Τουρκική στρατιωτική εμπλοκή και στον Καύκασο

Η τουρκική αναθεωρητική βεντάλια άνοιξε περισσότερο και καλύπτει πλέον και την περιοχή του Καυκάσου
|
Open Image Modal
(Photo by Ministry Of Defence of Azerbaijan / Handout/Anadolu Agency via Getty Images)
Anadolu Agency via Getty Images

Η αναζωπύρωση της παλαιάς σύγκρουσης Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν δύσκολα δύναται να προσδιοριστεί ως ένα αμιγώς διμερές ζήτημα, απόρροια της τριακονταετούς αντιπαράθεσης των δύο κρατών.  Είναι γεγονός ότι ο πόλεμος Αρμενίας–Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο –Καραμπάχ/Αρτσάχ ξεκίνησε το 1988, αποτελώντας ένα από τα πρώτα ορατά ρήγματα της πάλαι ποτέ κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης. Μετά το 1992, η εν λόγω διακρατική –πλέον-  σύγκρουση διήρκεσε μέχρι το 1994 και οδήγησε στην στρατιωτική επικράτηση της Αρμενίας, η οποία όμως δεν διευθετήθηκε οριστικά σε πολιτικό επίπεδο και έκτοτε παραμένει εκκρεμής. 

Το Ναγκόρνο –Καραμπάχ/ Αρτσάχ  έχει ανακηρυχθεί αυτόνομη δημοκρατία, όντας πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά εξαρτημένο από το Ερεβάν. Η γεωγραφική ασυνέχεια Αρμενίας - Αρτσάχ , οδήγησε στην κατάληψη των ενδιάμεσων περιοχών της επικρατείας του Αζερμπαϊτζάν από τις αρμενικές δυνάμεις, ενισχύοντας έτι περεταίρω την αντιπαράθεση. Συν τω χρόνω, η διεύρυνση των συντελεστών ισχύος και των στρατιωτικών ικανοτήτων του Αζερμπαϊτζάν, συνέπεια των αυξημένων εσόδων από την παραγωγή και πώληση υδρογονανθράκων, ενεργοποίησε την διαδικασία άνισης ανάπτυξης ανάμεσα στα δύο κράτη, δημιουργώντας την πεποίθηση στο Μπακού ότι δύναται να αλλάξει το υπάρχον καθεστώς με την χρήση στρατιωτικών μέσων.   

Αρωγός, στην προσπάθεια του Μπακού να αποκαταστήσει με την χρήση βίας την εδαφική του κυριαρχία, είναι η Άγκυρα. Μεταψυχροπολεμικά,  η τουρκική εξωτερική πολιτική, τόσο των κεμαλικών κομμάτων, όσο και της ερντογανικής περιόδου χαρακτηρίστηκε από την αναφανδόν υποστήριξη του Αζερμπαϊτζάν. Αρχικά, η τουρκική στήριξη προς το Μπακού  περιοριζόταν  σε ρητορικό επίπεδο. Σταδιακά, η Άγκυρα ανέπτυξε στενότερους δεσμούς με το αζέρικο καθεστώς και στην παρούσα φάση προβαίνει σε ευθεία στρατιωτική εμπλοκή και στον χώρο του Καυκάσου. Μάλλον ο Ερντoγάν επιδιώκει να ανατρέψει την αποτυχημένη τουρκική πολιτική της προηγούμενης περιόδου στην περιοχή. 

Παρά τις μεγαλοστομίες, η τουρκική διπλωματία, πιθανότητα, θα βρεθεί ενώπιον τριών επιλογών, βάσει της τροπής που θα λάβει η νέα αντιπαράθεση στο Ναγκόρνο –Καραμπάχ/ Αρτσάχ. 

Πρώτο ενδεχόμενο, αν επικρατήσει στην νέα σύγκρουση πάλι η Αρμενία τότε η Άγκυρα οφείλει να εμπλακεί ενεργότερα  για να υποστηρίξει το Αζερμπαϊτζάν, όπως δήλωσε ο Τούρκος Πρόεδρος. Ταυτόχρονα, η προάσπιση του Ερεβάν εκ μέρους της Μόσχας, συνιστά εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για να συνεχιστεί η φιλορωσσική πολιτική της Αρμενίας. Σ’ αυτή την περίπτωση η Άγκυρα θα έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τη Ρωσία, η οποία έχει υπογράψει αμυντική συμφωνία και διατηρεί δυνάμεις στο αρμενικό έδαφος. Δεν γνωρίζω κατά ποσό είναι επιθυμητή ως προοπτική  και εφικτή για την τουρκική στρατηγική η ευθεία αντιπαράθεση με την Μόσχα στον Καύκασο. 

Δεύτερο, αν επικρατήσει το Αζερμπαϊτζάν είναι σίγουρο πως θα επέμβει η Μόσχα για τους λογούς που αναλύσαμε ακροθιγώς μόλις πριν. Επίσης σ’ αυτή την περίπτωση η Τουρκία θα βρεθεί στο δίλημμα να παρέμβει εναντίον της Ρωσίας, η οποία όπως έχει αποδείξει σε μια σειρά κρίσεων (Γεωργία 2008, Ουκρανία 2014, Συρία 2015, Λιβύη 2019) φείδεται μεν αλλά όταν το  επιτάσσουν οι συνθήκες προβαίνει στην  χρήση στρατιωτικής βίας, για την επίτευξη των πολιτικών της στοχεύσεων. 

Τρίτο, αν η σύγκρουση δεν αλλάξει την υπάρχουσα κατάσταση, τότε το Μπακού θα αισθάνεται ηττημένο, αφού εκείνο επιδίωξε να αλλάξει το status με τη χρήση στρατιωτικών μέσων, και κατ’ επέκταση και η Άγκυρα. Επομένως θα συνιστά διπλωματική ήττα για την Τουρκία. Το πιο πιθανό σενάριο είναι η Τουρκία να επιδιώξει την διαιώνιση της στρατιωτική της παρουσία στο Αζερμπαϊτζάν και μετά την κρίση , ως μια προσπάθεια περαιτέρω ενίσχυσης της θέσης της στο περιφερειακό σύστημα. 

Η τουρκική αναθεωρητική βεντάλια άνοιξε περισσότερο και καλύπτει πλέον  και την περιοχή του Καυκάσου.  Η Άγκυρα λειτουργεί ως περιφερειακός αποσταθεροποιητής, θεωρώντας πως μ′ αυτόν τον τρόπο θα καταστεί συνδιαμορφωτής –τουλάχιστον- της νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή. Η πολιτική ελίτ που κυβερνά τη γείτονα εδώ και 18έτη επιθυμεί να καταστεί περιφερειακή δύναμη και οφείλει να καταθέσει τα “διαπιστευτήρια” της.

 Σχετικά με το ζήτημα της περιφερειακής τάξης στον Καύκασο αυτό θα είναι απόρροια ενός ηγεμονικού διακανονισμού μεταξύ Δύσης και Ρωσσίας, που όπως όλα τα ηγεμονικά σχήματα προϋποθέτει έναν αποδεκτό καταμερισμό ισχύος ανάμεσα στους κύριους δρώντες και μια ταυτόχρονη ανεκτή ιεραρχία μεταξύ ηγετικών και υποδεέστερων δυνάμεων. Σ’ αυτό το σημείο έγκειται η τουρκική (αντι)δραση, ενώ επιθυμεί να ανήκει με τις πρώτες, οι δυνατότητες της την ωθούν προς τις δεύτερες.