HRW προς Ε.Ε.: Η Τουρκία δεν είναι ασφαλής για τους αιτούντες άσυλο

Η οργάνωση καταγγέλει ότι η Τουρκία εξετάζει το ενδεχόμενο ομαλοποίησης των σχέσεών της με τον Άσαντ και καλεί την ΕΕ να αναστείλει τη χρηματοδότησή της.
|
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου
livephotos via Getty Images

Στην καταγγελία ότι οι τουρκικές αρχές αυθαίρετα προέβησαν στη σύλληψη, κράτηση και απέλαση στη Συρία εκατοντάδων Σύριων προσφύγων, ανδρών και αγοριών, στο διάστημα από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούλιο του 2022, προέβη σήμερα η Human Rights Watch και καλεί την Ε.Ε. και τα κράτη μέλη της να αναγνωρίσουν ότι η Τουρκία δεν πληροί τα κριτήρια της ασφαλούς τρίτης χώρας και να αναστείλουν τη χρηματοδότηση για την κράτηση μεταναστών και για τους συνοριακούς ελέγχους μέχρι να σταματήσουν οι αναγκαστικές απελάσεις.

Οι Σύριοι που απελάθηκαν ανέφεραν στη Human Rights Watch ότι Τούρκοι αξιωματούχοι τούς συνέλαβαν στα σπίτια τους, στους χώρους εργασίας τους και στον δρόμο, τους κράτησαν υπό κακές συνθήκες, βιαιοπράγησαν και κακομεταχειρίστηκαν τους περισσότερους από αυτούς, αναγκάζοντάς τους να υπογράψουν έντυπα οικειοθελούς επιστροφής, τους οδήγησαν σε συνοριακά σημεία διέλευσης προς τη βόρεια Συρία και τους ανάγκασαν να διέλθουν τα σύνορα υπό την απειλή όπλου.

«Κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, οι τουρκικές αρχές συνέλαβαν εκατοντάδες Σύριους πρόσφυγες, ακόμα και ασυνόδευτα παιδιά, και τους ανάγκασαν να επιστρέψουν στη βόρεια Συρία», δήλωσε η Νadia Hardman, ερευνήτρια για τα δικαιώματα των προσφύγων και μεταναστών στη Human Rights Watch. «Αν και η Τουρκία παρείχε προσωρινή προστασία σε 3,6 εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες, φαίνεται ότι πλέον επιχειρεί να μετατρέψει τη βόρεια Συρία σε αποθήκη προσφύγων».

Πρόσφατες ενδείξεις από την Τουρκία και από άλλες κυβερνήσεις υποδεικνύουν ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο ομαλοποίησης των σχέσεών τους με τον Σύριο Πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ, επισημαίνει η HRW και προσθέτει ότι τον Μάιο του 2022 ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να προχωρήσει στην επανεγκατάσταση ενός εκατομμυρίου προσφύγων στη βόρεια Συρία, σε περιοχές που δεν ελέγχονται από την κυβέρνηση, παρόλο που η Συρία παραμένει μη ασφαλής για τους πρόσφυγες που επιστρέφουν.

Πολλοί από αυτούς προέρχονται από περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση, αλλά ακόμη και αν μπορούσαν να φτάσουν ως εκεί, η συριακή κυβέρνηση είναι εκείνη που ουσιαστικά συντέλεσε στην ύπαρξη πάνω από έξι εκατομμυρίων προσφύγων και διέπραξε σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος των πολιτών της, ακόμη και πριν από την έναρξη των εξεγέρσεων.

Η HRW κάνει αναφοροά στη χρηματοδότηση δισεκατομμυρίων ευρώ που έλαβε η Τουρκία από την ΕΕ για την ανθρωπιστική στήριξη και διαχείριση της μετανάστευσης και σημειώνει ότι οι απελάσεις βρίσκονται στον αντίποδα της στάσης που η γειτονική μας χώρα κρατούσε πριν από λίγα χρόνια όσον αφορά την υποδοχή προσφύγων.

Η η Human Rights Watch αναφέρει ότι από τον Φεβρουάριο μέχρι και τον Αύγουστο πήρε συνέντευξη, εντός της Τουρκίας, τηλεφωνικώς ή διά ζώσης, από 37 άνδρες και 2 αγόρια από τη Συρία, που ήταν εγγεγραμμένοι στην Τουρκία για προσωρινή προστασία. Η Human Rights Watch πήρε επίσης συνέντευξη από επτά συγγενείς Σύριων προσφύγων και μια γυναίκα πρόσφυγα, την οποία οι τουρκικές αρχές απέλασαν στη βόρεια Συρία κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.

Η Human Rights Watch απέστειλε επιστολές με ερωτήματα και πορίσματα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τη Γενική Διεύθυνση Μετανάστευσης και Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και το Υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας. Η Human Rights Watch έλαβε απάντηση από τον Bernard Brunet, της Γενικής Διεύθυνσης Γειτονίας και Διαπραγματεύσεων Διεύρυνσης της ΕΕ. Το περιεχόμενο αυτής της επιστολής αντικατοπτρίζεται στην ενότητα που αφορά τα προαναχωρησιακά κέντρα.

Τούρκοι αξιωματούχοι απέλασαν 37 από τα άτομα που παραχώρησαν συνέντευξη στη βόρεια Συρία. Όλοι είπαν ότι απελάθηκαν μαζί με δεκάδες ή ακόμα και εκατοντάδες άλλους. Όλοι είπαν ότι εξαναγκάστηκαν να υπογράψουν έντυπα είτε σε προαναχωρησιακά κέντρα είτε στα σύνορα με τη Συρία, σημειώνει η οργάνωση και συνεχίζει:

Είπαν επίσης ότι οι αξιωματούχοι δεν τους επέτρεπαν να διαβάσουν τα έντυπα και δεν εξηγούσαν το περιεχόμενό τους, αλλά όλοι οι ερωτηθέντες είπαν ότι αντιλήφθηκαν πως τα έντυπα αφορούσαν τη δήθεν συμφωνία τους για τον οικειοθελή επαναπατρισμό τους. Κάποιοι ανέφεραν ότι οι αξιωματούχοι κάλυπταν με τα χέρια τους το τμήμα του εντύπου που ήταν γραμμένο στα Αραβικά. Οι περισσότεροι ανέφεραν ότι σε αυτά τα προαναχωρησιακά κέντρα είδαν τις αρχές να μεταχειρίζονται και άλλους Σύριους με τον ίδιο τρόπο.

Πολλοί είπαν ότι είδαν Τούρκους αξιωματούχους να βιαιοπραγούν κατά άλλων ανδρών, που αρχικά αρνήθηκαν να υπογράψουν κι έτσι κατάλαβαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή. Δύο άνδρες οι οποίοι κρατούνταν σε προαναχωρησιακά κέντρα στα Άδανα ανέφεραν ότι τους δόθηκε η επιλογή να υπογράψουν το έντυπο και να επιστρέψουν στη Συρία ή να παραμείνουν υπό κράτηση για ένα έτος. Και οι δύο επέλεξαν την επιστροφή επειδή δεν μπορούσαν να αντέξουν στη σκέψη ενός επιπλέον έτους κράτησης και ήταν απαραίτητο να στηρίξουν τις οικογένειές τους.

Δέκα άτομα δεν απελάθηκαν. Κάποιοι αφέθηκαν ελεύθεροι και τους προειδοποίησαν ότι οφείλουν να επιστρέψουν στην πόλη στην οποία είχαν καταχωρηθεί διότι, αν εντοπίζονταν αλλού, θα απελαύνονταν. Άλλοι κατάφεραν να επικοινωνήσουν με δικηγόρους χάρη στην παρέμβαση μελών της οικογένειάς τους προκειμένου να τους βοηθήσουν στην απελευθέρωσή τους. Αρκετοί βρίσκονται ακόμα σε προαναχωρησιακά κέντρα αναμένοντας τη διευθέτηση της υπόθεσής τους, χωρίς να γνωρίζουν τον λόγο για τον οποίο κρατούνται και υπό τον φόβο της απέλασης. Όσοι αφέθηκαν ελεύθεροι χαρακτήρισαν τη ζωή στην Τουρκία ως επικίνδυνη, λέγοντας ότι μένουν στο σπίτι με τις κουρτίνες τους κλειστές και περιορίζουν τις μετακινήσεις τους προκειμένου να αποφύγουν τις τουρκικές αρχές.

Οι απελαθέντες μεταφέρθηκαν οδικώς στα σύνορα από τα προαναχωρησιακά κέντρα παραμένοντας δεμένοι με χειροπέδες καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, το οποίο μερικές φορές διαρκούσε μέχρι και 21 ώρες. Ανέφεραν ότι αναγκάστηκαν να διέλθουν από διασυνοριακά σημεία ελέγχου είτε στο Öncüpınar/Bab al-Salam είτε στο Cilvegözü/Bab al-Hawa, με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε περιοχές εκτός κυβερνητικού ελέγχου στη Συρία. Ένας άνδρας 26 ετών από το Χαλέπι ανέφερε ότι στο σημείο ελέγχου ένας Τούρκος αξιωματούχος του είπε, «Θα πυροβολήσουμε όποιον επιχειρήσει να επιστρέψει».

Τον Ιούνιο του 2022 ο οργανισμός για τους πρόσφυγες του ΟΗΕ, η Ύπατη Αρμοστεία για τους Πρόσφυγες (UNHCR), ανακοίνωσε ότι το τρέχον έτος 15.149 Σύριοι πρόσφυγες έχουν ήδη επιστρέψει οικειοθελώς στη Συρία. Οι αρμόδιες τοπικές αρχές στα διασυνοριακά σημεία ελέγχου στα Bab al-Hawa και στο Bab al-Salam αντίστοιχα δημοσιεύουν σε μηνιαία βάση τον αριθμό όσων διέρχονται τα σύνορα της Τουρκίας προς τη Συρία. Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου του 2022, 11.645 άτομα επέστρεψαν μέσω του Bab al-Hawa και 8.404 μέσω του Bab al-Salam.

Η Τουρκία δεσμεύεται από τις συμφωνίες και το εθιμικό διεθνές δίκαιο να σέβεται την αρχή της μη επαναπροώθησης, η οποία απαγορεύει την επιστροφή οποιουδήποτε ατόμου σε τόπο όπου θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο δίωξης, βασανιστηρίων ή άλλης κακομεταχείρισης ή απειλής για τη ζωή του υπογραμμίζει η HRW και υπογραμμίζει: Η Τουρκία οφείλει να μην εξαναγκάζει τους ανθρώπους να επιστρέψουν σε τόπους όπου διατρέχουν κίνδυνο να υποστούν σοβαρή βλάβη. Η Τουρκία οφείλει να προστατεύει τα βασικά δικαιώματα όλων των Σύριων, ανεξάρτητα από τον τόπο καταχώρησής τους, και οφείλει να μην απελαύνει τους πρόσφυγες που ζουν και εργάζονται σε πόλη διαφορετική από αυτή στην οποία είναι καταχωρημένες η διεύθυνση κατοικίας τους και η ταυτότητα προσωρινής προστασίας τους.

«Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της οφείλουν να αναγνωρίσουν ότι η Τουρκία δεν πληροί τα κριτήρια της ασφαλούς τρίτης χώρας και να αναστείλουν τη χρηματοδότηση για την κράτηση μεταναστών και για τους συνοριακούς ελέγχους μέχρι να σταματήσουν οι αναγκαστικές απελάσεις», δήλωσε η Hardman. Η «κήρυξη της Τουρκίας ως “ασφαλούς τρίτης χώρας” δεν συμβαδίζει με τον μεγάλο αριθμό απελάσεων Σύριων προσφύγων στη βόρεια Συρία. Τα κράτη μέλη οφείλουν να μην προβαίνουν σε αυτόν τον χαρακτηρισμό και να επικεντρωθούν στη μετεγκατάσταση των αιτούντων άσυλο αυξάνοντας τον αριθμό των ατόμων που επανεγκαθίστανται».