Η προσφυγική/μεταναστευτική κρίση της Βενεζουέλας είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής
Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

Η Ελλάδα, η Ευρώπη και ολόκληρη η λεκάνη της Μεσογείου βρίσκονται αντιμέτωπες με την μεταναστευτική και προσφυγική κρίση. Την ίδια ώρα, η διαχρονικά ασταθής περιοχή του Δυτικού Ημισφαιρίου, η Λατινική Αμερική, αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή για την ιστορία της προσφυγική/μεταναστευτική κρίση.

Είναι γεγονός, ότι η προσφυγική/μεταναστευτική κρίση της Βενεζουέλας είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής. Μάλιστα, η κρίση είναι τόσο μείζονα που αποτελεί την δεύτερη παγκοσμίως μετά την συριακή.

Από το 2015 κι ύστερα, περισσότεροι από τέσσερα εκατομμύρια πολίτες της Βενεζουέλας εγκατέλειψαν τις εστίες τους. Αυτός ο αριθμός αντιστοιχεί στο 12% του συνολικού πληθυσμού της νοτιοαμερικανικής χώρας.

Η κατάσταση στην Βενεζουέλα είναι σαφώς έκρυθμη. Η οικονομία βρίσκεται σε πολύ μεγάλη ύφεση και οι βασικές χρηματοοικονομικές δομές έχουν καταρρεύσει. Η χώρα βρέθηκε πολλές φορές αντιμέτωπη με τον υπερπληθωρισμό, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ορισμένες ομάδες του πληθυσμού βρέθηκαν στα πρόθυρα λιμού. Παράλληλα, το σύστημα υγείας της χώρας έχει και αυτό καταρρεύσει, με αποτέλεσμα εκατομμύρια πολίτες να μην έχουν πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Από την άλλη, οι κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ, δεν βοηθούν στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.

Ταυτόχρονα, η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν «εθνικό διχασμό» ο οποίος δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να λάβει την μορφή εμφυλίου πολέμου. Το καθεστώς Μαδούρο έχει υιοθετήσει μια σαφώς πιο αυταρχική πολιτική, σε σχέση με το παρελθόν, την ώρα που σε κάποιες περιοχές της χώρας ένοπλες ομάδες και εγκληματικές οργανώσεις δραστηριοποιούνται εκμεταλλευόμενες την πολιτική κρίση.

Με λίγα λόγια, η Βενεζουέλα χαρακτηρίζεται από μια μείζονα πολιτική, οικονομική, καθώς και κοινωνική κρίση και βρίσκεται δυστυχώς στα πρόθυρα μιας ένοπλης σύρραξης.

Παρά την σιωπή των Μέσων Ενημέρωσης, η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί. Από τον περασμένο Νοέμβριο, πάνω από ένα εκατομμύριο Βενεζουελάνοι εγκατέλειψαν την χώρα τους.

Η διαχείριση της εν λόγω κρίσης έχει φέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της διάκρισης των ανθρώπων που εγκαταλείπουν την Βενεζουέλα σε μετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, το πρόβλημα δηλαδή που αντιμετωπίζουμε και στην Ευρώπη. Η διάκριση αυτή είναι δύσκολη. Σε αντίθεση με την Συρία, στην Βενεζουέλα δεν υπάρχει πόλεμος. Πολλοί ωστόσο εγκαταλείπουν την χώρα διότι ανήκουν στην αντιπολίτευση και ως εκ τούτου διώκονται από το καθεστώς Μαδούρο. Σε αυτούς πρέπει να χορηγηθεί άσυλο και να χαρακτηριστούν ως πολιτικοί πρόσφυγες.

Η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή μας δείχνει ότι, σε αντίθεση με την πλειονότητα των Ευρωπαίων, οι χώρες οι οποίες βρίσκονται στον περίγυρο της Βενεζουέλας, παρά τα οικονομικά ή κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν, φιλοξενούν τους Βενεζουελάνους. Η Κολομβία φιλοξενεί 1,3 εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες από την Βενεζουέλα. Μάλιστα, ο Κολομβιανός Πρόεδρος ανέφερε ότι κάθε μωρό που θα γεννιέται στην Κολομβία θα λαμβάνει αμέσως την κολομβιανή υπηκοότητα, με συνοπτικές διαδικασίες. Οι Κολομβιανοί δεν ξεχνούν την φιλοξενία που τους έδειξαν οι Βενεζουελάνοι: εξαιτίας της μακροχρόνιας εμφύλιας σύρραξης στην Κολομβία – η οποία ξεκίνησε το 1964 – πολλοί Κολομβιανοί βρήκαν καταφύγιο στην Βενεζουέλα. Ακόμη, 806.900 Βενεζουελάνοι φιλοξενούνται στο Περού, ενώ η Χιλή και ο Ισημερινός (Εκουαδόρ) φιλοξενούν 288.000 και 263.000 αντίστοιχα. Στην Βραζιλία, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, βρίσκονται περισσότεροι από 224,000 πρόσφυγες και μετανάστες από την Μπολιβαριανή Δημοκρατία. Τέλος, στα νησιά της Καραϊβικής φιλοξενούνται περισσότεροι από 100.000 Βενεζουελάνοι.

Εντούτοις, η πολιτισμική και κοινωνική πραγματικότητα της Νότιας Αμερικής διαφέρει από εκείνη της Ευρώπης. Η πλειοψηφία των χωρών της περιοχής που εξετάζει το άρθρο αυτό μοιράζονται κοινές αξίες, κοινή γλώσσα και θρησκεία. Γενικότερα οι κοινωνίες της Νότιας Αμερικής με εξαίρεση εκείνες της Αργεντινής, της Ουρουγουάης και σε κάποιον βαθμό της Χιλής, αποτελούν ένα κράμα διαφορετικών φυλών και εθνοτήτων. Λευκοί, Αφρικανοί και Ιθαγενείς ενώθηκαν κάτω από μια κοινή ταυτότητα και ίδρυσαν τα κράτη που απαρτίζουν σήμερα το νότιο τμήμα της ευρύτερης αμερικανικής ηπείρου. Η ενσωμάτωση λοιπόν των Βενεζουελάνων στις χώρες αυτές είναι προφανώς ευκολότερη από την ενσωμάτωση των Ασιατών και Αφρικανών προσφύγων ή μεταναστών στην Ευρώπη.

Σε κάθε περίπτωση η κατάσταση παραμένει κρίσιμη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις η οικονομία δεν θα παρουσιάσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ η έντονη πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο μεγάλων παρατάξεων δεν έχει αμβλυνθεί. Για τους λόγους αυτούς, δεν αποκλείεται η περαιτέρω μετακίνηση ανθρώπων από την Βενεζουέλα προς τις γειτονικές της χώρες.

Δεν πρέπει να παραμελούμε το μέγεθος αυτής της κρίσης. Αποτελεί την σημαντικότερη πηγή αστάθειας στην Λατινική Αμερική. Η διεθνής κοινότητα οφείλει να πιέσει τον Μαδούρο, και δευτερευόντως τους αντιπάλους του, για τον τερματισμό της βαθιάς πολιτικής κρίσης, η οποία έχει μεταξύ άλλων σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην πορεία της οικονομίας της Βενεζουέλας.

Υπάρχει έξαρση των ανθρωπιστικών κρίσεων σε πολλά σημεία του πλανήτη. Οι μεταναστευτικές ροές θα έχουν αυξητική τάση τα επόμενα χρόνια. Οι οικολογικές κρίσεις, η έλλειψη νερού και τροφής, ο υπερπληθυσμός, τα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα, καθώς και οι εθνοτικές και άλλες συγκρούσεις θα αποτελέσουν τους βασικότερους λόγους μετανάστευσης των ανθρώπων.

Γι’ αυτό οι κοινωνίες μας, καθώς και οι πολιτικοί που μας εκπροσωπούν πρέπει να κατανοήσουν ότι η μετανάστευση δεν πρόκειται να σταματήσει. Αντί να αναλώνονται στον λαϊκισμό και την ακροδεξιά ρητορική, οφείλουν, σκεπτόμενοι με ρεαλισμό και ψυχραιμία, να αντιληφθούν ότι η μόνη λύση για το πρόβλημα αυτό είναι η πρόληψή του. Αυτή θα επιτευχθεί μόνον με την συνεργασία μεταξύ των κοινωνιών καθώς και των κρατών μέσω των διεθνών θεσμών.

Για την επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν την Βενεζουέλα, ο τερματισμός της πολιτικής κρίσης αποτελεί βασική προϋπόθεση. Στην χώρα πρέπει να διεξαχθούν ελεύθερες εκλογές, με την παρουσία διεθνών παρατηρητών, κατόπιν συνεννοήσεως μεταξύ «κυβέρνησης» και «αντιπολίτευσης». Ο διάλογος μεταξύ των δύο αντίπαλων παρατάξεων πρέπει επιτέλους να ξεκινήσει. Αυτό θα αποτελέσει και την αρχή για την αντιμετώπιση των σημαντικών οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η λατινοαμερικάνικη χώρα.