Τα κοινωνικά κόβουν τα εισιτήρια, αλλά η ανάπτυξη δίνει τους τίτλους

Τα κοινωνικά κόβουν τα εισιτήρια, αλλά η ανάπτυξη δίνει τους τίτλους
Open Image Modal
ANGELOS TZORTZINIS via Getty Images

Στους μπασκετικούς είναι γνωστή η φράση «η επίθεση κόβει τα εισιτήρια, αλλά η άμυνα δίνει τους τίτλους». Αν όπου «επίθεση» τοποθετήσετε τον συμπαθή όρο «κοινωνική πολιτική» και όπου «άμυνα» τον όρο «ανάπτυξη», έχετε το σημερινό σκηνικό που επικρατεί στην ελληνική πατρίδα.

Όπως έχει σημειωθεί σε όλους τους τόνους από κυβερνητικούς αξιωματούχους, η Ελλάδα τον προσεχή Αύγουστο θα πραγματοποιήσει «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια και την επιτροπεία. Σε προηγούμενα κείμενα έχω αναφερθεί στο πόσο «καθαρή» αναμένεται να είναι η έξοδος αυτή. Εν προκειμένω, ένα άλλο ζήτημα έχει αρχίσει να προκύπτει. Το ζήτημα του πώς βλέπει η σημερινή κυβέρνηση την ανάπτυξη.

Σταθερή μέχρι πρότινος διακήρυξη του κυβερνώντος κόμματος ήταν η «ισόρροπη ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο». Σε διευκρινιστική ερώτηση κάποιου συνομιλητή, ο διακηρύξας απαντούσε εξίσου συνθηματολογικά: Πάταξη της διαφθοράς, κυνήγι της φοροδιαφυγής, είσπραξη από τους έχοντες και κατέχοντες. Το ότι κανείς εκ των τριών στόχων δεν έχει επιτευχθεί τουλάχιστον σε αξιοσημείωτο βαθμό είναι πιο προφανές από το ότι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι πρωί.

Εκείνο όμως που εσχάτως παρατηρείται είναι μια ελαφρά πρακτική απόκλιση από τη ρομαντική διακήρυξη. Βεβαίως ο στόχος παραμένει ο ανωτέρω, όμως αν κρίνει κανείς από λέξεις και κινήσεις βγάζει άλλο συμπέρασμα. Πρώτον, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης εμφανίζεται το τελευταίο διάστημα να τείνει χείρα φιλίας στην πάλαι ποτέ αποστρεπτέα επιχειρηματική κοινότητα της χώρας. Ιδίως τα αναπτυξιακά συνέδρια στα οποία μετέχει αλλά και άλλες εκδηλώσεις φορέων του ελληνικού κεφαλαίο φανερώνουν προσπάθεια εναγκαλισμού με το συγκεκριμένο τμήμα των παραγωγικών τάξεων.

Παράλληλα, αποτελεί διακαή πόθο της κυβέρνησης η δημιουργία μιας τράπεζας που θα κείται εκτός του ευρωσυστημικού ελέγχου και θα διατηρεί κεφάλαια ικανά να χρηματοδοτούν επενδυτικά προγράμματα. Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση αντικείμενο μομφής. Ωστόσο, προκαλεί απορίες ως προς τη στόχευσή του από τη στιγμή που οι συστημικές τράπεζες θα είναι σε θέση να παρέξουν χρηματοδότηση (είπαμε ότι θα κάνουμε καθαρή έξοδο), ενώ και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ήδη παίζει σημαντικό ρόλο προς την ίδια κατεύθυνση.

Στην ουσία του πράγματος, η κυβερνητική προσέγγιση για την ανάπτυξη είναι στην καλύτερη περίπτωση εργαλειακή και στη χειρότερη ευκαιριακή. Μια ουσιαστική φορολογική μεταρρύθμιση με δημιουργία πλαισίου ευνοϊκού για επενδύσεις απουσιάζει πλήρως. Φόροι και ασφαλιστικές εισφορές καθιστούν εξαιρετικά δυσχερείς τις προοπτικές μια οποιαδήποτε ιδιωτικής επένδυσης. Στο πολιτικό επίπεδο, παρατηρείται η τοποθέτηση ανθρώπων άσχετων με το αντικείμενο σε κρίσιμες θέσεις συντονισμού και οργάνωσης μεγάλων επενδυτικών σχεδίων (βλ. Ελληνικό).

Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση το τελευταίο διάστημα μοιάζει να είναι έτοιμη για εκλογές και να έχει τυπώσει και τα ψηφοδέλτια. Η Νέα Δημοκρατία έσπευσε να πράξει κάτι που ενδεχομένως να μην έχει ξανακάνει ποτέ. Να «κλέψει» την ατζέντα του αντιπάλου της. Και το έκανε με επιτυχία στο συνήθως προνομιακό αριστερό της κοινωνικής πολιτικής.

Οι αριθμοί που έδωσε στη δημοσιότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφορικά με το τι σκοπεύει να πράξη το κόμμα του ως κυβέρνηση επιχειρούν να βγάλουν στην επιφάνεια ένα άλλο πρόσωπο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι γεγονός ότι, κατά την πάγια θέση της ΝΔ, η προσήλωση σε μια φιλελεύθερη, φιλεπενδυτική, αναπτυξιακή πολιτική αποτελεί τον ορθό δρόμο προς την ανάπτυξη.

Δεν αποτελεί όμως τη σωστή συνταγή ώστε ένα κόμμα να μιλήσει στην ψυχή των ανθρώπων. Μια επένδυση, αν όλα πάνε καλά (γραφειοκρατία, προσφυγές, χρηματοδοτήσεις κ.ο.κ.), χρειάζεται κατ’ ελάχιστον τρία χρόνια για να επιδείξει το όποιο αποτέλεσμα. Πολλά περισσότερα για να παγιωθεί ως επιτυχημένη επιχειρηματική επιλογή με κοινωνικό όφελος, ήτοι με προσφορά θέσεων μόνιμης εργασίας με ικανοποιητική ασφαλιστική κάλυψη.

Για το λόγο αυτό, φαίνεται εσχάτως η ΝΔ να διείδε το κενό λόγων και έργων που και σε αυτό το πεδίο χαρακτηρίζει τον κυβερνητικό συνασπισμό, σπεύδοντας να ανακοινώσει παροχές αναφορικά με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, το αφορολόγητο και άλλα σχετικά ζητήματα.

Στη γενική, λοιπόν, εικόνα βλέπουμε δύο κόμματα να επιχειρούν να μπουν στα «χωράφια» του αντιπάλου. Παλιά στρατηγική, πάντοτε έξυπνη. Με λίγους, όμως, μήνες πλέον να απομένουν προ των πολλών καλπών που θα στηθούν, η κρίσιμη παράμετρος της πειθούς του εκλογικού σώματος θα κάνει ξανά την εμφάνισή της.

Αν μπορεί κάποιος να μιλήσει ξανά με αθλητικούς όρους επί του προκειμένου, θα έλεγε ότι αυτή τη φορά η μάχη δεν θα είναι μπασκετική, αλλά ποδοσφαιρική. Και δεν πρόκειται να διεξαχθεί σε γήπεδο-χαλί, αλλά σε χωράφι. Με τόνους λάσπης στο τερέν...