ΔΕΘ(α μάθουμε ποτέ;)

Αν η ήδη υπερχρεωμένη Ελλάδα αναγκαστεί να μπει εκ νέου σε καθεστώς αυστηρής εποπτείας και σφιχτής λιτότητας, τότε το μέλλον της χώρας είναι μια χώρα χωρίς μέλλον.
Open Image Modal
Στιγμιότυπο από περίπτερο της 86ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. (ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)
Eurokinissi

Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, 

ραγιάδες έχεις, μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, 

κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,

των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.

Κωστής Παλαμάς [1] 

Ο πολίτης ετούτης της χώρας θα έπρεπε να τρομάξει ακούγοντας τις εξαγγελίες της κυβέρνησης και κατόπιν της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη φετινή Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης. Να τρομάξει γιατί οι υποσχέσεις ύψους 5,5 και 5,6 δισ. ευρώ αντίστοιχα, χωρίς να υπολογίζονται οι ύψους άνω των 13 δισ. ευρώ επιδοτήσεις για την ενέργεια, σε συνδυασμό με το πρωτογενές έλλειμα του 2% του ΑΕΠ για φέτος, όπως έχει ανακοινώσει το Υπουργείο Οικονομικών, ίσως οδηγήσουν την οικονομία ολοταχώς προς τη γνωστή οδό των μνημονίων!

Είναι άραγε οι συνήθεις προεκλογικές ιαχές των κομμάτων που θα μείνουν μόνο υποσχέσεις ή θα υλοποιηθούν προσθέτοντας ακόμα ένα συντελεστή στη δύσκολη δημοσιονομική εξίσωση που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση μετά τις επερχόμενες εκλογές; Αν η ήδη υπερχρεωμένη Ελλάδα αναγκαστεί να μπει εκ νέου σε καθεστώς αυστηρής εποπτείας και σφιχτής λιτότητας, τότε το μέλλον της χώρας είναι μια χώρα χωρίς μέλλον.

Η πρακτική είναι γνωστή: Η κοινωνία των αναγκών κατευνάζεται κάθε τόσο με επιδοματικές παροχές προκειμένου να διατηρεί ενεργή την πολιτική χειμερία της νάρκη ώστε το κράτος αδιαμαρτύρητα να συνεχίσει να υπερδανείζεται αλλά και να υπερφορολογεί, με αποτέλεσμα ο φαύλος κύκλος να μην κλείνει ποτέ.

Ο φαύλος κύκλος ο οποίος, απ’ ό,τι φαίνεται, λειτουργεί προς όφελος της κομματοκρατίας αλλά εις βάρος των πολιτών. Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα τού «ανήκομεν» -πάντοτε- κάπου, κυριαρχεί η στρεβλή εντύπωση ότι πρέπει να συναποφασίζουμε με τους εταίρους μας ακόμα και για τις στοιχειώδεις δικές μας υποθέσεις. Τούτα τα δυο μαζί έχουν οδηγήσει στην εξασθένιση της πολιτικής βούλησης σε τέτοιο βαθμό που η χώρα χρειάζεται, κυριολεκτικά, υποβοήθηση για να διαχειριστεί τις ίδιες της τις ευθύνες!

Η ένδεια αναπτυξιακών πρωτοβουλιών και η αδυναμία να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν καινοτόμες οικονομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν έρεισμα προόδου και αφορμή ευημερίας, φανερώνουν το μέγεθος της πολιτικής (ενδεχομένως και της πολιτειακής) παρακμής.

Για τον Έλληνα πολίτη θα ήταν χρησιμότερο να ακουστούν από την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση τα σημεία εκείνα της κρατικής, και όχι μόνο, λειτουργίας που απαιτείται να μεταρρυθμιστούν, στο πλαίσιο ενός ορθολογικού σχεδιασμού, ώστε να λειτουργήσει η χώρα με τρόπο που θα αποφέρει μακροπρόθεσμα το αναγκαίο και ζητούμενο θετικό πρόσημο στην οικονομία και την κοινωνία. Αλλά δυστυχώς, οι εθελότυφλοι χειροκροτητές της εξουσιολαγνείας, ένθεν κακείθεν, προφανώς δεν διαθέτουν ούτε την οξυδέρκεια ούτε τη δημοκρατική ευαισθησία για να απαιτήσουν τα αυτονόητα, χαλιναγωγείται άλλωστε η προκατάληψη;

Οι Έλληνες δεν είναι, όπως ίσως ορισμένοι θεωρούν, ούτε συμπλεγματικοί παρίες του νότου της Ε.Ε., ούτε ασυνείδητα αντιδραστικοί που επιθυμούν να ξορκίσουν τις φοβίες τους και να ζήσουν εις βάρος άλλων λαών. Η Ελλάδα έχει μια ιστορική ραχοκοκαλιά ριζωμένη βαθιά μέσα στο παρελθόν τής Ευρώπης, την οποία όμως δυστυχώς έχει αφήσει αδιαφοροποίητη στο πέρασμα των χρόνων και δεν την έχει προσαρμόσει στις ανάγκες, τις απαιτήσεις και τις προκλήσεις της εποχής.

Μοιάζει σήμερα σαν μια ασπόνδυλη πλαστελίνη που πλάθεται ανάλογα με τις βουλές και τις επιθυμίες των διευθυντηρίων της Ευρώπης. Χωρίς σοβαρή αναπτυξιακή πολιτική, χωρίς σταθερές και μακροπρόθεσμες στρατηγικές χρηστής οικονομικής και διοικητικής πρακτικής, χωρίς καν ένα κοινά αποδεκτό σχέδιο για το μέλλον, η χώρα θα αποδυθεί, όπως έχει άλλωστε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια, σε έναν αγώνα ενάντια στον ίδιο της τον εαυτό.

Εύλογα λοιπόν θα αναρωτηθεί ο πολίτης: ΔΕΘα μάθουμε ποτέ ότι επιτέλους επιβάλλεται στον καιρό μας να απαιτήσουμε λιγότερη υποτέλεια, λιγότερη καχεξία, λιγότερη αποτυχία και λιγότερο οπορτουνισμό; Η δικαιολογία και το ταλέντο τής απογοήτευσης δεν μας ταιριάζει πια.

 

 [10]. Από το ποίημα «Γύριζε» του Κωστή Παλαμά. Γράφτηκε το 1908, όταν στη χρεωκοπημένη Ελλάδα τον έλεγχο της οικονομίας αλλά και της πολιτικής τον είχαν οι δανειστές.

Κώστας Θερμογιάννης