Κλεάνθης Δανόπουλος: Η Ευρώπη θεωρεί τον εαυτό της κληρονόμο της ελληνικής αρχαιότητας

Ο σκηνοθέτης της σειράς ντοκιμαντέρ «Το Κάλεσμα των Μαρμάρων» στη HuffPost Greece.
Open Image Modal
Από τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ στη Βενετία
Κλεάνθης Δανόπουλος

«Ως Έλληνας έχω μεγαλώσει με την ιδέα πως όλες οι αρχαιότητες που συναντάω στα ξένα Μουσεία, είναι προϊόν αρπαγής. Στην διάρκεια όμως αυτής της έρευνας, άρχισα να καταλαβαίνω πως οι αιτίες των μεταφορών δεν ήταν κοινές για όλα τα αντικείμενα. Οι ιστορίες των ανθρώπων που είχαν βρει και μεταφέρει τις αρχαιότητες ήταν τελείως διαφορετικές μεταξύ τους. Υπήρχαν απ΄ όλα. Τυχοδιώκτες, έμποροι, ονειροπόλοι, ερευνητές, ρομαντικοί νέοι και ότι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Είναι άστοχο να ενοποιεί κανείς την ιστορία της μεταφοράς αρχαιοτήτων κάτω από το ίδιο πρίσμα της αρπαγής...»

Ο Κλεάνθης Δανόπουλος, σκηνοθέτης της σειράς ντοκιμαντέρ «Το Κάλεσμα των Μαρμάρων» (Cosmote History), που διερευνά τη σχέση της Ευρώπης με την ελληνική αρχαιότητα σε μία περίοδο 500 ετών, μιλά στη HuffPost Greece για την πρώτη κινηματογραφική καταγραφή του μεγάλου όσο και περίπλοκου αυτού θέματος, αλλά και την «υπέροχη περιπέτεια»: Τα δυόμιση χρόνια που κράτησε η παραγωγή, τα γυρίσματα πέντε μηνών σε τέσσερις χώρες, την καλύτερη στιγμή, την αναποδιά που περίμενε το συνεργείο στη Βενετία, την έρευνα που είναι ένας «μακρύς δρόμος προς το άγνωστο», το ντοκιμαντέρ ως «η πιο τίμια αλήθεια που μπορώ να διανοηθώ» και κυρίως, τις σύνθετες διαδρομές του εκπατρισμού των αρχαίων κειμηλίων, αλλά και την πιθανότητα επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα. 

-Στην παρουσίαση «εξομολογηθήκατε» ότι, το ντοκιμαντέρ για τη διασπορά των ελληνικών αρχαιοτήτων στην Ευρώπη ήταν στη σκέψη σας εδώ και είκοσι χρόνια. Το σημείο εκκίνησης σας ήταν η περιπέτεια των Γλυπτών του Παρθενώνα; Οι άγνωστες στο ευρύ κοινό πτυχές όσων προηγήθηκαν αιώνες πριν τη λεηλασία από τον Έλγιν (περίοδο με την οποία ουδείς είχε ασχοληθεί σε επίπεδο ταινίας τεκμηρίωσης -εάν δεν κάνω λάθος); 

Το ενδιαφέρον μου για την διασπορά των αρχαιοτήτων στην Ευρώπη, ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’90, κατά τη διάρκεια μίας συζήτησης με τον ιστορικό Γιώργο Τόλια, με τον οποίο είμαστε φίλοι από τα φοιτητικά μας χρόνια στο Παρίσι. Τότε, ο κ. Τόλιας ετοίμαζε ένα βιβλίο με αποσπάσματα ημερολογίων προσώπων που είχαν μεταφέρει στην Ευρώπη, ελληνικές αρχαιότητες,  τις τελευταίες δεκαετίες πριν την Ελληνική επανάσταση του 1821. Το αποτέλεσμα εκείνης της συζήτησης ήταν για τον κ. Τόλια, ο τίτλος του βιβλίου που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ολκός («Ο Πυρετός των Μαρμάρων») και για μένα, η ιδέα ενός κινηματογραφικού ντοκιμαντέρ, που θα εξιστορούσε αυτές τις ασύλληπτες περιπέτειες.

Στην διάρκεια των επόμενων δύο δεκαετιών, όσο περισσότερο ερχόμουν σε επαφή με το θέμα, το έβλεπα να διευρύνεται χρονικά, αφού επί της ουσίας η διακίνηση της Ελληνικής Αρχαιότητας στην Δύση, τόσο ως πνευματικός, αλλά και ως υλικός πολιτισμός, ξεκίνησε την περίοδο της Αναγέννησης. 

-Για ποιόν λόγο αυτό το όνειρο περίμενε δύο δεκαετίες έως ότου υλοποιηθεί; 

Στην διάρκεια της τελευταίας 20ετίας το τηλεοπτικό τοπίο της Ελλάδας διευρύνθηκε αισθητά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, αλλά όσον αφορά τα ιστορικά ντοκιμαντέρ, εξακολουθούσε να παραμένει περιορισμένο. 

Η δημιουργία του Cosmote History HD της Cosmote TV, ενός καναλιού που έλειπε πραγματικά από την Ελλάδα, στάθηκε η ευκαιρία που αναζητούσα για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου. 

“Με την ολοκλήρωση αυτής της δουλειάς κατάλαβα πως οι αρχές και τα έργα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού αποτελούν την «γλώσσα επικοινωνίας» του Δυτικού κόσμου”

Εδώ νιώθω πως  πρέπει να αναφερθώ και στην εταιρεία που υλοποίησε το project, την ΒΟΟ Productions, γιατί χωρίς την ενθάρρυνση των παραγωγών Τάκη Νικολακόπουλου και Ηρακλή Μαυροειδή, ίσως και να μην είχα απευθυνθεί ποτέ στο κανάλι της Cosmote TV.  

Η αποδοχή της πλήρους πρότασης από το Cosmote History HD της Cosmote TV για μία σειρά 10 επεισοδίων, που αφηγείται αυτή την απίθανη ιστορία σε όλο της το εύρος, είναι ένα θαρραλέο εγχείρημα, το οποίο δεν έχει επιχειρηθεί κινηματογραφικά ποτέ ξανά απ’ όσο ξέρω. Αυτή ήταν και η αιτία που βρήκε ενθουσιώδη υποδοχή, από όλους τους διακεκριμένους ιστορικούς και ερευνητές, που συμμετέχουν στην σειρά και δέχτηκαν να μιλήσουν για αυτό το θέμα.

-Η διασπορά των ελληνικών αρχαιοτήτων δεν είναι θέμα ταμπού για τους δυτικοευρωπαίους ιστορικούς. Αντιμετωπίζεται ως παγιωμένη συνθήκη. Υπήρξε ωστόσο, κάποιος από τους έγκριτους ξένους ιστορικούς που μίλησαν στην κάμερα σας ο οποίος σάς εξέπληξε με τις θέσεις του; 

Για τις ανάγκες της σειράς ταξιδέψαμε σε 4 χώρες και πήραμε συνεντεύξεις από τριάντα ιστορικούς, αρχαιολόγους και ερευνητές. Όλοι αποδέχτηκαν να συμμετάσχουν στην σειρά και προθυμοποιήθηκαν να μοιραστούν τις απόψεις και τις θέσεις τους για αυτό το θέμα, στο οποίο, από άλλους δρόμους ο καθένας, έχει αφιερώσει με κάποιον τρόπο την ζωή του. 

Το πιο σημαντικό που αποκόμισα από αυτές τις συζητήσεις, και το οποίο με κάποιον τρόπο είναι κοινή παραδοχή, είναι πως η Ελληνική αρχαιότητα στο σύνολό της, αποτελεί μέρος ενός  «κοινού παρελθόντος» όλης της Δύσης. 

“Κανείς δεν διεκδικεί ένα μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς των Γαλατών, αλλά με κάποιον τρόπο όλη η Ευρώπη θεωρεί τον εαυτό της κληρονόμο της Ελληνικής Αρχαιότητας, όπως είπε ο διευθυντής της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα”

Τα διασκορπισμένα νεοκλασικά κτήρια, σε όλες της πρωτεύουσες του Δυτικού Κόσμου, δεν είναι απλά ένα πολιτιστικό σημείο αναφοράς. Η ύπαρξή τους, για τους κατοίκους αυτών των χωρών, που έχουν γεννηθεί έναν και δύο αιώνες μετά την κατασκευή τους, αποτελεί κομμάτι των δικών τους αναμνήσεων, μέρος της δικής  τους αυτό-αναφορικής γνώσης και ζωντανή σύνδεση με την Ελληνική αρχαιότητα. Ίσως πιο ξεκάθαρα να το τοποθέτησε ο ιστορικός Alexandre Farnoux, διευθυντής της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα, όταν αναγνώρισε πως αποτελεί μία μοναδική συνθήκη για ένα κράτος, να μοιράζεται σε τέτοιο βαθμό την αρχαία ιστορία του. Και όπως με εξαιρετικό χιούμορ συμπλήρωσε, κατανοεί πως κανείς δεν διεκδικεί ένα μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς των Γαλατών, αλλά με κάποιον τρόπο όλη η Ευρώπη θεωρεί τον εαυτό της κληρονόμο της Ελληνικής Αρχαιότητας.

-Αυτό που σήμερα ορίζεται ως αρχαιοκαπηλία (σύμφωνα και με το διεθνές δίκαιο), τον 17ο και τον 18ο αιώνα είχε ως πρόσημο το πάθος  του συλλέκτη -ακόμη και μεταξύ εκείνων οι οποίοι στην πραγματικότητα έκαναν εμπόριο με τις αρχαιότητες. Από τις ελληνικές αρχαιότητες που βρίσκονται στην Ευρώπη και τις οποίες καταγράψατε στο ντοκιμαντέρ, ποια περίπτωση συλλογής σας έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση; 

Προφανώς το πιο εντυπωσιακό είναι ο όγκος των Μαρμάρων που απέσπασε ο Λόρδος Έλγιν από τον Παρθενώνα. Είναι ασύλληπτος και αν συνδυαστεί με τις καταστροφές που επέφερε στο μνημείο, δικαιολογεί απόλυτα τον όρο «λεηλασία». Παράλληλα, οφείλω να σημειώσω πως εντυπωσιάστηκα από τα σύνολα των ναών που ανακάλυψε η «Ευρωπαϊκή παρέα αρχαιόφιλων», οι οποίοι γνωρίστηκαν στην Αθήνα την δεκαετία του 1810. Τα αγάλματα της Αφαίας που βρίσκονται στο Μόναχο είναι εξαιρετικά επιβλητικά, ενώ η ζωφόρος του ναού του Απόλλωνα, έχει μία μοναδική δυναμική. Η σύνθεση, η ορμή και η βιαιότητα της μάχης που περιγράφει δημιουργεί μία μοναδική δυναμική και δικαιολογεί τους αρχαιόφιλους που την βρήκαν και την θεώρησαν αρχικά ως πιθανό έργο του Φειδία.

-Πόση έρευνα, οργάνωση, προετοιμασία -προσοχή στις λεπτομέρειες- εν τέλει, κόπο και χρόνο έχουν πίσω τους αυτά τα δέκα επεισόδια; Εάν μπαίναμε στην «κουζίνα του σκηνοθέτη» τι θα βλέπαμε, στα ημερολόγια, τα σημειωματάρια και το μοντάζ; Θα μπορούσατε να συμπυκνώσετε τα παραπάνω σε αριθμούς; 

Στα δυόμιση χρόνια που κράτησε αυτή η παραγωγή, τα νούμερα χάθηκαν και παρά το γεγονός πως πληροφορίες όπως «χιλιάδες αρχεία» «εκατοντάδες σελίδες» κ.α. είναι εντυπωσιακές όταν τις διαβάζει κανείς, δεν νομίζω πως έχει νόημα να καθίσω να τις προσθέσω. Αυτό όμως που έχει νόημα να συγκρατήσει κανείς, είναι πως η έρευνα προσέγγισης ενός θέματος, είναι ένας μακρύς δρόμος προς το άγνωστο, γεμάτος απρόσμενες χαρές, απρόοπτες συνδέσεις και μια βαθιά ανησυχία που ακολουθεί την αποκάλυψη, πως όλα όσα νομίζουμε πως ξέρουμε, δεν αποτελούν παρά μέρος μόνο ενός σύνθετου συνόλου, το οποίο σε μεγάλο βαθμό αγνοούμε.

-Πόσο κράτησαν τα γυρίσματα; 

Τα γυρίσματα κράτησαν σπαστά, περίπου πέντε μήνες για το σύνολο των επεισοδίων.

Open Image Modal
Ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ Κλεάνθης Δανόπουλος. Στιγμιότυπο από τα γυρίσματα.

-Η καλύτερη στιγμή; 

Για έναν σκηνοθέτη ( ή για να είμαι πιο ακριβής, σίγουρα για μένα), τα γυρίσματα είναι πάντα μία υπέροχη περιπέτεια. Όλα όσα έχεις φανταστεί, έχεις αναρωτηθεί, παίρνουν αληθινή μορφή και λόγο, σε μία μοναδική στιγμή γέννησης και δημιουργίας. Δύσκολο να διαλέξεις την καλύτερη στιγμή. Νομίζω πως το πιο σημαντικό, ήταν οι συζητήσεις  με όλους αυτούς τους αξιόλογους ανθρώπους, που δέχτηκαν να συμμετάσχουν σε έναν διάλογο, που περιλάμβανε όχι μόνο τις εξειδικευμένες τους γνώσεις για τα γεγονότα, αλλά τις απόψεις τους για την Ιστορία.

-Η μεγαλύτερη αναποδιά (γυρίσματα ανάλογης έκτασης εκτός έδρας είναι σχεδόν νομοτελειακό ότι θα έχουν κάποια αναποδιά); 

Αυτό είναι εύκολο. Όταν φτάσαμε στην Βενετία και περιμέναμε τα πράγματά μας στο αεροδρόμιο, παρατήρησα πως το γκισέ απολεσθέντων είχε τον περισσότερο κόσμο σε όλη την αίθουσα αφίξεων. Λίγη ώρα αργότερα, όταν οι βαλίτσες με τον κινηματογραφικό μας εξοπλισμό, δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους, κατάλαβα το γιατί και γίναμε κι εμείς μέρος αυτής της «παρέας». Οι επόμενες ημέρες που προσπαθούσαμε να βρούμε κάμερες για τα γυρίσματά μας και να ανανεώσουμε τα κλεισμένα μας ραντεβού, ήταν σίγουρα οι πιο δύσκολες των γυρισμάτων.

“Το ξέρατε πως το μνημείο του Ουάσιγκτον, στην ομώνυμη πόλη των ΗΠΑ, έχει ενσωματωμένο ένα μάρμαρο του Παρθενώνα;”

Η Βενετία είναι μία κουκλίστικη πόλη, αλλά αν θες εξειδικευμένο εξοπλισμό, πρέπει να τον αναζητήσεις έξω από αυτή, στον υπόλοιπο «αληθινό κόσμο». Στο τέλος νοικιάσαμε μηχανήματα από μία εταιρεία κινηματογραφικού εξοπλισμού, στο λιμάνι του Μέστρε, την οποία ούτε ο ταξιτζής που μας πήγαινε δεν μπορούσε να βρει, ανάμεσα στις τεράστιες αποθήκες και τα κτήρια των τελωνείων. 

-Η εικόνα που είχατε για τη διασπορά των ελληνικών αρχαιοτήτων προτού ξεκινήσετε πόσο άλλαξε όταν το ταξίδι τελείωσε; 

Ως Έλληνας έχω μεγαλώσει με την ιδέα πως όλες οι αρχαιότητες που συναντάω στα ξένα Μουσεία, είναι προϊόν αρπαγής. Στην διάρκεια όμως αυτής της έρευνας, άρχισα να καταλαβαίνω πως οι αιτίες των μεταφορών δεν ήταν κοινές για όλα τα αντικείμενα. Οι ιστορίες των ανθρώπων που είχαν βρει και μεταφέρει τις αρχαιότητες ήταν τελείως διαφορετικές μεταξύ τους. Υπήρχαν απ΄ όλα. Τυχοδιώκτες, έμποροι, ονειροπόλοι, ερευνητές, ρομαντικοί νέοι και ότι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Είναι άστοχο να ενοποιεί κανείς την ιστορία της μεταφοράς αρχαιοτήτων κάτω από το ίδιο πρίσμα της αρπαγής. 

Το τρέιλερ του 5ου επεισοδίου με τίτλο «Ο διαμελισμός των μνημείων» που θα προβληθεί την Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2019. 

Η Ελλάδα, ως κρατική οντότητα, δεν υπήρχε ούτε κατά την χιλιετή ιστορία του Βυζαντίου, ούτε κατά την διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής, όταν εκπατρίστηκε το μεγαλύτερο μέρος των αρχαιοτήτων των μουσείων. Η αρχαιολογική νομοθεσία που ψηφίστηκε μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, είναι το καθοριστικό σημείο για το θέμα της διακίνησης των αρχαιοτήτων. Από εκείνο το σημείο και μετά ο εκπατρισμός των αρχαίων κειμηλίων είναι πλέον προϊόν λαθροχειρίας, ή αποτελεί ένα ιδιαίτερο και σπάνιο ξεχωριστό γεγονός με την σύμφωνη γνώμη του κράτους. 

Το ξέρατε πως το μνημείο του Ουάσιγκτον, στην ομώνυμη πόλη των ΗΠΑ, έχει ενσωματωμένο ένα μάρμαρο του Παρθενώνα, ως ένα πολύτιμο δώρο από την χώρα που δημιούργησε τον πολιτικό όρο της Δημοκρατίας, προς την χώρα που έφτιαξε την πρώτη διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην σύγχρονη Ιστορία; Εγώ προσωπικά το αγνοούσα πριν την έρευνα. 

Στην ουσία αυτό που κατάλαβα με την ολοκλήρωση αυτής της δουλειάς ήταν πως οι αρχές και τα έργα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού αποτελούν την «γλώσσα επικοινωνίας» του Δυτικού κόσμου. Οι περισσότερες έννοιες από αυτές που χρησιμοποιούμε στον σύγχρονο κόσμο, δεν θα ήταν κοινές, αν ένα πλήθος ανθρώπων από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, δεν είχε σκύψει με σεβασμό και αγάπη πάνω στην Ελληνική Αρχαιότητα και δεν τις είχε μεταφέρει στα δικά του περιβάλλοντα. 

-Το ερώτημα τέθηκε και στην παρουσίαση: Κατά την εκτίμηση σας τα Γλυπτά του Παρθενώνα θα επιστρέψουν;

Είναι άγνωστο, αλλά και πολύ πιθανό. Η ολοκληρωμένη παρουσίαση των έργων του μνημείου στο Μουσείο της Ακρόπολης, με θέα τον ίδιο τον Ιερό βράχο της Αθήνας, νομίζω πως κερδίζει συνεχώς έδαφός στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Σήμερα όλοι αναγνωρίζουν την σημασία του Παρθενώνα, ενώ το εξαιρετικό νέο Μουσείο της Ακρόπολης, εγγυάται την συντήρηση και προβολή των έργων. 

“Σε έναν κόσμο που η Αλήθεια είναι έννοια υποκειμενική και σχετική, το ντοκιμαντέρ έχει ιδιαίτερη σημασία”

Θα ήθελα όμως να επισημάνω και αυτό που  είπα στη παρουσίαση. Έχουμε την τύχη να είμαστε κάτοικοι της χώρας και της πόλης του Παρθενώνα, του παγκόσμιου συμβόλου της Δημοκρατίας, της Τέχνης και της Ελευθερίας. Σ’ αυτή την ασύλληπτη ιστορία 2.500 ετών της Ακρόπολης, η λεηλασία του Έλγιν είναι ένα συμβάν πριν από 200 χρόνια. Το διαχειριζόμαστε και διεκδικούμε δυναμικά την συνένωση του μνημείου. Η διαχείριση όμως όλων όσων αντιπροσωπεύει η Ακρόπολη, όλων αυτών των επιτευγμάτων που εκφράστηκαν σε αυτή την ίδια γλώσσα που μιλάμε, σε αυτό το γεωγραφικό μήκος και πλάτος του πλανήτη, είναι αυτή που μας θέτει την μεγάλη πρόκληση. Το μέλλον μας είναι αναπόφευκτα συνδεδεμένο με το παρελθόν μας. Σε μας εναπόκειται να κατανοήσουμε τι σημαίνει αυτό, να το καλλιεργήσουμε και να το εκφράσουμε.

-Έχετε κάνει κινηματογράφο -μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες- τηλεοπτικές εκπομπές, θέατρο. Ποιο είναι το ειδικό βάρος που φέρει το ντοκιμαντέρ; 

Σε έναν κόσμο που η Αλήθεια είναι έννοια υποκειμενική και σχετική, το ντοκιμαντέρ έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι η καταγραφή μιας πολύ συγκεκριμένης πραγματικότητας που παρουσιάζεται στην οθόνη, η οποία έχει ονοματεπώνυμο για κάθε ομιλητή και κάθε δημιουργό, αποτελώντας έτσι μία από τις πλέον σύνθετες εκφράσεις δημόσιου λόγου. Δεν αποτελεί την απόλυτη αλήθεια, αλλά είναι η πιο τίμια αλήθεια που μπορώ να διανοηθώ, αφού προσφέρει στον θεατή πληθώρα στοιχείων, τα οποία αποκωδικοποιεί ο καθένας με τον τρόπο του. 

Ταυτόχρονα είναι η καταγραφή σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο μίας Ιστορίας  ζωής, η οποία μέσα από την Τέχνη έχει αποκτήσει  αφήγηση, αισθητική και νόημα, δημιουργώντας έτσι, πρωτογενή συναισθήματα και σκέψεις. Ο συνδυασμός αυτός, Τέχνης και Πραγματικότητας, απαιτεί μία ξεχωριστή υπευθυνότητα από τον δημιουργό και αυτό είναι το εξαιρετικό στοιχείο που βρίσκω στα ντοκιμαντέρ. Με οδηγούν να γίνομαι πιο υπεύθυνος άνθρωπος και μου επιτρέπουν να συνομιλώ πιο ολοκληρωμένα με τον κόσμο που με περιβάλλει.