Μπορεί η θρησκεία να εκλείψει από το πολιτικό πεδίο;
|
Open Image Modal
Η «Γιορτή της Λογικής» της 10/11/1793 στην Notre Dame
commons wikimedia

Η απαγόρευση των λατρευτικών εκδηλώσεων λόγω του κορωνοϊού καθ’ όλη την διάρκεια του 2020 ήταν αφορμή να αναδειχθεί εκ νέου η πόλωση μεταξύ πιστών και μη πιστών, με αποκορύφωμα τον πρόσφατο εορτασμό των Θεοφανίων.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μεγεθυντικοί φακοί οποιασδήποτε πόλωσης, πλημμύρισαν από χαρακτηρισμούς περί «χριστιανοταλιμπάν», «παπαδαριού», «Ιράν της Μεσογείου», και «Ορθόδοξου Ιράν», σε αντιδιαστολή με τον «δρόμο της λογικής», τον «ορθολογισμό» που θα έπρεπε να ακολουθήσουν οι πιστοί.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αυτήν την επίθεση, κατά της θρησκείας εν γένει και της Εκκλησίας ειδικότερα, βρήκαν κοινό τόπο «φιλελεύθεροι» και «αριστεροί».

Οι μεν ως ενσάρκωση της σοβαρότητας και του ορθολογισμού, με αρχέτυπο τον ορθολογικό και υλιστή Homo economicus· οι δε ως ενσάρκωση της ευαισθησίας και της δικαιοσύνης, με αρχέτυπο τον εξίσου υλιστικό οικονομισμό και σωτηριολογία του Μαρξ.

Την αντιφατική σύμπλευση αυτών των φαινομενικώς αντιπάλων ιδεολογιών έχει ερμηνεύσει ο Jean-Claude Michéa, αντιλαμβανόμενος αμφότερες ως εκφάνσεις της ιδεολογίας της προόδου.

Στο Αδιέξοδο Άνταμ Σμιθ κάνει την κρίσιμη αντιδιαστολή της «αριστεράς» (που έλκει την καταγωγή της από τον Διαφωτισμό) με τον «σοσιαλισμό» (που έλκει την καταγωγή του από το επαναστατικό εργατικό κίνημα).

Αν και ως χώροι σήμερα λογίζονται ως ταυτόσημοι, η αριστερά μάλλον καταβρόχθισε το εργατικό κίνημα, τα απομεινάρια του οποίου καταγγέλλει για «λαϊκισμό».

Ως προς την θρησκεία, οι δύο πτέρυγες του «κόμματος της προόδου» προτείνουν το ίδιο πρόγραμμα, αλλά με διαφορετική ορολογία.

Οι μεν φιλελεύθεροι καλούν για προσήλωση σε μια «κοινή λογική» αυταπόδεικτων αρχών και σε σεβασμό των νόμων της Πολιτείας, αφήνοντας την θρησκεία στην ιδιωτική σφαίρα του καθενός.

Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Οι δε αριστεροί προχωρούν τον συλλογισμό στο λογικό του έπακρο και θεωρούν την θρησκεία εν γένει ως κακή συνήθεια, μέσον καταπίεσης των μαζών (το «όπιο του λαού» με βάση την παρανενοημένη φράση του Μαρξ) και ως κάτι που κακώς συνεχίζει να υπάρχει.

Είναι το πρόγραμμα των ορθολογιστών πράγματι ορθολογικό, και σύμφωνο με την ανθρώπινη φύση, ή ένα ουτοπικό και κακομελετημένο Ορθολογιστάν; Μπορεί η θρησκεία να εκλείψει από το πολιτικό πεδίο, είτε μέσω διάκρισης των ρόλων είτε μέσω κρατικώς επιβεβλημένης αθεΐας;

Ας δεχθούμε προς στιγμήν ότι η εξ αποκαλύψεως αλήθεια δεν έχει θέση σε έναν ορθολογικό διάλογο όταν αμφότερα τα μέρη δεν την συμμερίζονται.

Aπουσία μιας τέτοιας ρητής και δεσμευτικής αλήθειας, δεισιδαιμονίας θα την έλεγαν κάποιοι, μπορούν τα θέματα της κοινωνίας να ρυθμισθούν βάσει κοινώς αποδεκτών ηθικών αρχών;

Προφανώς η «ηθική» είναι το ίδιο αυθαίρετη ως κοινωνικό κατασκεύασμα και οτιδήποτε «πολιτικό» θα στηθεί σε ένα προϋπάρχον αξιακό και πολιτισμικό σύστημα, ιστορικώς συνδιαμορφωθέν με κάποια κρατούσα θρησκεία.

Στα καθ’ ημάς θα ήταν απίθανη η νομιμοποίηση του φόνου σε έναν πολιτισμό του «ου φονεύσεις», ή νομιμοποίηση της ισλαμικού τύπου πολυγαμίας.

Η αθεΐα δεν θα ήταν η ίδια σε μια άθεη Ελλάδα και σε ένα άθεο Ιράν αφού ο κάθε άθεος είναι κοσμικός κοινωνός προϋπαρχουσών θρησκευτικών αρχών: ακόμη και ένας ΓΓ του ΚΚΕ χαίρεται να ακούει τα Χριστουγεννιάτικα κάλαντα!

Αλλά ακόμη κι αν μπορούσαμε να συμφωνήσουμε σε κάποιες ηθικές αρχές αποκλείοντας την μεταφυσική τους προέλευση, είναι δυνατόν να αποκλείσουμε την πνευματικότητα; Αν διώξουμε τον Θεό, θα καταφέρουμε να ξεφορτωθούμε την θρησκεία;

Όχι αν πρέπει. Αν μπορούμε. 

Έχει υπάρξει άθρησκη κοινωνία;

Μεταξύ ανθρωπίνων πολιτισμών που δεν είχαν καμία επαφή μεταξύ τους, από τους Αβορίγινες της Αυστραλίας μέχρι τους Αζτέκους, υπάρχουν γνωρίσματα που συναντώνται με εκπληκτική κανονικότητα, όπως η γλώσσα, οι μουσικές κλίμακες, η μαγειρική και η θρησκεία. Από πολιτισμό σε πολιτισμό μπορεί να διαφέρουν, αλλά σε κάποια μορφή είναι πάντα εκεί.

Οι ατονικοί/δωδεκατονικοί μουσικοί, όπως ο Arnold Schoenberg και ο Ιάννης Ξενάκης, επεχείρησαν να δημιουργήσουν μια τελείως ορθολογική και μαθηματική μουσική, αποδομώντας τις μουσικές κλίμακες. Και κατέληξαν σε δημιουργήματα όπως το κονσέρτο op. 42 ή οι Μεταστάσεις, που προκαλούν τέτοιον ακουστικό πόνο που αποτελεί κατόρθωμα να τα ακούσει κανείς μέχρι το τέλος.

Με όλο το μαθηματικό στήσιμο της παρτιτούρας, η αποδόμηση δεν υπολόγισε έναν παράγοντα: την νευροβιολογική τάση του ανθρωπίνου εγκεφάλου για αναγνώριση της αρμονίας, και την συναισθηματική ανταπόκριση σε αυτήν (βλ. π.χ. εδώ, εδώ και εδώ).

Οι μείζονες κλίμακες μας προκαλούν ανάταση, οι ελάσσονες μελαγχολία, οι χιτζάζ ευθυμία, κοκ. Όλα τα μαθηματικά του κόσμου δεν θα το αλλάξουν αυτό, και για να ξεφύγει ένα μουσικό έργο από την διανοητική αυτοϊκανοποίηση του δημιουργού και να «περπατήσει» μεταξύ του κοινού πρέπει να σεβασθεί αυτόν τον κανόνα.

Οι αποδομητές της θρησκείας βρίσκονται μπροστά σε ένα αντίστοιχο πρόβλημα: οσάκις επιχείρησαν να δημιουργήσουν ένα πλήρως άθρησκο πολιτικό σύστημα, διαπίστωσαν ότι δεν «τραβούσε» χωρίς τα μεταφυσικά και συναισθηματικά εξαρτήματα που τόσους αιώνες μεταχειρίζονται οι παραδοσιακές θρησκείες.

Τα συστήματα που τελικά πέτυχαν να παραμείνουν άθεα, δεν ήταν άθρησκα, αλλά κοσμικές θρησκείες που κατάφεραν να ανταγωνισθούν τις παραδοσιακές.

Δεν κάνω λόγο για την «ορθολογική» ψηλάφηση του Θείου που επιχείρησε ο ντεϊσμός, ή για την  «φυσική θεολογία» του Εράσμου ή του Thomas More που προωθούσε την ανοχή σε διαφορετικά δόγματα.

Ούτε για την αντικληρηκαλική κριτική του Ρουσώ στον Ρωμαιoκαθολικισμό. Όλα αυτά δέχονταν το Θείο. Ο Ρουσώ στον Αιμίλιο αναφερόταν στο «Υπέρτατο oν», την λατρεία του οποίου εισήγαγε ο Ροβεσπιέρος κατά την Γαλλική Επανάσταση. Οι Ελευθεροτέκτονες εξέφραζαν πίστη στον «Μεγάλο Αρχιτέκτονα του Σύμπαντος» και δεν δέχονταν στις στοές τους «ηλίθιους Αθεϊστές ούτε άθρησκους ακόλαστους» (stupid Atheist nor an irreligious Libertine), τουλάχιστον μέχρι το 1877.

Το βήμα παραπέρα, την πλήρη απόρριψη του Θείου σε πολιτικό επίπεδο ελάχιστοι επιχείρησαν, αλλά και όσοι το επεχείρησαν δεν ξέφυγαν από την θρησκεία. Άθεη, αλλά θρησκεία.

Κατά την Γαλλική Επανάσταση, επαναστατικές φράξιες που εμπνέονταν από τις ιδέες του Ντιντερό, όπως οι Λυσσασμένοι (Enragés) και οι Υπερβολικοί (Exagerés) με πιο προβεβλημένο τον Jacques Hebert, εκδότη της εφημερίδας Le Père Duchesne, υποστήριζαν την πολιτική του βίαιου αποχριστιανισμού.

Συναισθανόμενοι όμως την ανάγκη πνευματικότητας των συμπατριωτών τους πολύ καλύτερα από ό,τι οι σημερινοί «ορθολογιστές»–με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις όπως ο Sam Harrisθεμελίωσαν ως πνευματικό αντιστάθμισμα μια νέα θρησκεία, την Λατρεία της Λογικής (Culte de la Raison).

Μάλιστα, ο Pierre-Gaspard Chaumette, μέλος των Λυσσασμένων, οργάνωσε την «Γιορτή της Λογικής», κατά την οποία εκκλησίες μετατράπηκαν σε «Ναούς της Λογικής και της Φιλοσοφίας», στους οποίους τελέσθηκαν τελετές λατρείας στην Λογική και την Φιλοσοφία.

Η απόπειρα δεν έμεινε αναπάντητη. Λίγες μέρες μετά, σε ομιλία του στην Λέσχη των Ιακωβίνων, ο Ροβεσπιέρος έλεγε με περιφρόνηση ότι:

«Η αθεΐα είναι αριστοκρατική.

Η ιδέα ενός Μεγάλου Όντος που προσέχει τον αθώο καταπιεσμένο, και που τιμωρεί το θριαμβευτικό έγκλημα, είναι πλήρως λαϊκή. [Χειροκροτήματα] Ο λαός, οι δυστυχείς, με χειροκροτούν.

Αν έβρισκα λογοκριτές θα ήταν μεταξύ των πλουσίων και των ενόχων [...] Αν ο Θεός δεν υπήρχε, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε»–ο Richard Dawkins τρεις αιώνες αργότερα θα συμφωνούσε, παρατηρώντας με την ίδια περιφρόνηση «την γκροτέσκα αναντιστοιχία μεταξύ της αμερικανικής ιντελιγκέντσιας και των αμερικανών ψηφοφόρων», μόνο που επεφύλασσε την περιφρόνησή του για τους ψηφοφόρους.

Λίγους μήνες μετά, στις 7/5/1794 η Συνέλευση αποφάσισε να συμπεριλάβει στο Σύνταγμα ότι «ο γαλλικός λαός αναγνωρίζει το Υπέρτατο Ον και την αθανασία της ψυχής», και ο Ροβεσπιέρος οργάνωσε την Γιορτή του Υπερτάτου Όντος, η οποία είχε τεράστια επιτυχία στο Παρίσι και τις επαρχίες.

 

Open Image Modal
Επάνω: Αριστερά, η «Γιορτή της Λογικής» της 10/11/1793 στην Notre Dame (Πηγή: BNF) και δεξιά , η περιφορά της «déesse Raison», δηλ. της «Θεάς Λογικής» (Etienne Béricourt, 1793. Πηγή: BNF). Κάτω: Αριστερά, η «Γιορτή του Υπερτάτου Όντος» της 8/6/1794 στο Παρίσι (Pierre-Antoine Demachy, 1794. Πηγή: Paris Musées) και δεξιά, επιγραφή υπέρ του «Υπερτάτου Όντος» σε καθολική εκκλησία (P. Poschadel, 2011. Πηγή: Wikimedia Commons, CC BY-SA 2.0 FR).
.

Στην Γαλλία, μέσα από συγκρούσεις των οποίων η περιγραφή ξεφεύγει από το παρόν άρθρο, ψηφίσθηκε το 1905 ο νόμος διαχωρισμού κράτους-εκκλησίας.

Αυτός δεν απαγόρευε τις παραδοσιακές θρησκείες, αλλά θεμελίωνε ως επίσημη κρατική θρησκεία την κοσμικότητα (laïcité), με ρόλο θεότητας την République και ρόλο εξ’ αποκαλύψεως αλήθειας την διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου του 1789.

Στο όνομα αυτών οργανώνονται πολιτικοί γάμοι, πολιτικές βαπτίσεις (baptême civil/républicain), δημοκρατικά γεύματα και δημοκρατικά πρωινά (repas/petit dejeuners républicains) σαν τα δικά μας πανηγύρια, ενώ οι μεγάλες προσωπικότητες θάβονται στο Πάνθεον (Panthéon), την πρώην εκκλησία της Αγίας Γενεβιέβης που μετετράπη σε Ναό του Έθνους (Temple de la Nation).

Το επόμενο μεγάλο πείραμα προχώρησε ακόμη περισσότερο και ήταν η κρατικά επιβεβλημένη αθεΐα της Οκτωβριανής Επανάστασης, αν παραβλέψουμε το σύντομο πείραμα της Παρισινής Κομμούνας του 1871.

Ο μεσσιανισμός και η τελεολογία της σκέψης του Μαρξ ενείχαν μια εν σπέρματι άθεη θρησκεία, την οποία ο Λένιν εκμεταλλεύθηκε με κάθε μέσον, διαστρεβλώνοντας ακόμη την φράση του Μαρξ για το «όπιο του λαού»: περιέκοψε τις προηγούμενες και επόμενες παραγράφους για τον παρηγορητικό ρόλο της θρησκείας, αποσιώπησε την καταδίκη του Ένγκελς προς τους Μπλανκιστές της Κομμούνας που επέβαλλαν την αθεΐα με «διαταγή του μουφτή», καθώς και το ότι ο ίδιος ο Μαρξ έπαιρνε τακτικά όπιο για να καταπραΰνει τους πονόδοντους που τον ταλαιπωρούσαν.

Έτσι, το πρώτο επίσημα άθεο καθεστώς θα γεννιόταν και, όπως συνέβη με την «Λατρεία της Λογικής», θα αναπαρήγαγε όλους τους τύπους και θεσμούς της θρησκείας που είχε σχεδόν εξοντώσει.

Στο πεδίο των θρησκευτικών τύπων και συμβόλων, η εξ’ αποκαλύψεως αλήθεια θα αντικαθίστατο από τις θεωρίες του Μαρξ, η Αγία Γραφή από «Το Κεφάλαιο», η τελεολογία/εσχατολογία της Δευτέρας Παρουσίας από την εκείνη της κομμουνιστικής κοινωνίας, η πάλη καλού-κακού από την πάλη των τάξεων, ο ανώτερος κλήρος από την Νομενκλατούρα, οι θεολόγοι από τους διανοούμενους και, αργότερα, το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους από το προσκύνημα στο μαυσωλείο του Λένιν.

Αυτή η νέα θρησκεία του «επιστημονικού σοσιαλισμού», που δεν αναγνώριζε ούτε Θεό ούτε αθανασία της ψυχής, θα αναπαρήγαγε τις τραγωδίες των παραδοσιακών θρησκειών: οι σφαγές των Σταυροφοριών και των τζιχάντ έδωσαν την θέση τους στις σφαγές των μπολσεβίκων, η Ιερά Εξέταση στην NKVD, οι αιρέσεις στις μαρξιστικές σέκτες, και σαν τον Γαλιλαίο, οι Ρώσοι γενετιστές φιμώθηκαν και εξοντώθηκαν από την επιστημονικοφανή δεισιδαιμονία του Λυσενκοϊσμού, την οποία προσυπέγραψε ιδιοχείρως ο ίδιος ο Στάλιν ως άλλος Πάπας Παύλος Ε’–η σχετικότητα και η κβαντομηχανική, παρότι «μπουρζουάδικες» και «ιδεαλιστικές», την γλίτωσαν χάριν της επιθυμίας για ατομική βόμβα.

Και όλα αυτά κράτησαν όσο κράτησε η στυγνή επιβολή. Όταν το πατριαρχείο του κομμουνισμού κατέρρευσε, συμπαρασύροντας μαζί του και τις τοπικές αρχιεπισκοπές από του Τσαουσέσκου μέχρι του Χότζα, αποδείχθηκε ότι οι θεϊστικές θρησκείες που τόσο λυσσασμένα πολεμούσε δεν είχαν τελείως σβήσει.

Άνθρωπος, ον ανορθολογικό

Όσο ορθή κι αν μπορεί να είναι η οποιαδήποτε κριτική σε επιμέρους θρησκείες, δεν απαντά σε ένα θεμελιώδες πρόβλημα της ανθρώπινης ψυχολογίας: ο άνθρωπος είναι κατά βάσιν ον ανορθολογικό.

Ο ψυχολόγος Daniel Kahneman χρειάστηκε δεκαετίες έρευνας για να ανακαλύψει αυτήν την αλήθεια που για δεκαετίες έτρεφε την βιομηχανία της διαφήμισης, και την οποία αναλύει στις 500 σελίδες του βιβλίου Thinking Fast and Slow.

Ότι οι άνθρωποι, ακόμη και στην αναζήτηση του οικονομικού οφέλους, συνήθως αποφασίζουν γρήγορα και μη ορθολογικά, υπακούοντας περισσότερο σε φόβους και ελπίδες παρά σε ψυχρή ανάλυση (δηλ. με το «Σύστημα 1» και όχι με το πιο τεμπέλικο «Σύστημα 2»).

Οι άνθρωποι, λέει, δεν είναι παράλογοι (irrational), αλλά θα μπορούσαμε στα ελληνικά να μεταφράσουμε ότι είναι ανορθολογικοί. Και τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο όταν εμπλέκονται και μη υλικοί παράγοντες.

Ο Chris Voss, επαγγελματίας διαπραγματευτής του FBI είχε καταλήξει σε αντίστοιχα συμπεράσματα από την εμπειρία του στο πεδίο (βλ. το βιβλίο του Never split the difference), αν και τεκμηριώνει την πρακτική του μέσω του Kahneman.

Χειριζόμενος τα συναισθήματα απαγωγέων, και όχι την λογική τους, η ομάδα του είχε καταφέρει να απελευθερώσει ομήρους με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία από ό,τι στο παρελθόν, και σε κάποιες περιπτώσεις χωρίς καν να πληρώσει λύτρα!

Στις ΗΠΑ, τέτοια βιβλία είναι εδώ και μερικά χρόνια πολύ της μόδας: Predictably Irrational (Dan Ariely), Animal Spirits (G. Akerlof, R. Schiller), Blink (Malcolm Gladwell). Κοινή τους επωδός; Ο απόλυτα ορθολογικός Homo economicus είναι τόσο υπαρκτός όσο οι μονόκεροι. Ακόμα και το κυνήγι του υλικού οφέλους ποτέ δεν γίνεται εξ’ ολοκλήρου ορθολογικά.

Ο άνθρωπος ωθείται σε δράση από το συναίσθημα, και αυτό κινητοποιείται εν μέρει από τον συμβολισμό, τον μύθο και την ομορφιά. Και αυτά, οι οργανωμένες θρησκείες ξέρουν να του τα προσφέρουν, ίσως και ως αντίβαρο στις απαγορεύσεις και τις ηθικές επιταγές τους.

Όσο λαμπρά κι αν είναι τα μαθηματικά του Stephen Hawking και οι εξισώσεις Maxwell, η ανάσα μας κόβεται όταν ακούμε το Ave Maria, ή όταν αντικρύζουμε τον αναπεσόντα Ιησού και τον Άγιο Μερκούριο του Μανουήλ Πανσέληνου.

Το σαγόνι μας κρεμάει όταν στεκόμαστε εμπρός στην Αγία Σοφία, κάτω από την Καπέλα Σιστίνα, μέσα στο Παρεκκλήσι του Σαν Σέβερο.

Βουρκώνουμε όταν, στο Αι γεννεαί πάσαι, ακούμε μια μάνα που προσφωνεί το παιδί της γλυκύ μου έαρ, γλυκιά μου Άνοιξη!

Μπορούν οι σύγχρονοι επικριτές της θρησκείας όπως ο Richard Dawkins να παρηγορήσουν την χαροκαμμένη μάνα λέγοντάς της ότι το παιδί της δεν ήταν παρά μια βιολογική μηχανή που τώρα θα τρέφει σκουλήκια;

Ίσως ο Ροβεσπιέρος και ο Dawkins αντιλήφθηκαν ένα μέρος του προβλήματος: Οι κατώτερες τάξεις, είτε τις πούμε προλεταριάτο, ψηφοφόρους, εργατική τάξη, μπλε κολάρα, ή κίτρινα γιλέκα, προτιμούν τις πιο παρηγορητικές θεϊστικές θρησκείες.

Οι ανώτερες τάξεις, είτε τις πούμε αριστοκρατίες, ιντελινγκέντσιες, νομενκλατούρες, ελίτ, ή διανοούμενους, προτιμούν μη θεϊστικές θρησκείες με αναφορά στον «ορθό λόγο». Είναι πιο απρόσωπες και λιγότερο παρηγορητικές, ίσως γιατί αυτές οι τάξεις δεν χρειάζονται τόση παρηγοριά.

Αυτές οι τελευταίες όμως, μπορούν κάλλιστα να είναι το ίδιο... ανορθολογικές. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ειρωνεία από την τύχη που είχαν τα οστά του Ρενέ Ντεκάρτ, του θεμελιωτή του ορθολογισμού, του ανθρώπου που διατύπωσε το «σκέπτομαι άρα υπάρχω».

Οι ορθολογιστές θαυμαστές του τα μεταχειρίσθηκαν σαν λείψανα Αγίου, και σήμερα δεν έχει απομείνει παρά το κρανίο, ένα μηριαίο και 1-2 άλλα οστά, καθώς κάθε πιστός έπαιρνε από ένα ενθύμιο μετά την εκταφή του!

Αμφότερες λοιπόν οι τάξεις αποζητούν μια βαθύτερη θρησκευτική εμπειρία πέραν της απλής κατανάλωσης τροφής.

Ο άνθρωπος δεν είναι μόνον το στομάχι του. 

Ανορθολογικοί θεσμοί του ορθού λόγου

Η «Λατρεία της Λογικής» ζει με πολλές μορφές εντός θεσμών που στελεχώνουν οι ανώτερες τάξεις.

Ζει εν μέρει ως λατρεία της Επιστήμης. Ενώ η Επιστήμη είναι μια μέθοδος για να κατανοήσουμε τον κόσμο, και ο γράφων προφανώς την αποδέχεται ανεπιφύλακτα ως τέτοια, καταξιωμένοι επιστήμονες όπως ο Carl Sagan ή ο Stephen Hawking, δέχθηκαν να την δουν να μεταβάλλεται σε ιδεολογία που ασχολείται με το αν υπάρχει Θεός.

Και την σκυτάλη πήραν ιεροκήρυκες με αμφίβολα ή ανύπαρκτα ερευνητικά διαπιστευτήρια, όπως ο Ισαάκ Ασιμωφ ή ο Sam Harris, με προεξάρχοντα τον Richard Dawkins, που καταφέρνει να ακούγεται το ίδιο ζηλόφθων με τον ζηλόφθονα Θεό της Παλαιάς Διαθήκης, που τόσο αγαπά να κατακεραυνώνει.

Ζει επίσης σε πολιτικά προγράμματα που κατανόησαν ότι ο στείρος ορθολογισμός δεν αρκεί, και που δημιούργησαν κοσμικές θρησκείες με κώδικες των παραδοσιακών θρησκειών.

Το οικολογικό κίνημα, κατάλαβε ότι είναι πιο αποτελεσματικό υιοθετώντας θρησκευτικούς τύπους: την μάχη καλού-κακού (οικολόγοι-αρνητές), την κόλαση της κλιματικής αλλαγής, το καθαρτήριο της ενεργειακής μετάβασης και τον παράδεισο του carbon neutral. Με σταυροφόρους-μάρτυρες (Greenpeace) και την Αγία Γκρέτα που καταριέται απίστους και αιρετικούς, και που ξεσήκωνε τους μαθητές στις «Παρασκευές για το Μέλλον» όπως ο Νικόλαος της Κολωνίας είχε ξεσηκώσει χιλιάδες παιδιά στην Σταυροφορία των Παιδιών του 1212.

 

Open Image Modal
Αριστερά: «Παρασκευή για το Μέλλον», Πότσνταμ 20/9/2019 (Πηγή: Fridays For Future Potsdam, CC BY-SA 2.0). Δεξιά: Η Σταυροφορία των Παιδιών του 1212 (Gustave Doré, πηγή: Story of the Crusades, 1877).
.

 

Ζει ακόμη σε θεσμούς «ουδετερόθρησκους», όπως τα δικαστήρια, ή σε θεσμούς αφιερωμένους στον «ορθό λόγο», όπως τα Πανεπιστήμια. Για να επισφραγισθεί το κύρος αυτών των θεσμών, οι λειτουργοί τους επιζητούν μια οιονεί αρχιερατική θέση, καταφεύγοντας σε ανορθολογικές και συμβολικές θρησκευτικές πρακτικές και τύπους, όπως της τηβέννου, ως άλλου ιερατικού αμφίου (βλ. εικόνα), ή της ορκωμοσίας των μαρτύρων και της ορκωμοσίας/καθομολογήσεως των πτυχιούχων, που προϋποθέτουν την έννοια του ιερού και την θεότητα που τιμωρεί τους επιόρκους.

Πέραν όμως της ρητής αποδοχής του μεταφυσικού και του υπερβατικού, υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μεταξύ αυτών των κοσμικών θρησκειών από τις παραδοσιακές: ο μύθος.

Ακόμη και ως απλά συστήματα ηθικής, οι παραδοσιακές θρησκείες βασίζονται σε πανίσχυρους μύθους και συμβολισμούς που έχουν αναπτυχθεί για χιλιετίες και που ανταποκρίνονται σε θεμελιώδη ψυχολογικά αρχέτυπα.

Η λογοτεχνία, το θέατρο και ο κινηματογράφος έχουν κατανοήσει από την πλευρά τους την λειτουργία και δύναμη των αρχετύπων και τα χρησιμοποιούν με εξαιρετική επιτυχία σε έργα κάθε είδους.

Δεν είναι τυχαίο που ο Πόλεμος των Άστρων, με την αναφορά του στην Δύναμη, στην σκοτεινή-φωτεινή πλευρά, στον εκπεσόντα άγγελο (Νταρθ Βέιντερ) κλπ, δημιούργησε την θρησκεία του Τζενταϊσμού, με 390 χιλιάδες πιστούς στην Βρετανία το 2001 και με «εκκλησία» στο Τέξας! 

Νέα θρησκεία και παλιά

Το θρησκεύεσθαι αποτελεί έμφυτη τάση και βασική ανάγκη η οποία πρέπει να ικανοποιηθεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Αυτό που βιώνουμε σήμερα θα μπορούσαμε να το ερμηνεύσουμε ως την σύγκρουση των παραδοσιακών θρησκειών στις οποίες εμμένουν οι λαϊκές τάξεις, με τις νεώτερες του «ορθού λόγου» και των «δικαιωμάτων» στις οποίες προσηλυτίζονται τα ανώτερα οικονομικά και μορφωτικά στρώματα.

Στην σύγκρουση αυτή δεν είναι μόνον το ψυχολογικό και μορφωτικό υπόβαθρο των πιστών που  διαφέρουν, αλλά και το τι αναγνωρίζεται ως θεμιτό κίνητρο συμπεριφοράς.

Στην νέα θρησκεία του «ορθού λόγου» οι συμπεριφορές ταξινομούνται αποκλειστικώς βάσει του υλικού οφέλους που αποφέρουν, ή της «χρησιμότητας» (utility) για να χρησιμοποιήσουμε όρο των νεοκλασικών οικονομικών: οι ορθολογικές συμπεριφορές καταφέρνουν να αυξήσουν το υλικό όφελος, και οι ανορθολογικές όχι.

Υπό την έννοια αυτή, η μητρική αγάπη προς το παιδί δεν έχει τίποτα το υπερβατικά ηθικό, είναι απλώς πρακτικά χρήσιμη: είναι είτε ένα «εξελικτικό πλεονέκτημα» για την διαιώνιση του είδους, είτε υλιστικώς ωφέλιμη για την φροντίδα στα γεράματα. Ο άνθρωπος εξαντλείται στην βιολογία και στο στομάχι του.

Το βολικό με αυτήν την θεώρηση είναι ότι η επίτευξη υλικού συμφέροντος μπορεί να μαθηματικοποιηθεί, και οι ανθρώπινες συμπεριφορές να γίνουν προβλέψιμες και αντικείμενο συμπεριφορικής ανάλυσης, άρα και ελέγχου.

Από εμπειρικά ευρήματα σαν του Kahneman, περνάμε σε συνταγές συμπεριφορικής παρέμβασης για τους «αρχιτέκτονες επιλογών» (βλ. R. H. Thaler και C. R. Sunstein, Nudge), που θα υλοποιούνται από πρακτικούς όπως ο Chris Voss.

Αυτές οι δυνατότητες δεν μπορεί παρά να είναι εξαιρετικά γοητευτικές για τις πολιτικές ελίτ, αλλά είναι χρήσιμες μόνον αν τι υποκείμενο μάθει να κινητοποιείται–έστω και ανορθολογικά–μόνο από το στενό υλικό του συμφέρον.

Αντιθέτως, η υπερβατική φύση των παλαιών θρησκειών προσθέτει έννοιες που δεν αναλύονται με την ωφελιμιστική άλγεβρα: ψυχή, Θεός, αγάπη, αρετή, θυσία, συγχώρεση, αμαρτία, μετάνοια.

Αυτές δημιουργούν πολυδιάστατες συμπεριφορές που δεν αναλύονται ωφελιμιστικά.

Η αυτοθυσία είναι η ύστατη ωφελιμιστική άρνηση, και όμως την βλέπουμε ξανά και ξανά να επιβεβαιώνεται, από τους Νεομάρτυρες μέχρι τους καμικάζι.

Για να δουλέψει λοιπόν κάποιο ωφελιμιστικό μοντέλο, θα πρέπει να μεσολαβήσει μια θρησκεία του «ορθού λόγου», πλήρως υλιστική και χωρίς υπερβατικό περιεχόμενο, που θα καταστήσει τις συμπεριφορές του πιστού προβλέψιμες και ελέγξιμες βάσει υλικών κινήτρων και αντικινήτρων.

Και αυτό προϋποθέτει σύγκρουση. 

Η ελληνική σύγκρουση

Στην Ελλάδα, περιστατικά όπως η υπόθεση των ταυτοτήτων επί Κ. Σημίτη, καθώς και η εν συνόλω πρόσφατη συμπεριφορά δυσανεξίας της κας Σακελλαροπούλου απέναντι στα σύμβολα της Ορθοδοξίας, έφεραν την παραπάνω σύγκρουση στην επιφάνεια και έχουν ανησυχήσει τους πιστούς με την πολεμικότητά τους.

Η κυβέρνηση ξεκίνησε με τον ύστατο συμβολισμό: επέβαλλε πρόστιμα για την περιφορά με αγροτικό της εικόνας της Παναγίας της Τρυπητής στο Αίγιο, ενώ μόλις την προηγουμένη (27/4/2020) ο κ. Μητσοτάκης χειροκροτούσε (χωρίς μάσκα) την περιφορά με νταλίκα της συναυλίας της Άλκηστης Πρωτοψάλτη στην Αθήνα.

Οι διαδηλώσεις του ΚΚΕ για την Πρωτομαγιά και την 17η Νοεμβρίου, και η συγκέντρωση για την δίκη της Χρυσής Αυγής, έγιναν ανεκτές παρά τον υγειονομικό κίνδυνο, όμως στα φετινά Θεοφάνια είχαμε σύλληψη ιερέα και 40 πιστών στην Λάρισα.

Η δε στρατιωτική μπάντα δεν παιάνισε τον Εθνικό Ύμνο στην Πρωτοχρονιάτικη δοξολογία, «λόγω κορωνοϊού» σύμφωνα με τις δηλώσεις του ΓΕΕΘΑ και της Προεδρίας, κάτι όμως που δεν την είχε εμποδίσει να παίξει λίγες ώρες νωρίτερα στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει ο οποιοσδήποτε γιατί οι απαγορεύσεις των λατρευτικών εκδηλώσεων προκάλεσαν δυσαρέσκεια: ενεργοποίησαν αντιστασιακά αντανακλαστικά, ωσάν να προέρχονταν από κάποιον εχθρό που ανταγωνίζεται σε προσβολές εκείνες του Ερντογάν με την Αγία Σοφία.

Οι πιστοί διέγνωσαν τα δύο μέτρα και σταθμά που επιβάλλονται και νιώθουν υπό διωγμό.

Διαισθάνονται έναν σε αργή κίνηση παραγκωνισμό της θρησκείας τους από μια νέα, «από τα πάνω», στην οποία τον ρόλο της Μητρόπολης θα παίζουν λογής-λογής πολιτιστικά ιδρύματα που έχουν ιδρυθεί από τις προαναφερθείσες ανώτερες τάξεις.

Το προδιαγραφόμενο Ορθολογιστάν φαίνεται να εγκαταλείπει το διάταγμα των Μεδιολάνων ειδικώς ως προς την επικρατούσα θρησκεία, την οποία θεωρεί ως την μόνη που μπορεί να το ανταγωνισθεί με αξιώσεις.

Η ανεξιθρησκεία διατηρείται (προσωρινά;) για μειοψηφικές θρησκείες, όπως το Ισλάμ, με τις οποίες η νέα θρησκεία ελπίζει ότι μπορεί να συμμαχήσει εναντίον της θρησκείας της τυραννικής πλειοψηφίας.

Στην Ελλάδα, η Ορθοδοξία αποτελεί ενιαίο σώμα με τον Ελληνισμό επί αιώνες, έχει ζυμωθεί ακόμη και με αρχαία έθιμα και υπάρχει μέχρι και στα σύμβολα του κράτους.

Ο Πρόεδρος ορκίζεται στην Αγία Τριάδα, ο Σταυρός κοσμεί την σημαία, και η Ορθοδοξία αναφέρεται ως επικρατούσα θρησκεία του κράτους σε κάθε Σύνταγμα, από το Προσωρινόν Πολίτευμα της Επιδαύρου του 1822.

Σε καμία περίπτωση οι Επαναστάτες δεν ξεσηκώθηκαν το 1821 για να συστήσουν ένα «ουδετερόθρησκο» κράτος.

Αυτά επιβιώνουν στο λαϊκό σώμα, παρά τον εκσυγχρονισμό και την παγκοσμιοποίηση.

Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να τα λαμβάνει υπόψη προσεκτικά η Πολιτεία όταν διαχειρίζεται ζητήματα που αφορούν στην πίστη, και να κινείται με τον απαραίτητο σεβασμό.

Ναι μεν η Εκκλησία δεν μπορεί να έχει το ελευθέρας να παρεμβαίνει σε οποιοδήποτε πολιτικό, κοινωνικό και διοικητικό ζήτημα, αλλά η σχετική παραίνεση «τὰ Καίσαρος Καίσαρι» συνοδεύεται και από την παραίνεση «καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ».

Και θα πρέπει η Πολιτεία να είναι ακριβοδίκαιη αν δεν θέλει να περάσει το μήνυμα ότι ανεκτή είναι μόνον η μαζική ανυπακοή τύπου ΚΚΕ.

Από την πλευρά τους, οι λογής-λογής φανατικοί «ορθολογιστές» του κόμματος της προόδου καλό θα ήταν να θυμούνται την–ορθή–κριτική που εκτοξεύουν κατά της ανηθικότητας κάποιων υποτιθέμενων φρουρών της πίστης και της ηθικής, όταν οι τελευταίοι ξεστρατίζουν, εκπίπτοντας στον φαρισαϊσμό.

Στο ίδιο πνεύμα καλό θα ήταν να μετρίαζαν την ιδέα που έχουν ως προς τα δικά τους ορθολογικά διαπιστευτήρια, και να αναστοχαστούν τον δικό τους φαρισαϊσμό: να αναγνωρίσουν ότι μέσα από τις θεμελιώδεις ηθικές παραδοχές έως τους καθημερινούς τύπους συμπεριφορών που υιοθετούν, μπορούν κάλλιστα να γίνουν το ίδιο ανορθολογικοί με τους φανατικούς πιστούς τους οποίους αρέσκονται να κατακεραυνώνουν.

Το είπαν άλλωστε και οι επιστήμονες...