Εξηγώντας την Οικονομία και την Λογική μέσω μιας μπανιέρας (Α΄ μέρος)

Περιγράφοντας με το παράδειγμα της μπανιέρας το εισόδημα, τον πλούτο, την κατανάλωση και με την δοκιμή της μπανιέρας την Λογική
|
Open Image Modal
Howard Kingsnorth via Getty Images

Η οικονομική ανισότητα είναι στενά συνδεδεμένη, αλλά διαφέρει από άλλες μορφές ανισότητας: ισότητα ενώπιον του νόμου, πολιτική ισότητα, βασική αξιοπρέπεια και σεβασμός του άλλου.

Σε ό,τι αφορά ειδικά την οικονομική ανισότητα είναι αναγκαίο να κάνουμε διάκριση μεταξύ των διαφορετικών τύπων της οικονομικής ανισότητας: εισόδημα, πλούτος, κατανάλωση και οικονομικές ευκαιρίες. Η εστίασή μας στο μεγαλύτερο μέρος αυτής της προσέγγισης θα είναι στο εισόδημα, αλλά ας κάνουμε γρήγορα διάκριση μεταξύ αυτών των διαφορετικών διαστάσεων.

Η εισοδηματική ανισότητα αναφέρεται στις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων στη ροή των πληρωμών που λαμβάνουν για μια δεδομένη χρονική περίοδο, όπως ένα έτος. Ο ετήσιος μισθός είναι μέρος του εισοδήματος ενός ατόμου, όπως και οι πληρωμές κοινωνικής ασφάλισης ή διατροφής.

Η ανισότητα πλούτου αναφέρεται στις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των ανθρώπων σε ό,τι αφορά την αξία του αποθέματος των πόρων που κατέχουν, μείον τυχόν χρέη που οφείλουν, όπως φοιτητικά δάνεια, χρέη πιστωτικών καρτών ή υποθήκη. Το απόθεμα των πόρων που κατέχονται μπορεί να αποτελείται από τη συσσώρευση του παρελθόντος εισοδήματος και την αξία άλλων υλικών περιουσιακών στοιχείων, όπως τα σπίτια και τα αυτοκίνητα.

 Ένας ευρύτερος ορισμός του πλούτου μπορεί επίσης να περιλαμβάνει την αξία των άυλων περιουσιακών στοιχείων, όπως ένα Πανεπιστημιακό πτυχίο  που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία αυξημένης ροής κερδών κατά τη διάρκεια της ζωής του κατόχου του. Η ανισότητα του πλούτου είναι σημαντικά υψηλότερη από την εισοδηματική ανισότητα σε όλο τον κόσμο.

Η ανισότητα κατανάλωσης αναφέρεται στις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των ανθρώπων σε ό,τι αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που αγοράζουν για κατανάλωση σε μια δεδομένη χρονική περίοδο, όπως ένα έτος. Η ανισότητα κατανάλωσης είναι συνήθως λιγότερο ακραία από την εισοδηματική ανισότητα, καθώς οι άνθρωποι προσπαθούν να διατηρήσουν την κατανάλωσή τους σχετικά σταθερή με την πάροδο του χρόνου όταν είναι δυνατόν, επομένως η αστάθεια στο εισόδημα δεν αντανακλάται στις διαφορές στην κατανάλωση.

Ωστόσο, σε μια οικονομία με πιστωτικούς περιορισμούς, εκείνοι που διαθέτουν χαμηλά εισοδήματα δεν μπορούν να λάβουν δάνεια και έτσι τείνουν να καταναλώνουν το μεγαλύτερο μέρος από αυτά που λαμβάνουν, ενώ εκείνοι με υψηλά εισοδήματα δεν χρειάζεται να δανείζονται, αλλά μπορούν να αποταμιεύουν και να επενδύουν ένα ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που κερδίζουν. Και οι δύο αυτές δυνάμεις έχουν ως αποτέλεσμα καταναλωτικές διαφορές που είναι λιγότερο ακραίες από τις εισοδηματικές διαφορές.

Η ανισότητα ευκαιριών, αναφέρεται στις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων στην ικανότητά τους να μετατρέπουν το ταλέντο και την προσπάθειά τους σε εισόδημα και πλούτο. Ένα παιδί που στερείται την επαρκή διατροφή είναι απίθανο να γίνει αθλητής παγκόσμιας κλάσης και ένα πιθανό μουσικό θαύμα δεν μπορεί ποτέ να φτάσει τις δυνατότητές του χωρίς πρόσβαση σε όργανα ή μαθήματα σε νεαρή ηλικία.

Για να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ εισοδήματος, πλούτου και κατανάλωσης, είναι χρήσιμο να χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα μιας μπανιέρας:

Θεωρείστε το εισόδημα ως τη ροή του νερού που χύνεται στη μπανιέρα και τον πλούτο ως την ποσότητα (ή το απόθεμα) νερού που υπάρχει στη μπανιέρα ανά πάσα στιγμή. Η ροή του εισοδήματός σας συμβάλλει στο απόθεμα του πλούτου σας. Το νερό που αποστραγγίζεται από τη μπανιέρα μπορεί να συγκριθεί με την κατανάλωση. Αν όλα τα άλλα είναι ίσα, η κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών μειώνει το απόθεμα του πλούτου σας.

Το παράδειγμα της μπανιέρας οδηγεί ενίοτε και στην δοκιμή της ανθεκτικότητας του αποθέματος της μπανιέρας. Το πως διατηρείται σταθερό ή σχετικά σταθερό το απόθεμα , το πως ο πλούτος που έχουμε παράγει διατηρείται σταθερός ή σχετικά σταθερός, το είδαμε μόλις πριν λίγο μέσα από την περιγραφή της μπανιέρας, του νερού που εισρέει, του νερού που υπάρχει ανά πάσα στιγμή και του νερού που αποστραγγίζεται. 

Εν μέσω λοιπόν της οικονομικής κρίσης, ένας πάσχων οικονομικά (και ψυχολογικά) από την αποστράγγιση του αποθέματός του, αποφάσισε να επισκεφθεί μια κλινική. 

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στην ψυχιατρική κλινική, ο πάσχων, ρώτησε το διευθυντή πώς καθορίζουν εάν ένας ασθενής πρέπει ή όχι να εισαχθεί στην κλινική για θεραπεία;

 ”Λοιπόν,” είπε ο διευθυντής, « γεμίζουμε ως επάνω μια μπανιέρα, και έπειτα δίνουμε ένα κουταλάκι του γλυκού, ένα φλιτζάνι τσαγιού και έναν κουβά στον ασθενή και ζητάμε από αυτόν να αδειάσει τη μπανιέρα. »

 «Ω, καταλαβαίνω»..... είπε ο πάσχων. «Ένα φυσιολογικό άτομο θα χρησιμοποιούσε τον κουβά επειδή είναι μεγαλύτερος από το κουτάλι ή το φλιτζάνι τσαγιού.»

 « Όχι» είπε ο διευθυντής... «Ένα φυσιολογικό άτομο θα τραβούσε το βούλωμα. Θέλετε ένα κρεβάτι κοντά στο παράθυρο;»

 

***

Μιχάλης Κονιόρδος, Καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής