Ανθρωπιστική Παιδεία… εικονολάτρες και εικονοκλάστες (sic)

Η ανθρωπιστική παιδεία, η φιλοσοφία, η ποίηση, οι καλές τέχνες είναι το μέσο που καταξίωσαν τον άνθρωπο σαν οντότητα και τον ανήγαγαν σε υπέρτατη αξία.
Open Image Modal
araelf via Getty Images

Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος για την αξία της ανθρωπιστικής παιδείας, της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας (και ιδιαίτερα της ποίησης) καθώς και για την «αναγκαιότητα» διδασκαλίας τους στη μέση εκπαίδευση.

Όσοι επισημαίνουν τα… «μη μετρήσιμα αποτελέσματα (;) της λογοτεχνίας» και γενικότερα των ανθρωπιστικών σπουδών, ξεκινούν από μία εντελώς λανθασμένη βάση. Η οικονομικοτεχνική αξιολόγηση αφορά άλλα, μετρήσιμα, οικονομικά και αριθμητικά δεδομένα και επιστήμες με αξίες άλλες που η ανταλλακτική τους δυνατότητα και η υλική και υλιστική τους υπόσταση μαρτυρά και την απόσταση τους από την αριστοτελική διάσταση της ψυχής.

Η ανθρωπιστική παιδεία, η λογοτεχνία, η φιλοσοφία και το επιγέννημα τους, οι αξίες που εκπηγάζουν αβίαστα από αυτές, δημιουργούν έναν (ναι μεν) μη μετρήσιμο αλλά ανυπολόγιστης αξίας αντίκτυπο στη ψυχοσύνθεση του ανθρώπου. Ποτέ δεν επισημάνθηκε -κι από κανένα μελετητή της κοινωνικής ψυχολογίας, της συστημικής ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας της Ειδικής Αγωγής ή όποιας άλλης επιστήμης- ο βαθμός της «καλοσύνης», της θλίψης, της συναισθηματικής ανάγκης, της επιθυμίας ή και της συνειδητής ή λανθάνουσας ενσυναίσθησης, έτσι για να χρησιμοποιήσω έναν όρο που τα τελευταία χρόνια ακούγεται πολύ συχνά από το στόμα πολλών «ειδικών» που δεν έχουν καν ακούσει τι είναι η «Θεωρία του Νου»! Αντίθετα, ας μου επιτραπεί να επισημάνω ότι από την προσωπική μου ερευνητική ενασχόληση με την Ειδική Αγωγή και τη μελέτη των διαδικαστικών μοντέλων της συμπερίληψης, αναρωτιέται πάντοτε ο σύγχρονος επιστήμονας πώς οι κοινωνικές ιστορίες, τα λογοτεχνικά έργα, τα παραμύθια, η μουσική, η ποίηση μπορούν να δημιουργήσουν εκείνο το κλίμα ασφάλειας για να ανθίσει μια «υγιής ανθρώπινη ψυχή»! Ποτέ μου δεν άκουσα να ρωτούν κάποιον ή να παρατηρούν αν «είναι 85% ή 90% καλός» ή «αν αντιλαμβάνεται τις ανάγκες των άλλων με βαθιά συνείδηση στο 90%», ή «αν είναι 5.122 μονάδες γλυκός» ή «80% ευγενικός» (!).

Έτσι, σε αυτό το πλαίσιο, με αυτό το κείμενο (και με κάποια άλλα που θα ακολουθήσουν) επιχειρείται να αναδειχθούν πτυχές των ανθρωπιστικών γραμμάτων που φωτίζουν διαχρονικά την ψυχή του ανθρώπου, συμβάλλουν στη δημιουργία υγιών κοινωνικών σχέσεων και συμβάλλουν στην καλλιέργεια της… «ενσυναίσθησης»! Για τους μυημένους, είναι γνωστή και εύκολα αντιληπτή η συσχέτιση των ανθρωπιστικών γραμμάτων με την κοινωνική φύση του ανθρώπου και την προσπέλαση των προϋποθέσεων για την επίτευξη της κοινωνικής συμβίωσης και την αναζήτηση του «εὖ ζῆν», υπερβαίνοντας το φυσικό «ζῆν». Σε αυτούς είναι ήδη γνωστή, από τη μελέτη των αρχαίων κειμένων, η προσπάθεια των προγόνων μας να μυήσουν τον άνθρωπο σε ένα κόσμο που θα θέτει στο κέντρο της φιλοσοφικής θεώρησης της «εὐδαιμονίας» τον ίδιο τον άνθρωπο.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, για χάρη των αμύητων συμπολιτών μας.

Ο άνθρωπος και η εξελικτική του πορεία αποτελούν το λαμπρότερο παράδειγμα, την πιο σαφή προσπάθεια του είδους μας να διαφοροποιηθεί· να αλλάξει· να βελτιώσει και να βελτιωθεί. Πράγματι, ο άνθρωπος κατόρθωσε να μετουσιώσει και να συμπυκνώσει τις συνέπειες της απειρίας και της αναζήτησής του σε ώριμη και έγκυρη γνώση, αποτέλεσμα μίας επίμονης προσπάθειας ανακάλυψης και οριοθέτησης της αλήθειας που κοντολογίς ονομάσαμε φιλοσοφία. Αυτή ακριβώς η προσπάθεια του ανθρώπου να προσπελάσει την αλήθεια –συχνά μάταια κι άλλοτε πάλι επιτυχώς- είναι η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου από τα υπόλοιπα ζώα, τουλάχιστον στο επίπεδο της ίδιας της εξέλιξης.

Η φιλοσοφία, η σωκρατική τουλάχιστον θεώρηση της, αναδεικνύει την ανάγκη να εντρυφήσει ο άνθρωπος στον άνθρωπο, αν και για να είμαστε ειλικρινείς κι άλλοι φιλόσοφοι πριν τον Σωκράτη -ακόμη και ο ατομικός φιλόσοφος Δημόκριτος- ασχολήθηκαν με ζητήματα ηθικής. Παρόλα αυτά, σε μία προσπάθεια ιστορικής… «αναδίφησης», ο Σωκράτης ήταν αυτός που έφερε το φιλοσοφικό στοχασμό από τον ουρανό (και τα πρώτα δομικά στοιχεία του κόσμου) στη γη και στον ίδιο τον άνθρωπο.

Πρώτος λοιπόν, ο Σωκράτης έστρεψε το φιλοσοφικό ενδιαφέρον στον Άνθρωπο, θεμελιώνοντας μία νέα τάση, που πόρρω απείχε από την προηγούμενη· μία τάση η οποία πιο πολύ θα θύμιζε τη Σίλικον Βάλεϋ (στα μέτρα της εποχής) παρά την πνευματική διάσταση του όντος το οποίο μελετάται εδώ. Αυτή η αιρετική για την εποχή επιλογή σήμανε ένα τέλος και μια αρχή: από τη μία έλαβε άδοξα τέλος η όποια προσπάθεια καθαγιασμού του «ανθρώπινου ζώου» κι από την άλλη άρχισε μία νέα εποχή, ή για να γίνει πιο εύληπτο και από τους πάλαι ποτέ λατινίζοντες, εμφανίστηκε η era hominis! Πράγματι, με τον Σωκράτη, μετά τον Σωκράτη ή καλύτερα χάρη στον Σωκράτη, εμφανίζεται ένας νέος τύπος ανθρώπου: ο homo humanus (sic!), ή ακόμη καλύτερα ο άνθρωπος-φιλόσοφος, ένα πρότυπο ανθρώπου που κατά τον Παπανούτσο σήμανε «την οριστική και αμετάκλητη απομάκρυνση του ανθρώπου από τη ζωώδη του κατάσταση».

Η αναφορά όλων αυτών των ζητημάτων δεν αποτελεί μία προσπάθεια ανάδειξης της δυναμικής εξέλιξης του ανθρώπου ή της αξίας του με όχημα τη φιλοσοφία ή τη σωκρατική προσήλωση «περί των ανθρωπίνων». Αυτή είναι πανθομολογούμενη και η όποια προσπάθεια της σε ένα δοκιμιακού χαρακτήρα κείμενο φαντάζει απλώς σαν ένα πασπάλισμα χρυσόσκονης· μία επίφαση επιστημολογικού και ηθικού ερείσματος. Πράγματι, το ζητούμενο, το αντικείμενο του ενοχλητικού οίστρου δεν είναι η ίδια η εδραίωση της φιλοσοφίας και του… ανθρωπισμού. Ούτε και η προσπάθεια ανάδειξης της αξίας της αρχαίας ελληνικής παιδείας, της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας, καθώς και της συμβολής της ανθρωπιστικής γνώσης στη διαμόρφωση του σύγχρονου πολιτισμού. Δε χρειάζεται νομίζω υπεράσπιση αυτή η γνώση, ούτε επιχειρήματα για την βαρύτητα και την αξία της. Ας σταματήσουν οι αδαείς να ζητούν, ανερυθρίαστα μάλιστα, διαπιστευτήρια και αποδεικτικά. Η ύπαρξη και μόνο του έλλογου όντος ως τέτοιου, που κατόρθωσε να υπερβεί την αισθητική αντίληψη, να την μετασχηματίσει με την εμπειρία και να την περιγράψει, αποτελεί την ισχυρότερη απόδειξη της ισχύος της φιλοσοφίας και των επιτευγμάτων της ανθρωπιστικής παιδείας. Εξάλλου, η αιτία του εξοβελισμού της ανθρωπιστικής παιδείας από το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι η αμφισβήτηση της δύναμης και της επιρροής που μπορεί να ασκήσει. Αντίθετα, όπως αναφέρθηκε στην αρχή, σκοντάφτει σε εμπόδια οικονομικοτεχνικού υποβάθρου.

«Καλά και τι λεφτά θα βγάλεις με αυτά;». Αλήθεια, δεν είναι αυτή η μόνιμη επωδός αγχωμένων γονέων, συμβούλων επαγγελματικής σταδιοδρομίας (προς Θεού όχι Συμβούλων Εκπαίδευσης ή Παιδείας) ή –για να χρησιμοποιήσω και ένα όρο της εποχής- ακόμη και των «Αγορών»; Έτσι, ο άνθρωπος, αυτό το υπέρτατο ον, «κατόρθωσε» να απαξιώσει οτιδήποτε τον συνδέει με το μεγαλείο της αρχαίας ελληνικής παιδείας και «πέτυχε» αυτήν τη διάρρηξη με το πνευματικό του παρελθόν, με την ανέκκλητη ρίζα που γέννησε μόλις χθες το σήμερα του. Αλλά ακόμη κι αυτό το σήμερα του, όπως περιγράφεται με την ευεργετική ματιά της ευαίσθητης ψυχής ενός ποιητή ή ενός συγγραφέα πέφτει θύμα (αν δεν έχει ολότελα χαθεί) της ολοένα αυξανόμενης επιρροής της ύλης και της κατίσχυσης του μετρήσιμου υλικού έναντι του άυλου, του υπερβατού. Κι όμως, μόνο αυτή μπορεί να υπερηφανευτεί για τη δυνατότητα να κάνει τα κυκλώματα του εγκεφάλου, τις συνάψεις, με μόνο όχημα την επιρροή που ασκεί η λογοτεχνική σκέψη να ενεργοποιήσει σπινθηροβόλα τη ψυχή του ανθρώπου.

Η ανθρωπιστική παιδεία, η φιλοσοφία, η ποίηση, οι καλές τέχνες είναι το μέσο που καταξίωσαν τον άνθρωπο σαν οντότητα και τον ανήγαγαν σε υπέρτατη αξία, απομακρύνοντάς τον από την ζωώδη του κατάσταση. Έτσι, ο άνθρωπος μπόρεσε να απωλέσει τη βίαιη, αδιάφορη, επιθετική, αγενή και εγωιστική του φύση, όταν με νύχια και με δόντια επέβαλλε τις επιθυμίες του θηρίου και κατόρθωσε να μετασχηματιστεί σε ένα ον με επίγνωση των ηθικών, συναισθηματικών και κοινωνικών αναγκών του. Αντιλήφθηκε, όπως υποστηρίζει και ο Μπέγζος, ότι «από τη φύση του είναι συνάνθρωπος, αλλιώς είναι απάνθρωπος». Ενώ, τόση προσπάθεια έχει καταβάλλει το είδος μας να αποδείξει ότι είναι Άνθρωπος, θα του αφαιρέσουμε τα σημαντικότερα εργαλεία αυτής της προσπάθειας; Θα αποδεχθούμε έτσι σιωπηλά τη σαρκοποίηση του ανθρώπου και την αναστροφή της εξελικτικής του πορείας; Τότε, γιατί όλοι με κροκοδείλια δάκρυα ολοφύρονται για την έλλειψη ενσυναίσθησης και τον… δύσκολο άνθρωπο της εποχής μας;