«Ο έρωτας στα χρόνια του Κουτσούμπα»: Μια κριτική ματιά της θέσης του ΚΚΕ για το σύμφωνο συμβίωσης

Το να υπονοήσει κάποιος πως το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να επηρεάσει αρνητικά ή να ανακόψει την πορείας αναπαραγωγής του ανθρώπινου είδους είναι επιεικώς ανόητο. Αν όμως επιμείνει κανείς στην αναζήτηση επιδημιολογικών αποδείξεων πως οι ομοφυλόφιλοι δεν απειλούν την ύπαρξη και εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, αρκεί μια ματιά στα ποσοστά γονιμότητας των Ευρωπαϊκών χωρών που έχουν ήδη υιοθετήσει σύμφωνο συμβίωσης και τεκνοθεσίας από ομόφυλά ζευγάρια. Με ενδιαφέρον λοιπόν παρατηρούμε πως στη Μεγάλη Βρετανία και τη Σουηδία, έπειτα από μια δεκαετία αναγνώρισης της τεκνοθεσίας και του συμφώνου συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, ο δείκτης γονιμότητας όχι μόνο δε σημείωσε μείωση αλλά αντιθέτως είναι κατά πολύ υψηλότερος σε σχέση με χώρες που δεν έχουν έχουν αναγνωρίσει αντίστοιχα δικαιώματα, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
|
Open Image Modal
sooc

Με ενδιαφέρον, προσοχή και συνάμα απογοήτευση παρακολούθησα την αγόρευση του εκπροσώπου του Κομμουνιστικού Κόμματος στη χθεσινή κοινοβουλευτική συζήτηση για το σύμφωνο συμβίωσης. Τις τελευταίες μέρες και ενώ ήταν περίπου δεδομένο πως το ΚΚΕ θα καταψήφιζε το σύμφωνο συμβίωσης, το συγκεκριμένο κόμμα κρατούσε χαμηλό προφίλ επί του θέματος και ως εκ τούτου είχα δυσκολευτεί να εντοπίσω την αναλυτική επιχειρηματολογία πάνω στην οποία εδράζεται η συγκεκριμένη θέση. Τελικά η συλλογιστική του κόμματος ξεδιπλώθηκε αναλυτικά στις παρεμβάσεις των βουλευτών του κόμματος και κυρίως στην αγόρευση του Γιάννη Γκιόκα.

Είναι σημαντικό να αναφέρω πως ως κοινωνικός λειτουργός και καθηγητής κοινωνικής πολιτικής και κοινωνικής εργασίας, ενός επαγγελματικού και επιστημονικού τομέα τα μέλη του οποίου επί δεκαετίες προσφέρουν κρίσιμες υπηρεσίες στον τομέα της παιδικής προστασίας, τεκνοθεσίας και αναδοχής, με ενδιέφερε κυρίως η θέση του ΚΚΕ ανάμεσα στα κόμματα ή τους μεμονωμένους βουλευτές που καταψήφισαν. Αυτό, εξαιτίας της πλούσιας συνεισφοράς του ΚΚΕ σε ζητήματα κοινωνικής πρόνοιας αλλά και του σεβασμού που τρέφω προς τους ιστορικούς αγώνες του συγκεκριμένου κόμματος που οδήγησαν σε ουσιαστικές κοινωνικές και πολιτικές κατακτήσεις. Επίσης, όσο και αν κανείς διαφωνεί ιδεολογικά με το ΚΚΕ, οφείλει να αναγνωρίσει πως οι θέσεις του σε ζητήματα που άπτονται του αντικειμένου των κοινωνικών λειτουργών και της κοινωνικής πολιτικής, κατά κανόνα αναγνώριζαν, ενσωμάτωναν τα πορίσματα της επιστημονικής έρευνας.

Η παραπάνω διαπίστωση λοιπόν κάνει τη θέση του ΚΚΕ για το σύμφωνο συμβίωσης ασυνήθιστα αντιεπιστημονική. Η αγόρευση του βουλευτή Γιάννη Γκιόκα βασίστηκε στους παρακάτω τρεις βασικούς άξονες: α) Η ομοφυλοφιλία είναι προσωπική επιλογή που έχει όμως τις ρίζες της σε χρόνια κοινωνικά προβλήματα, β) Το σύμφωνο συμβίωσης θα ανοίξει το δρόμο στη δυνατότητα τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια, κάτι που θα είναι εξαιρετικά ζημιογόνο για τα παιδιά αλλά και την αναπαραγωγική διαδικασία, γ) Η πυρηνική ετερόφυλη οικογένεια, αποτελεί σταθερό θεσμό αναπαραγωγής και ανατροφής των παιδιών. Ας εξετάσουμε λοιπόν αυτές τις θέσεις αναλυτικά, αξιολογώντας τα συγκεκριμένα σημεία που καθιστούν τη θέση του ΚΚΕ προβληματική και αντίθετη προς την επιστημονική έρευνα.

Α) Η ομοφυλοφιλία αποτελεί προσωπική επιλογή που έχει όμως τις ρίζες της σε χρόνια κοινωνικά προβλήματα.

Αυτό, αν μη τι άλλο, είναι ένα εξόφθαλμα αντιφατικό επιχείρημα που συμπεριλαμβάνει δυο αμοιβαία αντιθετικές θέσεις. Είτε ο σεξουαλικός προσανατολισμός θα αποτελεί προσωπική επιλογή και άρα ιδιωτική υπόθεση, είτε θα είναι αποτέλεσμα ανεξάρτητων από το άτομο βιολογικών ή κοινωνικών αιτιών. Στην αρχή της αγόρευσης του μας λέει ο βουλευτής του ΚΚΕ πως η η ομοφυλοφιλία δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια προσωπική επιλογή. Μια ιδιαίτερη σεξουαλική προτίμηση, την οποία το κράτος πρέπει να αντιμετωπίζει ακριβώς ως ιδιωτική υπόθεση και τίποτα παραπάνω ή παρακάτω. Στη συνέχεια όμως, ο αγορητής αλλάζει εντελώς συλλογιστική και δεν αποφεύγει τον πειρασμό μιας σαθρής απόπειρας διάγνωσης της ομοφυλοφιλίας ως ζητήματος που έχει τις ρίζες του «σε χρόνια κοινωνικά προβλήματα στις σχέσεις των δύο φύλων, στα βιώματα των παιδιών μέσα στην οικογένεια, στο ευρύτερο οικογενειακό, φιλικό, σχολικό περιβάλλον, στην ενδοοικογενειακή βία». Ενδιαφέρον βεβαίως έχει πως η κατά Γκιόκα αιτιολόγηση της ομοφυλοφιλίας εντοπίζεται σε μια σειρά από ευρύτερα ψυχο-κοινωνικα προβλήματα και ως εκ τούτου συνάγεται πως η ομοφυλοφιλία αποτελεί ουσιαστικά μια παρέκκλιση, ένα παθογενές σύμπτωμα που απαιτεί θεραπεία.

Το συνολικό επιχείρημα πέρα από αντιφατικό και έκδηλα αντιεπιστημονικό και στις δυο εκφάνσεις του, είναι συνάμα και εξαιρετικά επικίνδυνο. Η Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρία αξιολογώντας τα πιο πρόσφατα επιστημονικά πορίσματα, με τη μέθοδο της μετα-ανάλυσης, καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ελάχιστη η μηδαμινή δυνατότητα συνειδητής επιλογής σεξουαλικής προτίμησης. Παρόμοια πορίσματα προκύπτουν και από μελέτες στους τομείς της βιολογίας και της γενετικής. Άλλωστε η ομοφυλοφιλία δεν αποτελεί φαινόμενο που συναντάται αποκλειστικά στους ανθρώπους, πολλώ δε μάλλον, δεν αποτελεί σύμπτωμα της σύγχρονης «καπιταλιστικής κρίσης». Η πλούσια απεικόνιση της ομοφυλοφιλίας στην αρχαιοελληνική τέχνη άλλωστε αποτελεί σταθερή απόδειξη της ύπαρξης της σε προκαπιταλιστικές κοινωνιές.

Όσο και αν κανείς διαφωνεί ιδεολογικά με το ΚΚΕ, οφείλει να αναγνωρίσει πως οι θέσεις του σε ζητήματα που άπτονται του αντικειμένου των κοινωνικών λειτουργών και της κοινωνικής πολιτικής, κατά κανόνα αναγνώριζαν, ενσωμάτωναν τα πορίσματα της επιστημονικής έρευνας.

Το επιχείρημα λοιπόν αυτό θα ήταν απλώς ψευδοεπιστημονικό αν δεν ήταν επικίνδυνο. Η παθολογικοποίηση της ομοφυλοφιλίας και ο μύθος πως αυτή αποτελεί παρεκκλίνουσα επιλογή οδήγησε τις κοινωνίες σε εξαιρετικά επικίνδυνα μονοπάτια. Οι βίαιες θεραπείες «διόρθωσης» του σεξουαλικού προσανατολισμού αποτέλεσαν μια από τις πιο καταπιεστικές και καταστροφικές διαδικασίες, θύματα των οποίων έπεσαν χιλιάδες άνθρωποι. Αυτές οι θεραπείες συνεχίζουν να ευδοκιμούν στην Ελλάδα του 21ου αιώνα και να καταστρέφουν ψυχοσωματικά πολλούς νέους συνανθρώπους μας.

Αντιτάσσεται την ομοφοβία, αδυνατεί προφανώς να διαπιστώσει άλλη μια αντίφαση των λόγων του. Η σαθρή θέση που παρουσιάζει την ομοφυλοφιλία ως αποτέλεσμα ενδοοικογενειακής βίας η καπιταλιστικής κρίσης όχι μόνο και δεν εναντιώνεται στην ομοφοβία αλλά αντίθετα ενισχύει το στιγματισμό και τη δαιμονοποίηση των ομοφυλόφιλων, ενθαρρύνοντας έτσι έμμεσα την με κάθε τρόπο αντιμετώπιση του «προβλήματος». Για να χρησιμοποιήσω και μια προσφιλή έκφραση του ΚΚΕ αυτό το επιχείρημα «ρίχνει νερό στο μύλο» της ομοφοβίας.

Β) Το σύμφωνο συμβίωσης θα ανοίξει το δρόμο στην τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια κάτι που θα είναι εξαιρετικά ζημιογόνο για τα παιδιά

Σύμφωνα με τη θέση αυτή, η προοπτική τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για τα παιδιά μιας και «στη συμβίωση του των ομόφυλων ζευγαριών, αντικειμενικά το παιδί έχει παραποιημένη αντίληψη αυτής της βιολογικής σχέσης (...) Το ανδρικό- πατρικό και το γυναικείo- μητρικό πρότυπο έχει τα δικά του χαρακτηριστικά που είναι απαραίτητα για την ομαλή ψυχοσωματική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού». Και στο συγκεκριμένο θέμα η επιστημονική κοινότητα διαθέτει πλούτο ερευνητικών πορισμάτων τα οποία προφανώς δε δικαιώνουν την παραπάνω θέση του ΚΚΕ. Επί του παρόντος 21 χώρες επιτρέπουν τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια.

Σε ορισμένες από αυτές τις χώρες ο συγκεκριμένος θεσμός υφίσταται πλέον των δεκαπέντε χρόνων, υπερβαίνοντας έτσι τον κρίσιμο χρόνο που απαιτείται για επισταμένη και ολοκληρωμένη μελέτη των επιπτώσεων. Οι ερευνητικές αυτές μελέτες κατηγορηματικά και στο σύνολό τους αναδεικνύουν πως το φύλο των γονέων δεν παίζει απολύτως κανένα ρόλο στην υγιή και ολοκληρωμένη βιολογική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Σύμφωνα με τις έρευνες αυτές, οι πλέον κρίσιμοι παράγοντες αναφορικά με την ποιότητα ζωής των παιδιών άπτονται αποκλειστικά της αφοσίωσης, των γονεϊκών δεξιοτήτων αλλά και της ικανότητας των γονέων να δημιουργούν ένα ασφαλές περιβάλλον ανατροφής των παιδών. Είναι ειρωνικό το γεγονός πως ενώ εκατομμύρια παιδιά ζουν στον πλανήτη χωρίς γονείς, σε απάνθρωπα ιδρύματα, σε συνθήκες κακοποίησης και παραμέλησης εμείς υποκρινόμαστε πως τα παιδιά αυτά θα ζημιωθούν από τη θαλπωρή, την αφοσίωση και αγάπη των ομόφυλων θετών γονέων, εξαιτίας του φύλου τους.

Άλλωστε πιθανή εξέλιξη του νόμου στην κατεύθυνση της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια δεν συνεπάγεται και αυτόματη ή προνομιακή μεταχείριση αυτών. Η τεκνοθεσία και η παιδική μέριμνα θα συνεχίσουν να ελέγχονται και να διασφαλίζονται από το κράτος, μέσω της εξειδικευμένης και ενδελεχούς παρέμβασης των κοινωνικών λειτουργών και των δικαστικών αρχών. Σίγουρα δεν θα ξάφνιαζε πολλούς αν υπενθυμίζαμε πως ήδη πολλά παιδιά μεγαλώνουν αρμονικά σε οικογένειες ομοφύλων ζευγαριών. Η θεσμική αναγνώριση της επιμέλειας παιδιών στο πλαίσιο της ομόφυλης οικογένειας θα έβγαζε τις οικογένειες αυτές από το «στίγμα» της παρέκκλισης και θα εμβάθυνε την απαραίτητη αίσθηση οικογενειακής ασφάλειας, ενισχύοντας της ποιότητα ζωής των παιδιών.

Κατ' επέκταση αυτού του επιχειρήματος, αρκετοί αντιτείνουν πως ακόμα και αν τα ομόφυλα ζευγάρια μπορούν να διασφαλίσουν την απαραίτητη ποιότητα ζωής για την ανατροφή παιδιών, η δεσπόζουσα ομοφόβία και ο εκφοβισμός (bullying) θα στοχοποιούσαν μόνιμα αυτά τα παιδιά και έτσι η ποιότητα ζωής τους θα επηρεαζόταν αρνητικά με αυτόν τον έμμεσο τρόπο. Εδώ κατηγορηματικά πρέπει να υπενθυμίσουμε πως δεν είναι δυνατόν να επιτρέπουμε ως οργανωμένη κοινωνία να ρυθμίζονται οι κοινωνικές σχέσεις από την μισαλλοδοξία, το ρατσισμό και την αμάθεια. Αντιθέτως, ως κοινωνία οφείλουμε να συγκρουστούμε με τη μισαλλοδοξία σε κάθε της μορφή και διάσταση, οποιοδήποτε άνθρωπο, ομάδα ή κοινότητα και αν στοχοποιεί. Όπως άλλωστε αναφέραμε και πιο πάνω η ομοφοβία και το bullying ευδοκιμούν όσο η ομοφυλοφιλία περιγράφεται ως παρέκκλιση και απειλητική διαφορετικότητα. Η θεσμική αναγνώριση των ομόφυλων ζευγαριών ως ισότιμα λοιπόν όχι μόνο δεν αποτελεί μέρος αυτού του προβλήματος αλλά αντίθετα θα αποτελέσει ουσιαστικό μέρος της λύσης αποδυναμώνοντας τα ομοφοβικά στερεότυπα.

Γ) Η πυρηνική ετερόφυλη οικογένεια, αποτελεί σταθερό και αποκλειστικό θεσμό αναπαραγωγής και ανατροφής των παιδιών.

Ο τρίτος και τελευταίος άξονας στον οποίο βασίστηκε η συλλογή του κομμουνιστικού κόμματος εστιάζει, παραδόξως, στην πυρηνική οικογένεια ως τον αποκλειστικό θεσμό αναπαραγωγής και κατ' επέκταση ανατροφής παιδιών. Αν και ο βουλευτής του ΚΚΕ στην αγόρευσή του αναγνώρισε πως έχουν υπάρξει κάποιες αλλαγές στο θεσμό και τη λειτουργία της οικογένειας, συνεχίζει να αντιλαμβάνεται αυτή την πυρηνική μορφή της περίπου ως μια σταθερά που μάλιστα με τη διαμόρφωση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας, θα διαμορφωθεί στη βάση της «σχετικά σταθερής ετεροφυλικής σχέσης και αναπαραγωγής».

Είναι προφανές πως η η διαδικασία της «τεκνοποίησης» βασίζεται βιολογικά στη γονιμοποίηση ενός ωαρίου από τουλάχιστον ένα σπερματοζωάριο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί κυρίως μέσω της συνουσίας, που αποτελεί φυσικά και τον πιο διαδεδομένο τρόπο, είτε (πιο πρόσφατα) μέσω της τεχνητής γονιμοποίησης και της υποβοηθούμενης σύλληψης. Ενώ αυτό αποτελεί αυτονόητή βιολογική σταθερά για την αναπαραγωγή, στην ιστορία του ανθρώπινου είδους, δεν είναι καθόλου αυτονόητο πως η ανατροφή των παιδιών διασφαλίζεται ή κατ' αποκλειστικότητα διαμορφώνεται από την εφ' όρου ζωής πυρηνική σχέση των φυσικών γονέων. Η πυρηνική οικογένεια όπως την αντιλαμβανόμαστε στο Δυτικό κόσμο, ούτε αποτελούσε ανέκαθεν τον κυρίαρχο τύπο οικογένειας, ούτε έχουμε κάποιο λόγο να πιστεύουμε πως θα κυριαρχεί επ΄ άπειρον.

Το να υπονοήσει κάποιος πως το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να επηρεάσει αρνητικά ή να ανακόψει την πορείας αναπαραγωγής του ανθρώπινου είδους είναι επιεικώς ανόητο.

Η ανθρωπολογική έρευνα αποδεικνύει πως ο θεσμός της οικογένειας βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη και έχει υποστεί αδιάκοπες αλλαγές, απόρροια ποικίλων πολιτισμικών, κοινωνικών, οικονομικών και δημογραφικών δεδομένων. Έτσι λοιπόν έχουν παρατηρηθεί, τόσο στην ιστορία του δυτικού κόσμου όσο και σε φυλές της Αφρικής και Λατινικής Αμερικής, κυρίαρχοι τύποι οικογένειας όπου η ανατροφή των παιδιών αποτελεί κοινοτικό και συλλογικό ζητούμενο. Σε αυτό το πλαίσιο όλα τα ενήλικα μέλη μιας κοινότητας η ομάδας μοιράζονται εξίσου την ευθύνη για τη διαπαιδαγώγησή των παιδιών. Επίσης στις σχετικά πρόσφατες προ-καπιταλιστικές κοινωνίες η εκτεταμένη οικογένεια αποτελούσε το κυρίαρχο μοντέλο με διανομή ρόλων γονεϊκότητας πολύ διαφορετική από αυτή που αντιλαμβανόμαστε σήμερα ως «φυσιολογική».

Η πυρηνική πατριαρχική οικογένεια αναδείχθηκε ως κυρίαρχος θεσμός έπειτα από τη βιομηχανική επανάσταση και τις παραγωγικές/ καταναλωτικές ανάγκες που αυτή δημιούργησε. Το παράδοξο στη θέση του ΚΚΕ είναι πως υποβαθμίζει το γεγονός ότι η πυρηνική, πατριαρχική οικογένεια συγκροτήθηκε στο πλαίσιο του καπιταλισμού ως μοντέλο κοινωνικού ελέγχου και όχι «προστασίας παιδιών». Και είναι ακριβώς για αυτό το λόγο που ιστορικά τα σοσιαλιστικά κινήματα αντιτάχθηκαν στα πατριαρχικά μοντέλα οικογένειας που αναπαρήγαγαν την εξαρτημένη θέση των γυναικών και επέτειναν τη σεξουαλική καταπίεση όπως αυτή αποκρυσταλλωνόταν στις κρατικές πολιτικές και έβρισκαν έκφραση στην ηθικοπλαστική αντίληψη της εκκλησίας. Επομένως η χειραφέτηση της γυναίκας, η σεξουαλική απελευθέρωση και η εξέλιξη του θεσμού της οικογένειας δεν απειλούν διόλου την αναπαραγωγή και ανατροφή των παιδιών. Το μόνο που απειλεί το θεσμό της οικογένειας και την ευημερία των μελών της είναι η καταπίεση, η ηθικολογία, η πατριαρχία και ο ασφυκτικός κοινωνικός έλεγχος.

Τέλος, το να υπονοήσει κάποιος πως το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να επηρεάσει αρνητικά ή να ανακόψει την πορείας αναπαραγωγής του ανθρώπινου είδους είναι επιεικώς ανόητο. Αν όμως επιμείνει κανείς στην αναζήτηση επιδημιολογικών αποδείξεων πως οι ομοφυλόφιλοι δεν απειλούν την ύπαρξη και εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, αρκεί μια ματιά στα ποσοστά γονιμότητας των Ευρωπαϊκών χωρών που έχουν ήδη υιοθετήσει σύμφωνο συμβίωσης και τεκνοθεσίας από ομόφυλά ζευγάρια. Με ενδιαφέρον λοιπόν παρατηρούμε πως στη Μεγάλη Βρετανία και τη Σουηδία, έπειτα από μια δεκαετία αναγνώρισης της τεκνοθεσίας και του συμφώνου συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, ο δείκτης γονιμότητας όχι μόνο δε σημείωσε μείωση αλλά αντιθέτως είναι κατά πολύ υψηλότερος σε σχέση με χώρες που δεν έχουν έχουν αναγνωρίσει αντίστοιχα δικαιώματα, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία (χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο συγκεκριμένος παράγοντας είναι και ο βασικός στη διαμόρφωση του δείκτη γονιμότητάς).

Συμπερασματικά λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε πως η αγόρευση του Γιάννη Γκιόκα ακολούθησε μια τακτική στην οποία δεν μας είχε συνηθίσει το κομμουνιστικό κόμμα, αυτήν της διαστρέβλωσης της επιστημονικής έρευνας και της αναπαραγωγής ενός ιδιότυπου «ηθικού πανικού». Παρά την καταψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου από το ΚΚΕ, αισιοδοξώ πως το κόμμα που τόσο πολλά έχει προσφέρει στους αγώνες κοινωνική χειραφέτησης, θα αναθεωρήσει τη στάση του και θα ενισχύσει τους αγώνες του ομόφυλων ζευγαριών για πλήρη ισότητα.