ChatGPT: Ένα δίκοπο μαχαίρι για την έρευνα και τη διδασκαλία

Ευκαιρίες και κίνδυνοι για τους σπουδαστές και τα ακαδημαϊκά ιδρύματα.
|
Open Image Modal
NurPhoto via Getty Images

Το κείμενο συνυπογράφουν ο Κώστας Θεολόγου και ο Δημήτρης Καρακούλας. O Κώστας Θεολόγου διδάσκει στο ΕΜΠ και στο ΕΑΠ. Ο Δημήτρης Καρακούλας είναι υπ. Δρ ΕΜΠ. 

A year spent in artificial intelligence is enough

to make one believe in God 

 

Alan Perlis1

 

Το ChatGPT συγκαταλέγεται στα ψηφιακά εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, όπως και πολλά παρεμφερή προγράμματα2 των οποίων ο αριθμός καθημερινώς αυξάνεται εκθετικά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορούν να αλλάξουν άρδην τον τρόπο με τον οποίο οι σπουδαστές αφομοιώνουν τη γνώση και διαδρούν με το περιεχόμενο των διδακτικών και γνωστικών αντικειμένων. Συγχρόνως, εγείρονται παντοειδείς και βάσιμες ανησυχίες αναφορικά με τον τρόπο εφαρμογής ή αξιοποίησης της εν λόγω τεχνολογίας στον ακαδημαϊκό χώρο.

Πρωτίστως, ο κίνδυνος που λανθάνει περί την ακαδημαϊκή και ερευνητική ακεραιότητα συνιστά απόλυτα δικαιολογημένο προβληματισμό τον οποίο νομίζουμε ότι εκφράζουν εντόνως τα πανεπιστήμια αναφορικά με την αξιοποίηση του ChatGPT. Η αθέμιτη χρήση του φαίνεται πως ευνοεί την ακαδημαϊκή ανεντιμότητα εν γένει, επιτρέποντας τη λογοκλοπή και την «αντιγραφή». Οι χρήστες ενδεχομένως θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν –με σχετική άνεση και ευκολία από οποιαδήποτε «έξυπνη» ηλεκτρονική συσκευή– το μοντέλο ώστε να «δημιουργήσουν» απαντήσεις σε εργασίες ή σε θέματα εξετάσεων.

Το ζήτημα αυτό γεννά εύλογα ερωτήματα ως προς τον βαθμό στον οποίο τέτοια εργαλεία θα επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στον ακαδημαϊκό χώρο και συνάμα να απαιτήσει ασφαλιστικές δικλίδες που θα εφαρμοστούν, λόγου χάρη ακόμα πιο αποτελεσματικά προγράμματα αναγνώρισης της λογοκλοπής, για την πρόληψη οιασδήποτε ακαδημαϊκής παράβασης ή επιστημονικής…εξαπάτησης.

Συνεπώς, διακυβεύεται η ποιότητα της μαθησιακής διαδικασίας και μάθησης, εάν αυτό το λογισμικό δεν τεθεί υπό έλεγχο. Μολονότι tο ChatGPT δύναται να παράσχει γρήγορες απαντήσεις σχεδόν σε κάθε είδους ερωτήσεις, ευλόγως εγείρεται ανησυχία σε όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα ότι οι σπουδαστές θα εθιστούν να βασίζονται υπερβολικά ή αποκλειστικά στην τεχνητή νοημοσύνη, με συνέπεια να μην είναι σε θέση να αναπτύξουν δεξιότητες κριτικής σκέψης, να συμμετάσχουν σε γόνιμες διαδικασίες βαθύτερης μάθησης και να καλλιεργήσουν τις μεταγνωστικές ικανότητές τους. Υπάρχει, επίσης, ο κίνδυνος το πρόγραμμα να χρησιμοποιηθεί για απλή «αποστήθιση» πληροφοριών, αντί για γόνιμη ενασχόληση και διάδραση με το υλικό του εκάστοτε μαθήματος.

Ολοένα και περισσότεροι σύγχρονοι φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, στοχαστές και τεχνολογικοί οραματιστές διαπιστώνουν ως απειλή μάλλον την πραγματική δυνατότητα να αντικαταστήσουν τα λογισμικά τεχνητής νοημοσύνης τους δασκάλους. Είναι γεγονός ότι ενώ το ChatGPT μπορεί να αποδώσει γρήγορες και ακριβείς απαντήσεις σε ερωτήσεις, δεν είναι προς το παρόν τουλάχιστον σε θέση να εξασφαλίσει ισάξιο επίπεδο υποστήριξης και καθοδήγησης με έναν άνθρωπο. Η συστηματική, λοιπόν, αξιοποίησή του σε ρόλο διδάσκοντα θα οδηγούσε αναπόδραστα σε υποβάθμιση της ποιότητας της συνολικής μαθησιακής εμπειρίας, ιδιαίτερα για τους διδασκομένους που επωφελούνται από την εξατομικευμένη προσοχή και την ανατροφοδότηση από το διδακτικό προσωπικό. Εκτός βέβαια κι αν οι απόψεις μας έχουν καταστεί παρωχημένες από την κοινωνική πραγματικότητα και δεν το έχουμε αντιληφθεί.

Οι ηθικές συνέπειες της χρήσης του ChatGPT και από τους ίδιους τους διδάσκοντες και τους εκπαιδευτικούς οργανισμούς δεν είναι αμελητέες. Εάν δηλαδή το λογισμικό ChatGPT χρησιμοποιηθεί για τη βαθμολόγηση εργασιών ή γραπτών δοκιμίων εξετάσεων, δυνητικά αμφισβητείται η ίδια η αντικειμενικότητα της διαδικασίας αξιολόγησης.

Ενδέχεται, ακόμα, να υπάρξουν ενστάσεις εν σχέσει με τη δυνατότητα χρήσης του για την επιτήρηση ή την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων των σπουδαστών, κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παραβίαση των ιδιωτικών δικαιωμάτων τους και της αυτονομίας τους. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, λοιπόν, τοιουτοτρόπως, τίθεται και η διακύβευση του απορρήτου και της ασφαλείας των προσωπικών δεδομένων τους, ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο το εργαλείο θα ενσωματωνόταν στα πανεπιστημιακά συστήματα. Παραθέτουμε ενδεικτικά ότι εάν το εν λόγω λογισμικό χρησιμοποιούταν συστηματικά για τη διάρθρωση και παροχή εξατομικευμένων προγραμμάτων εκπαίδευσης, θα συνέλεγε και θα ανέλυε δεδομένα συγκεκριμένων φοιτητών με τρόπους που θα μπορούσαν να θεωρηθούν υπερβολικά παρεμβατικοί ή τουλάχιστον μη ενδεδειγμένοι.

Συμπληρωματικά, μπορεί η ανοικτή και όχι βεβαίως δωρεάν προσβασιμότητα στα συγκεκριμένα λογισμικά, την οποία προβάλλουν ένθερμα οι θιασώτες της Artificial Intelligence, να εξασφαλίζει απτά πλεονεκτήματα για την επίτευξη διαφοροποιημένης –και σε μεγάλο βαθμό προσωποποιημένης– διδασκαλίας, εμπεριέχει όμως και σημαντικές αρνητικές εκφάνσεις.

Αφενός, τα εργαλεία του είδους αυτού θα μπορούσαν ενδεχομένως να παράσχουν πρόσθετη υποστήριξη σε μαθητές με αναπηρίες, ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή γλωσσικές δυσχέρειες, καθιστώντας το υλικό μαθημάτων πιο προσιτό και συμπεριληπτικό.

Αφετέρου, ενέχεται ο κίνδυνος η επί πληρωμή (πλήρης ή μερική) δυνατότητα αξιοποίησης αυτής της τεχνολογίας να διευρύνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες ή να αποκλείσει ορισμένες ομάδες φοιτητών. Επί παραδείγματι, εάν το λογισμικό είναι διαθέσιμο μόνο σε χρήστες με συγκεκριμένες τεχνικές ικανότητες ή με συσκευές ειδικών προδιαγραφών ή απλώς σε όσους έχουν την οικονομική ευχέρεια να καταβάλουν το διόλου ευκαταφρόνητο οικονομικό αντίτιμο της υπηρεσίας, θα προκύψει ένα χάσμα μεταξύ αυτών που έχουν πρόσβαση στην τεχνητή νοημοσύνη και εκείνων που δεν έχουν.

Επιπλέον, κάτι που απαιτείται να εξεταστεί σοβαρώς είναι η αναπαραγωγή προκαταλήψεων και στερεοτυπικών αντιλήψεων μέσα από προγράμματα Α.Ι. Όπως συμβαίνει με κάθε σύστημα τεχνητής νοημοσύνης, υπάρχει κίνδυνος μεροληψίας στα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την «εκπαίδευση» του μοντέλου, στοιχείο που θα οδηγούσε σε αντίστοιχες μεροληπτικές απαντήσεις που παράγονται από αυτό. Τα πανεπιστήμια οφείλουν να λάβουν υπόψη και με υψηλή αίσθηση ευθύνης τον πιθανό αντίκτυπο των προκατειλημμένων απαντήσεων στην ευρύτερη μαθησιακή εμπειρία των σπουδαστών, ιδιαίτερα εάν το λογισμικό πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση εργασιών των φοιτητών ή για την παροχή ανατροφοδότησης.

Εν κατακλείδι, παραφράζοντας τον μεγάλο Καναδό ανατόμο της επικοινωνίας και της τεχνολογίας Marshall McLuhan,3 μπορούμε να ισχυριστούμε με περισσή βεβαιότητα πως οι τεχνικές πρόοδοι αποτελούν ταυτόχρονα μια υπόσχεση ελευθερίας, αλλά και μια απειλή καινούργιας δουλείας.

Μολονότι το ChatGPT- και τα ομοειδή προγράμματα- έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν ουσιαστικά τη μαθησιακή διαδικασία, να εμπλουτίσουν καίρια το διδασκόμενο γνωστικό υλικό και να διευκολύνουν την πρόσβαση σε πληθώρα πηγών από επιστημονικά δεδομένα, είναι επιτακτική ανάγκη οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί να εξετάσουν ενδελεχώς όχι μόνο τα πιθανά οφέλη, αλλά και τα μειονεκτήματα αυτής της τεχνολογίας.

Αντιμετωπίζοντας προληπτικά, με σύνεση, σοβαρότητα, ευθύνη και αποφασιστικότητα τα ηθικά και πρακτικά θέματα που ανακύπτουν, έχουμε την πεποίθηση πως τα ακαδημαϊκά ιδρύματα οφείλουν να διασφαλίσουν ότι η αξιοποίηση του εκάστοτε λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης θα επιτελείται υπεύθυνα και θα είναι τελεσφόρος και ωφέλιμη για τους μαθησιακούς στόχους τους οποίους καλοπροαίρετα και χωρίς «λουδιτική» διάθεση θεωρούμε ότι υπηρετεί.

1 Ο Άλαν Τζέι Πέρλις (1922-1990) υπήρξε Αμερικανός επιστήμονας Πληροφορικής και καθηγητής στα πανεπιστήμια Purdue, Carnegie Mellon και Yale. Είναι περισσότερο γνωστός για τις πρωτοποριακές εργασίες του στις γλώσσες προγραμματισμού· ήταν ο πρώτος αποδέκτης του βραβείου Turing.

2 Παρεμφερή προγράμματα όπως τα Chatsonic, Bing A.I. Chat, Google Bard A.I. κλπ.

3 Ο Χέρμπερτ Μάρσαλ ΜακΛούαν (1911-1980) υπήρξε Καναδός φιλόσοφος και «προφήτης» (όπως τον χαρακτήρισε ο Μάριος Πλωρίτης) των ΜΜΕ. Το έργο του συνιστά ακρογωνιαίο λίθο στη μελέτη της θεωρίας της επικοινωνίας. Διατύπωσε την πασίγνωστη φράση «το μέσο είναι το μήνυμα» και τον όρο «παγκοσμιοποίηση»· προέβλεψε τη δημιουργία του «παγκόσμιου ιστού» 30 χρόνια προτού εφευρεθεί.