Ο Τραμπ, ο Ερντογάν και ο… κορονοϊός: ένα «τανγκό» εν μέσω πανδημίας

Το αμερικανο-τουρκικό δίπολο, συνεπώς, δεν σταματά να απασχολεί τη διεθνή επικαιρότητα ούτε εν μέσω κορονοϊού.
Open Image Modal
Η Τουρκία στέλνει ιατροφαρμακευτική βοήθεια στις ΗΠΑ ως αρωγή για την αντιμετώπιση της πανδημίας 30 Απριλίου 2020 (Photo by Halil Sagirkaya/Anadolu Agency via Getty Images)
Anadolu Agency via Getty Images

Τραμπ και Ερντογάν. Η δυτική και ανατολική πλευρά του παγκόσμιου γίγνεσθαι με τις διπλωματικές και προσωπικές σχέσεις των δύο ανδρών τα τελευταία χρόνια να χαρακτηρίζονται ως ένα ιδιόρρυθμο «τανγκό»: κάποια βήματα μπροστά και πάντα κάποια βήματα πίσω. Οι μέρες του κορονοϊού βρίσκουν τις ΗΠΑ και την Τουρκία στο επίκεντρο της πρωτόγνωρης υγειονομικής και όχι μόνο κρίσης σε μία προσπάθεια των Προέδρων τους να αφήσουν ξανά πίσω τα μεταξύ τους «αγκάθια» και να εργαστούν μαζί προ του «κοινού εχθρού» με γνώμονα φυσικά το πώς έχουν διαχειριστεί σε ατομικό επίπεδο, πρακτικά αλλά και επικοινωνιακά τη νέα πραγματικότητα όπως αυτή διαμορφώθηκε ανά τον κόσμο. Ο γεωμετρικά αυξανόμενος αριθμός των κρουσμάτων και των θυμάτων, η έντονη επικριτική στάση στο εσωτερικό αλλά και τα σοβαρά προβλήματα που έχουν ανακύψει στην αμερικανική και την τουρκική οικονομία λόγω και του επιβεβλημένου lockdown έχουν δημιουργήσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τους Ντόναλντ Τραμπ και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αντιμετωπίζοντας εκ των πραγμάτων την χειρότερη πρόκληση στη μέχρι τώρα θητεία τους. 

Όλα αυτά σε ένα 2020 που σίγουρα δεν εξελίσσεται και στην πιο εύκολη χρονιά για τις δύο χώρες όπου, πέραν του Covid-19, εξακολουθούν να παραμένουν σε εκκρεμότητα πολλά άλλα μέτωπα εκ των οποίων οι επερχόμενες αμερικανικές εκλογές τον προσεχή Νοέμβριο, η αμερικανο-τουρκική κόντρα σε σχέση με τους S-400, η συνεχιζόμενη δραστηριότητα του Τούρκου Προέδρου στη Λιβύη σε συνδυασμό με τη νέα γεώτρηση του γεωτρύπανου Γιαβούζ δυτικά της Κύπρου και το βλέμμα του που είναι διαρκώς στραμμένο στην Ελλάδα. Ζητήματα εθνικής ασφάλειας και περιφερειακής σημασίας που αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης στην δεύτερη κατά σειρά τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ των δύο ηγετών την Κυριακή του Ορθόδοξου Πάσχα, δρομολογώντας ξανά την από κοινού συνεργασία τους στο πλαίσιο των συνεπειών που επέφερε το ξέσπασμα της πανδημίας στη δημόσια υγεία και τις οικονομίες τους.

Το αμερικανο-τουρκικό δίπολο, συνεπώς, δεν σταματά να απασχολεί τη διεθνή επικαιρότητα ούτε εν μέσω κορονοϊού σε μία περίοδο που σηματοδοτείται από ένα ξεκάθαρο κλίμα λαϊκής και πολιτικής αμφισβήτησης στα πρόσωπα δύο Προέδρων οι οποίοι έχουν, ούτως ή άλλως, φανατικούς υποστηρικτές και εξίσου φανατικούς αντιμαχόμενους και πλέον κρίνονται από τα αντανακλαστικά που επέδειξαν εν προκειμένω. 

Ήταν προς τα τέλη Μαρτίου όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είχε αρχίσει να προειδοποιεί για την μετατόπιση του ιού, συν τω χρόνω, από την Ευρώπη και τις ανεξέλεγκτες εστίες της (Ιταλία, Ισπανία) στις ΗΠΑ οι οποίες είχαν όλες τις προϋποθέσεις για να εξελιχθούν στο νέο πεδίο δράσης της πανδημίας, λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη επιτάχυνση που παρουσίαζε η μετάδοσή της.

Open Image Modal
(Photo by Dia Dipasupil/Getty Images)
Dia Dipasupil via Getty Images

Όπως και τελικά συνέβη με την πρόβλεψη του ΠΟΥ να επιβεβαιώνεται μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων και την άλλη άκρη του Ατλαντικού να κατακτά θλιβερές πρωτιές, καταγράφοντας μέχρι σήμερα σχεδόν 1.300.000 συνολικά κρούσματα και κάτι λιγότερο από 77.000 θανάτους. Αριθμοί που αναδεικνύουν το μεγάλο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στα αμερικανικά αστικά κέντρα και ιδίως στη Νέα Υόρκη, προξενώντας εντύπωση και ταυτόχρονα πολλά ερωτηματικά για το πώς η υπερδύναμη του δυτικού κόσμου με τις υποδομές, την οικονομία και το σύστημα υγείας που διαθέτει δεν προετοιμάστηκε εγκαίρως και κατάλληλα ενόψει της επιδημίας που βρισκόταν προ των πυλών. Η απάντηση έγκειται στην καθυστέρηση που επέδειξε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση κατά την «Φάση 1». Αφενός ως προς την ενίσχυση των νοσοκομείων και των δομών υγείας με το απαραίτητο υγειονομικό υλικό και αφετέρου στη λήψη εκείνων των αποφάσεων που θα οδηγούσαν ακόμα πιο γρήγορα στο κλείσιμο των επιχειρήσεων και συνάμα στην εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων με στόχο την εκθετική εξάπλωση και την αναχαίτισή της. 

Οι Αμερικανοί, στην συντριπτική πλειοψηφία τους, επέδειξαν αυτοπειθαρχία και προσαρμογή στους γενικούς κανόνες υγιεινής. Κάτι που αποδεικνύεται από την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών η οποία είναι σίγουρα πολύ διαφορετική από αυτό που όλοι είχαμε συνηθίσει. Κλειστά σχολεία και σε ορισμένες πολιτείες μέχρι τον Σεπτέμβριο, τα ¾ της οικονομίας έχουν μπει σε καθεστώς παύσης, το 16% του εργατικού δυναμικού ήτοι περισσότεροι από 33,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι έχουν σταματήσει να δουλεύουν ή έχουν απολυθεί, βασίζοντας τις ελπίδες τους στο προσφερόμενο επίδομα ανεργίας, 27 εκατομμύρια ανασφάλιστων δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στις υγειονομικές υπηρεσίες ενώ υπάρχουν και εκτεταμένες ελλείψεις στα ιδιωτικά νοσοκομεία που καθιστούν τον πυρήνα του εκεί συστήματος υγείας. Μία ύφεση, οι προεκτάσεις της οποίας συνιστούν αναντίρρητα για τον Πρόεδρο και πάντα επιχειρηματία Τραμπ πλήγμα τόσο στο προσωπικό του γόητρο όσο στο κύρος και τη θέση της Αμερικής στο διεθνές σύστημα. Πολλώ δε μάλλον όταν η χώρα δεν έχει επιδείξει κάποια ουσιαστική πρωτοβουλία σε σχέση με τον κορονοϊό, τουλάχιστον σε πολιτικό και διακρατικό βαθμό. Αντιθέτως, έχει επιδοθεί σε ενέργειες όπως το κλείσιμο των συνόρων ΗΠΑ-Ευρώπης με την αναστολή των από και προς πτήσεων, η προσωρινή απαγόρευση της χορήγησης πράσινης κάρτας στους μετανάστες με ισχύ 60 ημερών και τη δυνατότητα παράτασής της και η προ ημερών απρόσμενη απόφαση του Αμερικανού ταγού να διακόψει μέχρι νεωτέρας τη χρηματοδότηση στον ΠΟΥ, κατηγορώντας τον διεθνή οργανισμό για κακή διαχείριση και συγκάλυψη της εξάπλωσης της πανδημίας. 

Εντούτοις, αυτό που θεωρείται σίγουρο στην περίπτωση των ΗΠΑ είναι η γρήγορη επάνοδος στην οικονομική κανονικότητα λόγω και της φύσης του αμερικανικού καπιταλισμού την ίδια ώρα, ωστόσο, που 7 στους 10 Αμερικανούς δηλώνουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στους προεδρικούς χειρισμούς σε σχέση με τον Covid-19. Τάση που αποτυπώνεται και στην κάμψη των ποσοστών του Ντόναλντ Τραμπ στις δημοσκοπήσεις και εάν κάτι κρίνει μία επόμενη τετραετία του στο Λευκό Οίκο πέρα από την σταθερή εκλογική του βάση, αυτό θα είναι η ανεργία και η επανεκκίνηση της οικονομίας. Μέχρι τις εκλογές, όμως, ο δρόμος θα είναι ανηφορικός για τον Αμερικανό Πρόεδρο ο οποίος θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να απαντήσει στις δημοσιογραφικές αναφορές των τελευταίων εβδομάδων. Δηλαδή για το κατά πόσο και εάν τελικά η κυβέρνησή του γνώριζε για τον κίνδυνο επέκτασης του ιού από την παρθενική εμφάνισή του επί κινεζικού εδάφους, το ενδεχόμενο να εξελιχθεί σε πανδημία και τις πιθανότητες να πλήξει τις ΗΠΑ. 

Open Image Modal
(Photo by Isa Terli/Anadolu Agency via Getty Images)
Anadolu Agency via Getty Images

Οδεύοντας τώρα πιο ανατολικά, η κατάσταση στην Τουρκία είναι το ίδιο πολυσύνθετη και η πανδημία ανάγεται πλέον στο «φυτίλι» που θα μπορούσε να τινάξει στον αέρα και να κατεδαφίσει το εικοσαετές «οικοδόμημα» του Ερντογάν. Την περίοδο που ο κορονοϊός ξεκίνησε να κάνει διαδοχικά την εμφάνισή του σε ολοένα περισσότερα κράτη, ο Τούρκος Πρόεδρος σε ένα ντελίριο επίδειξης ισχύος, διατεινόταν ότι η χώρα του θα αποτελέσει εξαίρεση στον παγκόσμιο κανόνα του συγκεκριμένου ιού τον οποίο και θα κατανικήσει σε περίπτωση που διαπεράσει τα σύνορα. Μία επικοινωνιακή πολιτική που ήταν φύσει αντίθετη με τις φωνές που ανέφεραν κατ’ επανάληψη ότι όχι μόνο έχουν καταγραφεί τα πρώτα και πολυάριθμα κρούσματα στην τουρκική επικράτεια αλλά ειδικότερα η κυβέρνηση έχει προβεί στην απόκρυψη της αλήθειας με απόφαση του ίδιου. Όλα βέβαια άλλαξαν στις 11 Μαρτίου όταν ο Τούρκος Υπουργός Υγείας Φαχρετίν Κότζα ανακοίνωσε επίσημα σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου τον εντοπισμό του πρώτου κρούσματος με τις επόμενες μέρες να επιφυλάσσουν την ανοδική έκρηξη των νοσούντων παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις για το χαμηλό επιδημικό φορτίο. 

Ερχόμενοι στο σήμερα, λοιπόν, ο εξ Ανατολών γείτονας κατατάσσεται πια όγδοος στον παγκόσμιο χάρτη του Covid-19 ανάμεσα στις 186 χώρες και περιοχές που πλήττονται από την υγειονομική κρίση της εποχής μας, φτάνοντας μέσα σε λίγες εβδομάδες τον αριθμό-ρεκόρ των σχεδόν 134.000 ασθενών και των 3.650 θυμάτων.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ερντογάν διανύει τις πιο περίεργες και δύσκολες στιγμές στα είκοσι χρόνια της προεδρίας του, επιδιώκοντας με οποιοδήποτε τρόπο να αποφύγει το ολικό lockdown το οποίο θα δώσει το τελειωτικό χτύπημα στην ήδη πτωχευμένη οικονομία και θα οδηγήσει τη χώρα με μαθηματική ακρίβεια για δεύτερη φορά στο ΔΝΤ. Κάτι που εν τέλει δεν έγινε μιας και η χώρα αντιμετωπίζει την δεύτερη συνεχόμενη κρίση μέσα σε δύο χρόνια. Η τουρκική λίρα καταρρέει, σημειώνοντας ιστορικό χαμηλό στην ισοτιμία της έναντι του δολαρίου, η Άγκυρα ζητά πρόσβαση σε κεφάλαια από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και άλλες κεντρικές τράπεζες λόγω των μειωμένων τραπεζικών της αποθεμάτων ενώ η ανησυχία για μέτρα όπως η εφαρμογή capital controls είναι πάνω στο τραπέζι. Αν και τις προηγούμενες μέρες η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας προχώρησε στη μείωση επιτοκίων της τάξης του 8,75%, σε μία προσπάθεια να αποσοβήσει το οικονομικό σοκ που έχει προκαλέσει η πανδημία. 

Βλέποντας επομένως την κατάσταση να μαίνεται ανεξέλεγκτα, ο Τούρκος Πρόεδρος αναγκάστηκε να καταφύγει σε αποφάσεις που συζητήθηκαν και δημιούργησαν αντιδράσεις τόσο από το λαό όσο και από την αντιπολίτευση. Σε πρώτο επίπεδο, η πρωτοβουλία να διοργανώσει εκστρατεία για την συγκέντρωση χρημάτων, απευθύνοντας έκκληση στους πολίτες να συνεισφέρουν παρά το γεγονός ότι είχε απαγορεύσει αντίστοιχες πρωτοβουλίες σε 11 δήμους της Τουρκίας που πρόσκεινται στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, καθιστώντας σαφές ότι δεν πρόκειται να ανεχθεί ένα «κράτος εν κράτει». Μία άλλη απόφαση ήταν η απελευθέρωση 45.000 κρατουμένων και ο κατ’οίκον περιορισμός τους με στόχο την ανάσχεση του συγχρωτισμού στις φυλακές χωρίς όμως να δίνει αυτή τη δυνατότητα σε ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφους και πολιτικούς της αντιπολίτευσης. Εντούτοις, η κίνηση που έφερε και τη μεγαλύτερη αποδοκιμασία ήταν η 48ωρη απαγόρευση κυκλοφορίας στην Κωνσταντινούπολη την οποία δρομολόγησε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή ο Υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού με επακόλουθο τις εικόνες πανικόβλητων Τούρκων να συρρέουν για επείγουσες αγορές προκειμένου να εφοδιαστούν με τα απαραίτητα. Το εν λόγω μέτρο πήγε ένα βήμα παρακάτω και με προεδρική εντολή η Κωνσταντινούπολη και επιπλέον άλλες 31 επαρχίες τίθενται σε καθεστώς καθολικής καραντίνας κάθε Σαββατοκύριακο και μέχρι νεωτέρας. Η σιγουριά, όμως, του Υπουργού για τα θετικά αποτελέσματα της απόφασής του αντικαταστάθηκε από την δήλωση παραίτησής του η οποία δεν έγινε αποδεκτή από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, παρέχοντάς του πλήρη στήριξη που ενέτεινε ακόμα περισσότερο την πόλωση και το πολιτικό χάσμα που επικρατεί στην Τουρκία.

Τραμπ και Ερντογάν, επομένως, βρίσκονται εν μέσω μίας εσωτερικής δίνης με τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις του Covid-19 να καθορίζουν την επόμενη μέρα όχι μόνο σε επίπεδο χωρών αλλά και της δικής τους προεδρίας. Είναι αλήθεια ότι οι χειρισμοί τους επί του ζητήματος κινήθηκαν, κατά κύριο λόγο, προβάλλοντας την υγεία της οικονομίας και όχι των πολιτών και οι ειλημμένες αποφάσεις τους έχουν συνεπικουρήσει στο να μην υπάρχει μία συντονισμένη πολιτική αντιμετώπισης της πανδημίας, θεωρώντας λανθασμένα ότι καθιστά ένα πρόβλημα που δεν θα χτυπούσε τη δική τους πόρτα. Μολαταύτα, οι στιγμές για τις ΗΠΑ και την Τουρκία διακατέχονται από μία έκδηλη κρισιμότητα και με τα περιθώρια να στενεύουν κατά πολύ, οι δύο ηγέτες έκαναν ξανά ένα βήμα προσέγγισης ώστε να βγουν από αυτή την κατάσταση με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Όσο για το πόσο θα κρατήσει αυτή η σύμπνοια; Μένει να το δούμε μέχρι την επόμενη κρίση.