Τι σχέση έχει το αποτύπωμα της μπότας του Άρμστρονγκ στη Σελήνη και η ενίσχυση των πολιτικών άκρων;

Τι σχέση έχει το αποτύπωμα της μπότας του Άρμστρονγκ στη Σελήνη και η ενίσχυση των πολιτικών άκρων;
Open Image Modal
Handout . / Reuters

Διάβαζα πρόσφατα ένα άρθρο με τον χαρακτηριστικό και εύγλωττο τίτλο «Θεωρίες συνωμοσίας: Πώς “απέδειξαν” ότι ο Άρμστρονγκ δεν πάτησε στη Σελήνη»  Το άρθρο αναφέρει ότι, με αφορμή τη δημοσίευση φωτογραφίας της στολής που φορούσε ο Νιλ Άμστορνγκ όταν περπάτησε στη Σελήνη το 1969, ορισμένοι συνέκριναν τη σόλα της μπότας με τη φωτογραφία στην οποία εμφανίζονται τα πρώτα βήματα ανθρώπου στη Σελήνη και παρατήρησαν ότι δεν ταιριάζουν μεταξύ τους. Το αποτέλεσμα ήταν η αναζωπύρωση των συζητήσεων για το αν πράγματι οι άνθρωποι πάτησαν στο φεγγάρι ή όλα ήταν μια καλοσχεδιασμένη απάτη. Δε σκοπεύω να μπω στις λεπτομέρειες της συζήτησης, καθότι η σχετική παραφιλολογία είναι γνωστή και εύκολα προσβάσιμη στον καθένα.

Αναρωτιέμαι όμως: γιατί στην εποχή μας τέτοιες θεωρίες έχουν τόση απήχηση; Μήπως υπάρχει κάποια σύνδεση με την πολιτική πραγματικότητα;

Μαθαίνουμε πως ομάδες σαν την Flat Earth Society αριθμούν πολλά μέλη διεθνώς, ενώ, σύμφωνα με έρευνα στη χώρα μας, τρεις στους δέκα ερωτηθέντες (32,4%) θεωρούν ότι «μας ψεκάζουν», ενώ περίπου ισάριθμοι πιστεύουν ότι το φάρμακο για τον καρκίνο έχει βρεθεί, αλλά «μας το κρύβουν». Σε αυτό το σημείο θέλω να διατυπώσω ένα καίριο ερώτημα: ποια η σχέση των θεωριών συνωμοσίας με την ενίσχυση των πολιτικών άκρων τα τελευταία χρόνια;

Ζούμε μια παγκόσμια οικονομική (και όχι μόνο) κρίση. Ο κόσμος της Νεωτερικότητας έχει ίσως παρέλθει. Κοινωνιολόγοι ισχυρίζονται ότι βρισκόμαστε σε μια «μετανεωτερική» ή «μεταβιομηχανική» εποχή με νέες μορφές εργασίας, ενώ στις οικονομικές επιστήμες γράφονται βιβλία για το τέλος της καπιταλιστικής εποχής και τον νέο κόσμο του «μετακαπιταλισμού». Ένας σύγχρονος κοινωνιολόγος, ο Ulrich Beck, υποστήριζε πως, σε αντίθεση με τη νεωτερική κοινωνία που ήταν ταξική, η κοινωνία στη δεύτερη νεωτερικότητα (ή μετανεωτερικότητα) είναι μια «κοινωνία της διακινδύνευσης». Αυτό σημαίνει πως η εποχή που ζούμε χαρακτηρίζεται από τη δημιουργία παγκόσμιων καταστάσεων κινδύνου. Η μεγάλη ανάπτυξη αποτελεί την πρόκληση της εποχής μας: ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο εύκολο να οδηγηθούμε μόνοι μας σε ολοκληρωτικό αφανισμό. Καθοριστική σημασία για το μέλλον μας, παίζει το κατά πόσον είμαστε (και θέλουμε να είμαστε) ενημερωμένοι.

Όπως και να ’χει, ο κόσμος μας γίνεται όλο και πιο περίπλοκος και η προσπάθεια να τον κατανοήσει κανείς καθίσταται όλο και πιο απαιτητικό εγχείρημα, πολύ περισσότερο δε το να προσαρμοστεί και στους ρυθμούς του. «Γιατί να κάνει τον κόπο να διαβάσει κανείς τα απαιτητικά και δυσνόητα εγχειρίδια που απαιτούνται για την εμβάθυνση σε έναν επιστημονικό κλάδο», αναρωτιέται σε άρθρο του ένας καθηγητής του Ε.Κ.Π.Α., όταν μπορεί με πολύ λιγότερο κόπο να «προμηθευτεί» μια έτοιμη εξήγηση για όλα τα δεινά που μας ταλανίζουν, από κάποιο περιθωριακό blog με θεωρίες συνωμοσίας στο διαδίκτυο; Γιατί να μπει κανείς στον κόπο ν’ αναζητήσει τις βαθύτερες ψυχολογικές και κοινωνικές αιτίες ενός περιστατικού, τη στιγμή που μπορεί απλώς να χωρίσει τους συμμετέχοντες σε «αθώα θύματα» και «φασίστες», διαλύοντας το σπίτια, μαγαζιά, ή δέρνοντας κιόλας; Και εμείς πώς αντιδρούμε σε αυτά; Τι αισθανόμαστε όταν ομάδες αναρχικών εισβάλλουν βίαια σε πανεπιστημιακό χώρο, δηλώνοντας πως πλέον αποτελεί το «στέκι» τους; Πώς νιώθουμε όταν δημόσια πρόσωπα της πολιτικής ζωής εκφράζονται με λεξιλόγιο γηπέδου, αρνούμενοι να κάνουν αυτό που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση κάθε δημοκρατικής χώρας, δηλαδή διάλογο;

Οι υπεραπλουστευμένες ερμηνείες της πραγματικότητας αποτελούν ιδιαίτερα ελκυστικοί πειρασμοί: είτε πρόκειται για τον «διεθνή σιωνισμό», που υποτίθεται πως σχεδιάζει την καταστροφή της πατρίδας μας, είτε για τον «παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό» και το «δόγμα του σοκ» που μας επιβουλεύονται, τέτοιες μανιχαϊστικές ερμηνείες των προβλημάτων μας γίνονται ολοένα δημοφιλέστερες ανάμεσα στον λαό. Τέτοιες υπεραπλουστευτικές ερμηνείες του περίπλοκου κόσμου μας, αναφέρει στο βιβλίο του ο Γερμανός καθηγητής Carl Dietrich Bracher, είναι που τροφοδότησαν τις διάφορες μορφές ολοκληρωτισμού κατά τον εικοστό αιώνα, ο οποίος χαρακτηρίζεται μάλιστα ως η «εποχή των ιδεολογιών». Όπως ισχυρίζεται ο Bracher, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος διέλυσε τις δυτικές μοναρχίες και μαζί με αυτές, τις ψευδαισθήσεις για τη σταθερή πρόοδο της ανθρωπότητας, διαδραματίζοντας βασικό ρόλο στην αμφισβήτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του δυτικού πολιτισμού εν γένει. Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, έγινε για πρώτη φορά τόσο αισθητή η απομόνωση του ανθρώπου μέσα σε έναν κόσμο μεγάλο και απρόσωπο, απομόνωση που σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση των θρησκευτικών δογμάτων, οδήγησε τελικά τον κατακερματισμένο δυτικό άνθρωπο στην αναζήτηση μιας κοινότητας και διεξόδου.

Χρησιμοποιώντας εκλεκτικά ορισμένες ιδέες φιλοσόφων και στοχαστών, τα ολοκληρωτικά κινήματα του κομουνισμού και του φασισμού, σύμφωνα με τον Bracher, προσέφεραν μια υπεραπλούστευση της κοινωνικής πραγματικότητας, μια μεσσιανική προσδοκία μιας οριστικής αποκατάστασης των κοινωνικών προβλημάτων, αλλά και ένα κίνητρο για μάχη απέναντι σε απόλυτους εχθρούς. Μήπως άραγε η ιστορία θα επαναληφθεί στον αιώνα μας; Μήπως οι θεωρίες συνωμοσίας έχουν αντικαταστήσει τα πολιτικά άκρα ή διαπλέκονται με αυτά και αποτελούν ενίσχυσή τους; Θα πρέπει να περιμένουμε για να το διαπιστώσουμε.