Κατασκοπευτικοί δορυφόροι αποκαλύπτουν ίχνη παλιών αυτοκρατοριών στο Αφγανιστάν

Πρωτοποριακό πρόγραμμα για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας
Open Image Modal
Reuters

Το Αφγανιστάν έχει χαρακτηριστεί «τάφος αυτοκρατοριών», και όχι άδικα, καθώς, ανά τους αιώνες και τις χιλιετίες, πανίσχυρες δυνάμεις της εποχής τους έχουν πραγματοποιήσει εκστρατείες εκεί, οι οποίες κατά κανόνα χαρακτηρίζονταν από μεγάλο κόστος και αμφίβολη επιτυχία. Παρόλα αυτά, είναι μια χώρα καταμεσής του δρόμου που συνέδεε την Άπω Ανατολή με τη Δύση, και ως εκ τούτου, παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον από αρχαιολογικής πλευράς- ωστόσο είναι επικίνδυνος για τους επιστήμονες, καθώς η σύγκρουση ανάμεσα στην, υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, κυβέρνηση της Καμπούλ και τους αντάρτες Ταλιμπάν συνεχίζεται εδώ και χρόνια, τόσο σε απομακρυσμένες περιοχές, όσο και στην ίδια την πρωτεύουσα. Ωστόσο, όπως αναφέρει το έγκριτο αμερικανικό ακαδημαϊκό περιοδικό Science, Αμερικανοί και Αφγανοί ερευνητές εντοπίζουν χιλιάδες αρχαιολογικούς χώρους που δεν είχαν καταγραφεί ξανά στο παρελθόν, παρέχοντας πολύτιμα στοιχεία για χαμένες πλέον αυτοκρατορίες: Στο πλαίσιο συνεργασίας με το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, αρχαιολόγοι αναλύουν δεδομένα από εμπορικούς δορυφόρους, αλλά και αμερικανικούς κατασκοπευτικούς δορυφόρους και στρατιωτικά drones, αποκτώντας εικόνα για χώρους που είναι πολύ επικίνδυνο να επισκεφθούν επιστήμονες. Τον προηγούμενο μήνα είχε γίνει γνωστό από τις American Schools of Oriental Research πως ο αριθμός των γνωστών αρχαιολογικών χαρακτηριστικών στο Αφγανιστάν έχει τριπλασιαστεί, φτάνοντας τα 4.500. Μεταξύ αυτών βρίσκονται καραβανσεράι (κτιριακά συγκροτήματα για φιλοξενία ταξιδιωτών, που χτίζονταν από τους αιώνες προ Χριστού μέχρι και τον 19ο αιώνα), δίκτυα αρχαίων καναλιών κ.α.

 

Open Image Modal
Omar Sobhani / Reuters

 

Το Afghan Heritage Mapping Partnership είναι πνευματικό τέκνο του αρχαιολόγου Γκιλ Στάιν, του Πανεπιστημίου του Σικάγο (UChicago) στο Ιλινόι. To 2014, αυτός και άλλοι ειδικοί σε θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς συναντήθηκαν με τον Αφγανό πρόεδρο Μοχάμαντ Ασράφ Γκκάνι (κάτοχος PhD στην ανθρωπολογία), ο οποίος ζήτησε μια εκτενή προσπάθεια καταγραφής των λειψάνων του παρελθόντος της χώρας. Το επόμενο έτος, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ παρείχε χρηματοδότηση 2 εκατ. δολαρίων στην ομάδα του Στάιν, καθώς και πρόσβαση σε οπτικό υλικό που ανήκε στην κυβέρνηση- το οποίο αποτέλεσε πραγματικό «θησαυρό» για τους σκοπούς της συγκεκριμένης έρευνας.

Μεταξύ των ευρημάτων συγκαταλέγονται 119 καραβανσεράι από τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα (συνήθως ήταν σε απόσταση 20 χλμ μεταξύ τους- η απόσταση που διένυαν κατά μέσο όρο τα καραβάνια μέσα σε μία ημέρα) μέσα στις αφιλόξενες ερήμους του νοτίου Αφγανιστάν. Τα κτιριακά αυτά συγκροτήματα φιλοξενούσαν εκατοντάδες ταξιδιώτες και χιλιάδες ζώα, ενώ υποδεικνύουν τις οδούς που συνέδεαν το Ισφαχάν, πρωτεύουσα της ισχυρής αυτοκρατορίας των Σαφαβιδών, στο σημερινό Ιράν, με την αυτοκρατορία των Μουγκάλ που κάποτε κυριαρχούσε στην Ινδία.

Τα καραβάνια αυτά μετέφεραν μετάξι, πετράδια, μπαχαρικά και ξυλεία από την Ινδία, πορσελάνη από την Κίνα, αλλά και λιγότερο «εξωτικά» φορτία, όπως αποξηραμένα ψάρια. Η συχνότητα ύπαρξης καραβανσεράι υποδεικνύει συστηματικές και οργανωμένες προσπάθειες διασφάλισης της ασφαλούς ροής των εμπορευμάτων, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις θεωρίες πως η αυτοκρατορία των Σαφαβιδών (που εκτεινόταν από την Τουρκία μέχρι το Πακιστάν και υιοθέτησε το σιιτικό Ισλάμ ως επίσημη θρησκεία του τον 17ο αιώνα) ήταν σε παρακμή εκείνη την εποχή.

«Υπάρχει μια παγιωμένη αντίληψη πως, όταν οι Πορτογάλοι έφτασαν στον Ινδικό Ωκεανό, κανείς δεν έκανε τον κόπο να διασχίσει την κεντρική Ασία. Αλλά αυτό δείχνει μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές από τους Σαφαβίδες έναν αιώνα μετά» λέει η Κάθριν Φράνκλιν του Uchicago, project manager στο πρόγραμμα.

 

Open Image Modal
Peter Andrews / Reuters

 

Επίσης, βορειότερα, γύρω από την όαση Μπαλχ, στα σύνορα με το Ουζμπεκιστάν, βρέθηκαν ίχνη οικισμών που είχαν χτιστεί μέσα σε διάστημα μίας χιλιετίας, καθώς ο ποταμός Μπαλχάμπ μετατοπιζόταν εντός μιας περιόδου που διήρκεσε από τους αιώνες προ Χριστού μέχρι τον Μεσαίωνα- και οι κάτοικοι της περιοχής ακολουθούσαν το νερό. Σοβιετικοί αρχαιολόγοι είχαν ανακαλύψει 77 μεγάλους οικισμούς πριν δεκαετίες, ωστόσο οι επιστήμονες του UChicago βρήκαν πάνω από 1.000 αρχαία χωριά και πόλεις, κάτι που σημαίνει πως η περιοχή ήταν πολύ πιο πυκνοκατοικημένη από ό,τι πιστευόταν. Τα δεδομένα αυτά θεωρείται πως θα βοηθήσουν στις έρευνες πάνω στα επίκεντρα του «Δρόμου του Μεταξιού», που συνέδεε την Ευρώπη με την Κίνα. Ακόμη, στο Σιστάν και τη Χελμάντ βρέθηκαν 200 αρχαιολογικοί χώροι που ανάγονται στην αυτοκρατορία των Πάρθων, που άκμασε την ίδια περίοδο με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία- και αποτέλεσε σημαντικό αντίπαλο της Ρώμης στην Ανατολή. Μεταξύ αυτών βρίσκονται ένα εκτενές σύστημα καναλιών, αλλά και πολλά κτίσματα θρησκευτικού χαρακτήρα: βουδιστικά, ζωροαστρικά, αλλά και ελληνιστικά, που φέρουν επιγραφές στα ελληνικά και τα αραμαϊκά. Αυτό δείχνει πως οι Πάρθοι ήταν ανεκτικοί απέναντι σε ξένα ήθη, έθιμα και παραδόσεις.

Για σκοπούς προστασίας αυτών των αρχαιολογικών χώρων, ο Στάιν επιβλέπει τη δημιουργία ενός συστήματος γεωγραφικών πληροφοριών για το Αφγανικό Ινστιτούτο Αρχαιολογίας στην Καμπούλ και του Πολυτεχνείο της Καμπούλ, που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως οδηγός για το μέλλον ως προς την αρχαιολογική έρευνα- και ίσως να λειτουργήσει και ως μοντέλο/ πρότυπο για άλλες χώρες της κεντρικής Ασίας.