Από τη συναισθηματικά φορτισμένη προεκλογική περίοδο, έλειψαν τα πολιτικά επιχειρήματα. Αδιόρατες οι προθέσεις τόσο της Κλίντον όσο και του Τραμπ περί της στάσης που θα τηρήσουν οι ΗΠΑ από τώρα και στο εξής στη συριακή κρίση, στην αραβοϊσραηλινή διένεξη και στις σχέσεις με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν. Αδιόρατες επίσης και οι προθέσεις των δύο υποψηφίων για τη δημοσιονομική πολιτική σε ομοσπονδιακό επίπεδο, για το σύστημα υγείας ή την επούλωση των πληγών της οικονομικής κρίσης του 2009 - ζητήματα που καίνε χρόνια τώρα τον μέσο αμερικανό πολίτη. Δυστυχώς η απουσία καθαρών εξαγγελιών, δε φάνηκε να ενόχλησε κανέναν.
|
Open Image Modal
Getty

Ενόσω γράφονται αυτές οι γραμμές, τα τελικά αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστά. Όποιος όμως και να είναι ο νικητής, το σίγουρο είναι ότι αυτή η μακρά και επεισοδιακή από πολλές απόψεις προεκλογική περίοδος έφερε στο φως πτυχές της αμερικανικής πολιτικής πραγματικότητας, που σίγουρα δε μας άφησαν αδιάφορους.

Τα χτυπήματα κάτω από τη μέση, το πάθος στις εμφανίσεις αμφοτέρων των υποψηφίων, τα σκάνδαλα και η χειριστικότητα με την οποία «αξιοποιήθηκαν» και από τις δύο αντίπαλες παρατάξεις τα ΜΜΕ, οι σταρ του Χόλυγουντ και της ποπ-σκηνής έως και το ίδιο το FBI - όλα αυτά δημιουργούν μία κάθε άλλο παρά κολακευτική εικόνα για την ποιότητα του δημόσιου πολιτικού λόγου στη σημερινή Αμερική.

Δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι μέσα από αυτές τις εκλογές, αντιπαρατέθηκαν αφ' ενός το φερόμενο ως «παλαιό κατεστημένο», στο οποίο αποδίδονται ευθύνες για αδιαφάνεια, διαπλοκή, κακή οικονομική διαχείριση και άτολμη εσωστρέφεια στην διεθνή πολιτική σκηνή - και αφ' ετέρου μία οργισμένη μερίδα ψηφοφόρων που νιώθουν ότι τα αιτήματά της δεν εισακούονται. Και πράγματι, τα τελευταία χρόνια οι εκάστοτε διαχειριστές της δημόσιας εξουσίας των ΗΠΑ ίσως αρκούνται να απευθύνονται στις παλιές ελίτ, αδιαφορώντας για μία μεγάλη μερίδα αμερικανών ψηφοφόρων και φορολογουμένων, που εν τέλει κατέληξαν να στηρίζουν σθεναρά την όποια αγοραία συμπεριφορά οποιουδήποτε Ντόναλντ Τραμπ, που «τα λέει έξω από τα δόντια» - χωρίς απαραίτητα να αντιλαμβάνεται τι ακριβώς λέει.

Ανεξαρτήτως λοιπόν εάν τελικά επόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ θα είναι η ψυχραιμότερη Χίλαρι ή ο οργίλος Ντόναλντ, νικητής τελικά αναδεικνύεται μία ακόμη έκδοση λαϊκισμού: Ο Τραμπ-ισμός.

Από τη συναισθηματικά φορτισμένη προεκλογική περίοδο, έλειψαν τα πολιτικά επιχειρήματα. Αδιόρατες οι προθέσεις τόσο της Κλίντον όσο και του Τραμπ περί της στάσης που θα τηρήσουν οι ΗΠΑ από τώρα και στο εξής στη συριακή κρίση, στην αραβοϊσραηλινή διένεξη και στις σχέσεις με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν. Αδιόρατες επίσης και οι προθέσεις των δύο υποψηφίων για τη δημοσιονομική πολιτική σε ομοσπονδιακό επίπεδο, για το σύστημα υγείας ή την επούλωση των πληγών της οικονομικής κρίσης του 2009 - ζητήματα που καίνε χρόνια τώρα τον μέσο αμερικανό πολίτη.

Δυστυχώς η απουσία καθαρών εξαγγελιών, δε φάνηκε να ενόχλησε κανέναν. Αντιθέτως, τα πλείστα τεχνάσματα αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης που αξιοποιήθηκαν από αμφότερες τις παρατάξεις, αποδείχθηκαν εξαιρετικά αποτελεσματικά - απασχολώντας όχι μόνο όλες τις αμερικανικές Πολιτείες αλλά και στην κυριολεξία ολόκληρη τη Γη.

Ανεξαρτήτως λοιπόν εάν τελικά επόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ θα είναι η ψυχραιμότερη Χίλαρι ή ο οργίλος Ντόναλντ, νικητής τελικά αναδεικνύεται μία ακόμη έκδοση λαϊκισμού: Ο Τραμπ-ισμός.

Και αμέσως μετά την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων, ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ - είτε η Κλίντον είτε ο ίδιος ο Τραμπ - θα κληθεί να αναμετρηθεί με έναν νέο πολιτικό πολιτισμό, τον οποίον αμφότεροι δεν είναι σε θέση να ελέγξουν απόλυτα, σε κάποια δεδομένη στιγμή στο μέλλον.