Αναβρασμός και «εχθροπραξίες» εν όψει του τέλους των μνημονίων

Αναβρασμός και «εχθροπραξίες» εν όψει του τέλους των μνημονίων
Open Image Modal
Eurokinissi

Από τις αναγνωριστικές βολές, περάσαμε στις «εχθροπραξίες». Η 21η Αυγούστου, όπως και να το δει κανείς, αποτελεί ορόσημο. Η προεκλογική περίοδος που θα ζήσουμε - σκληρή και μακρά, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου - έχει τίτλο: Βγήκαμε ή δεν βγήκαμε από τα μνημόνια και ποιος μπορεί να πείσει τους Έλληνες, ότι είναι ο άνθρωπος που μπορεί να ξαναστήσει τη χώρα στα πόδια της;

Ο Αλέξης Τσίπρας ετοιμάζει για την Τρίτη ένα διάγγελμα για το ημερολογιακό «τέλος εποχής» των μνημονίων και στην κυβέρνηση συμπληρώνουν ότι θα γίνει από «συμβολικό» τόπο.

Κατόπιν θα ταξιδέψει στην Θεσσαλονίκη για τη Διεθνή Έκθεση και εκεί θα επιχειρήσει να δώσει χειροπιαστά «μεταμνημονιακά δείγματα γραφής», όπως η μείωση (είναι απίθανο να πάμε σε συνολική κατάργηση...) του ΕΝΦΙΑ και ορισμένες φοροελαφρύνσεις.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα αντιπαρατάξει τον δικό του σχεδιασμό για μείωση των φόρων, που θα είναι και η «σημαία» της ΝΔ στην προεκλογική μάχη. Και θα επιχειρήσει να αναδείξει κάθε σφάλμα ή αποτυχία της κυβέρνησης.

Και ο Παύλος Πολάκης προσφέρει ένα πρώτο δείγμα «προεκλογικού ροκ» ζητώντας την κεφαλή του Γιάννη Στουρνάρα...μέσω ανάρτησης στο Facebook!

Αγορές, αγορές, αγορές

Οι πρώτες «μεταμνημονιακές» δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων δεν περιορίζονται σε αφορισμούς ή θριαμβολογίες και κλείνουν με ένα «αλλά». Δηλαδή, μοιάζουν πολύ με εκείνες που έκαναν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Το μήνυμα είναι σαφές...

Η ώρα της αλήθειας πλησιάζει. Η Ελλάδα ετοιμάζεται να αναμετρηθεί με τις αγορές, βγαίνοντας από την «γυάλα» των μνημονίων. 

Όλοι μας, θα πρέπει πλέον να διαβάζουμε κάτω από αυτό το πρίσμα όσα λένε οι «θεσμοί».

Με αυτό το ονεύμα, συγκρατούμε δύο μηνύματα από τον Γερμανό Επίτροπο Κλάους Ρέγκλινγκ. Το πρώτο μέσα από συνέντευξή του στο News247.gr , όπου δηλώνει μεν ότι «ο Πρωθυπουργός Τσίπρας ξέρει τι να κάνει» αλλά σπεύδει να υπενθυμίσει ότι... οι αγορές θα παρακολουθήσουν πολύ προσεκτικά τις αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης. 

«Έχω συναντήσει τον Πρωθυπουργό Τσίπρα κατά τη διάρκεια του προγράμματος ESM και γνωρίζω ότι δεν χρειάζεται τη συμβουλή μου, ξέρει τι να κάνει. Μετά τις 20 Αυγούστου, η Ελλάδα θα ανακτήσει την οικονομική της κυριαρχία. Ο ΕΜΣ και τα άλλα θεσμικά όργανα θα εξακολουθήσουν να συμμετέχουν στην Ελλάδα στο πλαίσιο της εποπτείας μετά το πρόγραμμα. Όμως, όπως συμβαίνει με όλες τις άλλες 18 χώρες της ζώνης του ευρώ, οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα παρακολουθήσουν τώρα πολύ προσεκτικά όλες τις αποφάσεις που λαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση. Στην αρχή μάλιστα, οι αγορές θα μπορούσαν να είναι ακόμη πιο προσεκτικές από ό, τι με άλλες χώρες για τον απλό λόγο ότι η Ελλάδα έχει απόσχει σε μεγάλο βαθμό από τις αγορές για οκτώ χρόνια.»

Την ίδια ημέρα σε άρθρο του, ο ίδιος Επίτροπος στην «Καθημερινή» μιλά για το παρελθόν και - για πολλοστή φορά - δεν κρύβει την «αλλεργία» που του προκαλεί η περίοδος Βαρουφάκη...

«Πολλές φορές με ρωτούν γιατί χρειάστηκε η Ελλάδα οκτώ χρόνια και τρία προγράμματα, ενώ Ιρλανδία, Πορτογαλία και η Κύπρος κατάφεραν να αποκτήσουν πρόσβαση στις αγορές μέσα σε τρία χρόνια και μόνο μετά ένα πρόγραμμα. Πρώτα απ’ όλα η έκταση των προβλημάτων στην Ελλάδα ήταν πολύ μεγαλύτερη από οπουδήποτε αλλού. Επίσης, η διοίκηση της χώρας και η ικανότητα να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που είχαν συμφωνηθεί στα προγράμματα προσαρμογής ήταν πολύ πιο αδύναμες. Τέλος, η Ελλάδα όχι μόνο διέκοψε αλλά και αντέστρεψε τις μεταρρυθμίσεις κατά το πρώτο μισό του 2015. Το κόστος γι’ αυτό το επεισόδιο του 2015 τιμολογείται από 86 δισ. έως 200 δισ. ευρώ.»

Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, απάντησε μεταξύ άλλων στην «Καθημερινή» στο ερώτημα «τι κινδύνους διατρέχουμε αυτή την ευαίσθητη περίοδο;»

«Νομίζω κυρίως δύο κινδύνους. Πρώτον, και σημαντικότερο, αν υπαναχωρήσουμε από τα συμφωνηθέντα, τώρα ή στο μέλλον, οι αγορές θα μας εγκαταλείψουν και δεν θα μπορέσουμε να αναχρηματοδοτήσουμε τις λήξεις των δανείων με όρους βιωσιμότητας χρέους. Δεύτερον, αν υπάρξουν μεγάλες διεθνείς αναταράξεις, είτε στις γειτονικές μας Ιταλία και Τουρκία είτε στην παγκόσμια οικονομία, θα δυσκολευτούμε να βγούμε στις αγορές, επειδή ο συντελεστής ευαισθησίας των ελληνικών ομολόγων παραμένει ακόμη μεγάλος. Σαφώς ο δεύτερος κίνδυνος είναι πολύ πιο διαχειρίσιμος από τον πρώτο, και θα εξαλείφεται σταδιακά όσο οι αγορές πείθονται ότι τηρούμε τα συμφωνηθέντα και ακολουθούμε την ορθή οικονομική πολιτική. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ευρωζώνη ακόμη έχει κενά αρχιτεκτονικής. Για παράδειγμα, ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η τραπεζική ένωση, με αποτέλεσμα ο κάθε κλυδωνισμός να επηρεάζει περισσότερο τα πιο αδύναμα κράτη-μέλη.»