Πριν από 200 χρόνια στις 26 Ιανουαρίου 1821: Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας

Πριν από 200 χρόνια στις 26 Ιανουαρίου 1821: Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας
Open Image Modal
Ο Γρηγόριος Δικαίος Παπαφλέσσας - Προσωπογραφία του 1830, Άνταμ Φρίντελ
commons wikimedia

Όσοι διαβάζουμε από τις πήγες τον προγραμματισμό της Φιλικής Εταιρείας γνωρίζουμε ότι το τελικό σχέδιο για την εθνική επανάσταση των Ελλήνων είχε τρεις παράλληλους στόχους:

1. Να ξεσηκώσει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τους Έλληνες των Παραδουναβίων Ηγεμονιών (Βλαχίας και Μολδαβίας) καθώς και τους εντοπίους κατοίκους, δηλαδή τους Ρουμάνους. Υπήρχε και η προσδοκία ότι θα βοηθήσουν τον Υψηλάντη οι Σέρβοι στο πλαίσιο μιας πανορθόδοξης εξέγερσης. Το σκέλος αυτό υλοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1821, αλλά χωρίς επιτυχία, διότι οι εντόπιοι Ρουμάνοι δεν κινήθηκαν, ενώ οι Σέρβοι είχαν ήδη θέσει τα θεμέλια για το δικό τους εθνικό κράτος με την επανάσταση του 1804.

2. Έλληνες ναύτες που διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη είχαν λάβει εντολή να κάψουν τον Οθωμανικό στόλο. Και αυτό το σκέλος δεν ευοδώθηκε, διότι προδόθηκαν και συνελήφθησαν αυτοί που θα συμμετείχαν.

3. Να εξεγερθεί η Πελοπόννησος και άλλα μέρη του Ελληνισμού στις 25 Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Η απόφαση για την ημερομηνία της 25ης Μαρτίου είχε ήδη ληφθεί από τη Φιλική Εταιρεία τον Οκτώβριο του 1820. Άλλωστε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης βεβαιώνει στη «Διήγηση Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής» ότι από το 1820 είχε ειδοποιηθεί για την ημερομηνία αυτή.

Σημαντικός σταθμός στην πορεία προς την Ελευθερία υπήρξε η μυστική σύσκεψη (Συνέλευση) της Βοστίτσας, δηλαδή του Αιγίου της βορείου Πελοποννήσου.

Στις 26 έως και 29 Ιανουαρίου 1821 πραγματοποιήθηκε στο Αίγιο (τότε ονομαζόταν Βοστίτσα) μία μυστική σύσκεψη των Επισκόπων και των Προκρίτων της Πελοποννήσου, οι οποίοι ήσαν μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία. Η σύσκεψη έγινε στο σπίτι του Ανδρέα Λόντου και ως δικαιολογία προς τους Τούρκους δόθηκε η εξήγηση ότι θα συζητήσουν για τις κτηματικές διαφορές μεταξύ δύο Μονών της περιοχής.

Στη Συνέλευση της Βοστίτσας, όπως έχει μείνει στην ιστορική μνήμη, παρέστησαν οι Ιεράρχες: Παλαιών Πατρών Γερμανός, Κερνίκης Προκόπιος, Χριστιανουπόλεως Γερμανός (έδρα η Κυπαρισσία) και ο Πρωτοσύγκελλος του Χριστιανουπόλεως Αρχιμ. Αμβρόσιος Φραντζής. Ο Παλαιών Πατρών και ο Αμβρόσιος Φραντζής κατέγραψαν τα κυριώτερα σημεία στα Απομνημονεύματά τους και έτσι μαθαίνουμε τι συζητήθηκε. Επίσης μετείχαν οι Πρόκριτοι: Ανδρέας Ζαϊμης, Ασημάκης Φωτήλας, Πανάγος Δεληγιάννης, Γιάννης Παπαδόπουλος ή Μουρτογιάννης, Σωτήριος Θεοχαρόπουλος, Ανδρέας Λόντος, Δημήτριος Μελετόπουλος, Σωτήριος Ιωάννου κ.ά.

Ο Αρχιμ. Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας) εμφανίσθηκε ενθουσιώδης υπέρ του ξεσηκωμού και μίλησε ως εκπρόσωπος του Αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας Αλεξάνδρου Υψηλάντη. Ο Π. Πατρών Γερμανός και άλλοι συμμετέχοντες ήσαν επιφυλακτικοί θεωρώντας ανέτοιμους τους Έλληνες. Άλλωστε δεν λησμονούσαν τη μεγάλη σφαγή στην Πελοπόννησο μετά τα Ορλωφικά (1769). Δεν διαφώνησαν για την ανάγκη να ελευθερωθεί ο Ελληνισμός, αλλά για το αν συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις της επιτυχίας. Τελικά αποφάσισαν να καταθέσουν όλοι ένα χρηματικό ποσό στο κοινό επαναστατικό ταμείο και να αποστείλουν επιστολές περί του πρακτέου στον Μητροπολίτη πρώην Άρτης και μετέπειτα Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο, που διέμενε τότε στην Πίζα της Ιταλίας, και στον Ιωάννη Καποδίστρια, στη Ρωσία.

Πάντως όρισαν τρεις πιθανές ημερομηνίες για την έναρξη της Επαναστάσεως: Ή στις 25 Μαρτίου (του Ευαγγελισμού) ή στις 23 Απρλίου (του Αγίου Γεωργίου) ή στις 21 Μαΐου (των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης). Και οι τρεις ημερομηνίες καταδεικνύουν τη στενή σύνδεση Ορθοδοξίας και Ελευθερίας, την οποία είχαν στο μυαλό τους και στην ψυχή τους.

 

Open Image Modal
Ο Αρχιεπίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Επανάστασης στα Καλάβρυτα.Πίνακας του Λουδοβίκου Λιπαρίνι (1800-1856). Λιθογραφία του πίνακα εκτίθεται στην μόνιμη έκθεση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου[26].
commons wikimedia

 

Η Συνέλευση της Βοστίτσας έχει χαρακτηρισθεί από τον αείμνηστο π. Γεώργιο Μεταλληνό, Πανεπιστημιακό Θεολόγο και Ιστορικό της Τουρκοκρατίας, ως απόδειξη της «διαλεκτικής του Ελληνισμού». Συναντήθηκαν δύο διαφορετικοί ηγετικοί χαρακτήρες, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός (κατά κόσμον Γεώργιος Γκότζιας από τη Δημητσάνα) και ο Μεσσήνιος Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας) και διαφώνησαν εντόνως. Όμως η διαφωνία τους ήταν για τη τακτική, όχι για τον τελικό στόχο. Όλοι οι παριστάμενοι ήθελαν να έλθει το ταχύτερο η απελευθέρωση. Ο Παπαφλέσσας ήταν βιαστικός και ορμητικός. Αλλά ο Επίσκοπος των Πατρών (Παλαιαί Πάτραι σε αντιδιαστολή με την Υπάτη της Φθιώτιδος, που ονομαζόταν τότε Νέαι Πάτραι ή Πατρατζίκι) είχε τη συναίσθηση της βαριάς ευθύνης του απέναντι στο Έθνος και στον ταλαιπωρημένο λαό της Πελοποννήσου. Ο Ελληνισμός σε ένα καίριο ερώτημα δεν δίνει πάντα μία και μοναδική απάντηση. Μπορεί να έχει δύο διαφορετικές απαντήσεις και να συνυπάρχουν δύο τάσεις, ώστε να προκύπτει η σύνθεση.

Την τελική απάντηση την έδωσαν τα ίδια τα γεγονότα. Στις αρχές Μαρτίου 1821 ο Οθωμανός διοικητής του Μωριά κάλεσε στην Τρίπολη όλους τους Επισκόπους και προκρίτους της Πελοποννήσου. Οι περισσότεροι πήγαν για να αποσείσουν κάθε τουρκική υποψία περί συνωμοσίας και επαναστάσεως. Φυλακίσθηκαν και βασανίσθηκαν επί μήνες και ελάχιστοι επέζησαν. Οι επιζώντες ελευθερώθηκαν κατά την Άλωση της Τριπολιτσάς από τους Έλληνες στις 23 Σεπτεμβρίου 1821. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Κερνίκης (περιοχή Καλαβρύτων) Προκόπιος και ορισμένοι πρόκριτοι προτίμησαν να μην να μεταβούν στην Τρίπολη. Έμειναν επί αρκετές ημέρες στη Μονή της Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων και εκεί έλαβαν την απόφαση να ξεσηκώσουν τα Καλάβρυτα και την Πάτρα.