Η εχθρική στάση της Τουρκίας και η αναστολή του προσφυγικού δικαίου από την Ελλάδα

Και η Ελλάδα και η Τουρκία θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των προσφύγων.
Open Image Modal
ASSOCIATED PRESS

Το κείμενο που ακολουθεί βασίζεται σε συνέντευξη που δόθηκε στην τουρκική εφημερίδα Duvar, 6/3/2020

Οι εξελίξεις στην ελληνοτουρκική μεθόριο έφεραν στο προσκήνιο μια σειρά από δυσάρεστες και δύσκολες καταστάσεις. Η κριτική στην τουρκική κυβέρνηση είναι ασφαλώς ευκολότερη καθώς και εμπλέκεται σε πολεμικές επιχειρήσεις στην Συρία προκαλώντας νέα προσφυγικές ροές, αλλά και η προτροπή σε μετακίνησης πλήθους ανθρώπων σε απόγνωση στα σύνορα προς την ΕΕ, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με Ελλάδα και ΕΕ είναι ακραία προβληματική. Η ελληνική πλευρά αντέδρασε επίσης προβληματικά, όχι τόσο με την απόφαση κλεισίματος των συνόρων αλλά με τη στρεβλή διαπίστωση ότι η χώρα δέχεται εισβολή. Η κατάσταση ανάγκης δικαιολόγησε την αναστολή του προσφυγικού δικαίου ως προς την υποδοχή και τη χρήση της επαναπροώθησης ως τάχα νόμιμου μέτρου αποτροπής. Πρωτόγνωρη αναστολή τμήματος της ελληνικής συνταγματικής τάξης μετά το 1974.

“Οι «λαθροπατριώτες», επιβάλουν τη δική τους εθνική ορθότητα μέσα από έναν κίβδηλο πατριωτισμό, καθώς ασκούν ανενόχλητοι βία σε οργανώσεις και πρόσφυγες, απειλώντας όσους διατυπώνουν άλλη άποψη με την ανοχή και εν τέλει στήριξη της κυβέρνησης.”

Κύμα αυτόκλητων υπερασπιστών της εδαφικής ακεραιότητας έναντι των «εισβολέων», όχι μόνο ελλήνων πολιτών αλλά και βορειοευρωπαίων υπερασπιστών της «ευρωπαϊκής καθαρότητας», αναλαμβάνει αρμοδιότητες του κράτους που ασφαλώς δεν έχει. Κρατικές και αυτοδιοικητικές αρχές επιχαίρουν αντί να καταγγείλουν και να καταστείλουν όπως όφειλαν τέτοιες ενέργειες. Οι «λαθροπατριώτες», δανείζομαι έναν όρο που κυκλοφόρησε πρόσφατα, επιβάλουν τη δική τους εθνική ορθότητα μέσα από έναν κίβδηλο πατριωτισμό, καθώς ασκούν ανενόχλητοι βία σε οργανώσεις και πρόσφυγες, απειλώντας όσους διατυπώνουν άλλη άποψη με την ανοχή και εν τέλει στήριξη της κυβέρνησης. Τίποτα πιο ολισθηρό από την νομιμοποίηση όσων μέσα σε μια θολή και ομιχλώδη ασάφεια δικαίου επικαλούνται την κατάσταση έκτακτης ανάγκης πολεμικού χαρακτήρα, η οποία τους επιτρέπει να κινούνται σε χώρους εκτός κράτους δικαίου. Ως γνωστόν την εξουσία ασκεί αυτός που μπορεί να επιβληθεί σε κατάσταση ανάγκης. Τα έχουν ζήσει οι παλιοί αυτά και πρέπει να προλάβουμε την εκτροπή πριν να είναι αργά.

Η εξελίξεις στο Ιντλίμπ ασφαλώς δεν είναι άσχετες με ό,τι συμβαίνει στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Η εισβολή του τουρκικού στρατού στην περιοχή προκάλεσε αναδιάταξη των γεωστρατηγικών επιδιώξεων με την μορφή ντόμινο. Η αναδιάταξη αυτή οδήγησε στην εργαλειακή χρήση των μεταναστών και προσφύγων που ήδη διέμεναν στην Τουρκία ως μέσο πίεσης στην ΕΕ μέσω της Ελλάδας. Η κατάσταση όντως είναι χαοτική, καθώς η μαζική προσπάθεια διάσχισης των ελληνοτουρκικών συνόρων είναι χωρίς προηγούμενο σε μαζικότητα. Φαίνεται ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν άφησε απλώς αφύλακτα τα δυτικά της σύνορα, αλλά παρακίνησε πρόσφυγες και μετανάστες, συχνά και με τη βία ή την απειλή βίας, να περάσουν στην Ελλάδα λέγοντας ότι τα σύνορα είναι ανοιχτά και από την άλλη πλευρά.

“Η απόφαση για την υποκίνηση ή την προώθηση των ανθρώπων μαζικά δεν συνιστά πράξη φιλική από την τουρκική κυβέρνηση.”

Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι στην πράξη η Τουρκία δεν δεσμεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης για τη προστασία των προσφύγων, ενώ η Ελλάδα υπάγεται σε ένα σαφές νομικό καθεστώς προστασίας των προσφύγων διεθνές και ευρωπαϊκό.

Το κοινό πλαίσιο που δεσμεύει και τις δύο χώρες είναι η υποχρέωση να μην θέτουν τους ανθρώπους σε κίνδυνο, και εάν αυτό συμβεί σε θαλάσσιο χώρο να προβαίνουν σε διάσωση. Κατά συνέπεια, ευθύνη και των δύο κρατών είναι η αποχή από τέτοιες ενέργειες, και δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει αυτές τις ημέρες. Αντίθετα, η προώθηση των ανθρώπων αυτών χωρίς καμία προηγούμενη συνεννόηση με την Ελλάδα παραβιάζει την υποχρέωση για ειρηνική συνεργασία των κρατών. Η απόφαση για την υποκίνηση ή την προώθηση των ανθρώπων μαζικά δεν συνιστά πράξη φιλική από την τουρκική κυβέρνηση. Πόσο μάλλον όταν έχει ήδη υπογραφεί η συμφωνία του 2016 για την επιστροφή προσφύγων από την Ελλάδα στην Τουρκία.

Επανέρχομαι στην ασφάλεια των ανθρώπων αυτών. Και η Ελλάδα και η Τουρκία θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή τους, και φοβάμαι ότι έχουν ήδη χαθεί πολλές ανθρώπινες ζωές, καθώς τους προωθούν και τους επαναπροωθούν στο ποτάμι ή τη θάλασσα, πράξεις παράνομες και από τις δύο πλευρές σε κάθε περίπτωση. Έχει ασφαλώς σημασία ότι η Τουρκία προκάλεσε πρώτη μονομερώς την κατάσταση αυτή και ότι στη συνέχεια η ελληνική κυβέρνηση απάντησε με το κλείσιμο των συνόρων και την αναστολή του προσφυγικού δικαίου. Και οι δύο πλευρές επικαλούνται μια κατάσταση ανάγκης που θα δικαιολογούσε την παραβίαση του δικαίου με τελείως διαφορετικό περιεχόμενο, χωρίς όμως να πείθουν. Όπως κι αν εφαρμόσει κανείς την αρχή της αναλογικότητας και της προσφορότητας των μέσων προς τον σκοπό τους, δεν μπορεί να αγνοεί την αξία της ανθρώπινης ζωής και να παραβλέπει τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Και η κρατική κυριαρχία, λοιπόν, πρέπει να ασκείται λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω αρχές.

“Η Ελλάδα παραβίασε μια σειρά θεμελιωδών αρχών του προσφυγικού δικαίου και γενικά των δικαιωμάτων του ανθρώπου, που αποτελούν πυλώνες της πλουραλιστικής δημοκρατίας.”

Ασφαλώς η Τουρκία έχει να διαχειριστεί ένα τεράστιο τμήμα μεταναστευτικού και προσφυγικού πληθυσμού, περίπου 4 εκατομμυρίων ανθρώπων εδώ και αρκετά χρόνια. Έχει συνάψει την συμφωνία του 2016 εξασφαλίζοντας βοήθεια 3,2 δις ευρώ. Η Τουρκία ωστόσο έχει εμπλακεί στον εμφύλιο πόλεμο στην Συρία, μετατρέποντάς τον σε διεθνή, κατέχοντας μάλιστα τμήμα του εδάφους της. Η πολιτική της ευθύνη αλλάζει χαρακτήρα μετά τις εξελίξεις που προκάλεσε η ίδια.

Η Ελλάδα έχει υποστεί τις συνέπειες του πολέμου αυτού, όπως και τις συνέπειες των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, χωρίς καμία απολύτως συμμετοχή. Εφάρμοσε το δίκαιο προστασίας των προσφύγων και σχετικές πολιτικές, με τρόπο όχι πάντα πετυχημένο, και συχνά σε βάρος των ανθρώπων αυτών. Ωστόσο, η Ελλάδα εντάσσεται σε ένα πλέγμα πολιτικών και δικαίου σχετικά με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες το οποίο θεμελιώνεται στην αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Η αρχή αυτή, δηλαδή η παροχή βοήθειας και κατανομής των βαρών λειτούργησε για δύο-τρία χρόνια και στη συνέχεια κατέρρευσε, εγκλωβίζοντας χιλιάδες ανθρώπους στην Ελλάδα χωρίς δυνατότητα επανεγκατάστασής τους σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.

Η ανενέργεια της αρχής της αλληλεγγύης πλήττει κυρίως την ίδια την ΕΕ, καθώς παραμένει ανίκανη να διαχειριστεί τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές κεντρικά και με τρόπο οργανωμένο. Η προβληματική σε βασικά της σημεία συμφωνία του 2016 απλώς έδωσε χρόνο στην ΕΕ και την Τουρκία. Κυριολεκτικά 4 χρόνια. Όμως τίποτα δεν προχώρησε στις πολιτικές της ΕΕ. Η στροφή στον αυταρχισμό και ακροδεξιές λογικές σε πολλά κράτη μέλη παρέλυσε την ΕΕ η οποία δεν δείχνει σημάδια ανασυγκρότησης και χάραξης πολιτικών στο πνεύμα της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Προτάχθηκε με άκαμπτο τρόπο η ασφάλεια των συνόρων και παραμερίστηκε η ασφάλεια των ανθρώπων. Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία έχασε την στήριξη της ΕΕ, υποφέροντας η ίδια από αυταρχικές και ανελεύθερες πολιτικές, οι οποίες οδήγησαν στην αναζωπύρωση του πολέμου στη Συρία.

“Το τραγικό για την Ελλάδα, και αυτό δυστυχώς έχει συμβεί ήδη στην Τουρκία, είναι ότι οι άνθρωποι μετατρέπονται σε μοχλό πίεσης, σε απειλή, σε εισβολέα, σε ανεπιθύμητο. Χάνουν δηλαδή την ανθρώπινη υπόστασή τους και από υποκείμενα γίνονται αντικείμενα.”

Η απόφαση και οι ενέργειες της Τουρκίας ώθησαν την ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει το κλείσιμο των συνόρων για τους ανθρώπους που επιδίωκαν να τα διασχίσουν με σκοπό να ζητήσουν άσυλο. Θα λάμβαναν διεθνή προστασία, βέβαια, σε περίπτωση που πληρούσαν τις προϋποθέσεις του νόμου. Η απόφαση αυτή χαρακτηρίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση ως θεμιτή αντίδραση σε επιθετική πράξη της Τουρκίας. Ωστόσο, η Ελλάδα παραβίασε μια σειρά θεμελιωδών αρχών του προσφυγικού δικαίου και γενικά των δικαιωμάτων του ανθρώπου, που αποτελούν πυλώνες της πλουραλιστικής δημοκρατίας. Ήταν μια σπασμωδική κίνηση της κυβέρνησης, η οποία ήδη έχει κάνει πολλά λάθη στη διαχείριση του μεταναστευτικού-προσφυγικού υποσχόμενη επιστροφές και απελάσεις ανθρώπων που όντως δεν θα είχαν δικαίωμα στο άσυλο αλλά η επιστροφή τους ήταν ανέφικτη.

“Ο πρόεδρος Ερντογάν εξάγει στην Ελλάδα τον δικό του πολιτικό αμοραλισμό χωρίς όρια, ένα πολιτικό σκηνικό όπου όλα επιτρέπονται. Και δυστυχώς η ελληνική κυβέρνηση, τηρουμένων των αναλογιών, έπεσε στην παγίδα.”

Το τραγικό για την Ελλάδα, και αυτό δυστυχώς έχει συμβεί ήδη στην Τουρκία, είναι ότι οι άνθρωποι μετατρέπονται σε μοχλό πίεσης, σε απειλή, σε εισβολέα, σε ανεπιθύμητο. Χάνουν δηλαδή την ανθρώπινη υπόστασή τους και από υποκείμενα γίνονται αντικείμενα. Στην Ελλάδα ζήσαμε περιόδους όπου οι πρόσφυγες έτυχαν υποδοχής με αλληλεγγύη και βοήθεια. Σταδιακά, ο φόβος που μετατρέπεται σε μίσος τα σκεπάζει όλα. Σχηματίζεται έτσι ένα εύπλαστο πολιτικό εργαλείο ελέγχου και χειραγώγησης, σπόρος και χαρακτηριστικό της ανελεύθερης διακυβέρνησης. Ταυτόχρονα ισοπεδώνει κάθε άλλη φωνή υπέρ της λογικής, του πλουραλισμού και της δημοκρατίας. Τέτοιες φωνές τις καταστέλλει με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας. Αντίθετα, θα έλεγε κανείς ότι φέρεται κατά της πατρίδας του όποιος διακινεί ψέματα, μεταχειρίζεται τους ανθρώπους σας άψυχα αντικείμενα, ασκώντας πολιτικές του φόβου και του ελέγχου. Ο πρόεδρος Ερντογάν εξάγει στην Ελλάδα τον δικό του πολιτικό αμοραλισμό χωρίς όρια, ένα πολιτικό σκηνικό όπου όλα επιτρέπονται. Και δυστυχώς η ελληνική κυβέρνηση, τηρουμένων των αναλογιών, έπεσε στην παγίδα. Αυτό το νέο μοτίβο εξαπλώνεται ραγδαία σε μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού επιτρέποντας τον καθένα «να πάρει το νόμο στα χέρια του». Χτυπώντας αβοήθητους ανθρώπους και καίγοντας τις υποδομές των οργανώσεων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.

Το υπουργικό συμβούλιο στην Ελλάδα αποφάσισε με πράξη νομοθετικού περιεχομένου, δηλαδή χωρίς διαδικασία συζήτησης ενώπιον της Βουλής, την άρση της διαδικασίας υποδοχής αιτημάτων ασύλου για έναν μήνα. Κατά συνέπεια, δεν μπορούν να κατατεθούν νέα αιτήματα ασύλου, και η νομική κατηγορία εκείνου που δικαιούται να γίνει πρόσφυγας προς το παρόν εξαφανίζεται. Όλοι οι άνθρωποι που θα εισέλθουν στην Ελλάδα τουλάχιστον τον Μάρτιο θα είναι στο εξής παράτυποι και απελάσιμοι. Ωστόσο, το μέτρο αυτό δεν έχει νομική βάση, καθώς η Συνθήκη της Γενεύης δεν προβλέπει περιορισμό της ισχύος της για λόγους ανωτέρας βίας. Η αναστολή ισχύος του προσφυγικού δικαίου αποτελεί πλήγμα στο κράτος δικαίου στην Ελλάδα. 

“Οι δηλώσεις τουυπουργού εσωτερικών της Τουρκίας, και πολλές άλλες πληροφορίες που μιλούν για ανοιχτά σύνορα, ασφαλώς δημιουργούν αβάσιμες προσδοκίες...Δεν θα ήταν αβάσιμο να ισχυριστεί κανείς ότι τέτοιες δηλώσεις εντάσσονται σε ένα σχέδιο πίεσης της Ελλάδας, και μέσω αυτής άσκησης πίεσης της ΕΕ, για γεωστρατηγικούς και πολιτικούς σκοπούς, πέρα από το προσφυγικό.”

Άμεσο αποτέλεσμα υπήρξε η καταδίκη πολλών ανθρώπων σε 3,5 χρόνια φυλακή για παράνομη είσοδο στην Ελλάδα, ενώ κανονικά θα είχαν το δικαίωμα να καταθέσουν αίτημα ασύλου και να τύχουν ειδικής μεταχείρισης. Καθώς μάλιστα δεν διατίθεται κανένας μηχανισμός υποδοχής, δεν προσφέρονται τα στοιχειώδη σε ανθρώπους που βρίσκονται σε κατάσταση απόλυτης ανάγκης. Οι υπόλοιποι επαναπροωθούνται τακτικά όλες αυτές τις ημέρες προς την Τουρκία, χωρίς καμία μέριμνα για την ασφάλειά τους. Οι πρακτικές αυτές αποτελούν ισχυρό πλήγμα στην δημοκρατία όπως έχει αναπτυχθεί τα τελευταία 45 χρόνια στην Ελλάδα. Στο ελληνικό κοινό, οι πρόσφυγες και μετανάστες πλέον δαιμονοποιούνται ως το μακρύ χέρι της Τουρκίας, ενώ το αίσθημα άμυνας απέναντι σε επίθεση έχει συσπειρώσει πολλούς ανθρώπους εκφράζοντας ρατσιστικά και ακροδεξιά αντανακλαστικά. Η αληθινή βάση ότι η Τουρκία όντως προκάλεσε ξαφνικό και έντονο ρεύμα εισόδου στην Ελλάδα, η οποία ήταν απροετοίμαστη να το διαχειριστεί, πολιτικοποίησε και ιδεολογικοποίησε το μεταναστευτικό-προσφυγικό συμπαρασύροντας νομικές και θεσμικές σταθερές αξίες. Και αυτό είναι ιδιαίτερα ολισθηρό έδαφος, πολιτικά και θεσμικά. 

Ο αριθμός των ανθρώπων που μπήκαν στην Ελλάδα μετά το κλείσιμο των συνόρων δεν είναι περισσότεροι από 1000 (3 Μαρτίου). Οι δηλώσεις του Süleyman Soylu, υπουργού εσωτερικών της Τουρκίας, και πολλές άλλες πληροφορίες που μιλούν για ανοιχτά σύνορα, ασφαλώς δημιουργούν αβάσιμες προσδοκίες και παρακινούν απελπισμένους ανθρώπους να κινηθούν προς την Ελλάδα-Ευρώπη. Πόσο μάλλον όταν πολλοί άλλοι διευκολύνονται ή αναγκάζονται να το πράξουν.

Δεν θα ήταν αβάσιμο να ισχυριστεί κανείς ότι τέτοιες δηλώσεις εντάσσονται σε ένα σχέδιο πίεσης της Ελλάδας, και μέσω αυτής άσκησης πίεσης της ΕΕ, για γεωστρατηγικούς και πολιτικούς σκοπούς, πέρα από το προσφυγικό. Δεν γνωρίζω κατά πόσο η τουρκική πολιτική έχει συνυπολογίσει τις συνέπειες της κίνησης αυτής, και κυρίως ως προς την αναποτελεσματικότητά τους, καθώς η ΕΕ δεν δείχνει να έχει την πολιτική συνοχή και την ισχύ για επιβολή συγκροτημένων πολιτικών σε οποιαδήποτε κατεύθυνση. Αντιθέτως, τέτοιου είδους δηλώσεις συμβάλλουν στην κανονικοποίηση της κουλτούρας των ψεύτικων ειδήσεων. Όπου όλα είναι δυνατά και ο καθένας έχει την δική του αλήθεια, όπως την υπαγορεύει αυτός που την επινοεί. Στο πεδίο αυτό τα μέσα μαζικής επικοινωνίας έχουν σημαντικό ρόλο να παίξουν, καθώς διαθέτουν την δυνατότητα να ελέγχουν το αληθές της πληροφορίας που μεταδίδουν. Δυστυχώς, όμως με ελάχιστη επιτυχία. Αντίθετα, είτε από φόβο είτε από διαπλοκή συμφερόντων αναπαράγουν τέτοιες πληροφορίες.