Πέντε ευκαιρίες για την Ελλάδα του 2022

Αυτό που συνήθως θεωρούμε ως απειλή μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ευκαιρία και πρέπει να είμαστε σε θέση να την αδράξουμε.
|
Open Image Modal
uchar via Getty Images

Ο μέσος αναγνώστης κατακλύζεται από δυσοίωνες προβλέψεις όχι πια για το μέλλον της χώρας αλλά της ανθρωπότητας. Όσοι έχουμε ζήσει στη δεκαετία του 1980 και πιο πριν γνωρίζουμε ότι αντίστοιχες εποχές υπήρχαν και τότε. Τη δεκαετία του 1980 πραγματοποιήθηκαν δεκάδες πυρηνικές δοκιμές, ο ψυχρός πόλεμος ήταν η γεωπολιτική πραγματικότητα, η πανδημία του άγνωστου τότε ιού του AIDS μεταδιδόταν σε όλον τον κόσμο ο οποίος παράλληλα μάθαινε έντρομος ότι η Τρύπα του Όζοντος μεγάλωνε ανεξέλεγκτα. Ωστόσο τη δεκαετία αυτή τέθηκαν τα θεμέλια για την οικονομική ανάπτυξη γνωστών σύγχρονων ανεπτυγμένων κρατών όπως της Φινλανδίας, του Ισραήλ και της Νότιας Κορέας.

Με την εισαγωγή αυτή προσπαθώ να παρακινήσω ώστε να δούμε σαν κοινωνία ότι αυτό που συνήθως θεωρούμε ως απειλή μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ευκαιρία και πρέπει να είμαστε σε θέση να την αδράξουμε.

Σταχυολογώ  στο παρόν άρθρο πέντε εξελίξεις που άμα τις αναγνώσουμε διαφορετικά μπορεί να εξάγουμε πρόσθετη αξία για τη χώρα μας. 

1. Μεταναστευτικό

Οι μετανάστες στην Ελλάδα αποτελούν το 12,5 % του συνολικού πληθυσμού της (υπολογίζονται σε 1,3 εκατομμύρια άτομα). Πρόκειται για μία σαρωτική εξέλιξη που συνοδεύθηκε και από τη μαζική μετανάστευση Ελλήνων στο εξωτερικό (πάνω από 400.000 μέσα σε μία δεκαετία). Είναι μια μη ομαλή εξέλιξη που θα πρέπει να δούμε πως θα προσεγγίσουμε δημιουργικά.

Ως προς τους μετανάστες στη χώρα μας η μόνη λύση που φαίνεται να μπορεί να λειτουργήσει πρέπει να βασισθεί στην αναπάντεχη επιστροφή βιομηχανικών υποδομών από χώρες της ανατολής πίσω στη δύση. Οι γεωπολιτικές αλλαγές του 21ου αιώνα είναι σημαντικές και προκαλούν την  αποεπένδυση των δυτικών χωρών από την Κίνα, τη Ρωσία, την Τουρκία και άλλες περιοχές που αποτέλεσαν τον επενδυτικό παράδεισο για πάνω από μια εικοσαετία.

Για παράδειγμα μελέτες αναφέρουν ότι τουλάχιστον το 1/3 των βιομηχανικών επενδυτών αναζητούν την έξοδο τους από την Κίνα. Η χώρα μας μπορεί να μετατραπεί σε υποδοχέα τέτοιων βιομηχανικών επενδύσεων λόγω γεωγραφικών και γεωπολιτικών πλεονεκτημάτων αλλά και πλέον λόγω του ότι διαθέτει ένα άφθονο διαθέσιμο εργατικό δυναμικό.

Ως προς τους Έλληνες που μεταναστεύσανε, η λύση που πρέπει να υιοθετηθεί είναι του μοντέλου της Νορβηγίας (από τη Νορβηγία μεταναστεύουν στο εξωτερικό 30.000 άνθρωποι ανά έτος)  που δημιούργησε γραφεία διασύνδεσης των Νορβηγών που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό με τη χώρα τους. Τα γραφεία αυτά έχουν σκοπό να υποστηρίξουν τους μετανάστες τους ώστε να δημιουργήσουν επιτυχημένες επιχειρήσεις στο εξωτερικό είτε παρέχοντας τους οικονομική και τεχνική ενίσχυση είτε δημιουργώντας δεσμούς μεταξύ τους αλλά και με Νορβηγικές επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο η χώρα δημιουργεί ένα δίκτυο υπερεθνικό για την υποστήριξη της γεωοικονομικής αλλά και γεωπολιτικής της θέσης. 

 2) Αγροτική Παραγωγή

Η χώρα διαθέτει μία από τις χειρότερες επιδόσεις στην αξιοποίηση των αγροτικών της εκτάσεων. Με βάση τα στοιχεία του 2013 ήμαστε τέταρτοι πριν το τέλος στην Ε.Ε. 

Σε μια περίοδο επισιτιστικής κρίσης που θα ενταθεί λόγω κλιματικής αλλαγής, είναι το λιγότερο επιτακτικό η χώρα να προβεί σε άμεση αξιοποίηση των γεωργικών της εκτάσεων.

Αυτό πρέπει να γίνει μέσω επενδύσεων στις σύγχρονες τεχνολογίες και στην αξιοποίηση των κατακερματισμένων μικροϊδιοκτησιών.

Ως προς το δεύτερο θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας αποτελεσματικός μηχανισμός για την αξιοποίηση των μικρών ιδιοκτησιών προκειμένου να δοθούν κίνητρα ώστε ιδιοκτήτες μικρών αγροτεμαχίων να μπορούν  να τα ενοικιάζουν ή να τα αξιοποιούν όχι για παραγωγή μόνο ενέργειας αλλά και για αγροτική εκμετάλλευση. Με αυτόν τον τρόπο πρέπει να λυθεί το θέμα της έλλειψης μεγάλης κλίμακας αγροτικής παραγωγής.

Ως προς τις σύγχρονες γεωργικές τεχνολογίες. Η γεωργική καινοτομία κάνει πλέον θαύματα και πρέπει δυναμικά να εισέλθουμε ως χώρα στο χώρο αυτό. Είναι ενδιαφέρον ότι οι πλέον τεχνολογικά προηγμένες χώρες και όχι οι παραδοσιακές αγροτικές χώρες υλοποιούν και τις μεγαλύτερες επενδύσεις στη γεωργική καινοτομία και πλέον μετατρέπονται σε γίγαντες του αγροτοδιατροφικού τομέα.

Οι προοπτικές ανάπτυξης του τομέα στη χώρα μας είναι τεράστιες. Προς το παρόν ο αγροτοδιατροφικός τομέας συνεισφέρει κατά 4,1% στο ΑΕΠ της χώρας. Θεωρώ ότι με τις δύο αυτές παρεμβάσεις μπορεί να διπλασιασθεί ως μέγεθος στο ΑΕΠ. 

3) Στόλος Ιδιωτικών Αυτοκινήτων

Η χώρα διαθέτει έναν από τους πλέον γερασμένους στόλους αυτοκινήτων στην Ε.Ε. (συγκεκριμένα τον τρίτο πιο γερασμένο). Τα κυκλοφορούντα επιβατικά αυτοκίνητα το 2020 ανήλθαν σε 5.315.875 εκ των οποίων  4.385.389 είναι ηλικίας άνω των δέκα ετών. Αν οι ιδιοκτήτες αυτοί αποφασίσουν να αλλάξουν τα αυτοκίνητα τους, τόσο λόγω παλαιότητας όσο και επειδή τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα αποτελούν τη νέα λύση στην οικονομικά ανεκτή μετακίνηση, τότε θα πρέπει να δαπανηθεί από την ελληνική οικονομία ένα ποσό ύψους (μέση τιμή νέου αυτοκινήτου 15.000,00 €) 65,7 δις ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία. Πρόκειται για μια τεράστια καθαρή εκροή από την οικονομία μας. Σε αυτό το ποσό δεν περιλαμβάνονται και τα επαγγελματικά αυτοκίνητα που η κατάσταση είναι χειρότερη ως προς την ηλικία των οχημάτων.

Ως εκ τούτου γίνεται επιτακτική η ανάγκη προκειμένου ένα ποσοστό της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας του αυτοκινήτου να προσελκυσθεί για επενδύσεις στη χώρα μας. Και όντως μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια οι κατασκευαστές αυτοκινήτων πρόκειται να διαθέσουν άνω των 200 δις δολαρίων σε επενδύσεις για την ηλεκτρική αυτοκίνηση. Παράλληλα αναζητούν μαζικά νέες ευκαιρίες για κατασκευή τόσο νέων τμημάτων έρευνας και ανάπτυξης αλλά και εργοστασίων. Η ευκαιρία για τη χώρα μας είναι σημαντική.  

4) Εξοπλιστική Δαπάνη

Ο εξοπλιστικός ανταγωνισμός με την Τουρκία καλά κρατεί εδώ και δεκαετίες, αλλά η χώρα μας δεν έχει αναπτύξει μια στιβαρή στρατιωτική βιομηχανία. Ως εκ τούτου το σύνολο σχεδόν της εξοπλιστικής δαπάνης της χώρας αποτυπώνεται λογιστικά ως εκροή με μηδαμινό αντίκτυπο  στην οικονομία της χώρας.

Αν η χώρα κατάφερνε να μεταφέρει ένα μέρος της εξοπλιστικής της δαπάνης εντός των συνόρων  τότε θα έχει επιτύχει μια σημαντική οικονομική νίκη. Συγκεκριμένα αν από την εκτιμώμενη εξοπλιστική δαπάνη των 10 δις ευρώ, που η χώρα καλείται να υλοποιήσει μέσα στην επόμενη δεκαετία, ένα ποσοστό 30% επενδυθεί εντός της χώρας αυτό σημαίνει άμεσα ότι 3 δις ευρώ της συγκεκριμένης δαπάνης μετατρέπεται σε επένδυση. Κάθε δημόσια επένδυση αυξάνει το ΑΕΠ και άρα προσμετράται  θετικά στην οικονομία της χώρας και όχι αρνητικά (ως δαπάνη). Κοινώς το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά τρις δις ευρώ μέσα στην δεκαετία. Επίσης κάθε δημόσια επένδυση δημιουργεί και έναν έμμεσο θετικό αντίκτυπο στο ΑΕΠ της χώρας αυξάνοντας το κατά ένα ποσοστό.

Στην περίπτωση της Ελλάδας θεωρείται ότι ο πολλαπλασιαστής αυτός μπορεί να είναι μεγάλος επειδή η Ελλάδα είναι μια χώρα με ελλιπείς βιομηχανικές υποδομές. Αν θεωρήσουμε τον πολλαπλασιαστή ίσο με ένα τότε αμέσως ο αντίκτυπος της επένδυσης στο ΑΕΠ διπλασιάζεται και από 3 δις ευρώ ανέρχεται σε 6 δις ευρώ, δημιουργώντας την αίσθηση ότι η εξοπλιστική δαπάνη των 10 δις ευρώ σχεδόν ισοσκελίζεται. Φυσικά το θέμα είναι αρκετά περίπλοκο.

Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι οι χώρες που παράγουν προϊόντα οπλισμού σε σημαντικό ποσοστό ως προς το ΑΕΠ τους είναι περισσότερο οι χώρες με ανεπτυγμένη βιομηχανική υποδομή (για παράδειγμα οι σκανδιναβικές χώρες) και όχι τόσο οι χώρες που έχουν μεγάλα στρατεύματα (για παράδειγμα οι Αραβικές χώρες). Η επένδυση στη στρατιωτική βιομηχανία αποτελεί εξέλιξη μιας βιομηχανικής πολιτικής περισσότερο παρά μιας εξοπλιστικής πολιτικής. 

5) Ιδιωτικά Χρέη και Αποταμίευση

Η καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων παρουσιάζει κόπωση στην Ελλάδα και τα κόκκινα δάνεια αποτελούν τη θηλιά της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα. Σε ένα ευμετάβλητο διεθνές περιβάλλον η ελληνική κοινωνία εισέρχεται με μειωμένη διαθεσιμότητα αποταμιεύσεων και υψηλές δανειακές υποχρεώσεις που είναι εκπεφρασμένες σε υψηλά επιτόκια.

Το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων ανέρχεται σε 14,6 %, το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων σε 2,40 %  και το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων σε 3,86 %. Τα αναφερόμενα αυτά επιτόκια είναι κυμαινόμενα και ως εκ τούτου εκτεθειμένα στις μεταβολές των επιτοκίων διεθνώς.

Οι μελέτες δείχνουν ότι το μέσο ελληνικό νοικοκυριό εκτός του ότι αδυνατεί να καλύψει τις υποχρεώσεις του δημιουργεί συνεχώς νέες. Οι λύσεις στο συγκεκριμένο τομέα δεν είναι απλές αλλά πρέπει να είναι πυροσβεστικές. Άμεσα πρέπει να διατεθεί νομοθετική ρύθμιση αλλά και πρόγραμμα ενίσχυσης ώστε να δημιουργηθούν προγράμματα συγκέντρωσης οφειλών των ενήμερων δανειοληπτών. Τα ποσοστά αυτά θα πρέπει να αποβλέπουν ώστε ο μέσος οφειλέτης να συγκεντρώσει τις οφειλές σε μια ενιαία ρύθμιση με μέσο επιτόκιο 2%.

Αν ένας δανειολήπτης χρωστάει 10 χιλιάδες ευρώ σε καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες με μέσο επιτόκιο 14% τότε το όφελος αυτού, από τη συγκεκριμένη ρύθμιση,  θα ανέλθει κατά το πρώτο έτος στο ύψος των 1.200,00 € λόγο των τόκων που θα μειώσει. Σε μια ρύθμιση πενταετούς διάρκειας το κέρδος για τον πολίτη θα ανέλθει κατά μέσο όρο στα 3.500,00 €.

Το κέρδος για τις τράπεζες είναι ότι θα ρυθμίσουν την έκθεση τους σε κόκκινα δάνεια σε μια εποχή ευμετάβλητη και μη προβλέψιμη. Παράλληλα, μπορούν να ενεργοποιηθούν προγράμματα ενίσχυσης της αποταμίευσης (πχ: οι παροχές των εταιριών για αποταμίευση προς τους εργαζομένους να είναι αφορολόγητες) αλλά και ενεργοποίηση του αφορολογήτου των παροχών προς τους εργαζομένους που αφορούν ένα λογικό κόστος ζωής.

Ταυτόχρονα η χώρα πρέπει να προβεί σε ένα δημιουργικό πρόγραμμα ενημέρωσης των πολιτών για την ορθή διαχείριση των οικονομικών τους. Σκοπός είναι μέσα στην επόμενη τριετία – πενταετία το μέσο ελληνικό νοικοκυριό να έχει ρυθμίσει τις οφειλές του και να είναι σε θέση να χτίσει μια οικονομική βάση ασφάλειας με άμεσο εθνικό όφελος αφού η χώρα θα μπορέσει να χτίσει μια στιβαρή βάση αποταμίευσης. 

Πρέπει να σημειωθεί αλλά και να τονισθεί σε αυτό το σημείο η αδήριτη ανάγκη για τη χώρα να αποκτήσει έναν σαφή προγραμματισμό για το μέλλον της ελληνικής οικογένειας. Στο εξωτερικό δημιουργούνται ειδικά χαρτοφυλάκια ακόμα και Υπουργεία για τον οικογενειακό προγραμματισμό. Στη χώρα μας πρέπει να πρωτοστατήσουμε σε αυτόν τον τομέα. Κάθε πολιτική κάθε Υπουργείου πρέπει να ελέγχεται ως προς τις επιπτώσεις τις σε μία οικογένεια. Ενδεικτικό του κακού σχεδιασμού της χώρας είναι ότι  η Ελλάδα καταλαμβάνει την 4η θέση με την υψηλότερη φορολόγηση εργαζομένων με παιδιά στις 36 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ.  

Οι εποχές μας είναι δύσκολες και οι παραπάνω προτάσεις ίσως σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στην προσπάθεια της χώρας για οικονομική ανόρθωση. Ωστόσο αποτελούν πεδία στα οποία η χώρα πρέπει να δείξει προσοχή όχι μόνο για οικονομικούς λόγους αλλά για εθνικούς και κοινωνικούς.