. Στο φως της φωτιάς, ο Κάιν πρόσεξε στο μέτωπο του Άβελ το σημάδι της πέτρας και, αφήνοντας κάτω το ψωμί που ετοιμαζόταν να φέρει στο στόμα του, ζήτησε να του συγχωρεθεί το έγκλημά του. Ο Άβελ απάντησε: ‘Εσύ σκότωσες εμένα ή εγώ εσένα; Δεν θυμάμαι πια. Είμαστε εδώ μαζί, όπως και πρώτα’. ‘Τώρα ξέρω ότι μ’ έχεις στ’ αλήθεια συγχωρέσει’, είπε ο Κάιν, ’γιατί ξεχνώ σημαίνει συγχωρώ. Θα προσπαθήσω κι εγώ να ξεχάσω…».

Με ένα βρέφος, 2017. (AP Photo/Andrew Medichini, File) via Associated Press

Η παποσύνη είναι διακονία – Αυτός που υπηρετεί τους πάντες, αυτός που είναι χρήσιμος στους πάντες

«Αυτή είναι η παποσύνη: διακονία. Ο τίτλος του Πάπα που μου αρέσει περισσότερο είναι Servus servorum Dei (ο υπηρέτης των υπηρετούντων τον Θεό). Αυτός που υπηρετεί τους πάντες, αυτός που είναι χρήσιμος στους πάντες. Όταν, δύο μήνες μετά την εκλογή μου, έλαβα το προσχέδιο της Ποντιφικής Επετηρίδας, έστειλα πίσω την πρώτη σελίδα με τους τίτλους που αποδίδονται στον Ποντίφικα: Βικάριος του Ιησού Χριστού, Διάδοχος του πρώτου των Αποστόλων, Ηγεμόνας, Πατριάρχης… Άκυρα όλα: μόνο Επίσκοπος Ρώμης. Τα υπόλοιπα μεταφέρθηκαν στη δεύτερη σελίδα. Έτσι παρουσιάστηκα από την πρώτη μέρα, γιατί πολύ απλά, αυτή είναι η αλήθεια».

Advertisement

Μια Εκκλησία κλειστή, τρομαγμένη, είναι μια νεκρή Εκκλησία

«Η Εκκλησία πρέπει να αναπτύσσεται με δημιουργικότητα, με κατανόηση των σύγχρονων προκλήσεων, να ανοίγεται στον διάλογο, να μην κλείνεται στον φόβο. Μια Εκκλησία κλειστή, τρομαγμένη, είναι μια νεκρή Εκκλησία […] Η ακαμψία είναι σεχταρισμός. Η ακαμψία είναι μία καθημερινή αίρεση. Συγχέει την Εκκλησία με ένα οχυρό, έναν πύργο που δεσπόζει ψηλά και ατενίζει τον κόσμο και τη ζωή αποστασιοποιημένα και υπεροπτικά, αντί να κατοικεί εντός της».

Advertisement

Πάντα μου άρεσε πολύ να είμαι με τους ανθρώπους

«Τι να πω; Πάντα μου άρεσε πολύ να βρίσκομαι με τους ανθρώπους και πάντα γελούσα μαζί με τους ανθρώπους. Μου φαίνεται παράξενο να ακούω κάποιον να λέει πως είχα πάντα σοβαρή έκφραση, όμως πρέπει σίγουρα να υπάρχει μια δόση αλήθειας σε αυτό… Φαίνεται ότι ως καρδινάλιος ήμουν ίσως υπερβολικά ντροπαλός, για να μην κάνω κανένα λάθος, ίσως λίγο πιο μαζεμένος. 

Επιστρέφοντας από τον εξώστη μετά την ευλογία, εκείνο το βράδυ της 13ης Μαρτίου, κατέβηκα μαζί με όλους τους καρδινάλιους και κάτω με περίμενε μια κατάφωτη λιμουζίνα. Εγώ όμως είπα ήρεμα: Όχι, όχι, εγώ θα πάω με τους καρδινάλιους. Πήραμε το πούλμαν όλοι μαζί και επιστρέψαμε στη Σάντα Μάρτα. Κι εκείνη τη λιμουζίνα δεν την ξαναείδα». 

Advertisement