Οι «πληγωμένοι πατριάρχες» του ΄30

Ενα παράθυρο στη σύγκρουση ανδρών και γυναικών της μεσοπολεμικής Ευρώπης
Open Image Modal
clu via Getty Images

Μέσα στο έρεβος των ακατάπαυστων γυναικοκτονιών, οι οποίες δυστυχώς κυριεύουν την καθημερινή ειδησεογραφία, αξίζει -έστω μία πρόχειρη- αναδρομή στις σχέσεις μεταξύ των ανδρών και των γυναικών της μεσοπολεμικής Ευρώπης. Κι αυτό γιατί, μέσα από την εν λόγω ιστορική συγκυρία, μπορεί κανείς να δει τη  σχέση αιτίου - αιτιατού ανάμεσα στα σύμβολα και τις πρακτικές που αφορούν τη γενικότερη συζήτηση γύρω από την έννοια της πατριαρχίας και της διαγενεακής εμπέδωσής της στις εθιμικές πρακτικές της Ευρώπης σε όλο το φάσμα του εικοστού αιώνα.  

Κατά πρώτον, τονίζοντας ότι η σύγχρονη θεωρία της ιστορικής επιστήμης αποφεύγει τυχόν νοητικά αλμάτα, όπως η κοινώς νοούμενη πίστη στην επανάληψη της ιστορίας και στον ιστορικό διδακτισμό, προτρέχω να υπογραμμίσω πως οι παρακάτω γραμμές συνιστούν σημειώματα, τα οποία στοχεύουν στον προβληματισμό, στην καλλιέργεια ενός υγιούς διαλόγου και στη διαμόρφωση μίας κριτικής προβολής στη σχέση μας με το -όχι και τόσο μακρινό- παρελθόν.  

Όπως είναι γνωστό, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος άφησε εναν ασύλληπτο αριθμό νεκρών ανδρών. Τα στατιστικά απέδιδαν περίπου 6000 θύματα την ημέρα στα πεδία των μαχών, ενώ ο γενικός απολογισμός των νεκρών ανδρών (μαζί με τις επιδημίες της ισπανικής γρίπης και του τύφου) άγγιξε περί τα 13 εκατομμύρια (Mazower 1999: 42).  

Στην περίοδο του πολέμου οι ρόλοι ανάμεσα στα δυο φύλα άλλαξαν άρδην, καθώς οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά βρέθηκαν να επιβιώνουν δίχως συζύγους κι αντίστοιχα πατέρες. Οι γυναίκες ανέλαβαν τα ηνία της βαριάς ευρωπαϊκής βιομηχανίας.  

Μεταπολεμικά, οι άνδρες που καταφεραν να επιστρέψουν από τα πεδία των μαχών, στην πραγματικότητα, βασανίστηκαν από τα σωματικά και ψυχικά τραύματα του πολέμου. Η πλειονότητα παρουσίασε αδυναμία συμμετοχής στην κοινωνική ζωή, πολλοί δε αυτοκτόνησαν, ενώ άλλοι δεν δίστασαν να επιβάλλουν τη χαμένη εξουσία τους, χτυπώντας τις γυναίκες και τα παιδιά τους πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών τους. Όπως εύστοχα διατύπωσε ο βρετανός ιστορικός Mark Mazower στην «Σκοτεινή Ήπειρο», επρόκειτο για μια γενιά «πληγωμένων πατριαρχών». Αυτή η πραγματικότητα τάραξε τα θεμέλια των εθνικών κρατών της Ευρώπης. Γέννησε το ριζοσπαστικό δόγμα, που αναφερόταν στα αγγλικά ως ‘‘youth running wild’, σε μια κοινωνία, η οποία δεν είχε ανάγκη πια από πατέρες.  

Οι γυναίκες απέκτησαν τη δίκη τους θέση στον εργασιακό στίβο, έλαβαν το δικό τους εισόδημα και προχώρησαν σταδιακά στη διεκδίκηση της γυναικείας ψήφου. Μπροστά σε τούτη την εκ θεμελίων κοινωνική μεταβολή, ανδρικοί συντηρητικοί κύκλοι προέβαλαν αντίσταση ποικιλοτρόπως. Στη Βρετανία, οι άνδρες προσπάθησαν υπογείως να ωθήσουντις γυναίκες στην απόλυσή τους και συνάμα να περιορίσουν τα νέα εργασιακά δικαιώματά τους.  

Αποτέλεσμα αυτής της συγκρουσιακής πραγματικότητας υπήρξε η προώθηση βιοπολιτικών, οι οποίες παρενέβησαν ακόμη και στην ιδιωτική ζωή των πολιτών, όπως στην περίπτωση της ναζιστικής Γερμανίας. Από το εθνικοσοσιαλιστικό εγχειρίδιο με τίτλο ’Hausbuch für die deutsche familie’ (μτφ. Εγχειρίδιο για την γερμανική οικογένεια) μέχρι τις σοβιετικές μεταρρυθμίσεις του 1936 από τον Στάλιν (με την ποινικοποίηση των αμβλώσεων), η Ευρώπη πέρασε σε μία ασταθή περίοδο, εντός της οποίας τα εθνικά αφηγήματα στηρίχθηκαν στην υποστήριξη του θεσμού της παραδοσιακής οικογένειας.

Πλέον, «πατριωτικό καθήκον» αποτελούσε η αύξηση των γεννήσεων, η ανατροφή των παιδιών, η διατήρηση των παραδοσιακών ρόλων ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες και η ανάληψη των οικογενειακών εργασιων από τις γυναίκες. Το πολιτικό συγκείμενο του μεσοπολέμου οικοδομήθηκε από βιολόγους και οικονομολόγους της εποχής, οι οποίοι υιοθέτησαν το δόγμα πως «η δύναμη του Έθνους ήταν οι αριθμοί».  

Έτσι, τα φασιστικά πολιτικά καθεστώτα πάτησαν στο μοντέλο του ρομαντικού εθνικισμού του Φίχτε (1807), ασκώντας προπαγάνδα με κεντρική θεματολογία την «ηρωίδα της καθημερινότητας» (Smith 2000: 127). Οι μεσοπολεμικές κυβερνήσεις καλούσαν τις γυναίκες να αναλάβουν τα μητρικά καθήκοντά τους. Το δομικό στοιχείο της μεσοπολεμικής κοινωνίας δεν ήταν πια το άτομο, αλλά η οικογένεια.  

Πηγές:

Mazower, Mark. (1999). Dark continent : Europe’s twentieth century. New York, σσ. 42-45. 

 

Smith, Anthony. (2000). Εθνική Ταυτότητα, Οδυσσέας, Αθήνα, σ.127.