Aπό το «τσιν-τσιν» στις τσαμπούνες: Οι καλύτερες καλοκαιρινές σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου

Από το «τσιν-τσιν» ως τις τσαμπούνες: Οι καλύτερες καλοκαιρινές σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου
|
Open Image Modal
mantalena

Είναι εντυπωσιακό ότι ενώ οι περισσότερες εμπορικές ελληνικές ταινίες ταινίες προβάλλονται στην ελληνική τηλεόραση ασταμάτητα εδώ και τριάντα και κάτι χρόνια, κοντεύουμε να ξεχάσουμε πλέον πως πολλές από αυτές έχουν γυριστεί πενήντα χρόνια πριν. Μέσα από αυτές τις ταινίες του '60 και του '70 αναδεικνύεται μια καλοκαιρινή κάπως πιο ανέμελη Ελλάδα που δεν υπολείπεται όμως σε αντιθέσεις. Από τη μια η αθωότητα μιας μακρινής αλλά όχι απαραίτητα πιο εύκολης εποχής με απάτητες παραλίες και κλειστές συντηρητικές κοινωνίες. Από την άλλη ο οργανωμένος τουρισμός που μόλις ξεκινά : μεγάλες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, κοσμοπολίτικα ήθη κι έθιμα. Οι σκηνές που έχουμε ξεχωρίσει ανήκουν και στις δύο κατηγορίες.

Στην Κατερίνα Νανοπούλου αρέσει να ακούει το «Τσιν τσιν» από πρώιμους χίπστερ τρώγοντας αχλάδια

Το Δόλωμα, 1964, σκην. Αλέκος Σακελλάριος

Δύο μικροαπατεώνες και η Καίτη (Αλίκη Βουγιουκλάκη), μία γυναίκα από την Τρούμπα (αχεμ), ταξιδεύουν στη Ρόδο με σκοπό να εξαπατήσουν πλούσιους εργένηδες και να τους «φάνε» τα χρήματα, με δόλωμα την Καίτη. Χαρακτηριστικά καλοκαιρινή ταινία, αφού γυρίστηκε εξ' ολοκλήρου στην Ρόδο, με τον Αλέκο Σακελλάριο να έχει δώσει έμφαση στα τοπία του νησιού, και την Αλίκη Βουγιουκλάκη με μαγιό, στα καλύτερά της. Εκεί ανάμεσα σε γιασεμιά και φέτες από καρπούζι που τρώει κρυφά η Καίτη στην τουαλέτα, το Τρίο Ατενέ κλέβει τις εντυπώσεις και τραβάει τα βλέμματα στην πιο χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας, μετά από εκείνη που χορεύει στον στύλο η Αλίκη στο καμπαρέ στην αρχή της ταινίας. Πολύ μπροστά από την εποχής τους, πρωτοπόροι hipsters θα τους χαρακτήριζε κανείς, το Τρίο Ατενέ, τραγουδά (με μια κάποια μεταγλώττιση)«Τσιν, Τσιν» δίπλα στην πισίνα με τις κιθάρες ανά χείρας, κοκάλινα γυαλιά μυωπίας και διαφορετικά χρωματιστά καπέλα μέχρι που περνάει από δίπλα τους η συγκλονιστική Αλίκη/ Καίτη με καυτό μαύρο μπικίνι, ξαπλώνει στο γκαζόν κουνώντας ρυθμικά τους γοφούς της και ανεβάζει την θερμοκρασία.

Τζένη Τζένη,1966, σκην.: Ντίνος Δημόπουλος

Από 39:22 – 39:55

Δύο πολιτικοί, ο Μίλτος Κασανδρής (Λάμπρος Κωνσταντάρας) και ο Κοσμάς Σκουτάρης (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) ή αλλιώς «Γκόρτσος» αποφασίζουν να ενώσουν τις πολιτικές τους δυνάμεις παντρεύοντας τον ανιψιό του πρώτου, Νίκο (Ανδρέα Μπάρκουλη), με την κόρη του δεύτερου, Τζένη (Τζένη Καρέζη). Η πρώτη έγχρωμη ταινία της Τζένης Καρέζης είναι γεμάτη θάλασσα και τοπία από τις Σπέτσες. Οι περισσότεροι μπορεί να θυμάστε χαρακτηριστικά την σκηνή που το πλήθος βροντοφωνάζει «Γκόρτσος, Γκόρτσος», μία σκηνή που έχει επανέλθει δυναμικά τα τελευταία χρόνια λόγω των πολιτικών εξελίξεων, αλλά το «διαμάντι» της ταινίας είναι στη σκηνή που γίνεται το γλέντι και πολλοί το έχουν αφήσει να περάσει απαρατήρητο. Αφού ξεκινούν τα τραγούδια και οι χοροί, και γαμπρός και νύφη κάθονται αμήχανα στο τραπέζι (η Τζένη Καρέζη πιο όμορφη από ποτέ) και κοιτούν νευρικά, ακούγεται ο παρακάτω διάλογος:

Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Περιποιήσου τη νύφη. Πες της έναν καλό λόγο.

Ανδρέας Μπάρκουλης: Θες ένα αχλάδι αγάπη μου;

Τζένη Καρέζη: Όχι, λατρεία μου.

Αρχικά, τι δουλειά είχαν τα αχλάδια πάνω στο τραπέζι; Δεύτερον, μπορεί στο τέλος της ταινίας ο λευκός γάμος να γίνεται πραγματικός έρωτας, αλλά ο Ανδρέας Μπάρκουλης θα μείνει για πάντα χαραγμένος στο μυαλό μας ως ο άντρας που θεώρησε ως γλυκιά χειρονομία να προσφέρει ένα αχλάδι στην αγαπημένη του.

Η Βασιλική Ζιώγα θέλει να τραγουδάει στα λεωφορεία με τους τουρίστες ενώ της φωνάζουν «You are beautiful I love you»

Η Παριζιάνα,1969, σκην. Γιάννης Δαλιανίδης

Ο Κώστας Καρράς, ή αλλιώς Γιώργος όπως λέγεται στην ταινία, τριγυρνάει στις κοσμικές παραλίες της Μυκόνου με έναν και μοναδικό σκοπό: να γοητεύσει τις ξένες τουρίστριες με το περιβόητο «greek καμάκι». Με ένα μόνο πάτημα του κουμπιού και με μία μόνο φράση, «You are beautiful, I love you». Ακόμα και εάν η ανταπόκριση δεν είναι που πάντα περιμένει κανείς! Ναι, σε εσάς μιλάμε Έλληνες άντρες, σίγουρα θα την έχετε πατήσει και εσείς με εκείνη την εντυπωσιακή παρουσία που τελικά ήταν Ελληνίδα και -δυστυχώς- κατάλαβε όλα όσα μόλις είπατε...

Επιχείρηση Απόλλων,1968,σκην. Γιώργος Σκαλενάκης

Ένα ξανθός Γερμανός πρίγκιπας που το έχει σκάσει από τη θαλαμηγό του, μία μελαχρινή Ελληνίδα ξεναγός, το λαμπερό ελληνικό καλοκαίρι και το πανέμορφο Ναύπλιο. Όλα αυτά συνθέτουν το ιδανικό σκηνικό για να ανθίσει, έστω και για λίγες μέρες, το γνωστό σε όλους μας πλέον κινηματογραφικό ειδύλλιο. Σκηνή που αναμφίβολα ξεχωρίζει η στιγμή που η «Έλενα» - η καλλονή Ανίτα Ναθαναήλ - τραγουδά στους γεμάτους χαρά τουρίστες μέσα στο λεωφορείο, ενώ ο «Ίαν» - ο ηθοποιός Thomas Fritsch - βρίσκεται επάνω στην οροφή και «σερφάρει» με φόντο τη χρυσαφένια θάλασσα. Χωρίς καμία έννοια, χωρίς κανένα άγχος, μόνο τραγούδι, ήλιος, έρωτας και ελληνικές διακοπές... Αυτό δεν λαχταράμε όλοι;

Η Νάγια Κωστιάνη θέλει να ακούει τακουνάκια που κάνουν τσίκι τσίκι στα πλακάκια, τρώγοντας πεπόνι

Ποτέ την Κυριακή, 1960, σκην. Ζιλ Ντασέν

Υπάρχουν δεκάδες σκηνές μέσα στο «Ποτέ την Κυριακή» που σχεδόν μπορείς να γευτείς την αλμύρα της θάλασσας και να νιώσεις τον καλοκαιρινό ήλιο στο δέρμα σου. Καμία από αυτές όμως δε με κάνει να νιώθω πως είναι καλοκαίρι όσο η σκηνή όπου η Ίλια μπαίνει στο λεωφορείο για να πάει στην Αθήνα να δει την «Μήδεια». Γιατί βγάζει μια ανεμελιά/ευτυχία/προσμονή που έχεις πάντα όταν ετοιμάζεσαι για ένα ταξίδι, μεγάλο ή μικρό. Γιατί μου θυμίζει τα ΚΤΕΛ που έπαιρνα για χρόνια κάθε καλοκαίρι, είτε για να γυρίσω στην Αθήνα για διακοπές από την Κέρκυρα όπου σπούδαζα, είτε για να πάω για μπάνιο σε μια κοντινή παραλία, είτε για να επισκεφθώ φίλους στα εξοχικά τους. Γιατί οι κλασικές θεατρικές παραστάσεις σε ιστορικούς χώρους είναι μια βασική σταθερά του ελληνικού καλοκαιριού. Γιατί αυτό το τσίκι-τσίκι που κάνουν τα τακουνάκια της Ίλια στο πλακόστρωτο, μη με ρωτάς πώς και γιατί, είναι ένας από τους πιο αγαπημένους μου καλοκαιρινούς ήχους. Κυρίως, όμως, για το σάντουιτς που τρέχει να της δώσει ο Αντώνης, για να έχει κάτι να κολατσίσει στο ταξίδι. Τίποτα, αλλά τίποτα, δεν φωνάζει «καλοκαίρι» στα αυτιά μου όσο τα ηλιόλουστα ταξίδια σε αμάξια με ανοιχτά παράθυρα και ένα σάντουιτς τυλιγμένο σε ασημόχαρτο μέσα στην τσάντα.

Η Αλίκη στο Ναυτικό, 1961, σκην. Αλέκος Σακελλάριος

Η ταινία ξεκινά με μια σκηνή κλασικών καλοκαιρινών διακοπών. Έχουμε θάλασσα, έχουμε βαρκάκια, έχουμε μεγάλες παρέες που διασκεδάζουν στην παραλία, έχουμε γαϊδουράκια, καλοκαιρινά φορέματα, χορό, τραγούδι, χαμός. Στη συνέχεια, σχεδόν όλη η ιστορία διαδραματίζεται πάνω σε ένα πλοίο. Όπως, όμως, και με την περίπτωση του «Ποτέ την Κυριακή», τίποτε από όλα αυτά δεν μου φέρνει στο μυαλό το καλοκαίρι περισσότερο από την, «άσχετη» με την καλοκαιρινή θεματική, σκηνή με το πεπόνι. Όλοι ξέρετε Τη Σκηνή Με Το Πεπόνι. Ή μάλλον, την σκηνή «Όχι, έφαγα πολύ πεπόνι». Εκτός από το ακατάσχετο γέλιο που μου προκαλεί κάθε, μα κάθε φορά η συγκεκριμένη ατάκα, είναι όλα όσα την αποτελούν που με κάνουν να μπαίνω αυτόματα σε θερινή διάθεση. Οι λεπτές γαλάζιες πιτζάμες που φοράνε οι δόκιμοι, τα δροσερά σεντόνια με τα οποία σκεπάζονται, η ησυχία και η ζέστη μιας καλοκαιρινής βραδιάς, όπως και το φαΐ που καταβρόχθισες πριν λίγο, που δεν σε αφήνουν να κοιμηθείς (εντάξει, ο Κώστας σκέφτεται την Αλίκη στην προκειμένη περίπτωση και έχει αϋπνίες, αλλά καταλάβατε τι εννοώ) και, φυσικά, το πεπόνι. Ούτε καρπούζια, ούτε κεράσια, ούτε σταφύλια. Κανένα φρούτο δεν εκπροσωπεί καλύτερα το σωστό, το τίμιο το καλοκαίρι όσο το πεπόνι. Δόξα και τιμή στον μακαρίτη Γιώργο Τσιτσόπουλο που περιέγραψε υπέροχα με αυτή του την ατάκα κάθε καλοκαίρι της ζωής μου.

Η Δέσποινα Τριβόλη θέλει να ακούει τσαμπούνες στην καμπάνα του Αστέρα

Aναζήτησις,1972, σκην. Ερρίκος Ανδρέου

O ζάμπλουτος κος Βεργής (Άγγελος Αντωνόπουλος) μένει σε καμπάνα στον Αστέρα Βουλιαγμένης ενώ κάνει καριέρα σε κάτι απροσδιόριστο με πετρέλαια και καράβια το οποίο απαιτεί να χρησιμοποιεί τηλέφωνα με πολλά κουμπιά. Στη διπλανή καμπάνα μετακομίζει η Έλενα Ναθαναήλ, πλούσια που βαριέται η οποία τον ακούει να κάνει σεξ με διαφορετικό κολ-γκερλ κάθε μέρα και σκανδαλίζεται. Μια μέρα η Έλενα Ναθαναήλ διώχνει το κολ γκερλ, εμφανίζεται η ίδια ως κολ-γκερλ και κάνουν σεξ ως πλούσιοι στην καμπάνα υπό τους ήχους ατμοσφαιρικών γυναικείων φωνητικών (αχ Γιάννη Σπάνε με τα ερωτιάρικα σου soundtrack). Μετά από λίγο αστυνομικό σασπένς, κάποιες διακοπές στη Μύκονο με υπαρξιακές αναζητήσεις, και ένα χαστούκι τα βρίσκουν. Γιατί έτσι είναι οι διεστραμμένοι πλούσιοι, μόνο έτσι τη βρίσκουν.

«Αν δεν σε πάρω θα χαθώ»/ «Πάψε θα φωνάξω»/ «Και θα χαθείς κι εσύ»/«Να χαθώ»/«Αυτό έχεις να πεις;»/ «Αυτό»/ «Τίποτα άλλο»/ «Τίποτα άλλο, τώρα πια τίποτα. Είναι αργά, πολύ αργά! Σταματήστε τα όργανα! Πάψε πια, πάψε! Δεν μπορώ άλλο!». Γυρισμένη στην Αντίπαρο και στη διάρκεια της γιορτής του αρραβώνα της Μανταλένας με τον Γιακουμή (ο Σπύρος Καλογήρου υποδύεται γι' άλλη μιαν φορά την ψυχή της παρέας, που αγαπάνε όλοι) ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ ανακαλύπτει πως τελικά θέλει τη Μανταλένα. Ακολουθεί μια επικολυρική ερωτική εξομολόγηση, με μουσική υπόκρουση τις τσαμπούνες και τη θρυλική ατάκα «Οι τσαμπούνες!Να παίξουν οι τσαμπούνες!»

Mανταλένα, 1960 σκην. Ντίνος Δημόπουλος