«Συμμαχίες» εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων της Μεταψυχροπολεμικής εποχής

Το παράδειγμα της Τουρκίας, των Κούρδων και τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα.
|
Open Image Modal
Burak Kara via Getty Images

Η πρόσφατη επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ στην Αθήνα, οι δηλώσεις που έκανε και οι συμφωνίες που υπέγραψε με τον Έλληνα ομόλογό του θέτουν ξανά επί τάπητος τα ζητήματα των συμμαχιών ενός κράτους στο ανταγωνιστικό και συχνά συγκρουσιακό διεθνές σύστημα. Για παράδειγμα, τι είδη συμμαχιών υπάρχουν, ποιες οι προϋποθέσεις συγκρότησης μιας τυπικής ή άτυπης συμμαχίας, ποια η εκατέρωθεν σημασία και τα οφέλη ή οι ζημιές και ποιες οι προεκτάσεις για την στρατηγική των εμπλεκομένων κρατών. Στην παρούσα ιστορική συγκυρία τα ζητήματα αυτά συνδέονται με καταιγιστικές στρατηγικές εξελίξεις στην περιφέρεια στην οποία ανήκει η Ελλάδα, με την εν εξελίξει κρίση στις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ και με διαρκείς αλλαγές θέσεων των δύο αυτών κρατών για ζητήματα όπως οι Κούρδοι στην Συρία και στο Ιράκ. Αναμφισβήτητα, η εισβολή της Τουρκίας θα περιπλέξει όλες της σχέσεις όλων των εμπλεκομένων. Στην κατάσταση που βρίσκεται η Ελλάδα εδώ και χρόνια αλλά και οι κυρίαρχες παραδοχές για το διεθνές σύστημα είναι αμφίβολο εάν θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να είναι ενεργός δρών ενόψει πυκνών εναλλαγών συμμαχικών συγκλίσεων γύρω από ρευστά συμφέροντα των εμπλεκομένων δυνάμεων. 

Συμμαχικές συγκλίσεις και αποκλίσεις

Ιστορικά μιλώντας πάντα υπήρχε ζήτημα για τον τρόπο που βλέπει τις συμμαχίες και τις διπλωματικές προσεγγίσεις που υιοθετούσε. Συνοπτικά λέμε ότι για να γίνουν κατανοητά τα συντρέχοντα φαινόμενα απαιτείται να γνωρίζουμε ότι οι τυπικές ή άτυπες συμμαχικές συγκλίσεις σχετίζονται περισσότερο με στρατηγικά συμφέροντα και λιγότερο με νομικά ή κάθε άλλους κριτήρια και παράγοντες.

Στην Ελλάδα ο διαιρετικός εμφύλιος, οι ιδεολογικές και κομματικές συζητήσεις και η ξένη εξάρτηση που αφετηρία έχει την δεκαετία του 1830 μετά την δολοφονία του Καποδίστρια οδήγησαν στην κυριαρχία ενός περίεργου δόγματος που αναιρεί κάθε πιθανό έρεισμα εντός των συμμαχιών στις οποίες συμμετέχει: «Ανήκουμε στην Δύση» και στην συνέχεια «ανήκουμε στην Ευρώπη», αντί της ορθολογιστικής θέσης «είμαστε ενταγμένοι ως ισότιμο μέλος στις Δυτικές συμμαχίες και αυτό μας δίνει την δυνατότητα να εκπληρώνουμε τους κρατικούς μας σκοπούς με ενεργητικό τρόπο και διαρκείς συναλλαγές στην βάση των εθνικών συμφερόντων».

Παρενθετικά, εάν σταθούμε στην Ευρώπη, όταν τέλος 1980 αρχές 1990 για τακτικούς και συγκυριακούς λόγους επιστρατεύτηκε η στρατηγικά ανυπόστατη ΔΕΕ, η ένταξή της Ελλάδας το 1991-2 οδήγησε σε ιλαροτραγικές δηλώσεις και αναλύσεις περί «εγγύησης των Ελληνικών συνόρων». Στις μέρες μας και πάλι, εν μέσω κρίσης, κοινωνικών εντάσεων, στρατηγικής ακινησίας και καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων πλανητικά και περιφερειακά, επαναλαμβάνεται η ίδια «εγγυητική παραφιλολογία» σε αναφορά με τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ η οποία ενδέχεται να βλάψει σοβαρά την εθνική ασφάλεια της χώρας.

Δεν αμφισβητείται ότι κάποιες πτυχές των δηλώσεων του Αμερικανού ΥΠΕΞ Πομπέο, υπό ορισμένες συνθήκες και προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να ενταχθούν όχι σε κάποια μυστήρια εγγύηση των συνόρων από τις ΗΠΑ αλλά στο πλαίσιο μιας, επιτέλους, αφετηρίας  στρατηγικής ανασυγκρότησης του Ελληνικού κράτους εντός των συμμαχιών του, και όχι μόνο. Το ζήτημα των συμμαχιών βεβαίως δεν μπορεί να εξαντληθεί στο παρόν κείμενο ενώ έχει αναλυθεί εκτενέστερα αλλού. Εδώ περιοριζόμαστε σε κάποιες μόνο πτυχές, με κύριο σκεπτικό ότι η στρατηγική των μεγάλων δυνάμεων επειδή είναι πάντα ρευστή οι συμμαχικές συγκλίσεις ή αποκλίσεις αλλάζουν διαρκώς όπως εξελίσσονται τα πράγματα πλανητικά, περιφερειακά και τοπικά.

Για παράδειγμα, παρά την κρίση στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Άγκυρας, οι ΗΠΑ, προφανώς με ανταλλάγματα, δεν ενέργησαν δραστικά για να σταματήσουν την εισβολή της Τουρκίας στην Συρία και την επίθεση κατά των Κούρδων συμμάχων τους. Ανακοινώθηκε επίσης συνάντηση του Αμερικανού Προέδρου με τον Τούρκο Πρόεδρο τον Νοέμβριο, κάτι που δείχνει ότι γίνονται πολλές, μεγάλες και αθέατες στρατηγικές ζυμώσεις ενώ τα Αμερικανικά επιτελεία, αναμφίβολα και άλλων δυνάμεων, χαράσσουν εναλλακτικές αποφάσεις εκπλήρωσης των μεσοπρόθεσμων και μακροχρόνιων στρατηγικών σκοπών.

Τι είναι μια συμμαχία;

Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

 

Τι είναι λοιπόν μια συμμαχία; Λέμε το αυτονόητο αν υπογραμμιστεί ότι επειδή αφορά ζωτικά την εθνική ασφάλεια απαιτείται σοβαρότητα και υπευθυνότητα ως προς τι σημαίνει συμμαχία, είτε αυτή είναι τυπική είτε άτυπη. Μια κατασταλαγμένη θεώρηση της στρατηγικής ανάλυσης είναι ότι οι στρατηγικοί συσχετισμοί, οι ανακατανομές ισχύος και συμφερόντων που προκαλούν ισορροπία ή ανισορροπία και οι συνδεδεμένες με αυτούς τους συσχετισμούς απειλές και τα συνεπακόλουθα διλήμματα ασφαλείας, είναι μείζονος σημασίας παράγοντες στην συγκρότηση και εναλλαγή τυπικών ή άτυπων συμμαχικών συγκλίσεων.

Το πολυπολικό διεθνές σύστημα της Μεταψυχροπολεμικής εποχής εξελίσσεται ραγδαία προκαλώντας ανακατανομές ισχύος και συμφερόντων και εναλλαγές συμμαχιών. Ισχύουν δύο κύρια κριτήρια. Πρώτον, ότι οι συμμαχικές ανακατατάξεις είναι διαρκείς και ρευστές και δεύτερον, ότι η σύναψη των συμμαχιών –όπως εξάλλου καταμαρτυρείται καθημερινά στην πράξη– δεν επηρεάζεται από το εσωτερικό καθεστώς των εμπλεκομένων κρατών.

Ενώ η τυπική συμμαχία συμπεριλαμβάνει νομικές ρήτρες η ιστορική εμπειρία και μάλιστα η πρόσφατη οδηγεί στο συμπέρασμα ότι άτυπες συγκλίσεις, συνεργασίες και δράσεις όπως μεταξύ ΗΠΑ και Ισραήλ ή Κίνας και ΗΠΑ την δεκαετία του 1970 είναι συχνά από τις πιο εύρωστες συμμαχίες. Το αντίθετο ισχύει όταν όπως στην περίπτωση της ΔΕΕ της οποίας οι εγγυητικές ήταν ρητές και συγκεκριμένες. Στην περίπτωση της κατά τα άλλα σημαντικής Ατλαντικής Συμμαχίας, η αβεβαιότητα συνδρομής υπό ορισμένες περιστάσεις οδήγησε σε αλλαγή του δόγματος μετά την πυρηνική ισοδυναμία ΗΠΑ-ΕΣΣΔ και στην αποχώρηση της Γαλλίας από το στρατιωτικό σκέλος και με απόφαση να καταστεί πυρηνική δύναμη.

Μια συμμαχία, δεν δημιουργείται και δεν αναπτύσσεται με κάποιες εφήμερης σημασίας δηλώσεις όσο σημαντικές και εντυπωσιακές και εάν είναι στην συγκυρία που έγιναν. Ο ηγέτης της Λιβύης για παράδειγμα σε κάθε επίσκεψη σε Αραβική πρωτεύουσα συνήθως επέστρεφε με συμμαχικές συμφωνίες τις οποίες όλοι ξεχνούσαν την επομένη. Εάν κανείς λάβει υπόψη πανίσχυρες και αξιόπιστες συμμαχίες όχι κατ’ ανάγκη νομικά θεμελιωμένες, θα δει ότι ισχύουν συγκεκριμένα πράγματα: Το ισχυρό κράτος που υπόσχεται να βοηθήσει ένα λιγότερο ισχυρό κράτος έχει εδραία και μεγάλα συμφέροντα εμπεδωμένα στους γεωπολιτικούς συσχετισμούς. Τα συμφέροντα αυτά, επιπλέον, είναι ενταγμένα στους κύριους στρατηγικούς προσανατολισμούς του ισχυρού κράτους και θεμελιώνονται με διαρκείς ενισχυτικές αποφάσεις.

Η αξιοπιστία μιας συμμαχικής σχέσης εξαρτάται, επίσης, από την ικανότητα του λιγότερο ισχυρού περιφερειακού κράτους να είναι ισχυρός, αξιόπιστος και φερέγγυος συνομιλητής και συνεταίρος στα στρατηγικά παίγνια. Ως προς τούτο ήδη αναφέρθηκε το Ισραήλ και η Κίνα επί Νίξον και Μάο. Υπάρχουν όμως και πολλές άλλες περιπτώσεις Αμερικανικών συμμαχικών συγκλίσεων με κράτη όπως το Ιράν επί Σάχη, η Βρετανία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (η λεγόμενη «ειδική σχέση»), και η Σοβιετική Ένωση κατά την διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.

Εάν λάβουμε υπόψη τα κύρια Μεταψυχροπολεμικά ζητήματα στην Μεσόγειο και Μέση Ανατολή, το μόνο στο οποίο Ελλάδα και Κύπρος είναι στρατηγικά παρούσες είναι οι συνομιλίες, κυρίως με Ισραήλ και Αίγυπτο για τους ενεργειακούς αγωγούς, ο εύθραυστος χαρακτήρας των οποίων καταμαρτυρήθηκε από τις αμφιταλαντεύσεις της Αθήνας για τον ηλεκτρικό αγωγό Ισραήλ, Κύπρος, Κρήτη, Αττική. Υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη ενώ πολλές μεταβλητές όπως για παράδειγμα η εξέλιξη των σχέσεων Τουρκίας-Δύσης και η εξέλιξη των συνομιλιών επίλυσης του κυπριακού ζητήματος, γεγονός που δεν επιτρέπει πρόβλεψη για το πώς και κυρίως με τι «συμμαχικό περιεχόμενο» θα εξελιχθούν τα ζητήματα αυτά. 

Open Image Modal
Jonathan Ernst / Reuters

Όπως και να εξελιχθούν ένα είναι σίγουρο: Αποδείχθηκε ότι η Τουρκία ελίσσεται, διαπραγματεύεται και συναλλάσσεται και η καθημερινή εμπειρία στην Συρία αλλά και σε άλλες περιπτώσεις το καταμαρτυρεί. Λίγα μπορούν να προστεθούν σε αυτή την παρατήρηση εάν κανείς λάβει υπόψη την δήλωση του Αμερικανού Προέδρου στις 8 Οκτωβρίου 2019 όταν τον πίεζαν στην Ουάσιγκτον για τις αποφάσεις που αφορούσαν την αναγγελθείσα απόφαση των Τούρκων κατά των Κούρδων: «Τόσοι πολλοί άνθρωποι, με τρόπο βολικό, ξεχνούν ότι η Τουρκία είναι ένας μεγάλος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ». Και σε επόμενο Twitter πρόσθεσε: «Είναι επίσης καλοί στο να συναλλάσσεται κανείς μαζί τους… Επιπλέον, και το σημαντικότερο, θυμηθείτε ότι η Τουρκία είναι ένα σημαντικό και ταμειακώς ενήμερο κράτος μέλος του ΝΑΤΟ».»

Ισχυρά και λιγότερο ισχυρά κράτη 

Για να δούμε λοιπόν το βάθος μιας πιθανής ουσιαστικής συμμαχικής σύγκλισης ΗΠΑ – Ελλάδα απαιτείται να καταφανεί σε τι έχουν ανάγκη την Ελλάδα οι ΗΠΑ. Εν τέλει, εάν χωρίς διαπραγματεύσεις και χωρίς συναλλαγές και ουσιαστικά ανταλλάγματα –όπως στην περίπτωση της συμφωνίας των Πρεσπών ή την συμφωνία τον Οκτώβριο 2019– η Ελλάδα υπάκουα συμμορφώνεται σε Αμερικανικές εντολές, η Ουάσιγκτον δεν έχει ανάγκη να κάνει πολλές δεσμεύσεις πρακτικών προεκτάσεων.

Σε κάθε περίπτωση, ένα λιγότερο ισχυρό περιφερειακό κράτος όπως η Ελλάδα για να είναι αξιόπιστος συνομιλητής με δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ απαιτείται να είναι επαρκώς ισχυρό και στρατηγικά οργανωμένο ούτως ώστε 1. να αποτρέπει τις εναντίον του αναθεωρητικές απειλές, 2. να ασκεί στρατηγική εποπτεία στην περιφέρειά του και 3. να μπορεί έτσι να αναπτύσσει επωφελώς αποτελεσματικές προσεγγίσεις συναλλαγών με τον ισχυρό σύμμαχο.

Επωφελείς για το λιγότερο ισχυρό κράτος αποφάσεις του ισχυρού κράτους, επίσης, συναρτώνται με την πολιτική, θεσμική και στρατηγική οργάνωση. Πρωτίστως, το λιγότερο ισχυρό κράτος δίνει παραστάσεις αξιοπιστίας εάν το κοινωνικοπολιτικό του σύστημα έχει προσδιορίσει και ιεραρχήσει τα εθνικά συμφέροντα.

Οι ιεραρχημένες βαθμίδες στην κορυφή έχουν τα έσχατα συμφέροντα που αφορούν την ασφάλεια, την ακεραιότητα της Επικράτειας και την επιβίωση του κράτους και της κοινωνίας, τα ζωτικά συμφέροντα, τα μείζονα συμφέροντα και τα δευτερογενή συμφέροντα. Αυτή είναι και η βάση στρατηγικών συναλλαγών με τον ισχυρό σύμμαχο ο οποίος παίρνει στα σοβαρά το λιγότερο ισχυρό κράτος εάν το τελευταίο θέτει κόκκινη γραμμή ως προς τα έσχατα συμφέροντα.

Η περίπτωση της Ελλάδας - ΗΠΑ

Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

 

Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, όσον αφορά την επίσκεψη του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Πομπέο στην Ελλάδα λίγες μέρες πριν την εισβολή της Τουρκίας στις Κουρδικές περιοχές της Συρίας, και τον τρόπο που οι Αμερικανοί θα έβλεπαν την Ελλάδα, έχει σημασία η ίδια η Ελλάδα να έχει ορίσει και ιεραρχήσει τα συμφέροντά της σε μείζονα ζητήματα κρατικής κυριαρχίας όπως οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που αφορούν την επικράτειά της και τον τερματισμό των τετελεσμένων στην Κύπρο στην βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1974 και του 1985 και την πράξη προσχώρησης της ΚΔ στην ΕΕ.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ Πομπέο σε μια αποστροφή των δηλώσεών του δήλωσε: «κάθε κράτος στον κόσμο έχει συμφέρον να προστατεύει την κυριαρχία και το διεθνές δίκαιο και σε αυτή την περίπτωση και το δίκαιο που αφορά τις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και συμπλήρωσε ότι μερικές φορές κράτη προσποιούνται ότι δεν κατανοούν αυτούς τους θεμελιώδεις κανόνες». Όπως έχουμε ξανά γράψει εδώ ο Hans Morgenthau στο Πολιτική μεταξύ των Εθνών που επηρέασε τα μέγιστα την Αμερικανική πολιτική σκέψη υποστήριξε ότι βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος που έχει επαρκή ισχύ να εφαρμόσει τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που αφορούν την κυριαρχία του και την εν γένει Επικράτειά του.

Τα θέματα αυτά δεν μπορεί να εξαντληθούν εδώ καθότι για ένα ακόμη λόγο είναι «ζωντανά», ρευστά και σε πλήρη εξέλιξη. Σημασία έχει ότι τα κράτη είτε για να αμυνθούν με αποτρεπτική στρατηγική είτε για να διεξάγουν συναλλαγές στην βάση των εκατέρωθεν συμφερόντων των εμπλεκομένων, απαιτείται να διαθέτουν επαρκή ισχύ. Η περί συμμαχιών στρατηγική ανάλυση –και καλό είναι κάποια στιγμή να αναπτυχθεί στρατηγική κουλτούρα που θα καταστήσει κοινό κτήμα κύριους όρους και έννοιες–, θεωρεί τις συμμαχίες εξωτερική εξισορρόπηση των απειλών κατά ενός κράτους. Εσωτερική εξισορρόπηση είναι οι οικείοι συντελεστές ισχύος και εξωτερική εξισορρόπηση οι τυπικές ή άτυπες συμμαχικές συγκλίσεις.

Από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο στη Συρία

Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

 

Η υπόσχεση εξωτερικής βοήθειας στο πλαίσιο τυπικών ή άτυπων συμμαχιών είναι πάντα αβέβαιη. Το μόνο βέβαιο είναι η οικεία ισχύς του ενδιαφερόμενου κράτους.  Η υπόσχεση εξωτερικής βοήθειας στο πλαίσιο τυπικών ή άτυπων συμμαχιών είναι πάντα αβέβαιη. Εξ ου και η εξωτερική εξισορρόπηση των απειλών θεωρείται πάντα ενισχυτική της οικείας ισχύος ενώ η υλοποίηση είναι πάντα αβέβαιη και υπό την αίρεση πολλών και ρευστών κριτηρίων και παραγόντων. Μάλιστα τυχόν εναπόθεση όλων των προσδοκιών σε εξωτερική βοήθεια και προσδοκία ότι άλλοι θα επιδείξουν αυτοθυσία για το λιγότερο ισχυρό αμυνόμενο κράτος ενδέχεται να είναι επικίνδυνη.

Όπως για όλα τα ζητήματα διεθνούς πολιτικής για τα οποία ο Πελοποννησιακός Πόλεμος εδραίωσε αξιώματα, οι Αθηναίοι προειδοποίησαν τους Μήλιους πως οι φίλοι τους Σπαρτιάτες δεν θα σπεύσουν να τους βοηθήσουν εάν δεν έχουν μεγάλο συμφέρον: «Η ελπίδα, παρηγοριά την ώρα του κινδύνου, όσους την έχουν από περίσσια δύναμη κι αν τους βλάψει δεν τους καταστρέφει όσοι όμως, στηριγμένοι πάνω της, τα παίζουν όλα για όλα (γιατί απ’ τη φύση της είναι σπάταλη), μονάχα όταν αποτύχουν την γνωρίζουν, όταν πιά, για κείνον που έκαμε τη γνωριμία της, δεν έχει απομείνει τίποτε για να το προφυλάξει απ’ αυτήν.».

Έτσι βλέπουμε ότι, στην Συρία οι Τούρκοι εκπληρώνουν τους σκοπούς τους με τις δικές τους δυνάμεις και ελίσσονται στο επίπεδο των συμμαχικών συναλλαγών. Οι Κούρδοι, κατακερματισμένοι, διασκορπισμένοι σε πολλά κράτη και συχνά διαιρεμένοι, δεν φαίνεται να διαθέτουν υψηλή στρατηγική συσπείρωσής. Αναμενόμενα γίνονται συχνά έρμαιο και θύματα ρευστών συναλλαγών συμφερόντων. Το πώς θα προσανατολιστούν τα πράγματα και που θα καταλήξουν απαιτεί προσεκτική στάθμιση και εκτίμηση των στρατηγικών επιλογών των κύριων δρώντων, κυρίως των ΗΠΑ, της Τουρκίας, της Ρωσίας, του Ισραήλ αλλά και του Ιράν.