Μία όαση διαφορετικότητας
Open Image Modal
Leemage via Getty Images

Κάποτε είχα πει ότι οι πολιτικοί που εν τέλει έκαναν καλό στον λαό τον οποίο κλήθηκαν να εξουσιάσουν, ήταν εκείνοι που κυβέρνησαν με το μυαλό και όχι με την καρδιά και το συναίσθημα. Σήμερα θα δώσω ένα παράδειγμα τέτοιου πολιτικού, παρμένο από την Ελληνική πραγματικότητα. Η Le petit Journal τον χαρακτηρίζει μεγάλο Έλληνα πατριώτη, εγώ θα τον αποκαλούσα, ως ένα από τους πιο διορατικούς, ρεαλιστές και εν τέλει αποτελεσματικούς πολιτικούς που πέρασαν από την πολιτική σκηνή της χώρας μας. Πιστέψτε με, οι Έλληνες πολιτικοί που μπορούν αντικειμενικά να χαρακτηρισθούν με τις παραπάνω λέξεις, είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, ίσως και των δυο. Δώστε σημασία και στις τρεις, γιατί είναι προσεκτικά επιλεγμένες με σκοπό να αποδοθεί η αλήθεια όσο αυτό είναι εφικτό.

Είναι 5 Σεπτεμβρίου του 1910 και Ο Ελευθέριος Βενιζέλος συστήνεται στο Ελληνικό κοινό για πρώτη φορά μετά την άνοδο του στην Αθήνα. Σαν πολιτικό πρόσωπο ήταν ήδη γνωστό από την δράση του στο Κρητικό ζήτημα. Μπροστά λοιπόν σε πλήθος κόσμου, στην πλατεία συντάγματος εκθέτει στον λαό το πλάνο πάνω στο οποίο θα στήριζε το μεταρρυθμιστικό του έργο. Κάποιες από τις ιδέες που ακούστηκαν από τα χείλη του, ήταν σίγουρα πρωτόγνωρες για τους Έλληνες, αλλά ας μην επικεντρωθούμε σε αυτό.

Όταν έφτασε στο ζήτημα του πολιτεύματος, υποστήριξε την εκλογή αναθεωρητικής βουλής και όχι συντακτικής. Τι σημαίνει αυτό; Ότι πρόθεσή του ήταν η αναθεώρηση του συντάγματος και όχι η εκπόνηση νέου με ταυτόχρονη αλλαγή του πολιτεύματος. Φαινομενικά δηλαδή, υποστηρίζει την συνέχιση της ύπαρξης της βασιλείας στη χώρα και κατ’ επέκταση την βασιλική οικογένεια. Είναι όμως αυτός ο μακροπρόθεσμος στόχος του;

Το πλήθος στο άκουσμα της αναθεωρητικής βουλής αντιδρά φωνάζοντας συντακτική, ο Βενιζέλος υψώνει τον τόνο και πάνω από την λαϊκή ιαχή απαντά και πάλι αναθεωρητική. Ο λαός σώπασε κατά τον τύπο της εποχής, κατανοώντας μάλλον ότι σε αυτή την περίπτωση έχει να αντιμετωπίσει έναν αποφασιστικό πολιτικό.

Σε αυτή του την ενέργεια, κάποιοι θα δουν γνήσια φιλοβασιλικά αισθήματα, κάποιοι άλλοι θα τον χαρακτήριζαν βαθιά συντηρητικό. Πίσω από την φαινομενική υποστήριξη του στέμματος όμως κρύβεται η ρεαλιστική αποτύπωση των διεθνών συγκυριών που θα αντιμετώπιζε ο Ελληνικός λαός κατά τα επόμενα χρόνια. Ο Βενιζέλος δεν μπορούσε να αγνοήσει τη φιλοβασιλική μερίδα του λαού και επουδενί δεν θα άφηνε τον διχασμό που θα προκαλούσε η σύγκρουση με το παλάτι, να μολύνει τις ένοπλες δυνάμεις σε αυτή τη δεδομένη στιγμή. Οι ιστορικές εξελίξεις που λάμβαναν χώρα διεθνώς, απαιτούσαν ένα στράτευμα πειθαρχημένο, αξιόμαχο και αποτελεσματικό. Εκείνη τη στιγμή η ρήξη θα είχε οδυνηρά αποτελέσματα. Νομίζω ότι η επόμενη δεκαετία το απέδειξε με περίτρανα.

Αυτό που επεδίωκε ο Βενιζέλος ήταν η Ελλάδα να μην χάσει το τρένο της κοσμογονικής εξέλιξης των ετών που έρχονταν. Για να γίνει αυτό η χώρα έπρεπε να είναι ενωμένη πρώτα απ’ όλα για να μπορεί να ανταγωνιστεί με αξιώσεις, χώρες που εποφθαλμιούσαν οφέλη παρόμοια με αυτά που όπως έχω αναφέρει και στο παρελθόν, είχαν γίνει έμμονη ιδέα για τους Έλληνες η μάλλον καλύτερα μεγάλη ιδέα. Στις προβλέψεις του για το τι μέλλει γενέσθαι στην Βαλκανική αλλά και στην ίδια την Ευρώπη, ήταν απόλυτα εύστοχος.

Η ολική αναδιοργάνωση του στρατεύματος που προώθησε, αλλά και γενικότερα οι μεταρρυθμίσεις του σε όλο το φάσμα του δημόσιου βίου έκαναν την χώρα πιο λειτουργική και αποτελεσματική σε σχέση με το παρελθόν. Οι πόλεμοι που έπονταν θα την έβρισκαν προετοιμασμένη, σχετικά με αυτά που θα είχε να αντιμετωπίσει, αυτά που διαδραματίζονταν στην αυλή της.

Όποιος υποστηρίζει ότι η Ελλάδα μπορούσε να αποφύγει τη συμμετοχή στους Βαλκανικούς πολέμους αλλά και τον μεγάλο πόλεμο του 1914 στον οποίο εισήλθε αργότερα, μάλλον αγνοεί την γεωγραφική της θέση, όπως και τους γείτονές της. Αν χανόταν αυτή η ευκαιρία δύσκολα θα βρισκόταν παρόμοια της πιστεύω, εφόσον η πλειονότητα του λαού αλλά και οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας, από καιρό πίστευαν ότι η επέκταση των Ελληνικών εδαφών πέραν των μικρών μέχρι τότε ορίων, ήταν στόχος απόλυτης προτεραιότητας.

Και ο στόχος αυτός να μην υπήρχε φυσικά, θεωρώ ότι η συμμετοχή στους πολέμους, δεν ήταν κάτι που θα μπορούσε να αποφύγει η Ελλάδα.

Το επόμενο γεγονός του σημερινού μας ταξιδιού θα εκτυλιχθεί και πάλι στην Αθήνα των αρχών του 20ου αιώνα. Το 1912 λοιπόν, Κρήτες βουλευτές από την ημιαυτόνομη Κρήτη, το τονίζω, δεν έχει ενωθεί με την Ελλάδα ακόμα, μεταβαίνουν στην πρωτεύουσα με σκοπό να αποδείξουν και στην πράξη το άνευ σημασίας ψήφισμα του 1908, όπου ανακοίνωνε μονομερώς από την πλευρά της Κρήτης την ένωση με την Ελλάδα. Απαιτούν λοιπόν να εισέλθουν στην Ελληνική βουλή ως Έλληνες βουλευτές. Με τον τρόπο αυτό αποσκοπούν στον να εκβιάσουν τις μεγάλες δυνάμεις να επικυρώσουν την ένωση με κάθε επισημότητα.

Ο Βενιζέλος όντας πρωθυπουργός της Ελλάδας το τονίζω, τους αρνείται την είσοδο στο κοινοβούλιο. Αυτή του η πράξη θα δημιουργήσει έντονες αντιδράσεις στον Κρητικό λαό ο οποίος γρήγορα ξεχνά το ποιος έδωσε με τις ενέργειες του ουσιαστική ώθηση στην επίλυση του Κρητικού ζητήματος, και τον κατηγορεί για προδοσία.

Κάνεις δεν σκέφτηκε ότι μια τέτοια ενέργεια θα προκαλούσε διεθνές επεισόδιο με την Τουρκία για ένα μέρος όπου δεν είχε ακόμα κατακυρωθεί με διεθνή συνθήκη στην Ελλάδα. Η Κρήτη ήταν ακόμα υπό διεθνή προστασία. Τυπικά δεν ήταν Ελληνικό έδαφος. Η Ελλάδα ήταν σε φάση προετοιμασίας για την συμμετοχή στον διαφαινόμενο πρώτο Βαλκανικό πόλεμο και έπρεπε να παραμείνει προσηλωμένη σε αυτό τη δεδομένη στιγμή.

Ο Βενιζέλος γνώριζε καλά και σε αυτή την περίπτωση ότι μετά την πιθανή ήττα της Τουρκίας στον επικείμενο πόλεμο, η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα θα ήταν σχεδόν σίγουρη. Απλά αυτό έπρεπε να κατοχυρωθεί όχι με μονομερείς ενέργειες και ανούσια ψηφίσματα, αλλά με συνθήκη η οποία πιθανόν θα τερμάτιζε κάποιο πόλεμο όπου η Οθωμανική αυτοκρατορία θα ήταν στην πλευρά του ηττημένου.

Αυτό που οι περισσότεροι θα αποκαλούσαν συντηρητισμό, σύμφωνα με τις παραπάνω ενέργειες, ήταν απλά η διορατικότητα ενός ανθρώπου που δεν είχε ψευδαισθήσεις, που ήξερε ότι το να θες είσαι αρεστός, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από τον να μην είσαι...

Κάποιος θα μπορούσε να του προσάψει την ψήφιση του ιδιώνυμου το 1929, την αρχική επέκταση του Μικρασιατικού μετώπου, κάποιος άλλος ότι ήταν εντολοδόχος των ξένων δυνάμεων (το σύνηθες), άλλος ότι ήταν φιλοβασιλικός αρχικά ή και το αντίθετο στη συνέχεια. Θα ήταν αφελές να του καταλογίσουμε φυσικά το αλάθητο, αλλά οι εξόφθαλμες ικανότητες του κυριολεκτικά επισκιάζουν ως ένα βαθμό τα αρνητικά.

Η πολιτική πραγματικότητα που συχνά αγνοούμε, είναι κάπως πιο σκληρή και επιτάσσει οδυνηρούς συμβιβασμούς, όταν έχεις να αντιμετωπίσεις τόσους πολλούς, με τόσο αντικρουόμενα συμφέροντα και στο εξωτερικό και στο εσωτερικό μιας χώρας. Αυτό δεν πρέπει να το παραβλέπουμε ποτέ όταν αναλύουμε πολιτικά γεγονότα και ενέργειες. Γι αυτό και οι ιδεολογίες πάνε περίπατο συχνά στις κρίσιμες στιγμές. Αυτό όμως δύσκολα το κατανοούν όσοι δεν έχουν ζήσει ποτέ κρίσιμες και ασφυκτικές στιγμές, εξαιτίας της αδυναμίας τους να αναλάβουν πολιτικές ευθύνες.

Αυτό που έχω να πω μετά βεβαιότητας για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ήταν ότι πότε του δεν υπήρξε ένας μέσος πολιτικός, ήταν κάτι πολύ διαφορετικό απ’ αυτό. Οι προσπάθειες του να αλλάξει μορφή στις πολιτικές και κοινωνικές δομές του Ελληνικού κράτους, με σκοπό του δώσει ώθηση εκσυγχρονισμού, νομίζω ότι εν τέλει απέτυχαν. Ποιος θα μπορούσε όμως να χαρακτηρίσει εύκολο το συγκεκριμένο έργο; Πέρα από τους ιδεολογικούς συναισθηματισμούς και την εκ της ασφαλούς απόστασης κριτική, ο Ελευθέριος Βενιζέλος πιστεύω ακράδαντα πως ότι έπραξε κυρίως σε εξωτερικό επίπεδο, το έπραξε αναλογιζόμενος αποκλειστικά το συμφέρον της χώρας του και όχι την εξυπηρέτηση ξένων συμφερόντων. Αυτό που δύσκολα κατανοούμε όμως είναι ότι για χώρες του μεγέθους της Ελλάδας των αρχών του 20ου αιώνα ειδικά, η συμπόρευση με κάποιο ξένο άρμα αποτελούσε μονόδρομο σχεδόν. Απλά έπρεπε να επιλέξεις ποιο άρμα θα αποκόμιζε τα περισσότερα οφέλη για τη χώρα σου. Νομίζω οι επιλογές του τον δικαιώνουν. Δεν θα αναφερθώ καθόλου λόγω οικονομίας χώρου στις περιγραφές που στοιχειοθετούν την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του όπου και πάλι τον διαχωρίζουν σε μεγάλο βαθμό από το μέσο όρο. Είναι γνωστή η βαθιά του καλλιέργεια, η πολιτική του νοοτροπία και κυρίως η ικανότητα του να διαλέγει συνεργάτες.

Ήξερε αναλογιζόμενος την εκάστοτε πολιτική συγκυρία, πότε πρέπει να είναι οξύς και πότε μετριοπαθής και κυρίως είχε πίστη στις προσωπικές του ικανότητες. Εξ΄ ου και η αταλάντευτη στάση του τις στιγμές που πίστευε στο μελλοντικό αποτέλεσμα των ενεργειών του. Μοιραία όταν αναλαμβάνεις τόσες πολιτικές ευθύνες πρέπει να γνωρίζεις πως θα είσαι εκτεθειμένος στην κριτική. Δέχθηκε αυτό το φορτίο και συνέχισε στο δρόμο που πίστευε ότι θα οδηγούσε τη χώρα σε συνολική αλλαγή επιπέδου.

Ο εθνικός διχασμός που προκλήθηκε με αφορμή το τονίζω, την συμμετοχή της χώρας στο πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, δεν ήταν προσωπική του επιλογή σε μεγάλο ποσοστό. Οι βαθιές αιτίες του χρονολογούνται πολύ νωρίτερα από αυτή την εποχή. Απλά ο Βενιζέλος κλήθηκε και σε αυτή την περίπτωση να αντιμετωπίσει άλλο ένα υψίστης σημασίας γεγονός για την επιβίωση της χώρας σε αυτή την τόσο κρίσιμη φάση μέχρι την επόμενη... τη διαχείριση της Μικρασιατικής ήττας.