Οι Ένοπλες Δυνάμεις και η εγχώρια αμυντική βιομηχανία ως στοιχείο ανάπτυξης της Ελλάδας

Οι Ένοπλες Δυνάμεις και η εγχώρια αμυντική βιομηχανία ως στοιχείο ανάπτυξης της Ελλάδας
Open Image Modal
SOOC

Όπως είχαμε υποστηρίξει σε προηγούμενο κείμενο, η Συμφωνία για τον τερματισμό των Μνημονίων όχι μόνο δεν εγγυάται την επιβίωση της Ελλάδας, αλλά συμβάλλει στην περαιτέρω αποδυνάμωσή της. Εκτός από την συντεταγμένη δικαστική προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της Συμφωνίας θεσμών – Ελλάδας, που θα αμφισβητεί τα υπερβολικά πλεονάσματα, αλλά και άλλους όρους της Συμφωνίας, είναι δε επιτακτική η ουσιαστική και ολοκληρωμένη διερεύνηση των προϋποθέσεων και δυνατοτήτων της ανάπτυξης, μέσω της κρατικής αλλά και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που θα δώσουν όραμα και ελπίδα στον Ελληνικό λαό.

Μετά την Ελληνική γλώσσα, ως στοιχείο και μέσο ανάπτυξης, στο παρόν κείμενο θα ασχοληθούμε με τις Ένοπλες Δυνάμεις και τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, ως προς την δυνατότητά τους να συνεισφέρουν ουσιαστικά στην προσπάθεια ανάκαμψης της χώρας.

2. Ένοπλες Δυνάμεις, μια μεγάλη, σχεδόν αχρησιμοποίητη δύναμη

Η δομή των ενόπλων δυνάμεων σήμερα περιορίζεται στην εγγύηση των αυστηρά αναγκαίων προϋποθέσεων της εθνικής άμυνας (δηλαδή, την επάνδρωση των μάχιμων μονάδων σε ξηρά, αέρα και θάλασσα) και δεν στοχεύει στην υποστήριξη ή τον μετασχηματισμό της Ελληνικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια, ο χρόνος που περνούν οι στρατεύσιμοι στις Ένοπλες Δυνάμεις αφιερώνεται κυρίως στην εκμάθηση και εφαρμογή συγκεκριμένων και τυποποιημένων διαδικασιών, παραβλέποντας ότι ο χώρος αυτός θα μπορούσε ταυτόχρονα να συμβάλει στην κοινωνικοποίηση, την εκμάθηση δεξιοτήτων και την συλλογική διαχείριση καταστάσεων, προβλέψιμων ή μη. Αυτή η κατάσταση πρέπει και μπορεί να αλλάξει, προκειμένου να επιτυγχάνεται, πέραν της καλύτερης άμυνας της χώρας, η περαιτέρω ανάπτυξη της προσωπικότητας και των δεξιοτήτων των στρατεύσιμων και η παραγωγικότερη αξιοποίηση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.

Ενδεικτικά, ο μετασχηματισμός αυτός μπορεί να περιλαμβάνει τα εξής:

  • Εκμάθηση βασικών γνώσεων σε ποικιλία θεμάτων, όπως η επιχειρηματικότητα, η υγιεινή διατροφή, κλπ. Τα σεμινάρια αυτά θα μπορούσαν να παρέχονται από ειδικούς που υπηρετούν στις Ένοπλες Δυνάμεις (μόνιμους ή μη), από εθελοντές ή από εξωτερικούς συνεργάτες, ενώ σύντομα θα μπορούσαν να τυποποιηθούν, με την επιλογή των καλύτερων από αυτά.
  • Πληροφόρηση για ιστορικά γεγονότα, αλλά και για σύγχρονες στρατηγικές μάχης, για την διεθνή πολιτική σκηνή, κλπ, με την βοήθεια σύγχρονων τεχνολογικών μέσων.
  • Προγράμματα αυτοάμυνας, σωματικής άσκησης, παρακολούθησης της υγείας, κλπ

Παράλληλα, η χρήση εξελιγμένων τεχνολογικών μέσων μπορεί να περιορίσει την έκταση άλλων αναγκαίων δραστηριοτήτων των στρατευσίμων, όπως είναι η φύλαξη των στρατοπέδων.

Τα πιο πάνω συνδέονται αναπόσπαστα και με τα εξής:

  • Διαρκή εκπαίδευση, όπου όσοι έχουν υπηρετήσει, θα καλούνται τακτικά (πχ για λίγες ημέρες κάθε χρόνο), για επανεκπαίδευση, με δυνατότητα συγκέντρωσης αυτών των ημερών (πχ ανά 3 ή 4 χρόνια).
  • Μεγαλύτερη συμμετοχή των εφέδρων αξιωματικών, στην πιο πάνω διαρκή εκπαίδευση, καθώς και δυνατότητα απόκτησης υψηλότερων βαθμών, ανάλογα με τα επαγγελματικά τους καθήκοντα, την φυσική τους κατάσταση, κλπ.
  • Αύξηση του αριθμού όσων υπηρετούν σε εξειδικευμένα Όπλα (καταδρομείς, αλεξιπτωτιστές, κλπ), όπως εξάλλου έχει προαναγγείλει και η Τουρκία, αλλά και εισαγωγή στοιχείων της εκπαίδευσής τους και σε άλλους στρατεύσιμους που το επιθυμούν.
  • Ορισμός με κλήρωση του τόπου που θα λαμβάνει χώρα η υπηρεσία των στρατεύσιμων, αλλά και μέρος της διαρκούς εκπαίδευση, ανά Δήμο, και κατά τακτά διαστήματα (πχ ανά πενταετία). Έτσι, όχι μόνο οι μονάδες θα αποκτήσουν μεγαλύτερη συνοχή, αλλά και ταυτόχρονα θα απαλειφθούν τα φαινόμενα χαριστικών μεταθέσεων, ενώ τυχόν μεταδημότευση μετά την κλήρωση, δεν θα λαμβάνεται υπόψη.

Ο προαναφερθείς μετασχηματισμός των Ενόπλων Δυνάμεων, βασισμένος περισσότερο στην αυτοπειθαρχία και τον συντονισμό και λιγότερο σε πρότυπα αυστηρά ιεραρχικής δομής, μπορεί να συμβάλλει και στην επίλυση ενός αμφιλεγόμενου θέματος, αυτού της στράτευσης των γυναικών. Μέσα στο νέο πνεύμα (και αφού αυτό επικρατήσει), είναι αναμενόμενο ο θαυμασμός προς τις Κούρδισες αντάρτισσες στον αγώνα τους εναντίον των ισλαμιστών του ISIS, τις Σοβιετικές πιλότους πολεμικών αεροσκαφών, ή τις γυναίκες της Πίνδου, να γίνει κίνητρο και για την στράτευση των γυναικών. Επιπρόσθετα, η δυνατότητα επικοινωνίας των διακριτών μονάδων που θα υπηρετούν τα δύο φύλα, εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει θετικά στην κονωνικοποίηση αμφοτέρων.

Πολλά από τα στοιχεία που περιγράψαμε πιο πάνω, δεν είναι καινοφανή, αφού εκτός από «στρατιωτικοποιημένες» χώρες, εφαρμόζονται και σε χώρες με μακρά δημοκρατική παράδοση, όπως η Ελβετία (όπου προβλέπεται η διαρκής στρατιωτική εκπαίδευση αλλά και η εθελοντική στράτευση των γυναικών).

Τέλος, δεν θα αποφύγουμε να σχολιάσουμε δύο «δύσκολα» ζητήματα, την υποχρεωτική στράτευση στα 18 και την δυνατότητα ισόχρονης εναλλακτικής πολιτικής θητείας, σημεία που κατά την γνώμη μας δεν θα πρέπει να υιοθετηθούν, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα.

3. Η αμυντική βιομηχανία σε Ελλάδα και Τουρκία

Η σημερινή κατάσταση δεν είναι θετική, αφού:

Εδώ και δεκαετίες (θεωρητικά, μετά την επιβολή του εμπάργκο αμερικανικών όπλων στην Τουρκία, το 1975) η Τουρκία επιμένει στην συμπαραγωγή όλων των οπλικών συστημάτων που προμηθεύεται (ακόμα και σε θεωρούμενα ως μη κρίσιμα εξαρτήματα των S400), με σκοπό την απόκτηση τεχνογνωσίας, ώστε στην συνέχεια να μπορεί να προχωρήσει στην παραγωγή τους με τις δικές της δυνάμεις. Από την άλλη, στην Ελλάδα, για πολλά χρόνια, οι παραγγελίες επιμερίζονταν σε διαφορετικές Συμβάσεις, ενώ το επιδιωκόμενο αντάλλαγμα ήταν αντισταθμιστικά που σπάνια εφαρμόζονταν, οδηγώντας σε απώλεια τεράστιων ποσών και αναιρώντας μακροπρόθεσμα τα όποια οφέλη.

Επίσης, ενώ η Τουρκία απευθυνόταν στους καλύτερους προμηθευτές του εξωτερικού, προσφέροντάς τους κίνητρα για συμπαραγωγή στο έδαφός της, η Ελλάδα προσπαθούσε μόνη της να παράξει προϊόντα (ενδεικτική είναι η περίπτωση του αντιαεροπορικού «Άρτεμις», που έμεινε χωρίς συνέχεια), με αμφίβολα μεσοπρόθεσμα αποτελέσματα και μη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων.

Την τελευταία δεκαετία, η κακή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας αλλά και η αποχή της από συλλογικές διεθνείς πρωτοβουλίες (όπως η συμπαραγωγή των νέων, αμερικανικής τεχνολογίας, «αόρατων» στα ραντάρ πολεμικών αεροσκαφών F35, παρά τις ευκαιρίες που της δόθηκαν) υπονομεύουν περαιτέρω την μελλοντική ισορροπία δυνάμεων.

4. Από το χτες στο σήμερα και από το σήμερα στο αύριο

Σε όλες σχεδόν τις ιστορικές περιόδους, η επιβίωση της Ελλάδας βασίστηκε σε προχωρημένη τεχνολογία ή και εφευρέσεις στην στρατιωτική τεχνολογία, όπως ενδεικτικά:

Υπάρχει βέβαια και μια εξαίρεση, το ατυχές περιστατικό κατά την πολιορκία της Πόλης το 1453, όταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αρνήθηκε την προσφορά του Ούγγρου κατασκευαστή των πρώτων μεγάλων κανονιών («μπομπάρδες») Ουρβανού, με αποτέλεσμα αυτός να τα κατασκευάσει για τους Τούρκους, συμβάλλοντας σημαντικά στην πτώση της Βασιλεύουσας.

Σήμερα το ισοζύγιο δυνάμεων επιδεινώνεται:

  • Στην Ελλάδα, οι δημόσιες πολεμικές βιομηχανίες βρίσκονται στα πρόθυρα πτωχεύσεως, ενώ τα μεγαλύτερα ναυπηγεία, μετά από πολυετή παραμέληση, είναι θέμα χρόνου να εξαγοραστούν από ξένες Εταιρείες. Αντίστοιχα, οι Ελληνικές ιδιωτικές Εταιρείες σήμερα περιορίζονται να δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένα αντικείμενα προμηθειών ή ως υπεργολάβοι ξένων παραγγελιών.
  • Στην Τουρκία, έχουν πλέον δημιουργηθεί μεγάλοι όμιλοι με αντικείμενο τους εξοπλισμούς, που κατασκευάζουν σύγχρονο εξοπλισμό, προτείνοντας συνεργασίες σε ορισμένες από τις καλύτερες ξένες Εταιρείες και προχωρώντας σε εξαγωγές (συχνά με την μορφή συμπαραγωγών ή στρατιωτικών συνεργασιών με άλλες, τεχνολογικά λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες). Ανάμεσα στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς που πλέον παράγονται από Τουρκικά εργοστάσια, είναι:
  1. πολεμικά ελικόπτερα Atak Faz-2 και αεροσκάφη F16
  2. οχήματα μεταφοράς προσωπικού και τάνκς Altay
  3. επιθετικά drones και μη επανδρωμένα αεροσκάφη
  4. όπλα ηλεκτρονικού και ηλεκτρομαγνητικού πολέμου
  5. Πλοία MILGEM, ευέλικτα, τύπου stealth (δηλαδή με ελάχιστο αποτύπωμα στα ραντάρ)

Η σύγκριση αυτή γίνεται ακόμα πιο προφανής, αν ληφθεί υπόψη η δυναμική των δύο χωρών για τα επόμενα χρόνια, όπως καταγράφεται σε διεθνείς αναφορές.

Ασφαλώς, η απόσταση της Τουρκίας από τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις παραμένει σημαντική και η μέχρι τώρα πρόοδός της σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι, σε καθαρά στρατιωτικό επίπεδο, μια στρατιωτική αντιπαράθεση με την Ελλάδα θα είναι εύκολη υπόθεση για την Τουρκία, ακόμα και μετά την λαίλαπα των μνημονιακών οικονομικών περικοπών, αφού η οργάνωση της Ελληνικής άμυνας, συχνά με την ανακαίνιση παλαιότερου πλην όμως λειτουργικού εξοπλισμού, διατηρεί σε υψηλό επίπεδο την στρατιωτική της ικανότητα.

Θα πρέπει όμως να ληφθούν άμεσα μέτρα, που μπορούν σταδιακά να επαναφέρουν την χαμένη ισορροπία. Για τον σκοπό αυτό, οι μεγαλύτερες Ελληνικές Εταιρείες θα πρέπει να συνεργαστούν με μικρότερες ή και νεοφυείς, ενώ η Ελληνική διπλωματία θα πρέπει να έρθει σε επαφή με χώρες (όπως οι ΗΠΑ, Ισραήλ, Ρωσία, Δυτική Ευρώπη, κλπ) που θίγονται εν δυνάμει από την ισλαμιστική ηγετική εικόνα που προωθεί η Τουρκία και να ζητήσει την συμβολή τους στην εγχώρια συμπαραγωγή οπλικών συστημάτων. Αντίστοιχα, η Κύπρος θα πρέπει να συντονιστεί με την Ελλάδα αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της και το οικονομικό και πολιτικό βάρος που της αναλογεί στην προάσπιση του Ελληνισμού, προκειμένου να διασφαλιστεί το κοινό του μέλλον.

5. Η τελική επιλογή – το ψευδές δίλημμα, βούτυρο ή κανόνια

Μέχρι τώρα αναφέραμε τους δύο άξονες στους οποίους θα πρέπει να κινηθεί η Ελλάδα, την εκπαίδευση και οργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων και την δημιουργία πολεμικής βιομηχανίας, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του παρόντος και του προβλεπτού μέλλοντος.

Συνοπτικά:

  • Η εκπαίδευση των στρατεύσιμων πρέπει να είναι για την ζωή, την δημιουργία και το μέλλον. Οι Έλληνες, όπως παλαιότερα οι Σουλιώτες ή οι Σπαρτιάτες, μπορούν να ανακαλύψουν την χαρά της ζωής (και) μέσα από την στρατιωτική εκπαίδευση, στηριζόμενοι σε μη γραφειοκρατικά πρότυπα, καθώς και στην πολύμορφη και εναλλακτική εκπαίδευση.
  • Η πολεμική βιομηχανία δεν δημιουργείται από την μια μέρα στην άλλη και χρειάζεται μεθοδικότητα και σύστημα για την σταδιακή εγχώρια ανάπτυξή της, αντί της επιλογής εύκολων λύσεων, με βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα, πολύ περισσότερο που η Ελλάδα έχει μείνει πολύ πίσω στην βιομηχανική παραγωγή μηχανημάτων υψηλής τεχνολογίας.

Σύμμαχος των Ελλήνων στην προσπάθειά τους αυτή, η οποία γίνεται υπό αντίξοες οικονομικά και κοινωνικά συνθήκες, είναι η ιστορία και η ανάγκη. Το 482 πΧ, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους Αθηναίους, τα χρήματα από ένα νέο κοίτασμα αργύρου που είχε ανακαλυφθεί στο Λαύριο, να γίνουν πλοία και οι Αθηναίοι νίκησαν στην Σαλαμίνα.

Στην σημερινή συγκυρία, θα πρέπει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, να εμπνευστεί κανείς από τους αγώνες του Ελληνισμού. Το ερώτημα που θέτει έμμεσα ή άμεσα η Τουρκία, «εμείς θα πάρουμε αυτό που θέλουμε, με το καλό ή με την βία, εσείς αποφασίστε το πώς», δεν είναι σημερινό και πάντα ο Ελληνισμός έδωσε την κατάλληλη απάντηση. Όσοι σε Ελλάδα και Κύπρο διστάζουν ή επιδιώκουν να παίξουν τον ρόλο του Μεγάλου Δούκα Νοταρά στην πολιορκούμενη Κωνσταντινούπολη, ας διαβάσουν για την τύχη του ιδίου και της οικογένειάς του αμέσως μετά την άλωση (η οικογένειά του εκτελέστηκε ή οδηγήθηκε στο χαρέμι, πριν εκτελεστεί και ο ίδιος).

6. Και δυο λόγια για τους πυραύλους S400, τα αεροσκάφη F35 και την δέουσα στρατηγική του Ελληνισμού

Για τον απλό παρατηρητή, η Τουρκία «παίζει καθυστέρηση», επιδιώκοντας να προμηθευτεί και τους πυραύλους S400 και τα αεροσκάφη stealth F35, ενώ ενδέχεται να τα χρησιμοποιήσει (και) για να αντιγράψει στοιχεία τους στα δικά της εξοπλιστικά προγράμματα. Για τον σκοπό αυτό, χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα μέσα, εκβιάζοντας με καθυστέρηση της παραγωγής των F35, σε περίπτωση αναστολής της παράδοσής τους από τις ΗΠΑ, αξιοποιώντας την συμπαραγωγή στην Τουρκία εξαρτημάτων τους. Παράλληλα προβάλλουν προς τους Ρώσους τις αντιαμερικανικές τους ρητορικές εξάρσεις, αφήνοντας να εννοηθούν επιλογές που δεν προτίθενται σε καμιά περίπτωση να εφαρμόσουν. Είναι προφανές ότι επιδιώκουν να παραλάβουν πρώτα τα S400 και στην συνέχεια να «μεταστραφούν» προς άλλες πολιτικές, όπως και όσο τους εξυπηρετεί, αφού οι στόχοι τους για προώθηση του πολιτικού ισλάμ σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και της «Μεγάλης Τουρκίας» δεν κρύβονται πια.

Ουσιαστικά βρισκόμαστε σε μια επανάληψη της αύξησης της Τουρκικής πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος, που είδαμε στον Μεσαίωνα. Όπως και τότε, χρειάζεται η συνεννόηση και συμμαχία πολλών δυνάμεων εναντίον της ισλαμιστικής, αυταρχικής και αναθεωρητικής Τουρκίας. Η Ελλάδα, κατά την γνώμη μας, πρέπει επιτέλους να ανοίξει την συζήτηση, αποκαλύπτοντας τον ρόλο της Τουρκίας και ζητώντας να μας στηρίξουν όλοι όσοι εν δυνάμει θίγονται από τους σχεδιασμούς αυτούς, προς χάρη (και) των μακροπρόθεσμων συμφερόντων τους, αντί να συμμετέχει σε εφήμερες ιστορίες επιτυχίας (success story) Ευρωπαίων και άλλων ηγετών.

Μέσα στο πιο πάνω πλαίσιο, η διπλωματία δεν πρέπει να ειδωθεί ως ένα υποκατάστατο της στρατιωτικής ισχύος, αλλά ως ένα αναγκαίο συμπλήρωμά της και κυρίως ως ένα μέσο για την επίτευξη του στόχου μιας εγχώριας δυναμικής στρατιωτικής βιομηχανίας και μιας αποτελεσματικής εθνικής άμυνας.