Ιστορίες του Ροβήρου Μανθούλη
Open Image Modal
Ο Ροβήρος Μανθούλης κατά τη διάρκεια κινηματογραφικού γυρίσματος.
archive

Άλλοι έχουν γράψει για τον Βίο του Ιησού κια τα Πάθη των Αποστόλων. Έχω γράψει κι’ εγώ μερικά στο βιβλίο μου Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΤ’ΕΜΕ- Ο Βίος και τα Πάθη μου.* Αν έχουν ενδιαφέρον είναι και γιατί έχουν ελληνοπρεπή ταυτότητα. Ή τουλάχιστο είχαν. Σε έναν τόπο και σε μια εποχή που δεν ήξερες αν πατάς σε άσφαλτο, σε χώμα ή σε πηγάδι. 10 χρόνια μετά τον Παγκόσμιο Πόλεμο, 6 χρόνια μετά τον Εμφύλιο. Ακούστε ορισμένα από τα πάθη μου. 

1.

Μόλις έχω έρθει από το εξωτερικό, μόλις έκανα την στρατωτική μου θητεία και μόλις επέστρεψα στο Πατάρι του Καφέ Λουμίδη. Εκεί τότε παρέα μου ήταν ο Μιχάλης. Κατσαρός. Ο ποιητής. Τι του ήρθε του Μιχάλη να κάνουμε εταιρία κινηματογραφική, όταν έμαθε πως είχα σπουδάσει σκηνοθέτης στην Αμερική. Ο Δήμαρχος Ζωγράφου τον ρώτησε αν ξέρει κανένα για να κινηματογρφήσει τον λόγο που θα έβγαζε στα εγκαίνια ενός παιδκού σταθμού.

 

Πήγαμε στα εγκαίνια και κινηματογραφήσαμε τον λόγο του Δημάρχου. Ήταν το πρώτο μου κινηματογραφικό εγχείρημα και το πρώτο του πολύ γνωστού σήμερα Διευθυντή Φωτογραφίας Νίκου Γαρδέλη. Τον ηχολήπτη δεν τον θυμάμαι. Ευτυχώς. Γιατί η εικόνα ήταν εντάξει αλλά η φωνή μόλις που ακούγονταν. Ξανά εγκαίνια δεν γινόταν, οπότε αναγκαστήκαμε να βάλουμε υποτίτλους! Είναι σίγουρα η μόνη ελληνική ταινία που μιλάει ελληνικά και που έχει ελληνικούς υποτίτλους. Η Εταιρεία διαλύθηκε και επιστρέψαμε με τον Μιχάλη στο Πατάρι του Λουμίδη.

Αργότερα, με τον Γαρδέλη θα γυρίσουμε την ταινία μου «Οικογένεια Παπαδοπούλου», στη οποία –ειρήσθω εν παρόδω – βοηθός μου ήταν ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, βοηθός του Γαρδέλη ο Γιώργος Αρβανίτης και ο αδελφός του ήταν ο Ηχοπλήτης. Αλλά στο μεταξύ είχαμε ήδη υυπστεί άλλο ένα χουνέρι. Πήρα τον Γιώργο να γυρίσουμε μια εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Ο Γαρδέλης μόλις είδε το πρώτο αίμα στο νυστέρι του χειρούργου λιποθύμησε! Και αναγκάστηκα να συνεχίσω εγώ το γύρισμα. 

2.

Με φωνάζει ο Σταυράκος να αναλάβω την Διεύθυνση Σπουδών στη Σχολή Κινηματογράφου και να διδάξω σκηνοθεσία. Αυτό όταν έμαθε ότι είχα σπουδάσει σκηνοθεσία στην Αμερική. Αρχίζοντας, σκέφτηκα να κάνω μια Έκθεση για το Κινηματογράφων. Δεν είχε γίνει ποτέ στην Ελλάδα. ’Έφερα μηχανές λήψεως, προβολής. ντοκουμέντα για την ανακάληψη της φωτπγραφίας και του σινεμά. Με την βοήθεια μερικών Πρεσβειών που μας έφεραν το υλικό. Η Έκθεση έγινε στην μεγάλη αίθουσα της Σχολής. Στείλαμε μια ανακοίνωση στις εφημερίδες και προσκλήσεις σε πολλά δημόσια πρόσωπα.

Έρχεται η ημέρα των εγκαινίων και περιμένουμε το κοινό. Ποιοι νομίζετε ότι εμφανίστηκαν; Οι μόνοι επισκέπτες ήταν ο Στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας, Δήμαρχος Αθηναίων και ο Άγγλος Πρέσβης! Από τους μαθητές της Σχολής ουδείς! Μπορείτε να φανταστείτε την ντροπή μας. Εμού και του Σταυράκου.

Οι μαθητές εκείνη τη χρονιά άκουγαν κινηματογράφο και ο νους τους πήγαινε στο Χόλιγουντ. Το ελληνικό Χόλιγουντ ήταν οι λαϊκές ταινίες της εποχής. Οι μαθητές ήταν μόνο αγόρια που περίμεναν να δουν κανένα γύρισμα με διάσημες νεαρές ηθοποιές. 

3.

Μια άλλη φορά σκέφτηκα πως δεν είναι κακό, αλλά πολύ πρακτικό να μάθει κανείς και τις ταινίες μικρού μήκους ακόμα και τις διαφημιστικές. Δεν ξέρεις μπορεί να σου ζητήσουν να σκηνοθετήσεις μια απ’ αυτές. Διαφημιστικές ταινίες έχουν σκηνοθετήσει και ο Γκοντάρ και ο Όρσον Γουέλς κι’ ένα σωρό άλλοι γνωστοί σκηνοθέτες. Μάλιστα ανέλαβα να γυρίσω κι ’εγώ μια για ένα χάπι που το λέγανε VIX, καταπραϋντικό για τον βήχα. Στην κάμερα ο φίλος μου Φώτης Μεσθεναίος, σπάνιος οπερατέρ – και σκηνοθέτης – και οπερατέρ μου σχεδόν στις μισές από τις ταινίες μου. Είχαμε βάλει άλλο ένα κινηματογραφιστή, τον φίλο μας Γιώργο Καβάγια, να πλησιάζει ένα περίπτερο βήχοντας δυνατά. Τον ρωτάει ο περιπτεράς «τι θέλετε;» ΒΙΞ! Του λέει ο Καβάγιας. Τόσο απλό. Μπήκαμε σ’ ένα ταξί να παραδώσουμε το φίλμ στο εργαστήριο και ανακαλύπτουμε ότι το είχαμε ξεχάσει στο ταξί! 

4.

Την είπα την ιστορία στους μαθητές μου για να προσέχουν το φιλμ. Και με την ευκαιρία ρωτάω «θέλετε να μάθετε και τα μυστικά της διαφημιστικής ταινίας»; Ναι! Ναι! Ναι! Εντάξει, ζητάω από την ΑΔΕΛ την σοβαρότερη διαφημιστική Εταιρεία της εποχής, στην οποία είχα μερικούς φίλους, να οργανώσει μια βραδιά για το διαφημιστικό φιλμ. Όλοι στην ΑΔΕΛ κινητοποιήθηκαν, νοίκιασαν ένα αμερικάνικο στούντιο, έφεραν ένα σωρό μηχανήματα και το βράδυ της προβολής ήρθε ο σκηνοθέτης, ο Πρόεδρος της ΑΔΕΛ και δύο γνωστοί συγγραφείς που έγραφαν τα διαφημιστικά μηνύματα, ο Καραγάτσης – μάλιστα, ο Μιχάλης Καραγάτσης! - και ο Βαγγέλης Γκούφας. Ναι ο Γκούφας ο ποιητής!

Η Διάλεξη ήταν στις οκτώ. Από τις επτάμιση ήμασταν όλοι εκεί. Στις 8 η αίθουσα ήταν άδεια. Στην 8 και τέταρτο τα ίδια. Η ώρα πήγε Οκτώμισι και ούτε ένας μαθητής της Σχολής Σταυράκου δεν φάνηκε! Τα μαζέψαμε και φύγαμε. Άλλο ένα ελληνοπρεπές ρεζιλίκι. Δεν ήξερα πού να κρυφτώ. Δεν ήταν απεργία ή σχολική επανάσταση. Απλώς ο καθένας νόμιζε πως ήταν ο μόνος που δεν πήγε. Άλλωστε η διαφήμιση ήταν basse classe. Το αίσιον τέλος; Μετά την κατσάδα που έφαγαν, μια νέα βραδιά οργανώθηκε και ήμασταν όλοι πάλι εκεί! Δεν θυμάμαι κανένα από αυτά τα παιδιά να έγινε σκηνοθέτης. Νομίζαν πως ο κινηματογράφος είναι σκέτο Χόλυγουντ...

*

Την επόμενη περίοδο έκανα εγώ τις εισαγωγικές εξετάσεις. Μόνο πτυχιούχοι Γυμνασίου μπορούσαν να πάρουν μέρος. Και στην τάξη εμφανίστηκαν: ο Ηρακλής Παπαδάκης, ο Παντελής Βούλγαρης, ο Βασίλης Ραφαηλίδης, ο Νίκος Νικολαϊδης, ο Λέων Λοϊζιος, ο Δημήτρης Κολλάτος, ο Φώτης Μεσθεναίος. Και πολλοί άλλοι απόφοιτοι Γυμνασίου.

Στα 10 χρόνια που υπήρξα καθηγητής στη Σχολή Σταυράκου πέρασαν τουλάχιστον 600 παιδιά. Στο δικό μου μάθημα οι εξετάσεις ήταν να γράψει ο καθένας, στο τέλος της χρονιάς, μια μελέτη χρησιμοποιώντας αυτά που άκουσε στο μάθημα όλο το χρόνο. Στο μεταξύ μεταξύ παραιτήθηκα από Διευθυντής Σπουδών και έμεινα μόνο ως καθηγητής, γιατί με απασχολούσαν οι ταινίες που γύριζα. Ποιος με αντικατέστησε νομίζετε στη Διεύθυνση Σπουδών; Ο Σπύρος Μελάς, Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών!

Η πιο συγκινητική εμπειρία που είχα από το πέρασμα μου στην Σχολή Σταυράκου θα έρθει όταν ήμουν ήδη 75 χρονώ. Και είναι η εξής: 

Βρίσκομαι στο Παρίσι από την εποχή της χουντικής εξορίας μου. Χτυπάει το τηλέφωνο και ακούω μια ανδρική φωνή να μου λέει:

-Είμαι ο Μανώλης Ρασούλης και θα ήθελα να έρθω αύριο στο Παρίσι να σας δω.

Εγώ δεν ζω στην Ελλάδα πάνω από τρεις μήνες το χρόνο και δεν είμαι ενήμερος σε όλα. Μπορώ να σας μιλήσω για τον Τσίπρα, για τον Βαρουφάκη, για τον Μητσοτάκη. Ο Ρασούλης δυστυχώς μου ξέφυγε.

- Κύριε Ρασούλη, του λέω, ελάτε, σας περιμένω.

Ο Ρασούλης έρχεται την επομένη, βρισκόμαστε σε ένα μπιστρό και μου λέει:

-Ήμουν μαθητής σας στη Σχολή Σταυράκου το πάλε ποτέ. Ήρθα να σας ευχαριστήσω γα όσα μου μάθατε στη Σχολή. Δεν έχει σημασία αν ακολούθησα άλλο επάγγελμα, Αυτά που λέγατε αφορούσαν όλους τους καλλιτέχνες.

Φάγαμε, ήπιαμε ένα ποτήρι κρασί και ο Ρασούλης επέστρεψε στο αεροδρόμιο να πάρει το αεροπλάνο της επιστροφής. Με τον Ρασούλη ακολούθησαν πολλά, άλλα δεν νομίζω πως χρειάζεται να πω περισσότερα. 

*

Ρ.Μ. Ο Κόσμος κατ’ εμέ – Ο Βίος και τα Πάθη μου