Αναστοχασμός και διεύρυνση, μία δημιουργική σχέση αλληλεπίδρασης

Το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αποτελέσει μνημείο ενδοκομματικής δημοκρατίας, καθώς και εστία ανάπλασης σε ένα ακόμα, πιο ανοιχτό και συνεργατικό κόμμα με τις δημιουργικές κοινωνικές δυνάμεις.
|
Open Image Modal
.
Eurokinissi

Ο σχηματισμός αυτοδύναμης μονοκομματικής κυβέρνησης, η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση στο κοινοβουλευτικό σύστημα, αλλά και η επιβεβαίωσή του σε ηγεμονική πολιτική δύναμη στον προοδευτικό και κεντροαριστερό πολιτικό χώρο, αποτελούν τη σημερινή συνθήκη, όπως αυτή προέκυψε από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου.

Φτάνει όμως, αυτό για να κατορθώσει ο ΣΥΡΙΖΑ να παγιωθεί στην κοινωνική συνείδηση ως εκφραστής των λαϊκών αιτημάτων και αντιπρόσωπος των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας στην Ελλάδα;

Η αναβίωση του συντηρητισμού και της δεξιάς παλινόρθωσης είναι οπισθοδρομική για την ελληνική κοινωνία για δύο φανερούς λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με την εφαρμογή ενός σκληρού νεοφιλελεύθερου προγράμματος που ξεδιπλώνεται σε όλους τους κρίσιμους τομείς, όπως Κράτος, Οικονομία, Φορολογία, Κλιματική Αλλαγή, Παιδεία, Υγεία, Ασφάλεια κ.ο.κ., ενώ αθετεί από πολύ νωρίς βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις της ΝΔ. Ο δεύτερος και ίσως, σημαντικότερος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η ίδια, ως κόμμα δεν έχει στοιχειωδώς αναλύσει την ιστορική της συμβολή στην ηθική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική, ελληνική χρεοκοπία. Ο συντηρητισμός λοιπόν, αναγεννιέται χωρίς, τον αναγκαίο ιδεολογικο-πολιτικό αναστοχασμό.

Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με ό,τι συνεπάγεται η ανάλυση του ιστορικού χώρο-χρόνου για τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές κατακτήσεις των μικρών και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων, οι οποίες δεν καρποφόρησαν ως αποφάσεις συντηρητικών ή ισχυρών κοινωνικών ομάδων, αλλά προέκυψαν ως παράγωγα των μακροχρόνιων κοινωνικών προσπαθειών και πιέσεων, δεν επιτρέπει την εξαγωγή αισιόδοξων συμπερασμάτων για το εσωτερικό. Δεν ευνοεί τη μετάδοση ενθαρρυντικών μηνυμάτων προς το εξωτερικό, αναφορικά με τα επίπεδα εξέλιξης των πραγματικών οικονομικών και κοινωνικών δεικτών της χώρας μας.

Είναι σαφές πως, οι απαιτούμενες ριζικές αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος μας, δεν θα συντελεστούν ερήμην των κοινωνικών δυνάμεων και δίχως, τη ροπή μεγάλων και πρωτοποριακών κοινωνικών αγώνων για όσα διακυβεύονται διεθνώς, σήμερα.

Ο ΣΥΡΖΑ ως κυβέρνηση λειτούργησε στη βάση της αλλαγής. Εμπνεύστηκε από αυτό, διότι η πολιτική του πρακτική θεμελιώθηκε από την ιστορία και τη συνέχειά της. Οι πολιτικές του παρακαταθήκες, οι κυβερνητικές του κατακτήσεις ενώ μπορούν να αποτιμηθούν, ως μακρόπνοες παραμένουν «ανεξαργύρωτες», όπως στο ζήτημα των δικαιωμάτων και στη μεταναστευτική πολιτική, στην πρόσβαση στην Υγεία, στην κοινωνική πρόνοια, στην ενδυνάμωση της εργασιακής ασφάλειας κ.α..

Όπως, επίσης στην ολοκλήρωση του στόχου για το τέλος των «μνημονίων της λιτότητας», αλλά και στην επίλυση του «Μακεδονικού» προβλήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ σήκωσε μεγάλο βάρος στους κυβερνητικούς του ώμους, συχνά μεγαλύτερο από αυτό που του αναλογούσε ενώ, οι ίδιοι ώμοι επιφορτίστηκαν σημαντικό μέρος της πολιτικής παράδοσης της Αριστεράς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, δεν ασκεί κυβερνητική εξουσία όχι γιατί, η Δεξιά υπερτερούσε σε ορθολογισμό, στο προγραμματικό της πλαίσιο. Προφανώς, υπάρχουν άλλοι και πιο σύνθετοι λόγοι, οι οποίοι έχουν ήδη ενεργοποιήσει το μηχανισμό του πολιτικού του αναστοχασμού στο δρόμο προς το 3ο Συνέδριό του.

Η διαδικασία αυτή, δεν θα είναι επ’ ωφελεία μόνο του ΣΥΡΙΖΑ. Θα είναι προς το συμφέρον και της ελληνικής πολιτικής κοινωνίας, ενώ θα ανοίξει μεγαλύτερα πεδία αναφοράς, από τα ήδη υπάρχοντα. Μπροστά, στην αδυναμία της ΝΔ και του παλαιοκομματικού συστήματος να εγγράψουν νέες και ελπιδοφόρες γραμμές πάνω στον πρότερο ιστορικό τους βίο, ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντίπαλο πολιτικό δέος έχει αναπτύξει το εγχείρημα για τη διαρκή απεύθυνση στον ευρύτερο Αριστερό, Κεντροαριστερό και προοδευτικό χώρο που θα τον οδηγήσει και στον θεμελιακό εναγκαλισμό με τις ανάγκες των πολλών.

Κόμμα και Κυβέρνηση

Στο ρεαλισμό της πραγματικής πολιτικής συνηθίζεται το κόμμα να υποβαθμίζεται και το ενδιαφέρον να εστιάζεται στην Κυβέρνηση. Απειρία, σφάλμα, έως ένα βαθμό αβλεψία ή αμέλεια, είναι γεγονός ότι στην κατάσταση αυτή, περιήλθε ο ΣΥΡΙΖΑ. Η εκλογική ήττα σήμανε αρκετές απώλειες, ωστόσο εκείνο που πραγματικά χάθηκε ως ευκαιρία ήταν να μετασχηματιστεί το κόμμα στο ποσοτικό του μέρος, σύμφωνα με τα εκλογικά ποσοστά που τον έχρισαν Κυβέρνηση.

Το κόμμα όμως, ως βασικός θεσμός πολιτικής αντιπροσώπευσης είναι ένας διαχρονικός οργανισμός. Ένας θεσμικός σχηματισμός με οργανωτικά χαρακτηριστικά, ενώ η Κυβέρνηση είναι μία προσωρινή σύνθεση πολιτικής εφαρμογής. Το κόμμα είναι η αλληλουχία της συλλογικής συνείδησης, η Κυβέρνηση είναι η μεμονωμένη συγκυρία κι ενδεχόμενα, μία μόνο πλευρά της πολιτικής του κόμματος ή της ιδεολογίας.

Το κόμμα είναι σημείο αφετηρίας, συνάντησης και οργάνωσης των κοινωνικών συμμαχιών που μπορούν να αναπαραχθούν. Το κόμμα είναι ο εκφωνητής του πολιτικού προγράμματος, καθώς και ο πολιτικός αντιδραστήρας.

Η υπόθεση εργασίας «ΣΥΡΙΖΑ των μελών» έχει δρόμο ακόμα μπροστά της. Γεγονός, που δεν του επιτρέπεται να θεωρείται συλλογικός διανοούμενος όσων επιθυμεί να εκπροσωπεί.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κατανοήσει ότι χωρίς κόμμα, δεν υπάρχει κυβέρνηση. Δεν υφίσταται ούτε αριστερό πρόγραμμα. Για αυτό και βρίσκεται σε φάση αναδιοργάνωσης προκειμένου να καταφέρει να ικανοποιήσει τις ανάγκες εκπροσώπησης της ευρύτερης «κοινωνικής συμμαχίας».

Η συζήτηση μπορεί να εγκλωβιστεί εύκολα, προς λάθος κατεύθυνση, αν περιοριστούμε στα κλισέ ότι, το κόμμα αποτελεί την προωθητική δύναμη της κυβέρνησης, ελέγχει την κυβέρνηση κ.λπ.. Όλα αυτά, σίγουρα είναι χρήσιμα και καλά, ωστόσο η φυσική θέση του κόμματος και η σπουδαιότητα του έργου του είναι να λειτουργεί ως δορυφόρος της κοινωνίας και όχι, ως τσιλιαδόρος της κυβέρνησης.

Αυτό είναι το πεδίο ακτινοβολίας του, στο πλαίσιο της κοινωνικής συμμαχίας που επιδιώκει να κτίσει, οργανώνοντας τη διαδικασία συμμετοχής, το χρόνο συνεργασίας και τις προϋποθέσεις συνεκτικότητας στο εμπλεκόμενο κοινωνικό σώμα.

Αυτό, συνεπάγεται τη διαύγεια της θέσεως ενός κόμματος που δεν καθορίζεται η οντότητά του από μία περίοδο κυβερνητικής χάριτος, διέπει τους όρους στροφής προς τη μαζική κατεύθυνση, συνιστά την ανάπτυξη συγκροτημένου στρατηγήματος προς εξυπηρέτηση των κοινωνικών μετώπων, αλλά και την ανάδειξη προσωπικοτήτων με ευρύτερες δεξιότητες απεύθυνσης.

Ένα τέτοιο κόμμα είναι εποικοδομητικό για την κυβέρνηση και το ίδιο, το κράτος, το οποίο μπορεί να μεταμορφώσει σύμφωνα με τις επιταγές και τις διεκδικήσεις του «κόμματος της κοινωνίας» και όχι του «κόμματος της κυβέρνησης».

Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ θεμελιώνει τους όρους διεύρυνσής του αφού, εδώ και καιρό αναφέρεται σε ένα ευρύ ακροατήριο, ενώ ευελπιστεί στη σταθεροποίηση της κοινωνικής εκλογικής του βάσης μέσα από την ανάπτυξη μιας συγκροτημένης εργασίας στο κοινωνικό πεδίο. Η αντιστοίχηση όλου αυτού, με ένα πολιτικό πρόγραμμα σε μια σχέση οργανικής αλληλεπίδρασης με μετρήσιμους στόχους στη βάση και του αριστερού κυβερνητικού παραδείγματος της προηγούμενης τετραετίας, θα είναι ένας τελικός προορισμός με ουσιαστικά οφέλη για το κόμμα, την κοινωνία και το κράτος.

Το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αποτελέσει μνημείο ενδοκομματικής δημοκρατίας, πυλώνα ενίσχυσης των δομών του κόμματος, καθώς και εστία ανάπλασης σε ένα ακόμα, πιο ανοιχτό και συνεργατικό κόμμα με τις δημιουργικές κοινωνικές δυνάμεις, με τα κοινωνικά κινήματα και τις ενεργές συλλογικότητες. Ένα κόμμα, παράδειγμα εσωκομματικής αποκέντρωσης και αντιγραφειοκεντρισμού με αναβαθμισμένου κύρους και λειτουργικής αξιοπιστίας όργανα μιας συγκροτημένης στρατηγικής της πολιτικής παραγωγής.

 

* Ο Πρόδρομος Θεοδουλίδης είναι Επικοινωνιολόγος – Πολιτικός Αναλυτής, Μέλος της Γραμματείας του Τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και Μέλος του Συντονιστικού της ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ Αχαρνών