Θάνος Βερέμης: «22 ερωτήσεις και απαντήσεις για το ’22»

Το νέο -ευσύνοπτο- βιβλίο του ιστορικού και πανεπιστημιακού μόλις κυκλοφόρησε.
Open Image Modal
DE AGOSTINI PICTURE LIBRARY via Getty Images

Ως «προσπάθεια απλοποίησης ενός σύνθετου ιστορικού φαινομένου, το οποίο συνδυάζει πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και στρατιωτικές παραμέτρους», συστήνεται το νέο βιβλίο του Θάνου Μ. Βερέμη με τίτλο «22 Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το ’22» (εκδόσεις Μεταίχμιο) που μόλις κυκλοφόρησε.

Μέσα σε 140 σελίδες ο διακεκριμένος ιστορικός και πανεπιστημιακός συμπυκνώνει 22 ερωτήσεις με τις αντίστοιχες απαντήσεις για τα πώς και τα γιατί της Καταστροφής της Σμύρνης το 1922, θίγοντας ζητήματα που απασχολούν τη δημόσια συζήτηση διαχρονικά, πέραν της φετινής επετείου των 100 ετών, όπως για παράδειγμα, «Ποια η σημασία της διάσκεψης της Λωζάννης για την Ελλάδα;», «Ποια η σημασία του Ελληνοτουρκικού Συμφώνου Φιλίας του 1930;», «Πώς επηρέασαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι την τύχη των Ελλήνων στη Μικρά Ασία;» και «Υπάρχουν αντικειμενικές μαρτυρίες για τις ευθύνες των δύο αντιπάλων παρατάξεων σχετικά με τη Μικρασιατική Καταστροφή;».

«Η άφιξη 1.300.000 προσφύγων (και όχι μόνον Ελλήνων) σε μια χώρα με μόλις 5.450.000 πληθυσμό αποτέλεσε το μεγαλύτερο πρόβλημα ενσωμάτωσης σε όλη τη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία», σημειώνει ο Θάνος Βερέμης στον πρόλογο. «Ο συνολικός ελληνικός πληθυσμός στη Μικρά Ασία ήταν κατά τους Οθωμανούς 1.228.589. Κατά το Οικουμενικό Πατριαρχείο ο πληθυσμός αυτός ανερχόταν σε 1.419.402. Απουσιάζει από τους δύο υπολογισμούς ο ελληνικός πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης ο οποίος ήταν 331.000. Ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Μικράς Ασίας υπολογιζόταν γύρω στα 15.000.000».

«Όταν ο στρατηγός Χατζηανέστης ανέλαβε την αρχιστρατηγία, ανακάλυψε ότι δεν υπήρχε δεύτερη γραμμή άμυνας στις ελληνικές δυνάμεις. Έδωσε τότε εντολή στον συνταγματάρχη Σπυρίδωνος να μελετήσει την αναπλήρωση του κενού. Στις αρχές Αυγούστου η μεγαλύτερη δύναμη του Κεμάλ συγκεντρώθηκε απέναντι από το νότιο τμήμα των Ελλήνων. Δεκατέσσερις μεραρχίες πεζικού και τέσσερις ιππικού βρίσκονταν αντιμέτωπες με το Αφιόν Καραχισάρ που κρατούσαν οι Έλληνες. Στις 13 Αυγούστου ο Φεβζί πασάς, αρχηγός του τουρκικού επιτελείου, έφυγε από την Άγκυρα για το μέτωπο και ακολούθησε λίγο αργότερα ο ίδιος ο Μουσταφά Κεμάλ. Την αυγή της 26ης Αυγούστου άρχισε η επίθεση των τουρκικών δυνάμεων. Στις έξι το πρωί σημειώθηκε η επίθεση του πεζικού. Η τουρκική ηγεσία, υπό τον αρχιστράτηγο Κεμάλ, τον Φεβζί πασά και τον διοικητή του δυτικού μετώπου Ισμέτ πασά, βρισκόταν κοντά στο θέατρο επιχειρήσεων για να επεμβαίνει στις εξελίξεις. Η ενέργεια αυτή αποδείχθηκε σωτήρια για τους Τούρκους...» (απόσπασμα).

Στις σελίδες του μικρού, ευσύνοπτου βιβλίου (στη λογική της έκδοσης «21 Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το ’21») μνημονεύονται επίσης, ονόματα «Μικρασιατών που παραμένουν σημαντικά για την κατοπινή πρόοδο της Ελλάδας», ανάμεσα σε άλλους, Φώτης Κόντογλου, Μανώλης Ανδρόνικος, Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, Ιωάννης Συκουτρής, Αριστοτέλης Ωνάσης, ωστόσο μία από τις πιο ενδιαφέρουσες «ερωτήσεις» είναι αυτή με τίτλο «Ποιό από τα κείμενα για την Καταστροφή ξεχωρίζει;».

Η απάντηση του Θάνου Βερέμη είναι «το κείμενο του Αμερικανού δημοσιογράφου και λογοτέχνη Έρνεστ Χεμινγουέι που έγραψε, ως αυτόπτης μάρτυς, για τη Σμύρνη, με τίτλο Στην εποχή μας».

Open Image Modal

Η έκδοση κλείνει με τα συμπεράσματα για τα αποτελέσματα της Καταστροφής (αφού προηγουμένως προτείνεται μία βασική βιβλιογραφία) όπου μεταξύ άλλων, διαβάζουμε: «Η ελληνική ιστορία από το 1821 μέχρι σήμερα αποτελεί μια εναλλαγή τραγωδιών με ψυχοδράματα, επιτυχιών με αποτυχίες. Η Καταστροφή του 1922 ήταν ασφαλώς μια τραγωδία για τους πρωταγωνιστές της. Για την κυρίως Ελλάδα που τους υποδέχτηκε, οι πρόσφυγες αποτέλεσαν δώρο εθνοτικής ενότητας, ιδιαίτερα στη Μακεδονία και τη Θράκη. […] Το 1922 ήρθε από την Ασία ένα κύμα από εξελληνισμένους Έλληνες. Οι πρόσφυγες από τα παράλια και τον Πόντο, έχοντας αναπτυχθεί σε πολυεθνικό περιβάλλον, καλλιέργησαν τα ελληνικά τους στοιχεία ώστε, όταν έφτασαν στην Ελλάδα, να συνεισφέρουν στην εθνοτική της ενότητα σε μια εποχή που τα πολυεθνικά κράτη, τουλάχιστον στην Ελλάδα και στην Τουρκία, είχαν τελειώσει».