Οι τρεις λόγοι που οδήγησαν τον Τραμπ στην απόφαση να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Συμβουλές, πολιτικές και εμμονές

Οι τρεις λόγοι πίσω από την απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Συμβουλές, πολιτικές και εμμονές
|
Open Image Modal
Kevin Lamarque / Reuters

Η απόφαση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποσυρθούν οι ΗΠΑ από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και να επαναφέρει τις αυστηρότατες κυρώσεις που ίσχυαν πριν την σύναψη αυτής, σίγουρα δεν αιφνιδίασε τη διεθνή κοινότητα.

Ο Τραμπ είχε αναφερθεί πολλές φορές το τελευταίο διάστημα στις αντιρρήσεις του επί της συμφωνίας που είχε συναφθεί επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα- αν και ουδέποτε έδωσε επαρκείς ή πειστικές εξηγήσεις. Ωστόσο, είχαν καταγραφεί σοβαρές πιέσεις από πλευράς των συμμάχων των ΗΠΑ να μην υλοποιήσει την απειλή. Τελικά βέβαια ο Τραμπ έκανε για μια ακόμη φορά αυτό που ήθελε αγνοώντας προειδοποιήσεις, συστάσεις, συμβουλές.

Τα ερωτήματα όμως είναι «γιατί» και «γιατί τώρα». Όπως παρατηρεί ο δημοσιογράφος του BBC, Anthony Zurcher σε σχετική ανάλυσή του, το θέμα της συμφωνίας με το Ιράν δεν ήταν ποτέ ψηλά στην πολιτική ατζέντα, δεν δεχόταν πιέσεις για την απόσυρση των ΗΠΑ-μάλλον το αντίθετο- ενώ σύμφωνα με δημοσκοπήσεις η πλειοψηφία των Αμερικανών τάσσεται υπέρ της τήρησης της συμφωνίας από την Ουάσινγκτον. 

Ποιοι λοιπόν οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν πραγματικά σε αυτή την απόφαση η οποία ταράζει την διεθνή κοινότητα και επιφέρει νέες, σοβαρές αναταράξεις στη Μέση Ανατολή – ήδη το Ισραήλ πραγματοποίησε αεροπορικές επιθέσεις στη Συρία υποστηρίζοντας πως στο έδαφός της δρουν ιρανικές δυνάμεις- και στέλνει το Ιράν ακόμη πιο βαθιά στην αγκαλιά της Ρωσίας; 

1. O πολιτικός εναγγαλισμός Τραμπ-Νετανιάχου

Όταν ο Τραμπ ήταν υποψήφιος για την προεδρία δεν είχε εμφανιστεί ποτέ τόσο επικριτικός για τη συμφωνία όσο είναι σήμερα. Υποστήριζε πως είχαν γίνει λάθη και οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν αρκετά σκληρές αλλά δεν είχε δεσμευτεί πως οι ΗΠΑ θα υποχωρήσουν από τις δεσμεύσεις τους. Περιοριζόταν σε δηλώσεις για την απαρέγκλιτη τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει το Ιράν και τόνιζε πως οι κινήσεις της Τεχεράνης θα παρακολουθούνται στενά. 

Open Image Modal
Kevin Lamarque / Reuters

Η ρητορική του όμως στο θέμα άρχισε να γίνεται όλο και πιο επιθετική όσο γινόταν πιο στενή η συνεργασία του με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπέντζαμιν Νετανιάχου με τον Τραμπ να προσχωρεί στην σκληρή γραμμή του Τελ Αβίβ σε ότι αφορά τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για τη Μέση Ανατολή.

Υπενθυμίζεται πως η προσέγγιση ΗΠΑ-Ισραήλ, έγινε αισθητή πριν από μερικούς μήνες όταν ο Τραμπ ανακοίνωσε την απόφαση του να μεταφέρει την πρεσβεία της χώρας στην Ιερουσαλήμ, πράξη που συνιστά έμμεση αναγνώριση της ιερής και διεθνής πόλης ως πρωτεύουσα του Ισραήλ τη στιγμή που διεκδικείται επίσης ως πρωτεύουσα του εν αναμονή παλαιστινιακού κράτους. Επίσης σε ό,τι αφορά την πολιτική του για την Μέση Ανατολή θα πρέπει να θυμίσουμε τις απειλές για κυρώσεις σε βάρος των Παλαιστινίων, ενώ συνέχισε να καταδικάζει με προκλητική φρασεολογία το καθεστώς στο Ιράν. 

Τώρα, όπως τονίζεται στην ανάλυση του BBC, προχώρησε και στην εγκατάλειψη της συμφωνίας, αποδεχόμενος εν μέρει στοιχεία που του έχει παρουσιάσει το Ισραήλ και αφορούν υποτιθέμενες παραβιάσεις των δεσμεύσεων από πλευράς της Τεχεράνης. 

Και προεκλογικά βέβαια αξίζει να επισημάνουμε ότι η μόνη φορά πως ο Τραμπ είχε μιλήσει τόσο ανοιχτά κατά της συμφωνίας ήταν όταν απευθύνθηκε στους συμμετέχοντες ετήσιου συνεδρίου αμερικανο-ισραηλινού φόρουμ για να δηλώσει: «Η πρώτη μου προτεραιότητα είναι να διαλύσω την καταστροφική συμφωνία με το Ιράν», υποστηρίζοντας πως ακολουθεί μια αποσταθεροποιητική, για την περιοχή της Μέσης Ανατολής, πολιτική και υιοθετώντας μέρος της ρητορικής του Ισραήλ. Ευθαρσώς δε είχε δηλώσει πως με εκείνον στην προεδρία, «οι μέρες που κάποιοι απειλούσαν το Ισραήλ σαν να ήταν μια χώρα δεύτερης κατηγορίας, θα τελειώσουν». Η δήλωση σχολιάστηκε ως μια προσπάθεια του Τραμπ να αποδείξει την στήριξή του στο Ισραήλ. 

Σίγουρα πάντως η δήλωση του ήταν μια υπόσχεση. Μόνο που δεν απευθυνόταν στο σύνολο του αμερικανικού λαού.  

 

2. Τα νέα «γεράκια» και οι σύμβουλοι στο περιβάλλον Τραμπ

Παρά τις σποραδικές δηλώσεις που είχε κάνει ο Τραμπ σχετικά με την συμφωνία, ήταν εμφανές πως δεν είχε κατασταλάξει. Πληροφορίες αναφέρουν πως οι σύμβουλοί του, στενοί συνεργάτες και μέλη της κυβέρνησης τον είχαν συμβουλέψει κατά της αποχώρησης των ΗΠΑ. Μεταξύ αυτών ήταν ο Ρεξ Τίλερσον (τέως υπουργός Εξωτερικών), ο ΜακΜάστερ (τέως Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας) και τον Τζέιμς Ματίς (Υπουργό Άμυνας).  

Ίσως όχι τυχαία εκ των ανωτέρω σήμερα ο μόνος που δεν έχει παραιτηθεί-απομακρυνθεί είναι ο Mattis αν και όπως αναφέρουν πληροφορίες, η επιρροή του στον Λευκό Οίκο ακολουθεί φθίνουσα πορεία. Οι άλλοι δύο έχουν αντικατασταθεί από τους Μάικ Πομπέο και Τζον Μπόλτον και αξίζει να σημειωθεί πως και οι δύο χαρακτηρίζονται ως «πολέμιοι» του Ιράν και της συμφωνίας που είχε γίνει επί Ομπάμα. 

Μετά την απομάκρυνση των Τίλερσον και τον ΜακΜάστερ οι συμβουλές προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ άλλαξαν και κάποιοι άρχισαν να του ψιθυρίζουν πως η αρχική του ιδέα δεν ήταν κακή. Η λογική της πολύπλευρης προσέγγισης θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά το Ιράν, άρχισε να εγκαταλείπεται-εξάλλου και ο ίδιος ήταν πάντοτε δύσπιστος. Και βέβαια δεν θα μπορούσε να σκεφτεί και κάτι διαφορετικό όταν όλοι οι σύμβουλοί του συμμερίζονται τις απόψεις του και όσοι εκφράζουν διαφορετικές γνώμες απομακρύνονται με συνοπτικές διαδικασίες.  

Open Image Modal
Kevin Lamarque / Reuters

 3. Καταστρέφοντας κάθε ίχνος από την πολιτική κληρονομιά του Ομπάμα

Και επειδή αναφερόμαστε σε μια απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ, δεν θα μπορούσε κανείς να παραλείψει και μια διαφορετική διάσταση που πιθανότατα σχετίζεται με τη στάση του αμερικανού προέδρου. 

Δεν είναι λοιπόν λίγοι οι παροικούντες στην Ουάσινγκτον που εν μέρει, βλέπουν πίσω από την συγκεκριμένη απόφαση του Τραμπ ένα πολύ συγκεκριμένο κίνητρο να και μάλλον περισσότερο προσωπικό παρά πολιτικό. Αυτό δεν είναι άλλο από την καταστροφή της πολιτικής κληρονομιάς του πρότερου ενοίκου του Λευκού Οίκου, Μπαράκ Ομπάμα, κορυφαία στιγμή της προεδρίας του οποίου ήταν η συμφωνία με το Ιράν. 

Όπως επισημαίνεται, από τη στιγμή ο Τραμπ ανέλαβε την προεδρία έχει στοχοποιήσει μια σειρά από κορυφαίες πολιτικές του Ομπάμα ξεκινώντας από το προσφυγικό-μεταναστευτικό και θέματα που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, την αποσάθρωση του Obama Care που αφορά την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, μέχρι ζητήματα εξωτερικής πολιτικής -κυρίως τη στάση των ΗΠΑ προς τον αραβικό κόσμο αλλά και την Κούβα- φτάνοντας μέχρι την εγκατάλειψη της διαβόητης εμπορικής συμφωνίας ΤΡΡ, την απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα κ.α. 

Όπως μάλιστα σχολίασε πρόσφατα ο Σον Ντέιβις στην συντηρητικών πολιτικών απόψεων ιστοσελίδα The Federalist μετά από την κατάργηση σειράς πολιτικών και την απόσυρση των ΗΠΑ από σειρά συμφωνιών, όλες της περιόδου Ομπάμα, «Η μόνη πραγματική κληρονομιά του Ομπάμα αυτή τη στιγμή είναι η προεδρία του Ντόναλτ Τραμπ».