Βρετανικό Μουσείο: Φτωχά συστήματα ασφαλείας και πενιχροί μισθοί πιθανόν οδήγησαν στο σκάνδαλο κλοπών

Τι αποκαλύπτει στον Independent πρώην υπάλληλος του Βρετανικού Μουσείου και άλλες πηγές.
|
Open Image Modal
.
TOBY MELVILLE via Reuters

Μια πρώην επιμελήτρια του Βρετανικού Μουσείου ισχυρίστηκε ότι τα συστήματα ασφαλείας του είναι «απίστευτα φτωχά», γεγονός που οδήγησε στην κλοπή εκατοντάδων – και πιθανώς χιλιάδων – πολύτιμων αντικειμένων.

Και ένας δεύτερος ειδικός είπε στον Independent ότι ένας συνάδελφός του εξέφρασε ανησυχίες στο μουσείο πολλές φορές ήδη από το 2020, αφού εντόπισε ορισμένα αντικείμενα προς πώληση στο eBay.

Το Βρετανικό Μουσείο συγκλονίστηκε από σκάνδαλο, όταν αποκαλύφθηκε ότι αναντικατάστατοι θησαυροί είχαν εξαφανιστεί από τα θησαυροφυλάκια του.

Ο διευθυντής του, Χάρτγουιγκ Φίσερ, παραιτήθηκε την Παρασκευή, παραδεχόμενος ότι το μουσείο «δεν ανταποκρίθηκε τόσο πλήρως όσο θα έπρεπε ανταποκρινόμενο στις προειδοποιήσεις του 2021 και στο πρόβλημα που έχει πλέον αναδειχθεί εντελώς».

Τον περασμένο μήνα, ο επιμελητής των ελληνικών συλλογών, της ελληνικής γλυπτικής και της ελληνιστικής περιόδου στο Βρετανικό Μουσείο, Πίτερ Χιγκςαπολύθηκε μετά την εξαφάνιση αντικειμένων, όπως χρυσά κοσμήματα, γυαλί και ημιπολύτιμοι λίθοι αξίας δεκάδων εκατομμυρίων λιρών, τα περισσότερα από τα οποία φυλάσσονταν.

Ο συγκεκριμένος υπάλληλος, ειδικός σε θέματα αρχαιοτήτων, αρνήθηκε ότι έκλεψε τα αντικείμενα, με την οικογένειά του να διαμαρτύρεται για την αθωότητά του.

Η Μητροπολιτική Αστυνομία πήρε συνέντευξη από έναν άνδρα, αλλά κανείς δεν έχει συλληφθεί.

Τώρα, μια πρώην επιμελήτρια σε διαφορετικό τμήμα ισχυρίζεται ότι πολλοί άλλοι συντηρητές, ειδικοί και ερευνητές έχουν πρόσβαση σε οποιαδήποτε αποθήκη μέσα στην ίδια εβδομάδα ή ακόμα και την ίδια μέρα χωρίς επίβλεψη, θέτοντας ανεκτίμητα αντικείμενα σε κίνδυνο.

«Το Βρετανικό Μουσείο χρειάζεται πραγματικά να αναθεωρήσει την πολιτική ασφαλείας του», είπε στον Independent το πρώην μέλος του προσωπικού, που δεν ήθελε να κατονομαστεί. 

Περιέγραψε, δε, τη διαδικασία που ακολουθείται: «Η καταλογογράφηση ήταν απίστευτα ανώμαλη. Κάθε αντικείμενο έχει έναν αριθμό και μια καθορισμένη θέση, αλλά πιθανότατα στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό είναι το μόνο που υπάρχει», πρόσθεσε.

«Θα (μπορούσα να) καλέσω την ασφάλεια, να τους αναφέρω σε ποια αίθουσα θα ήθελα να μπω, να πάρω το κλειδί και αυτό θα ήταν το μόνο που έπρεπε να κάνω για να έχω πρόσβαση σε μια τεράστια γκάμα αντικειμένων.

Πολλές από τις συλλογές αποθηκεύονται στις ίδιες αίθουσες με άλλες, οπότε αν κάποιος ήταν ανέντιμος θα είχε την κάλυψη ότι δεκάδες άλλοι επιμελητές, συντηρητές, ειδικοί και ερευνητές βρίσκονταν σε αυτό το δωμάτιο την ίδια εβδομάδα ή ακόμα και ημέρα». 

Η πρώην επιμελήτρια είπε πώς ποτέ δεν της ζητήθηκε να ενημερώσει κανέναν με ποια αντικείμενα εργαζόταν σε οποιαδήποτε μέρα.

Οι ειδικοί έβαζαν ετικέτες στα συρτάρια όταν αφαιρούσαν (προς μεταφορά ή μελέτη) αντικείμενα, αλλά δεν υπήρχε καμία επίβλεψη ως προς αυτό, είπε.

Πενιχροί μισθοί ως αποτέλεσμα της κρίσης 

Οι μισθοί στον συγκεκριμένο τομέα, και ιδιαίτερα στο μουσείο, είναι τόσο φτωχοί, ώστε πολλοί ειδικοί με παγκόσμια φήμη να «καταλήγουν να παίρνουν δύσκολες αποφάσεις σχετικά με την απόκτηση παιδιών ή τη σίτισή τους», ισχυρίστηκε, προσθέτοντας: «Και όταν είσαι τόσο απελπισμένος, τα πράγματα μπορούν να πάνε στραβά».

«Πολλοί από τους συναδέλφους μου μόλις και μετά βίας βγάζουν αρκετά για το ενοίκιο, ιδιαίτερα λόγω της κρίσης του κόστους ζωής. Στο Βρετανικό Μουσείο αυτό έχει αναφερθεί σε σχεδόν κάθε συνεδρίαση του τμήματος», εξήγησε ακόμα. 

Αποκαλώντας την ασφάλεια του μουσείου «απίστευτα φτωχή», ανέφερε ακόμα ότι, σύμφωνα με την άποψή της, ο κ. Χιγκς είναι αθώος.

«Δεν θα μπορούσε να ασκήσει πολύ έλεγχο», υποστήριξε. «Ακόμα κι αν ήξερε ότι (οι κλοπές) συνέβαιναν, κάτι που είναι απίστευτα αμφίβολο, εκτός κι αν ήταν άμεσα εμπλεκόμενος, δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να είχε εκδιώξει ο ίδιος την υπεύθυνη πλευρά χωρίς να είχε ξεκάθαρα στοιχεία»...

Ο καθηγητής Μάρτιν Χένιγκ ανέφερε στον Independent πώς πιστεύει ότι ισχύουν οι αναφορές ότι έως και 2.000 αντικείμενα έχουν εξαφανιστεί σε διάστημα πολλών χρόνων

«Στα μάτια μου, αυτοί ήταν σημαντικοί θησαυροί, ίσως, ανεκτίμητης αξίας, ένα ”παράθυρο” στην αρχαία ζωή...»

Ο καθηγητής ανέφερε  ότι η συλλογή τουλάχιστον 4.000 ελληνικών και ρωμαϊκών αντικειμένων ήδη από το 1926 περιείχε «εξαιρετικό» υλικό. «Έχοντας δουλέψει πάνω σε αυτό το υλικό για πάνω από 50 χρόνια, αν κι όχι στις Ελληνικές και Ρωμαϊκές αίθουσες, η καρδιά μου είναι ραγισμένη».

Υποδηλώνοντας ότι η καθυστέρηση θα μπορούσε να οφείλεται στους φόβους ότι το σκάνδαλο θα «αναστατώσει το ίδρυμα», ο καθηγητής Χένιγκ ανέφερε ακόμα: «Το Βρετανικό Μουσείο έπρεπε να είχε δράσει [όταν ο συνάδελφός μου επισήμανε τις κλοπές] και ξεκάθαρα δεν το έκανε, επομένως υπάρχει ευρύτερη ηθική ευθύνη πιθανότατα και σε υψηλότερο επίπεδο»...

Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων: Το Βρετανικό Μουσείο χάνει για μία ακόμη φορά τα ερείσματά του στην ηθική

Ακολουθεί η ανακοίνωση του ΣΕΑ

«Η κλοπή και η πώληση περίπου 2000 αντικειμένων από το Βρετανικό Μουσείο, στις αποθήκες του οποίου ”φυλάσσονταν”, είναι μια πρωτοφανής υπόθεση στην ιστορία των Μουσείων διεθνώς.

Με την παραίτηση του Διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Χάρτγουιγκ Φίσερ, επιβεβαιώθηκε  ότι το ίδρυμα δεν προχώρησε στις απαιτούμενες ενέργειες, μολονότι είχε ειδοποιηθεί τουλάχιστον από το 2021 ότι αντικείμενα από τις συλλογές του πωλήθηκαν σε ηλεκτρονικές δημοπρασίες. Το ότι στην υπόθεση αυτή φέρονται να εμπλέκονται υπάλληλοι του τμήματος Ελληνικών Ρωμαϊκών αρχαιοτήτων προκαλεί επιπλέον ανησυχίες στην Ελλάδα και τους αρχαιολόγους που μελετούν την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.

Η διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου οφείλει να δώσει άμεσα τις οφειλόμενες απαντήσεις, όχι απλώς στους βρετανούς πολίτες και στη διεθνή αρχαιολογική και μουσειακή κοινότητα, αλλά και ειδικά στην ελληνική πολιτεία και τα θεσμικά της όργανα, την ελληνική κοινή γνώμη και τους Έλληνες αρχαιολόγους. Επισημαίνουμε ότι ακόμη δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα κατάλογος με τις κλαπείσες αρχαιότητες. Απαιτείται να διερευνηθεί εάν μέσα στις αρχαιότητες που κλάπηκαν και πωλήθηκαν περιλαμβάνονται και ελληνορωμαϊκές.

Πάνω από όλα όμως, η υπόθεση των κλαπεισών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου εγείρει και πάλι ηθικά ζητήματα για το ίδιο το Μουσείο, τον τρόπο συγκρότησης των συλλογών του και τη διαχρονική διαχείρισή τους από την εκάστοτε διοίκηση. Μάλιστα, η τελευταία βαρύνεται όχι μόνον από το ίδιο το γεγονός, που καθιστά ένα μητροπολιτικό μουσείο χώρο συνδεόμενο με το δίκτυο της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, αλλά και από την καθυστέρηση στην αποκάλυψη της υπόθεσης, με τις παραιτήσεις στελεχών του να εγείρουν ερωτήματα για προσπάθεια συγκάλυψης.

Η Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων. Το Βρετανικό Μουσείο απομακρύνεται από την ηθική όχι μόνο στον τρόπο συγκρότησης αλλά και στη διαχείριση των αρχαιολογικών συλλογών.

Με βάση το διαχρονικό φαινόμενο της πώλησης αρχαιοτήτων από τις συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, ασφαλώς τίθεται σε τελείως διαφορετική βάση το δίκαιο αίτημα της χώρας μας για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους με τον γενέθλιο μνημείο τους, τον Παρθενώνα. Τόσο οι Ελληνες αρχαιολόγοι όσο και η κοινή γνώμη στη χώρα μας, αναμένουμε τις πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης και του υπουργείου Πολιτισμού στην κατεύθυνση αυτή.

Με πληροφορίες από: Independent.co.uk