Olivier Delorme: «Για πολλούς δυτικούς κληρικούς, οι Έλληνες σχισματικοί είναι χειρότεροι από τους Τούρκους εχθρούς»

Olivier Delorme: «Για πολλούς δυτικούς κληρικούς, οι Έλληνες σχισματικοί είναι χειρότεροι από τους Τούρκους εχθρούς»
|
Open Image Modal
DEA / A. DE GREGORIO via Getty Images

Η Κωνσταντινούπολη έπεσε εξαιτίας της αδιαφορίας της Δύσης, υποστηρίζει ο ιστορικός και μυθιστοριογράφος Olivier Delorme και συμπληρώνει: «Ενώ η βυζαντινή ιστορία μπορεί από μόνη της να αποτελέσει εξαιρετική βάση μυθοπλασίας, σχεδόν αγνοούνται τα χίλια χρόνια της βυζαντινής ιστορίας και του πολιτισμού, η αποφασιστική τους επιρροή στη Δυτική Αναγέννηση».

Ο Olivier Delorme ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1973. Μετά από κλασικές σπουδές (Φιλολογία και Ιστορία), έγινε διευθυντής σπουδών στο Ερευνητικό Ίδρυμα της Σύγχρονης Ιστορίας ως επικεφαλής της συλλογής στο Documentation Française. Δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα το 1996, πέρασε δύο χρόνια στη Νίσυρο στα Δωδεκάνησα, και το 2013 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Η Ελλάδα και τα Βαλκάνια » (La Grèce et les Balkans - Folio History Gallimard). Το 2017 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του «Tigrane Armenian», με αναφορές στην γενοκτονία των Αρμενίων.

Ακολουθούν αποσπάσματα της συνέντευξης του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:

- Αν δεν είχε προκύψει η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ποια θα μπορούσε να είναι υποθετικά η μοίρα της Ελλάδας σήμερα;

Ακόμα κι αν είμαι μυθιστοριογράφος, εκτός από ιστορικός, δεν θα προσπαθήσω να δομήσω μια άλλη ιστορία με «Αν και εφόσον». Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης δεν ήταν παρά μόνο η κορύφωση μιας διπλής διαδικασίας που άρχισε στα τέλη του ενδέκατου αιώνα.

Αρχικά, ο Βασιλεύς σταματάει σταδιακά να είναι ο υπερασπιστής των ταπεινών - πράγμα που αποδυναμώνει τον πατριωτισμό των υπήκοών του - προς όφελος των ισχυρών στους οποίους παραχωρεί εδάφη και φορολογικά προνόμια. Αυτή η εξέλιξη οδηγεί τόσο στην αποδυνάμωση της αυτοκρατορικής εξουσίας έναντι αυτών των ισχυρών όσο και στην οικονομική εξασθένιση του, λόγω των πολλαπλών δωρεών στα μοναστήρια που εξαιρούνται επίσης από τους φόρους, και στην υποκατάσταση της «συναισθηματικής» σχέσης μεταξύ των ταπεινών και του Βασιλεύς, με μια σχέση εξάρτησης μεταξύ των ταπεινών και των ισχυρών.

Η δεύτερη εξέλιξη είναι εξωτερική και οδηγεί τον Βασιλέα να στηρίζεται ολοένα και περισσότερο στις ιταλικές εμπορικές πόλεις - οι οποίες αποκτούν σε αντάλλαγμα τελωνειακά και εμπορικά προνόμια- για να αποκτήσει τα οικονομικά μέσα και να εξισορροπήσει τις φορολογικές απαλλαγές που έχει ο ίδιος εγκρίνει.

Τα προνόμια όμως αυτά μειώνουν όλα τα έσοδα της αυτοκρατορίας, ενώ καταστρέφουν τους βυζαντινούς εμπόρους. Επομένως, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πότε και πώς θα μπορούσαν να είχαν διακοπεί αυτές οι διαδικασίες και τι θα είχε προκύψει.

Από την άλλη πλευρά, αυτό που παρατηρείται, χωρίς όμως να πρόκειται για επανάληψη της ιστορίας, είναι ότι υφίστανται κάποιοι παραλληλισμοί με την τρέχουσα κατάσταση στην Ελλάδα: υποφορολόγηση των πλέον ευνοημένων κατηγοριών, αποδυνάμωση του δεσμού εμπιστοσύνης των Ελλήνων προς το κράτος, οι οποίοι εκτιμούν ότι έχουν όλο και λιγότερη προστασία και υπηρεσίες σε αντάλλαγμα για ολοένα και μεγαλύτερους φόρους, απώλεια της οικονομικής κυριαρχίας και κηδεμονία αυτού του κράτους από μια ξένη αρχή - στην προκειμένη περίπτωση την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Open Image Modal
gameover2012 via Getty Images

- Στην εισαγωγή του βιβλίου σας «Έλληνες και τα Βαλκάνια» αναφέρετε ότι «το Βυζάντιο παραμένει ιδιαίτερα απών από τη συλλογική φαντασία και τις οθόνες μας». Για ποιον λόγο θεωρείτε ότι στη Γαλλία, αλλά και στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη, γίνονται ελάχιστες έως και καθόλου αναφορές σε αυτό το κομμάτι της βυζαντινής και ελληνικής ιστορίας; Ποια είναι η συνέπεια αυτής της μη αναδρομής σχετικά με τη θέση της Ελλάδας, των Βαλκανίων και της Κύπρου στην Ευρώπη σήμερα;

Ενώ η βυζαντινή ιστορία μπορεί από μόνη της να αποτελέσει εξαιρετική βάση μυθοπλασίας, καθώς μερικοί χαρακτήρες μπορεί να κάνουν ονειρεμένους ήρωες ιστορικών τηλεοπτικών σειρών, πολύ λίγα μυθιστορήματα εμπνέονται από αυτή την ιστορία στον δυτικό κόσμο και απουσιάζουν εντελώς από τις οθόνες μας. Όπως και τα εγχειρίδια μας στις δυτικές χώρες: τα χίλια χρόνια της βυζαντινής ιστορίας και του πολιτισμού, η αποφασιστική τους επιρροή στη Δυτική Αναγέννηση, σχεδόν αγνοούνται, ενώ η αραβομουσουλμανική κληρονομιά τιμάται και μάλιστα υπερβαθμίζεται.

Για μένα, πρόκειται εδώ για μια κληρονομιά του μακροχρόνιου αρνητικού οράματος που γεννήθηκε από το σχίσμα μεταξύ Ανατολικών και Δυτικών Εκκλησιών. Για τον Πετράρχη και πολλούς δυτικούς κληρικούς ή διανοούμενους που διαμόρφωσαν την αντίληψη του Βυζαντίου στη Δυτική Ευρώπη, οι Έλληνες σχισματικοί είναι χειρότεροι από τους Τούρκους εχθρούς.

Αρνούμαστε να δούμε ότι η παρενόχληση ανά τους αιώνες από τους Νορμανδούς της νότιας Ιταλίας και της Σικελίας, η πολιτική της Βενετίας και της Γένοβας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αποδυνάμωσή της, έναντι της αύξησης του τουρκικού κινδύνου.

Σημειώνεται ότι έπρεπε να έρθει το 2001 για να αναγνωριστεί από κάποιον Πάπα η καταστροφή που αποτέλεσε η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς το 1204, η οποία σηματοδοτεί την αρχή μίας επιχείρησης αποικιακού τύπου - τη Λατινική Αυτοκρατορία - που διήρκησε λίγο περισσότερο από μισό αιώνα.

Αυτή η απόρριψη του Βυζαντίου από τη Δύση, η απομόνωση από την ευρωπαϊκή συλλογική μνήμη, εξηγεί, εν μέρει, τις διαφορές στη μεταχείριση των καθεστώτων της Κροατίας και της Σερβίας, τα οποία ήταν πολύ παρόμοια κατά τη διάρκεια των πολέμων της γιουγκοσλαβικής απόσχισης από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, σε σχέση με τα καθολικά-προτεσταντικά κράτη της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης, αναφορικά με τη διαδικασία ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ή με τη βιαιότητα και την ταπείνωση του καθεστώτος κηδεμονίας της Ελλάδας για σχεδόν δέκα χρόνια, συνοδευόμενη από μια ισοπεδωτική στάση των δυτικών μέσα μαζικής ενημέρωσης έναντι των Ελλήνων με ρατσιστικά στερεότυπα που συνεχίζουν να υποβόσκουν στη δυτική κουλτούρα εδώ και αιώνες.

Βασικά, στις δυτικές κοινωνίες υπερισχύει η εικόνα ότι, η μήτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραμένει η Αυτοκρατορία του Καρλομάγνου και μια Καθολική-Προτεσταντική λέσχη που αντιμετωπίζει, ως επί το πλείστον με περιφρόνηση, τους Νοτιοανατολικούς Ευρωπαίους της ορθόδοξης παράδοσης, που καλούνται να γίνουν Δυτικοί (για να μην πούμε Γερμανοί!) αν και εφόσον θέλουν να θεωρηθούν «πραγματικοί» Ευρωπαίοι - εδώ πρόκειται για έναν πολιτιστικό ιμπεριαλισμό που τροφοδοτείται επίσης από την επιθυμία των νοτιοανατολικών Ευρωπαίων να αναγνωριστούν επιτέλους ως τέτοιοι.

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)