FBI: Ο Λόντρι είχε γράψει σε ημερολόγιο ότι σκότωσε την Πετίτο

Το άψυχο σώμα της Πετίτο είχε βρεθεί τον Σεπτέμβριο σε μια κατασκήνωση κοντά στο Εθνικό Πάρκο Γκραντ Τέτον.
Open Image Modal
Μπράιαν Λόντρι
AP

Ο φίλος της άτυχης Γκάμπι Πετίτο παραδέχτηκε ότι τη σκότωσε, όπως έγραψε σε ένα ημερολόγιο που ανακαλύφθηκε κοντά στο άψυχο σώμα του σε έναν βάλτο στη Φλόριντα, ανακοίνωσε το FBI την Παρασκευή.

Είναι η πρώτη φορά που οι αρχές ρίχνουν ξεκάθαρα την ευθύνη για τον θάνατο της Πετίτο στον Μπράιαν Λόντρι, αν και ήταν ο κύριος ύποπτος κατά τη διάρκεια της έρευνας.

Οι ανακριτές ανακοίνωσαν ότι ο Λόντρι, είχε στείλει μηνύματα για να εξαπατήσει σκόπιμα τους ανθρώπους ότι η Πετίτο ήταν ακόμα ζωντανή αφού την χτύπησε και την στραγγάλισε στα τέλη Αυγούστου, σύμφωνα με δήλωση από το FBI στο Ντένβερ.

«Όλα τα λογικά βήματα έρευνας έχουν ολοκληρωθεί σε αυτήν την υπόθεση», δήλωσε ο ειδικός πράκτορας του τμήματος του FBI του Ντένβερ, Μάικλ Σνάιντερ, σε δήλωση. «Η έρευνα δεν εντόπισε άλλα άτομα εκτός από τον Μπράιν Λόντρι που εμπλέκονται άμεσα στον τραγικό θάνατο της Γκάμπι Πετίτο».

Το σώμα της Πετίτο είχε βρεθεί στις 19 Σεπτεμβρίου σε μια κατασκήνωση κοντά στο Εθνικό Πάρκο Γκραντ Τέτον στο βορειοδυτικό Ουαϊόμινγκ. Ο ιατροδικαστής διαπίστωσε ότι είχε πεθάνει περίπου τρεις εβδομάδες νωρίτερα από «τραυματισμούς αμβλείας δύναμης στο κεφάλι και τον λαιμό, με στραγγαλισμό».

Ο Λόντρι επέστρεψε στο σπίτι του στη Φλόριντα στις αρχές Σεπτεμβρίου, αλλά εξαφανίστηκε αμέσως μετά. Τον Οκτώβριο, οι γονείς του βρήκαν ένα αντικείμενο που του ανήκε σε ένα φυσικό καταφύγιο κοντά στο σπίτι τους.

Σε περαιτέρω έρευνα βρέθηκαν τα λείψανα του Λόντρι, ένα περίστροφο, το σακίδιο και το ημερολόγιο. Οι ιατροδικαστές διαπίστωσαν ότι ο Λόντρι πέθανε από αυτοτραυματισμό από πυροβολισμό.

Το FBI δεν διευκρίνισε τι ακριβώς είχε γράψει ο Λόντρι στο ημερολόγιο και στα κείμενα που είχε στείλει για να παραπλανήσει. Τα μηνύματα στάλθηκαν μεταξύ του τηλεφώνου του Λόντρι και του τηλεφώνου της Πετίτο, σύμφωνα με τη δήλωση.

Η τραγική αναζήτηση για την Πετίτο τράβηξε την προσοχή όλου του κόσμου, πυροδοτώντας επιθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συζητήσεις για την έμφυλη βία και τη δυσανάλογη κάλυψη των αγνοούμενων λευκών γυναικών στις ΗΠΑ σε σύγκριση με άλλες αγνοούμενες.