Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Η συλλογή ήταν μια οντότητα υπαρκτή, σαν ένας σύντροφος που έφυγε

Ο επιχειρηματίας και λάτρης της τέχνης που δώρισε την συλλογή του σε τέσσερα μουσεία δυο ηπείρων βρέθηκε εξομολογητικός απέναντι στην HUffPost.
Open Image Modal
Δημήτρης Δασκαλόπουλος, στο ανακαινισμένο από τον ΝΕΟΝ πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο
Ναταλία Τσουκαλά

«Είναι μια μεγάλη στιγμή της ζωής μου», συμφωνεί ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος με το που ξεκίνησε η ηχογράφηση αυτής της συνομιλίας. Εχει «σαραντίσει» η ανακοίνωση της δωρεάς της, ιδιαίτερα μεγάλου όγκου, συλλογής με έργα τέχνης που ξεκίνησε να δημιουργεί από το 1993 σε τέσσερα μεγάλα μουσεία εντός κι εκτός συνόρων. Ποιες είναι, άραγε, οι εσωτερικές διεργασίες του γνωστού επιχειρηματία, λάτρη της τέχνης και μέλους διοικητικών συμβουλίων διάσημων ιδρυμάτων πολιτισμού ανά τον κόσμο που ακολουθούν την υλοποίηση μιας τόσο μεγάλης απόφασης σκέφτεται από τα πρώτα λεπτά της συνάντησης ο συνομιλητής του καθώς τον βλέπει να πίνει τον απογευματινό του εσπρέσο στα γραφεία της Damma. 

«Καταρχήν κανένας όταν σχεδιάζει τι θα κάνει δεν μπορεί να προβλέψει τα συναισθήματά του όταν το κάνει», προλαβαίνει την ερώτηση ο ίδιος. «Αρα κι εγώ που απολύτως συνειδητά και διαπιστώνοντας ότι η απόφαση να δωρίσω έργα της συλλογής μου υπήρχε μέσα μου εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία, μετράω τα συναισθήματά μου, τα κενά μου, τα ερωτηματικά για το αύριο σε ό,τι αφορά την τέχνη. Βέβαια, από την άλλη μεριά έτσι ήμουν πάντα στην ζωή μου: δεν μου άρεσε ποτέ να κάνω το ίδιο πράγμα επ’ αόριστον και θέλω να χτίζω καινούργια πράγματα, να τους δίνω ζωή και μετά να σταματάω, να φεύγω… Όχι απαραιτήτως να φεύγει αυτό που έχω φτιάξει. Στην συγκεκριμένη περίπτωση να το δίνω σε καλά χέρια και να εξασφαλίζω ότι δουλεύει καλά. Και μετά να στρέφω το βλέμμα μου σε κάτι άλλο. Αυτό έγινε με τη δημιουργία των ΝΕΟΝ και διαΝΕΟσις όπου έχω εξαιρετικούς συνεργάτες. Η δραστηριότητά τους πια δεν εξαρτάται από την δική μου παρουσία αλλά από την χρηματοδότηση και την ενθάρρυνσή μου. Οπότε είμαι και σε σύνηθες έδαφος για τον εαυτό μου (αυτό των συχνών αλλαγών) αλλά και σε πρωτόγνωρο μονοπάτι ταυτοχρόνως…

Open Image Modal
Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος με έργο του Robert Gober: Untitled, 2000 Λιθογραφία, σηρογραφία, μεικτή τεχνική σε χαρτί 55.9 x 81.3 εκ.
Ναταλία Τσουκαλά

- Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Γεννηθήκατε στην Αθήνα Η καταγωγή των γονέων;

Ο πατέρας μου ήταν από τα ορεινά Βαρδούσια και η μητέρα μου από την Θεσσαλία, κόρη προσφύγων από την Μικρασία.

- Πότε θυμάστε να ήρθατε πρώτη φορά σε επαφή με την τέχνη και τι αισθήματα σας γέννησε;

Εχω ξαναμιλήσει για την εμπειρία μου στο Μόναχο απέναντι από τον Ρούμπενς όπου σε ηλικία δώδεκα ετών ανακάλυψα ότι μέσα μου κρύβεται λατρεία για την τέχνη. Ηταν το 1969, την πρώτη φορά που είχα βγει εκτός Ελλάδας να δω την Ευρώπη. Κι αντί να κάνω ό,τι έκαναν οι δωδεκάχρονοι εκείνη την εποχή (δεν ξέρω για ποια πράγματα ενδιαφερόντουσαν το ’69, ίσως με την ροκ μουσική), εγώ μαγεύτηκα με την μεγάλη ζωγραφική.

- Αν προσπαθήσει να ανιχνεύσει κάποιος στο DNA σας την αγάπη για την τέχνη, τι θα ανακαλύψει; Σας την κληροδότησε κάποιος γονιός, κάποιος από το οικογενειακό σας περιβάλλον, το συγγενικό, το εκπαιδευτικό;

Όχι γιατί δεν είχα τέτοιες προσλαμβάνουσες από το περιβάλλον μου. Οι δυο θείοι που με πήγαν εκείνο το πρώτο ταξίδι ήταν βέβαια καλλιεργημένοι άνθρωποι αλλά κυρίως με ενδιαφέρον για την μουσική. Νομίζω, πάντως, πώς ό,τι υπάρχει στο DNA δεν εμφανίζεται σε όλους τους ανθρώπους, δηλαδή μπορεί να είχαν οι γονείς μου προδιαγραφές για να αγαπήσουν την τέχνη αλλά αυτό να μην εκδηλώθηκε ποτέ. Εμένα φούντωσε κι εξερράγη..

- Δεν μεγαλώσατε δηλαδή σε ένα σπίτι γεμάτο τέχνη, όπως θα φανταζόταν κανείς…

Καθόλου. Η περηφάνεια του πατέρα μου ήταν ότι ήταν γαλατάς – ήταν εργάτης. Ετσι έλεγε για τον εαυτό του, κι αυτό έκανε από το πρωί μέχρι το βράδυ. Η μητέρα ήταν πάντα δίπλα για να τον στηρίξει στην πρόοδό του.

 

“Η περηφάνεια του πατέρα μου ήταν ότι ήταν γαλατάς – ήταν εργάτης. Ετσι έλεγε για τον εαυτό του, κι αυτό έκανε από το πρωί μέχρι το βράδυ.”

- Θυμάστε πότε αποκτήσατε το πρώτο σας έργο και ποιο ήταν αυτό κύριε Δασκαλόπουλε;

Θα μιλήσω για τρία πρώτα έργα. Το πρώτο ήταν ένα μεγάλο σουβενίρ που αγόρασα, μια κιθαρωδό στην Ταΐλάνδη, ένα άγαλμα μπρούτζινο που, θυμάμαι, το κουβαλούσα. Μετά, μια μέρα στην Νέα Υόρκη όταν ήμουν είκοσι χρονών αγόρασα έναν πίνακα αφηρημένης ζωγραφικής. Και δέκα - δεκαπέντε χρόνια μετά, απέκτησα το πρώτο έργο της συλλογής η οποία έγινε τώρα το αντικείμενο της δωρεάς. Επρόκειτο για ένα έργο της Ρεμπέκα Χορν που αγόρασα στην Art Cologne - τότε δεν υπήρχε Art Basel, δεν υπήρχε Λονδίνο.

- Από το 1993 που ξεκίνησε η δημιουργία της συλλογής σας με αυτό το έργο της Χορν, μέχρι και την απόφασή σας να σταματήσετε να συλλέγετε, τι κρατάτε περισσότερο απ’ όλο αυτό το ταξίδι κύριε Δασκαλόπουλε;

Την χαρά και την έμπνευση που αποκόμισα κι αποκομίζω σε μεγάλες δόσεις από την ανθρώπινη δημιουργικότητα. Αυτό θαύμαζα πάντα. Στην τέχνη αυτή η δημιουργικότητα εμφανίζεται με τους πιο όμορφους κι ισχυρούς τρόπους. Αυτό επιδίωκα κι αυτό αποκόμισα όλα αυτά τα χρόνια. Και συνεχίζω.

“Με τρακόσια - τετρακόσια έργα, η συλλογή ολοκληρώθηκε. Δεν έπαιρνε καμία προσθήκη πλέον. Από εκεί και πέρα οποιαδήποτε προσθήκη θα ήταν ανάγκη ιδιοκτησίας.”

- Είναι εντυπωσιακό το ότι στο πρόσωπό σας συναντώνται δυο διαφορετικοί κόσμοι: ο κόσμος του επιχειρείν κι ο κόσμος της τέχνης – λογική και συναίσθημα, μια «αντιφατική» συνάντηση θα έλεγε, ίσως, σε πρώτη ανάγνωση κάποιος. Πώς θα το σχολιάζατε;

Νομίζω αυτά συστατικά, η ενσυναίσθηση κι ευαισθησία, είναι απαραίτητα για την επιχειρηματική επιτυχία, αντίθετα με την κοινή αντίληψη ότι όποιος είναι αποφασιστικός, σκληρός και συνήθως ασύδοτος κερδοσκόπος είναι και επιτυχημένος επιχειρηματίας. Σε μια επιχείρηση πρέπει να αντιλαμβάνεσαι ποιο ακριβώς είναι το προϊόν σου, τι χαρακτήρα πρέπει να έχει, γιατί αυτό το προϊόν είναι επιθυμητό στους ανθρώπους και πώς πρέπει να το κάνεις πιο επιθυμητό. Εγώ τα βρήκα και τα βρίσκω αυτά απόλυτα συμβατά, με κάποιες διαφορές βεβαίως. Κι εγώ έλεγα ότι είμαι στον κόσμο των επιχειρήσεων και της τέχνης και τα δυο ήταν αλληλοσυμπληρούμενα για μένα και αλληλουποστηριζόμενα. Δηλαδή στην ψυχολογία και στον τρόπο σκέψης μου ήταν απόλυτα συμβατά.  Χρησιμοποιώ πληθυντικό αριθμό διότι είμαι βέβαια στον χώρο της τέχνης κι ακόμα βρίσκομαι στον επιχειρηματικό χώρο αλλά όχι με την ένταση της οικογενειακής επιχείρησης της απόλυτης ιδιοκτησίας, το μεγάλο «μαγαζί» που είναι δημόσιο, που έχει δεκάδες χιλιάδες υπαλλήλους και εκατομμύρια καταναλωτές. Αυτό δεν το έχω πια. Το αναφέρω διότι όταν έφτιαχνα την συλλογή μου είχα ένα αντίστοιχο πάθος για τον χώρο της τέχνης και των προϊόντων που θα ικανοποιούν τον καταναλωτή. Αυτά ήταν μαζί και παράλληλα.

- Τώρα σε τι φάση είστε;

Σε μια φάση πολυδιάστατης δραστηριότητας με την ευχέρεια να επιστρέφω για το κοινό όφελος. 

- Πότε και γιατί αποφασίσατε να σταματήσετε να συλλέγετε έργα τέχνης κύριε Δασκαλόπουλε; Ηταν μια δύσκολη ή μια λυτρωτική απόφαση;

Ηταν πάρα πολύ εύκολο. Για μένα ήταν απολύτως προφανές διότι δεν συνέλεγα για να αθροίζω, να βλέπω περισσότερα έργα που να έχουν μεγαλύτερη οικονομική αξία. Συνέλεγα για να φτιάξω το δικό μου καλλιτεχνικό δημιούργημα. Επειδή δεν είμαι καλλιτέχνης, έπαιρνα έργα καλλιτεχνών και τα έβαζα να «μιλήσουν» μεταξύ τους για να πουν κάτι που εμένα με συγκινούσε. Οταν το έκανα με τρακόσια - τετρακόσια έργα, η συλλογή ολοκληρώθηκε. Δεν έπαιρνε καμία προσθήκη πλέον. Από εκεί και πέρα οποιαδήποτε προσθήκη θα ήταν ανάγκη ιδιοκτησίας. Κι αυτό δεν με συγκίνησε ποτέ στον χώρο της τέχνης. Πάντα θεωρούσα ότι ήμουν προσωρινός τοποτηρητής των έργων αυτών.

- Ενα έργο αποκτά μια άλλη διάσταση πλάι σε ένα άλλο;

Νομίζω ότι ένα έργο από μόνο του - κι ιδίως αυτά τα πιο δύσκολα τα πιο βαθιά που διάλεγα εγώ - έχει σαφώς την δική του ένταση και αναλαμπή, αλλά η συνύπαρξή του με άλλα έργα του δίνει μια πρόσθετη διάσταση. Γίνεται «γέφυρα» με κάτι άλλο. Δημιουργείται μια σκέψη που δεν έχει κανείς όταν βλέπει ένα έργο μόνο του. Γι′ αυτό και για μένα είναι ξεκάθαρο ότι μια συλλογή σημαντικών καλλιτεχνών μόνο στα δημόσια μουσεία μπορεί να αποκτήσει ζωή και σημασία για το κοινό και όχι στο σπίτι ή στην αποθήκη κάποιου. 

-Το πόσο «δένεται» ένας άνθρωπος που συλλέγει έργα τέχνης μ’ αυτά παίζει ρόλο την ώρα του «αποχωρισμού»; Νομίζω ότι το τάιμινγκ είναι καλό να γίνει αυτή η συζήτηση τώρα που έχει περάσει ένα μικρό διάστημα από την ανακοίνωσή σας αυτή...

Είπα δημοσίως ότι αποχωρίζομαι με λύπη αλλά παραδίδω με χαρά τα έργα της συλλογής μου στο κοινό και γίνονται δημόσιο αγαθό, κι αυτό ήταν χωρίς «επιστροφή», χωρίς καμία μετάνοια εκ μέρους μου. Ομως τώρα, σαράντα μέρες μετά, που συνειδητοποιώ ότι η συλλογή «έφυγε», ομολογώ ότι έχω ένα κενό. Δηλαδή μου λείπουν όχι μόνο τα έργα (έλεγα κάθε ένα από τα έργα ήταν σημαντικό γιατί θυμόμουν πώς το αγόρασα, πώς σκέφτηκα ότι θα συνομιλήσει με τα άλλα, όλα τα έργα τα αγαπώ), αλλά κι η συλλογή. Η συλλογή που ήταν μια οντότητα υπαρκτή, σαν ένας σύντροφός μου, ο οποίος τώρα έφυγε, έχει πάρει άλλη πορεία και μου λείπει αυτή η συνομιλία που είχα με την συλλογή αυτή. Με ρωτούσε τι θα κάνουμε, που θα πάμε, πήρες τίποτα άλλο; Και τώρα πια δεν μιλάει. 

- Ομως, αν βάλετε στον ζύγι το συναίσθημα της έλλειψης και της ικανοποίησης για το που βρίσκεται τώρα αυτή η συλλογή;

Δεν υπάρχει καν σύγκριση... Η ικανοποίηση ότι αυτά τα έργα πήγαν σε σπίτι καλό και θα τα βλέπει πάρα πολύς κόσμος είναι τεράστια. Το υπόλοιπο είναι μια προσωπική σκέψη η οποία καθόλου δεν αλλάζει την σημασία της απόφασης αυτής. 

“Εχει πάρει άλλη πορεία και μου λείπει αυτή η συνομιλία που είχα με την συλλογή αυτή. Με ρωτούσε τι θα κάνουμε, που θα πάμε, πήρες τίποτα άλλο; Και τώρα πια δεν μιλάει.”

- Σε σπίτι πολύ καλό κύριε Δασκαλόπουλε. Προικίσατε το ΕΜΣΤ, αυτό το πολύπαθο μουσείο, για τα πάθη του οποίου γράφαμε εμείς οι δημοσιογράφοι πάρα πολλά χρόνια, με 140 έργα. Πώς θα θέλατε να το δείτε μετά από αυτή την «προίκα» που του δώσατε; 

Πράγματι, του έδωσα αυτή την «προίκα» τώρα που το είδα να στέκεται κάπως στα πόδια του. Εχω στηρίξει το ΕΜΣΤ και παλιότερα, όταν δεν υπήρχε καν κτήριο. Εδινα 50.000 ευρώ κι αγόραζαν έργα για την συλλογή κάθε χρόνο. Πήγαινα στις διεθνείς εκθέσεις... Κι είχα κάνει ένα πρόγραμμα το 2014 με πάρα πολλές παροχές. Δεν είχε οργάνωση καταρχάς να ανοίξει και να προσελκύσει τον κόσμο και κατά δεύτερον να πάρει όλα αυτά τα «δώρα». Ισως περίμενα να έρθει η κατάλληλη στιγμή για να γίνει η δωρεά. Ηταν πάνω - κάτω αποφασισμένη αλλά δεν ήθελα να λείπει και το δικό μας μουσείο για το οποίο επιθυμούσα να πάρει πολλά και καλά έργα. Και τώρα έχω την ελπίδα ότι μπαίνει σε ένα καλό δρόμο, ξεκινάει ένα πρόγραμμα. Και τα μουσεία παρά τις δυσκολίες που μπορούν να αντιμετωπίζουν μέσα από τον δημόσιο κορβανά που ποτέ δεν έχει αρκετά για τον πολιτισμό, γίνονται ζωντανά και στέκονται όταν τα αγαπήσει ο κόσμος. Κι αυτό ελπίζω να γίνει τώρα με το ΕΜΣΤ: να ανοίξει και να το δει ο κόσμος, να πηγαίνει, όπως πηγαίνει στις εκδηλώσεις του ΝΕΟΝ κατά συρροή.

- Θα απογοητευθείτε, να υποθέσω, αν ξαναπέσει σε ένα φαύλο κύκλο πολιτικών αντιπαραθέσεων και δυσλειτουργίας...

... και όλοι φοβόμαστε ότι μπορεί να μην έχει τελειώσει. Ας προσπαθήσουμε, όμως, να βοηθήσουμε. Πιστεύω ότι κι αυτή η «προίκα» που πήρε το μουσείο του δίνει και μια άλλη ευκαιρία. Εμπλουτίστηκε με σημαντικά έργα διεθνών καλλιτεχνών κι ένα μεγάλο όγκο της δημιουργικότητας των ελλήνων δημιουργών των τελευταίων τριάντα ετών. Και το μουσείο επειδή δεν ήταν ενεργό ιδιαίτερα, έλειψε από την αγορά. Αρα, κι αυτά τα έργα τα σύγχρονα δίνουν καλό υλικό για να «ξεκολλήσει» από την μόνιμη συλλογή και την μουσειολογική μελέτη που, δυστυχώς, κυριαρχούν ιστορικά στις διοικήσεις του πολιτισμού μας. Σ′ ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης δεν χωρά ούτε το ένα ούτε το άλλο. 

- Μαζί με την δωρεά στο ΕΜΣΤ δωρίσατε συνολικά ένα μεγάλο σύνολο σηµαντικών έργων σύγχρονης τέχνης από τη συλλογή σας σε τέσσερα µουσεία τριών χωρών σε δυο ηπείρους. Αυτό το πλέγµα συνεργειών που μπορεί να πει κανείς ότι δημιουργείται γίνεται και κάπως σκόπιμα για να «διεθνοποιήσει» το ελληνικό μουσείο κύριε Δασκαλόπουλε;

Σαφώς ήταν απόφασή μου να στηρίξω το μουσείο όχι μόνο με την συλλογή αλλά και με την σύνδεση. Η σύνδεση αυτή με την Tate κυρίως - που είναι πιο κοντά γεωγραφικά - έχει αυτό που λέμε «ψαχνό», είναι γραμμένη και μέσα στην συμφωνία, στις προϋποθέσεις που ζήτησα εγώ να υπάρχουν. Οτι η Tate θα είναι ανοιχτή να δώσει ό,τι βοήθεια ζητηθεί από το ΕΜΣΤ πέρα από το πρώτο πράγμα, ότι τα έργα που δώρισα στην Tate θα έχουν προτεραιότητα δανεισμού στο ΕΜΣΤ, καθώς επίσης και συνολικά τα έργα της Tate. Και τους ίδιους όρους έχουν κι οι θυγατρικές της Tate. Σημαντικό είναι ότι γίνεται πλέγμα συνεργειών διότι θα χρηματοδοτήσω σε όλα τα μουσεία έναν επιμελητή επιφορτισμένο με την αξιοποίηση της δωρεάς αυτής μέσα στις συλλογές τους. 

- Είστε ιδιαίτερα ενεργό μέλος συμβουλίων πολύ μεγάλων μουσείων και ιδρυμάτων ανά τον κόσμο, χρηματοδοτείτε θέσεις, στηρίζετε και προωθείτε τον εμπλουτισμό των συλλογών τους. Κάθε φορά που «επιστρέφετε» στην Ελλάδα πώς αισθάνεσθε για την χώρα και την εικαστική της σκηνή;

Να πάω προς το τέλος; Εχουμε φτιάξει μια Αθήνα σήμερα η οποία είναι στην συζήτηση όλης της Ευρώπης. Ολοι ξέρουμε ή νιώθουμε ότι υπάρχει μια ζωντάνια γύρω από την σύγχρονη τέχνη. Αυτό έγινε και μέσα από τους καλλιτέχνες που ήταν εδώ κι ήταν δραστήριοι. Νομίζω και στο διάστημα της κρίσης τονίστηκε η ιδιωτική τους ανησυχία, και αυτό το έκαναν και τα ιδιωτικά ιδρύματα, το Νιάρχος, το Ωνάσης, το ΝΕΟΝ με τη μεγάλη τους δραστηριότητα, κι όλο αυτό κινητοποιεί και τους παραέξω, τους μη συνήθεις ύποπτους. Και στα social media υπάρχει κινητικότητα - ανοίγει και βλέπει κανείς την Αράχνη της Λουίζ Μπουρζουά στο ΚΠΙΣΝ για παράδειγμα  - μια ζωντάνια γύρω από την σύγχρονη τέχνη. Κι αυτό ανοίγει και τα μυαλά στους οργανισμούς του δημοσίου. Θεωρώ ότι το ΚΑΣ και η Διεύθυνση των Νεωτέρων Μνημείων τα τελευταία χρόνια έχουν δείξει μια ευρύτητα αντίληψης ζηλευτή. Εμείς ως ΝΕΟΝ έχουμε πάρει άδειες που δεν φανταζόμουν πριν από οκτώ χρόνια ότι θα παίρναμε. Οπως στο Αστεροσκοπείο, στη Ρωμαϊκή Αγορά, στη Δήλο, στο Νεκροταφείο του Κεραμεικού. Κι αυτό δημιουργεί κι ιδέες σε άλλους. 

- Σας έχει απασχολήσει το πώς θα «επενδύσετε» τον χρόνο που αφιερώνατε στην δημιουργία της συλλογής σας από εδώ και πέρα; Θα έχετε, φαντάζομαι, περισσότερο ελεύθερο χρόνο...

Πριν δεκαπέντε χρόνια πούλησα την επιχείρησή μου που ήταν η κύρια δραστηριότητα της ζωής μου και δεν έχω βρει παραπάνω από ένα πεντάλεπτο να βαρεθώ. Γεμίζω τον χρόνο μου με πάρα πολλές δραστηριότητες, κυρίως με τον ενθουσιασμό να σκεφτώ κάτι καινούργιο, να βοηθήσω όπου μπορώ - δεν έχω καμία ανησυχία πως θα γεμίσω τον χρόνο μου. Και πάντως η τέχνη δεν θα φύγει. Από την δωρεά και μετά και με την ευκαιρία των διαφόρων εκδηλώσεων που έχουν ακολουθήσει είμαι με την τέχνη μέχρι το κούτελο. 

- Εχετε πει η τέχνη έχει νόημα μέσα από την επαφή της με το κοινό...

Μόνο

- Θέλετε να αναφέρετε κάτι που έχετε ακούσει από το κοινό που σας έχει ενισχύσει προς αυτή την κατεύθυνση; 

Ερχονται μηνύματα ευγνωμοσύνης στο ΝΕΟΝ από όλη την Ελλάδα (ευκαιρία να σκεφτούμε αλλιώς, λένε) και βλέπω μικρά παιδιά κοντά στην τέχνη συνήθως με τους γονείς τους να μιλάνε μπροστά σε έργα «ακατανόητα». Χθες με τον 6χρονο εγγονό μου πέρασα τόσο καλά βλέποντάς τον να τρέχει ανάμεσα στα έργα να κάνει ερωτήσεις και να απαντά μόνος του! 

“Δεν κρίνω κανένα αλλά στην δική μου συλλογή και με το δικό μου σκεπτικό ούτε τον έβαλα, ούτε θα έβαζα ποτέ τον Bansky”

- «Ο καλλιτέχνης είναι εξαιρετικά σημαντικός επειδή μπορεί και φτιάχνει ένα έργο, αλλά μετά είναι εντελώς άχρηστος, επειδή το έργο αποκτά άλλο νόημα κάθε φορά που επικοινωνεί με τον κάθε θεατή του», έχετε πει. Αρα δεν ανήκετε στους συλλέκτες που «χτίζουν» επαφή με έναν καλλιτέχνη (ή τέλος πάντων τους ενδιαφέρει η προσωπικότητα ενός καλλιτέχνη) και στην συνέχεια αγοράζουν το έργο του; 

Γνωρίζω τέτοιες περιπτώσεις και σχέσεις που προκύπτουν μεταξύ καλλιτεχνών και συλλεκτών... Εγώ πάντα διάλεγα έργο. Αν είχε μια δύναμη, μια ένταση, ένα μήνυμα, αυτό προέρχεται από τον καλλιτέχνη. Και πάλι αν το βλέπω και συζητήσω γι′ αυτό με τον εγγονό μου ή την αδερφή μου, μπορεί να δούμε κάτι άλλο. Αρα δεν χρειάζεται ο  καλλιτέχνης γύρω από το έργο. Είναι σημαντικός γιατί μπόρεσε να το φτιάξει και να μας συγκινήσει. Αλλά η δική μας συγκίνηση έχει σημασία. Οχι η δική του προσωπικότητα ούτε η δική του πρόθεση. Κάποιους καλλιτέχνες βεβαίως γνωρίζω αλλά δεν χρειάστηκε να τους κάνω παρέα. Εχουν και μια δόση τρέλας - για να είναι και καλλιτέχνες - που δεν είναι απαραιτήτως ελκυστική. Το ίδιο, βέβαια, μπορούν να πουν οι καλλιτέχνες για μένα...

- Πως σας φαίνεται η περίπτωση Bansky; Γνήσιος καλλιτέχνης ή εξπέρ του μάρκετινγκ; Γνωστός στριτ άρτιστ τον έχει αποκαλέσει Πικάσο της γενιάς μας...

Η εξυπνάδα με τη έννοια του εξυπνακισμού, της «ατάκας» που λέμε στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι προσθέτει τίποτα - αν και έχω διασκεδάσει κατά καιρούς με πολλές. Κάπως έτσι και στον χώρο της τέχνης απέφυγα καλλιτέχνες που κάνουν κυρίως αυτό, μια εντυπωσιακή εξυπνάδα δηλαδή. Κι υπάρχουν πολλοί. Από χαζούς ανεκδοτολόγους μέχρι πολύ πιο καλούς και σοβαρούς καλλιτέχνες (ο Μαουρίτσιο Κατελάν ας πούμε κάνει εξυπνάδες αλλά βαθιές, τον Χίτλερ σε μέγεθος παιδιού να ζητά συγγνώμη). Ο Bansky είναι κάπου εκεί. Στον χώρο της τέχνης είναι χρήσιμο, αποδεκτό και ζητούμενο. Δεν κρίνω κανένα αλλά στην δική μου συλλογή και με το δικό μου σκεπτικό ούτε τον έβαλα, ούτε θα τον έβαζα ποτέ. 

- Μιλήστε μας για τα επόμενα βήματα του ΝΕΟΝ και της διαΝΕΟσις

Και οι δυο αυτοί οργανισμοί, κάνουν μια εξαιρετική δουλειά, είναι αποδεκτοί και ζητούμενοι, άρα δεν έχω κανένα λόγο να τους σταματήσω, ή να αλλάξω κάτι. Θεωρώ ότι είναι χρήσιμοι και θα συνεχίσουν. Τώρα, πώς πρέπει να μεταλλαχθεί ο καθένας μετά από δέκα χρόνια ζωής για να ταιριάζει και με τις ανησυχίες του χαρακτήρα μου που κουράζεται να κάνει το ίδιο πράγμα συνεχώς, θα δω στα επόμενα χρόνια...

- Όταν η διεθνής ένωση επιµελητών ΙCI – Independent Curators International σας απένειμε το bραβείο LEO, για τη «συµβολή σας στην εξοικείωση ευρύτερων κοινών µε τη σύγχρονη τέχνη», νιώσατε ότι το όραμα για την δημόσια προσφορά σας έγινε πραγματικότητα;

 Ηταν μια πολύ σημαντική αναγνώριση. Οταν ζει κανείς στην Ελλάδα έχει μάθει να μην περιμένει τέτοια αναγνώριση και γι′ αυτό όταν έρχεται από κάπου μακριά και για μια δραστηριότητα όπως του ΝΕΟΝ που είναι για το κοινό της Ελλάδας, ήταν εξαιρετική τιμή. Eίδα ότι αυτό το μοντέλο θεωρήθηκε τόσο καινοτομικό που παρατηρήθηκε, μελετήθηκε και έγινε προσπάθεια να γίνει αντικείμενο αντιγραφής ή έμπνευσης...  Κι ακριβώς επειδή ανέφεραν «εξοικείωση του κοινού με την τέχνη», αυτός είναι σκοπός του ΝΕΟΝ. Και θα πρόσθετα και λίγο τσίγκλισμα που η σύγχρονη τέχνη το κάνει πολύ καλά. Γιατί είναι δύσκολη. 

- Μετά την δωρεά της συλλογής σας, ποιο το επόμενο στοίχημα που έχετε βάλει με τον εαυτό σας;

Πολλές φορές στην ζωή μου έχω πει «αρκετά έκανες μπορείς να είσαι ευχαριστημένος, έχει αναγνωριστεί η συνεισφορά σου, θα μπορούσες και να ξαποστάσεις λίγο» και μετά από λίγο βρίσκομαι σε κάποιο καινούργιο συναρπαστικό πρότζεκτ. Το ίδιο, νομίζω, κινδυνεύω να πάθω αργά ή γρήγορα.

- Μια απλοϊκή ίσως ερώτηση για το τέλος: Το καλοκαίρι είναι αφορμή για να βρεθείτε σε κάποιο ησυχαστήριο;

Ελπίζω ότι θα είναι η πρώτη φορά στην ζωή μου που θα είναι αφορμή να βρεθώ σε ησυχαστήριο γιατί έχω την κακή φήμη, ιδίως όταν ήμουν στον επιχειρηματικό χώρο, ότι χάλαγα τις διακοπές του Αυγούστου των συνεργατών μου έχοντας την προσδοκία να κάνουμε τότε τα πιο δύσκολα πράγματα. Αυτός ο Αύγουστος, όμως, θα είναι αλλιώς.