Εκλογική πρόκληση αβέβαιου μέλλοντος

Εκλογική πρόκληση αβέβαιου μέλλοντος
|
Open Image Modal
AMIR MAKAR via Getty Images

Στον πρώτο γύρο των εκλογών για ανάδειξη προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, που διεξήχθησαν την Κυριακή, 28 Ιανουαρίου, το αποτέλεσμα ήταν να λάβει το υψηλότερο ποσοστό ο νυν πρόεδρος, Νίκος Αναστασιάδης, ο οποίος ηγείται του Δημοκρατικού Συναγερμού, της κυπριακής κεντροδεξιάς. Δεύτερος και κύριος αντίπαλός του ανεδείχθη ο Σταύρος Μαλάς, ο οποίος εκπροσωπεί τον χώρο της αριστεράς, με πυρήνα το ΑΚΕΛ. Ο τρίτος υποψήφιος, ο οποίος έμεινε εκτός τελικής μάχης, Νικόλας Παπαδόπουλος, υιός του αειμνήστου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Τάσσου Παπαδόπουλου, υποστηριζόταν από τις δυνάμεις του ενδιάμεσου χώρου με πυρήνα το Δημοκρατικό Κόμμα, την σοσιαλδημοκρατική ΕΔΕΚ, το Κίνημα Αλληλεγγύη και το Κίνημα Οικολόγων. Τέταρτη πολιτική δύναμη ανεδείχθη το Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο (ΕΛΑΜ) με υποψήφιο τον Χρίστο Χρίστου, ενώ την πέμπτη θέση κατέλαβε η Συμμαχία Πολιτών, της οποίας ηγείται ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Τάσσου Παπαδόπουλου, Γιώργος Λιλλήκας.

Τούτων λεχθέντων και δοθέντος ότι ουδείς των υποψηφίων κατάφερε να συγκεντρώσει ποσοστό που να υπερβαίνει το απαιτούμενο 50%, θα ακολουθήσει δεύτερος εκλογικός γύρος την προσεχή Κυριακή, 4 Φεβρουαρίου. Η επικείμενη δεύτερη φάση της εκλογικής διαδικασίας, που κορυφώνει την πολιτική μάχη για την προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα αναδείξει έναν από τους δύο διεκδικητές, Νίκο Αναστασιάδη και Σταύρο Μαλά. Ανεξαρτήτως του ποιος θα εκλεγεί εν τέλει, υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις, όροι και παράμετροι για την επίλυση του Κυπριακού Προβλήματος, που άπτονται της υπόστασης του Κυπριακού κράτους, της βιωσιμότητας της λύσης και των αντοχών του Κυπριακού Ελληνισμού, διαστάσεις τις οποίες πρέπει σε κάθε περίπτωση ο αυριανός πρόεδρος να συμπεριλάβει στους προσανατολισμούς του.

Μια βασική προϋπόθεση, εν προκειμένω, που οφείλει άνευ ετέρου να ληφθεί υπόψη είναι η θέση και ο ρόλος της Τουρκίας ως δύναμης, που επιθυμεί να ελέγχει τον χώρο στην πορεία οικοδόμησης ενός κοινού κράτους με τους Τουρκοκύπριους και η ικανότητα αντίστασης της ηγεσίας της Κύπρου απέναντι στους τουρκικούς σχεδιασμούς. Σε αυτό το κράτος ο τουρκικός ρόλος δεν μπορεί να περιλαμβάνει ούτε επεμβατικά δικαιώματα, ούτε στρατιωτική παρουσία. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για τις άλλες δύο εγγυήτριες δυνάμεις, την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η επόμενη παράμετρος που οφείλει κανείς να έχει κατά νου, είναι πως στο πλαίσιο της ομοσπονδιακής δομής, πέραν των δύο συνιστώντων κρατιδίων, υφίσταται και ο κοινός λαός, που ενώνει τους δύο χώρους, όπως συμβαίνει σε κάθε ομοσπονδία σε όλο τον κόσμο. Επομένως, η ομοσπονδιακή δομή, που ως ανωτέρω θα προστατεύει τις ταυτότητες και την υπόσταση των δύο κοινοτήτων, πρέπει ταυτόχρονα να λειτουργεί και ως συνεκτικός ιστός των μερών, μέσα από την πρόβλεψη της ύπαρξης ομοσπονδιακού λαού, που να διαρθρώνεται επί τη βάση της αρχής ένας άνθρωπος – μία ψήφος.

Συνοψίζοντας την αναφορά μας στις εκλογές που έλαβαν χώρα προσφάτως, πρέπει να υπογραμμίσουμε πως το διακύβευμα για την αυριανή ηγεσία της Κύπρου αφορά στην ικανότητά της να σχεδιάσει πολιτικές αντιμετώπισης της τουρκικής προκλητικότητας και της διεκδίκησης χώρου και ρόλου της Τουρκίας στην Κύπρο, μια ικανότητα που θα αφορά πρωτίστως στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας του Κυπριακού κράτους. Η Κύπρος κατέχεται κατά ένα ποσοστό 36% από τουρκικές δυνάμεις, αλλά αυτό δεν επηρέασε την ανεξαρτησία και την διεθνή υπόσταση του Κυπριακού κράτους. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ο κύριος και μοναδικός θεματοφύλακας της ύπαρξης του Κυπριακού Ελληνισμού και του κυπριακού λαού στο σύνολό του. Η ηγεσία που θα εκλεγεί θα πρέπει να είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα ανωτέρω, δηλαδή την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και την συνέχιση της διαδρομής της ως κρατικής οντότητας, υποκειμένου διεθνούς δικαίου.