«Splendidissima gemma – Recomposing Hildegard» - Μια μοναδική εμπειρία από το μουσικό σύνολο Canto Soave

Το να αποκαλέσει κανείς την Hildegard von Bingen απλά ως την πρώτη επώνυμη συνθέτιδα στην Ιστορία της ευρωπαϊκής μουσικής θα ήταν μάλλον υποτιμητικό για εκείνη...
Open Image Modal
.
Mavra gidia

Hildegard von Bingen: Η ανάδειξη της σημασίας, ακόμα και της ιερότητας, της συνολικής γυναικείας υπόστασης διαμέσου μιας μουσικής εξύμνησης της Παναγίας που έρχεται από τον...δωδέκατο αιώνα!

Το να αποκαλέσει κανείς την Hildegard von Bingen την πρώτη επώνυμη συνθέτιδα στην Ιστορία της ευρωπαϊκής μουσικής θα ήταν μάλλον υποτιμητικό για εκείνη. 

Μιλάμε για μια γυναίκα που η ζωή της αγγίζει τα όρια του απίστευτου για τα δεδομένα της εποχής της καθώς, αν και επέλεξε η ίδια να γίνει μοναχή σε ηλικία οκτώ (!) ετών, έγραψε την μουσική και τους στίχους εκπληκτικής ομορφιάς θρησκευτικών ύμνων (απάντων στην Παναγία) εξαιρετικής πρωτοτυπίας ως προς το ύφος και την τεχνοτροπία τους, επιδόθηκε με επιτυχία και με εξίσου προσωπικό τρόπο στην ζωγραφική, ήταν θεραπεύτρια και, ανάμεσα σε όλα αυτά, έβρισκε τον χρόνο να διατηρεί μια απίστευτα μεγάλου όγκου αλληλογραφία με σημαίνοντες ανθρώπους της εποχής της. Εν ολίγοις μια αληθινά φωτισμένη (και όχι απλά φωτεινή!) μέσα στον σκοταδισμό του Μεσαίωνα και τεράστιας σημασίας πνευματική και πολιτισμική προσωπικότητα η οποία θα μπορούσαμε δίχως δισταγμό να πούμε ότι επιπλέον προοιώνισε τις καλύτερες και πιο ουσιαστικές εκφάνσεις του φεμινιστικού κινήματος.

Δεν είναι παράξενο λοιπόν ότι το μουσικό σύνολο Canto Soave που αποτελείται από τις σοπράνο Μάιρα Μηλολιδάκη και Νατάσα Αγγελοπούλου, την μέτζο Έφη Μηνακούλη και την βιρτουόζο του τσέμπαλου και άλλων οργάνων της εποχής Κατερίνα Κτώνα και το οποίο εξειδικεύεται στην Παλαιά Μουσική πήρε τον ύμνο της «Ave generosa», ανέθεσε στον δημιουργό ηλεκτρονικής μουσικής Constantine Skourlis να γράψει μια νέα σύνθεση βασισμένη σε αυτόν και με την εμπνευσμένη καθοδήγηση του σκηνοθέτη Θέμελη Γλυνάτση ετοίμασαν μια πολυμεσική παράσταση. Ο τίτλος της είναι «Splendidissima gemma – Recomposing Hildegard», θα παρουσιαστεί σήμερα και αύριο, Πέμπτη 5 Μαρτίου, στο Μέγαρο Μουσικής και προσωπικά είμαι εκ των προτέρων σίγουρος ότι θα αποτελέσει μια πραγματικά σπάνια - και όχι μόνο μουσική! – εμπειρία για όσους και όσες το παρακολουθήσουν!

Θέμελης Γλυνάτσης 

Open Image Modal
.

 

«Είναι λάθος να αγνοούμε την εξαιρετικά ειλικρινή, έντονη και ολοκληρωτική διάσταση της θρησκευτικής εμπειρίας»

Ο διακεκριμένος και με μεγάλη πείρα στο μουσικό θέατρο σκηνοθέτης της παράστασης μιλάει για το πως την αντιμετώπισε σαν προσέγγιση του δυσκολότερου και ίσως κεφαλαιωδέστερου ζητήματος της ανθρώπινης ύπαρξης, εκείνου του αναπόφευκτου του θανάτου και, ακριβώς εξαιτίας αυτού, της υπέρβασης του ως αναγκαίας συνθήκης για την ζωή.

Αντιμετωπίσατε  το κείμενο ως οποιοδήποτε άλλο θεατρικό/λογοτεχνικό ή ως κάτι πολύ ιδιαίτερο, πριν από όλα επειδή γράφτηκε από μια γυναίκα τον Μεσαίωνα;

Το «κείμενο» της παράστασης είναι ένας και μοναδικός ύμνος αφιερωμένος στην Παναγία που συνδυάζει μια υπέροχη φωνητική γραμμή με στίχους που ξαφνιάζουν ακόμα και σήμερα τόσο λόγω ύφους αλλά των μεταφορών που χρησιμοποιεί η Χίλντεγκαρντ φον Μπίνγκεν. Θεωρώ ότι κανένα κείμενο δεν μπορεί να το αντιμετωπίζει κανείς ως «ένα οποιοδήποτε κείμενο», αυτό που καθιστά ένα κείμενο τέτοιο είναι αυτή η ιδιαίτερη συχνότητα του την οποία πρέπει κανείς να αφουγκραστεί με τρομακτική προσοχή, να ψηλαφίσει, να μάθει πολύ καλά πριν κάνει οτιδήποτε άλλο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει στο κείμενο μια ευθραυστότητα από τη μια μεριά και από την άλλη μια δυνητικότητα της μουσικής να εξαπλώνεται στο χώρο και να εξαϋλώνει το σώμα του ερμηνευτή.

Το θρησκευτικό/μεταφυσικό στοιχείο του και το πώς να το αποδώσετε σας ενδιέφερε πολύ, λίγο ή καθόλου;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το θρησκευτικό στοιχείο είναι εξαιρετικά έντονο σε όλο το έργο της Χιλντεγκαρντ φον Μπίνγκεν και η παράλειψή του θα ήταν τουλάχιστον αφελής. Παρά το γεγονός ότι ο σύγχρονος πολιτισμός έχει παραμερίσει την θρησκευτική ευλάβεια και την αντιμετωπίζει είτε σαν γραφικό πολιτισμικό στοιχείο είτε σαν φονταμενταλισμό είναι λάθος να αγνοούμε την εξαιρετικά ειλικρινή, έντονη και ολοκληρωτική διάσταση της θρησκευτικής εμπειρίας. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς θρήσκος για να συνειδητοποιήσει την θεολογική δόνηση που ενεργοποιεί τα έργα της φον Μπίνγκεν και μέσω αυτής της οδού, δηλαδή της θρησκευτικής εμπειρίας ως δόνησης η οποία εξαπλώνεται σε έναν άδειο χώρο, αποφάσισα και εγώ να δουλέψω. Με ενδιέφερε η απεύθυνση του ύμνου στην Παναγία, η θεατρικότητα και το ελεγειακό του στοιχείο καθώς και ο συνδυασμός της βαθιάς ευλάβειας με μια σχεδόν σοκαριστική ενασχόληση με το σώμα.

Σε ποιο στοιχείο κυρίως εστιάσατε για την δραματουργική/σκηνοθετική σας προσέγγιση και πώς θα την περιγράφατε στο σύνολο της;

Βασίστηκα σε ένα πραγματικό γεγονός από τη ζωή της Χίλντεγκαρντ φον Μίνγκεν, όταν η επιστήθια φίλη της Ρικάρντις φον Στάντε έφυγε από το μοναστήρι και μετά από ένα χρόνο πέθανε. Ήθελα να φτιάξω μια φανταστική βιογραφία των στιγμών πριν το θάνατο, της βάναυσης αναμονής και του παγώματος του χρόνου που κυριεύει τους ανθρώπους μετά τη συνειδητοποίηση ότι κάποιος έχει πεθάνει. Λέμε ως ευφυολόγημα του θανάτου, ότι κάποιος «έφυγε», και δεν συνειδητοποιούμε ότι έτσι το ευφυολόγημα μετατρέπεται σε γλωσσική καταδίκη καθώς το «έφυγε» περιλαμβάνει πάντα την υπόσχεση της επιστροφής ενώ στο θάνατο η γλωσσική αυτή δυνατότητα της λέξης εξανεμίζεται και το ρήμα «έφυγε» φαντάζει λειψό και ατελές, εκτεθειμένο στην απουσία αυτή της μη - επιστροφής. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση ήθελα να επεξεργαστώ και την περιστασιακή ανάσταση του νεκρού σώματος από την τέχνη η οποία, αν μη τι άλλο, εξυμνώντας χαράσσει τη μνήμη σε νότες, λέξεις ή χρώματα και κάπως δεσμεύει τους νεκρούς επί της γης μέχρι να εξαφανιστούν για πάντα.

Πιστεύετε ότι αυτό που δημιουργήσατε μαζί με τους υπόλοιπους συντελεστές είναι μια «σκηνοθετημένη συναυλία» ή μια νέα και πάντως πολύ ιδιαίτερη μορφή μουσικού θεάτρου;

Σίγουρα κανείς μας δεν ήθελε μια σκηνοθετημένη συναυλία, είχαμε συμφωνήσει όλοι ότι στοχεύουμε σε μια σκηνική πρόταση στην οποία η δραματουργία της μουσικής και της σκηνικής δράσης όχι απλώς είναι αλληλένδετες αλλά οργανικά εξαρτώμενες η μια από την άλλη. Η σκηνική δράση δεν είναι πρόφαση αφήγησης ή διάκοσμος αλλά μια έκφανση της μουσικής, τόσο του συγχρόνου σκέλους όσο και του μεσαιωνικού. Ταυτόχρονα αυτή η συνεύρεση του πολύ παλαιού με το πολύ σύγχρονο εξελίσσεται σε ένα εικαστικό περιβάλλον που από τη μια μεριά είναι εξαιρετικά τεχνολογικό και από την άλλη ιδιαιτέρως απέριττο. Στόχος μας δεν ήταν η δημιουργία ενός νέου είδους σκηνικής εμπειρίας ή μουσικής αντίληψης αλλά μιας ολοκληρωμένης σκηνικής εμπειρίας που επηρεάζει με ειλικρίνεια το συναίσθημα, τόσο του κοινού όσο και ημών.

Εντέλει πρόθεση σας είναι δώσετε στο κοινό μια μουσικοθεατρική ή τελετουργική, ίσως ακόμα και «μυστικιστική» εμπειρία;

Το ποια θα είναι η εμπειρία του κοινού είναι δική του επιλογή και «απόφαση». Οπως προανέφερα εμείς έχουμε ως στόχο την εστίαση σε μιαν εξαιρετικά επώδυνη εμπειρία ενός ιστορικού προσώπου που έχει πεθάνει εδώ και πολλούς αιώνες και, ως αυθαίρετοι αν και προσεχτικοί βιογράφοι, να επικοινωνήσουμε το χρονικό αυτής της οδύνης στο κοινό σε συνδυασμό όμως με μια βαθιά αίσθηση κατάνυξης ενώπιον του φαινομένου του θανάτου. Ο θάνατος προκαλεί αυτή την έκπληξη  και, παρότι το θέμα αυτό είναι ασύλληπτα δύσκολο, η παράσταση μας είναι ένα πρώτο σχεδίασμα αντιμετώπισής του. 

Canto Soave

Open Image Modal
.

 

«Μια άχρονη μουσική που πηγάζει από το μεταφυσικό στοιχείο το οποίο ενυπάρχει στον άνθρωπο»

Τα μέλη του μουσικού συνόλου δηλώνουν ότι η μυστικιστική εμπειρία που πραγματώνεται μέσα στο έργο της Χίλντεγκαρντ δεν είναι παρά η αλήθεια και η ομορφιά που βιώνει ο άνθρωπος όταν έρχεται σε επαφή με την αληθινή τέχνη.

Η ιδέα για την πραγματοποίηση αυτής της συναυλίας ήταν δική σας, του Θέμελη Γλυνάτση ή αμφοτέρων;

Η αρχική ιδέα της προσέγγισης του έργου της φον Μπίνγκεν προήλθε από το ενδιαφέρον του Canto Soave για τις μορφές της γυναικείας δημιουργικότητας μέσα στον χρόνο. Ο κύκλος Γέφυρες του Μεγάρου Μουσικής που διευθύνει ο Δημήτρης Μαραγκόπουλος αγκάλιασε την προοπτική μιας τέτοιας παράστασης που πήρε την τελική κατεύθυνση της μέσα από τη συνεργασία μας με τον Θέμελη Γλυνάτση.

Το ότι τα τραγούδια αυτά έχον γραφτεί από γυναίκα ήταν ο κυριότερος λόγος που τα επιλέξατε;

Ο λόγος που γοητευτήκαμε από τις συνθέσεις και την προσωπικότητα της Χίλντεγκαρντ είναι η άχρονη μουσική της. Άχρονη ακριβώς επειδή συνομιλεί με το χέρι που ο άνθρωπος είναι αιώνια «δεμένος» να τείνει προς το άπειρο για να αγγίξει το υπερβατικό, το Θείο. Άχρονη γιατί πηγάζει από το μεταφυσικό γονίδιο που δεν αποτυπώνεται στο DNA αλλά που όλοι ξέρουμε ότι είναι εκεί και μας ορίζει.

Για εσάς έχει σημασία μόνον η μουσική και ποιητική αξία τους ή και η θρησκευτική/μεταφυσική και, στη δεύτερη περίπτωση, σε ποιο βαθμό;

Στην υμνητική μουσική δεν είναι δυνατόν κανείς να διαχωρίσει αυτές τις διαστάσεις. Η σχέση τους μοιάζει με τον τρόπο που πάλλονται οι συμπαθητικές χορδές, ενεργοποιούνται ανεξάρτητα και παράλληλα με τις βασικές χορδές προσθέτοντας βάθος και αρμονικές στον ήχο.

Ποιες ιδιαίτερες ερμηνευτικές και εκτελεστικές δυσκολίες παρουσιάζει το πρωτογενές υλικό;

Ως φωνητική γραμμή οι μελωδίες της φον Μπίνγκεν είναι λιτές, άμετρες και δομημένες πάνω στο νόημα του λατινικού θρησκευτικού στίχου. Η ερμηνευτική δυσκολία για φωνές σαν τις δικές μας που φέρουν την κλασική τοποθέτηση ως φυσική κατάσταση τους είναι να «γειωθούμε» σε μια απλούστερη εκτέλεση, βαθιά ανθρώπινη και άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία που αφηγούμαστε πάνω στη σκηνή.

Τι σας έκανε να προσθέσετε και τα ηλεκτρονικά του Constantine Skourlis και να μην το παίξετε στην αυθεντική μορφή του;

Μέσα στις ουράνιες, δοξαστικές μελωδίες της Χίλντεγκαρντ υποφώσκει ένας λυγμός, μια κραυγή, μια φωνή που δεν αντλεί την ομορφιά της αποκλειστικά από την ομορφιά του ήχου. Η ηλεκτρονική συνθήκη που δημιουργεί ο Κωνσταντίνος εμπνέεται από αυτό το ανείπωτο ωστόσο θεμελιώδες στοιχείο και το εκφράζει με τρόπους και δυναμικές που το αναδεικνύουν ως την ουσία τόσο της προσωπικότητας της Χίλντεγκαρντ όσο και της μουσικής της.

Και γιατί προσθέσατε και την θεατρική διάσταση  αντί να πραγματοποιήσετε απλά δύο συναυλίες;

Η παράσταση που δημιουργήθηκε, βασισμένη σε ένα επεισόδιο της βιογραφίας της Χίλντεγκαρντ με έναν τρόπο που δεν φανταζόμασταν, αποτυπώνει τον τίτλο της, Spendidissima gemma, δηλαδή υπέρλαμπρο πετράδι. Στο μυαλό μας αυτό το πετράδι είναι πολυεδρικό: η τελική σύνθεση είναι μια performance που στην εικαστική, σκηνική, ηχητική και ερμηνευτική της διάσταση ενώνει όλες τις «έδρες» του πετραδιού της Χίλντεγκαρντ σε μια συνολική αισθητική εμπειρία.

Εντέλει πρόθεση σας είναι δώσετε στο κοινό μια μουσικοθεατρική ή τελετουργική, ίσως ακόμα και «μυστικιστική» εμπειρία;

Η μυστικιστική εμπειρία, ως στιγμή αποκάλυψης μιας κρυμμένης αλήθειας ή μιας κρυφής ομορφιάς, ιδεατά επαναλαμβάνεται σε κάθε ειλικρινή επαφή μας με την τέχνη. Το έργο και η ζωή της Χίλντεγκαρντ, από την φύση τους εμπεριέχουν το τελετουργικό στοιχείο ως δεδομένο αλλά και σαν ζητούμενο. Αυτό ακριβώς το στοιχείο αποτελεί το σημείο αναφοράς και της δικής μας παράστασης.

Constantine Skourlis

Open Image Modal
.

 

«Μια μουσική τόσο δυνατή εσωτερικά ώστε υπερβαίνει και κάνει περιττές τις αναλύσεις»

Ο καταξιωμένος συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής μιλάει για το πως η σύγχρονη τεχνολογία έρχεται παράδοξα να συναντήσει κι να αναδείξει τις «κρυμμένες» ιδιαιτερότητες και αρετές του έργου της Χίλντεγκαρντ.

Τι - και για ποιο λόγο ίσως – μπορούν να προσθέσουν τα ηλεκτρονικά σε μονοφωνικά τραγούδια που γράφτηκαν τον δωδέκατο αιώνα;

Στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν μιλάμε για προσθήκη αλλά για δημιουργία ενός νέου έργου βασισμένου στην μουσική και την προσωπικότητα της Hildegard von Bingen. Θα μπορούσε κάποιος πολύ εύκολα να συνδυάσει αυτά τα δύο μουσικά ιδιώματα και να φτιάξει κάτι όμορφο αλλά το ζήτημα δεν βρίσκεται εκεί. Αυτό που τελικά έχει καλλιτεχνική αξία για εμένα είναι το βάθος του περιεχομένου του έργου και της δράσης της Χίλντεγκαρντ.

Το γεγονός ακριβώς ότι είναι τόσο παλαιά σας έκανε να τα προσεγγίσετε μα κάποιο δέος;

Το δέος που κάποιος μπορεί να νιώθει απέναντι σε ένα τόσο σημαντικό έργο δεν έχει να κάνει με την παλαιότητα του. Η αξία των μεγάλων έργων είναι ότι μας φέρνουν σε μια κατάσταση, μια άχρονη δίνη η οποία καθιστά την εγκυκλοπαιδική τους ανάλυση περιττή. Είναι τόση η δύναμη τους που τους δίνει αξία εντός της ανθρώπινης κατάστασης. Το έργο της Χίλντεγκαρντ αδιαμφισβήτητα σε αυτή την κατηγορία.

Σε ποιο στοιχείο κυρίως βασιστήκατε για τα πρόσθετα μουσικά μέρη και τι προσπαθήσατε να κάνετε με αυτά; Θωρείτε ότι το επιτύχατε;

Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύω δεν εμπεριέχει κάποια ιεραρχία μεταξύ των μερών. Αντιθέτως κυριαρχεί μια «δημοκρατική» σύζευξη των επιμέρους στοιχείων όπου όλα έχουν την ίδια βαρύτητα, από τις ανάσες στην σκηνή μέχρι την πιο «αποπνικτική» χαμηλή συχνότητα.

Οπως ακριβώς αυτή η συναρπαστική γυναίκα που, αν και κλεισμένη οικειοθελώς τα περισσότερα χρόνια του βίου της σε ένα μοναστήρι, έζησε μια ζωή πολύ πιο ολοκληρωμένη αλλά και πλήρη από εκείνες αναρίθμητων άλλων γυναικών μα και αντρών, στην μακρινή και σκοτεινή εποχή της αλλά ακόμα και σήμερα...

 

«Splendidissima gemma – Recomposing Hildegard» - Μια μοναδική εμπειρία από το μουσικό σύνολο Canto Soave