Το νέο Δόγμα Ερντογάν: Όλα για την ενέργεια

Ο έλεγχος των ενεργειακών πόρων είναι το σύγχρονο casus belli.
Open Image Modal
To Fatih 16 Οκτωβρίου 2020
Anadolu Agency via Getty Images

Σήμερα όλα είναι ενέργεια! Από την απλή καθημερινότητα (την προετοιμασία του φαγητού και τις μεταφορές), μέχρι την ανάπτυξη της βιομηχανίας και της οικονομίας καθώς και την ενεργοποίηση της στρατιωτικής «μηχανής». Συνεπώς, η ενεργειακή ασφάλεια, δηλαδή ο σταθερός και επαρκής ενεργειακός εφοδιασμός, είναι άρρηκτα συνυφασμένος με την εθνική ασφάλεια, επιβίωση και ισχύ. Ζούμε σε έναν ενεργειακοκεντρικό κόσμο, όπου ο έλεγχος των πόρων πετρελαίου και φυσικού αερίου (και των διαδρομών μεταφοράς τους) μεταφράζεται σε γεωπολιτική επιρροή για ορισμένους και οικονομική ευπάθεια για άλλους.

Η στενή σχέση της εθνικής ισχύος και εθνικής ασφάλειας με τους ενεργειακούς πόρους φαίνεται πως πυροδοτεί βίαιες συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο και συχνά είναι αιτία πολέμου. Αυτό είχε επισημάνει μέσα από μια εμπεριστατωμένη ανάλυση, πριν από κάποια χρόνια ο Michael Κlare, καθηγητής Ειρήνης και Παγκόσμιας Μελέτης Ασφάλειας στις ΗΠΑ. Ο Klare μελετώντας τέσσερις περιοχές: το Ιράκ - Συρία, το Νότιο Σουδάν, την Κριμαία - Ουκρανία και τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, υποστήριξε ότι η επιθυμία για τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων, πετρελαίου και φυσικού αερίου τροφοδοτεί μακροχρόνιες διακρατικές κρίσεις. Επεσήμανε χαρακτηριστικά ότι «σε έναν κόσμο ορυκτών καυσίμων, ο έλεγχος των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της εθνικής ισχύος».

Η ανάλυση του αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη και επίκαιρη σήμερα, όσον αφορά τις κινήσεις της Τουρκίας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, όχι μόνο αναφορικά με τη χώρα μας και την Κύπρο, αλλά και ως προς την εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία και την Λιβύη ακόμη και στο Ναγκόρνο – Καραμπάχ. Ο Ερντογάν φαίνεται να χαράσσει ένα νέο-οθωμανικό δόγμα, πίσω από το οποίο κρύβεται η φιλοδοξία του να ελέγξει και αυτός ένα κομμάτι των ενεργειακών πόρων της περιοχής, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο την οικονομική ισχύ της Τουρκίας αλλά κυρίως την περιφερειακή της γεωπολιτική δύναμη και επιρροή.

Και φυσικά πίσω από την εμπλοκή της Άγκυρας στις παραπάνω περιοχές κρύβονται και μακροχρόνιες έχθρες και φανατισμός. Παρομοίως, σε κάθε μία από τις προαναφερθείσες συγκρούσεις, τις οποίες μελέτησε ο Klare, υπέβοσκαν σε μεγάλο βαθμό μακροχρόνιοι ιστορικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των εμπλεκομένων γειτονικών λαών. Αλλά θα ήταν σφάλμα να αποδώσουμε επιδερμικά τις συγκρούσεις στην προαιώνια έχθρα και στον φανατισμό. Η πραγματική αιτία βρίσκεται στην επιθυμία ελέγχου των πολύτιμων ενεργειακών πόρων.

Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο είναι, τελικά, τα πιο σημαντικά και πολύτιμα αγαθά του κόσμου και αποτελούν σημαντική πηγή εισοδήματος για τις κυβερνήσεις και τις εταιρείες που ελέγχουν την παραγωγή και τη διανομή τους και οι οποίες για αυτόν το λόγο είναι συνήθως κρατικές. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ρωσίας που αντλεί το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων της από τις πωλήσεις των ενεργειακών πόρων της, ιδίως προς τις ευρωπαϊκές αγορές, στις οποίες κυριαρχεί ως προμηθευτής. Η δε Gazprom, ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός ασκεί τεράστια επιρροή στο Κρεμλίνο αλλά και στις χώρες με τις οποίες συναλλάσσεται. Ο λόγος; Προφανώς γιατί τα έσοδά της διαμορφώνουν το ρωσικό ακαθάριστο εθνικό προϊόν σε τέτοιο βαθμό που ο Πούτιν την έχει χαρακτηρίσει ως «στρατηγική» επιχείρηση, αφού μέσω αυτής αυξάνει όχι μόνο την οικονομική αλλά και τη γεωπολιτική ισχύ της Ρωσίας.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, οι ενεργειακοί πόροι βρίσκονται στο στόχαστρο όλων των κρατών και δυνάμεων και φυσικά και της Τουρκίας. Και ο Ερντογάν δεν το κρύβει, όσο και αν παράλληλα αφιονίζει τους Τούρκους πολίτες με εθνικιστικά και φονταμενταλιστικά επιχειρήματα και πράξεις φανατισμού, όπως η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε ισλαμικό τέμενος. Στο δημόσιο λόγο του είναι το τελευταίο διάστημα πολύ συχνές οι αναφορές του τόσο στα κοιτάσματα της Μαύρης Θάλασσας όσο και στο «δικαίωμα» της Τουρκίας να έχει πρόσβαση στους ενεργειακούς πόρους στην Μεσόγειο.

Άλλωστε η Τουρκία αποτελεί έναν πολύ σημαντικό διαμετακομιστικό κόμβο των ρωσικών ενεργειακών πόρων προς την Ευρώπη. Αυτοί είναι δε, μέχρι σήμερα, απαραίτητοι για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, οικονομία, άμυνα αλλά και καθημερινότητα εν γένει, καθώς η Ρωσία είναι σχεδόν μονοπωλιακή προμηθευτής φυσικού αερίου της Ευρώπης αλλά και βασική προμηθευτής πετρελαίου.

Η εταιρική ενεργειακή σχέση Ρωσίας - Τουρκίας και η, κατά συνέπεια, στενή αλληλεξαρτησή τους μαρτυρά άλλωστε τους λόγους για τους οποίους οι δύο χώρες είναι τα τελευταία χρόνια σταθεροί σύμμαχοι, παρόλο που συχνά βρέθηκαν στις διάφορες περιφερειακές διακρατικές κρίσεις σχεδόν απέναντι, όπως πχ στη Συρία, στη Λιβύη και, πιο πρόσφατα, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Και είναι αυτή η σταθερή συμμαχία που τεκμηριώνεται και από την προμήθεια του ρωσικού συστήματος αεράμυνας S- 400, παρά τις έντονες αντιδράσεις των ΗΠΑ.

Αυτή άλλωστε η συμμαχία επιβεβαιώνει και τη χάραξη ενός νέου δόγματος από τον Ερντογάν, στο πλαίσιο του οποίου η Τουρκία δείχνει να απομακρύνεται από τη Δύση και τους Αμερικανούς, προσεγγίζοντας την Ανατολή και τους Ρώσους. Σε σημείο μάλιστα που κάποιοι έχουν πρόσφατα χαρακτηρίσει την Άγκυρα σαν το σύγχρονο ρωσικό «δούρειο ίππο» στο ΝΑΤΟ.

Είναι όμως πράγματι ο Ερντογάν ένα εργαλείο των Ρώσων, ώστε να «εισβάλουν» με τον «δικό τους» άνθρωπο στο ΝΑΤΟ και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, όπου αισθάνονται ότι κινδυνεύει το μονοπώλιο τους και άρα η γεωπολιτική τους ισχύ; Και ναι, ασφαλώς αυτή κινδυνεύει. Αφενός γιατί οι Ευρωπαίοι αναζητούν νέες πηγές και διαδρομές ενεργειακών πόρων, ώστε να απεξαρτηθούν από το ρωσικό μονοπώλιο. Αφετέρου γιατί οι Αμερικάνοι συντάσσονται με την Ευρώπη, ευνοώντας κάθε σχέδιο ανεύρεσης νέων μη ρωσικών πηγών και αγωγών σε μια προσπάθεια μείωσης της γεωπολιτικής ισχύος που αντλεί η Ρωσία μέσα από τους ενεργειακούς της πόρους.

Εντούτοις, ο Ερντογάν δεν φαίνεται να χειραγωγείται. Αντίθετα, φαίνεται πως λειτουργεί ως αυτόφωτος ρεαλιστής «παίχτης» σε μια σύγχρονη ενεργειακή αρένα, στην οποία μέχρι τώρα είχε κομβικό ρόλο που του εξασφάλιζε οικονομική και γεωπολιτική ισχύ την οποία όχι μόνο δεν θέλει να απωλέσει αλλά προφανώς θέλει και να αυξήσει. Επιδιώκει λοιπόν να μετάσχει σε όλα τα ενεργειακά σχέδια, από τους νέους αγωγούς (και τους εναλλακτικούς προς τους ρωσικούς), όπως ο TANAP-TAP μέχρι τις νέες πηγές στο Αιγαίο και την Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Αυτές, άλλωστε, θα ενισχύσουν γεωπολιτικά τους όποιους ιδιοκτήτες τους και θα σημάνουν μια νέα κατανομή ισχύος στην περιοχή, από την οποία είναι εύλογο η Τουρκία να μην επιθυμεί να βγει ηττημένη. Εν προκειμένω δε, πρέπει να επισημανθεί ότι τόσο ο TAP όσο και ο σχεδιαζόμενος EastMed θα αυξήσουν τη γεωπολιτική ισχύ της χώρας μας, γεγονός το οποίο ο Ερντογάν δεν μπορεί να αγνοήσει.

Συνεπώς ο έλεγχος των ενεργειακών πόρων είναι το σύγχρονο casus belli, μια βασική αιτία πολέμου ή, εν πάση περιπτώσει, μιας μακροχρόνιας διακρατικής ρήξης. Αυτό, άλλωστε, επιβεβαιώνεται και από την ιστορία, η οποία πάντα είναι ένα διδακτικό εργαλείο στις διεθνείς σχέσεις. Ο αγώνας για τους ενεργειακούς πόρους υπήρξε εμφανής αιτία πολέμου σε πολλές διακρατικές συγκρούσεις, όπως ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ 1980-1988, ο πόλεμος του Κόλπου του 1990-1991 και ο εμφύλιος πόλεμος του Σουδάν του 1983-2005.

Σημειωτέον, όμως, όποιος εμπλέκεται σε μια ενεργειακή ρήξη πρέπει να έχει κατά νου ότι η όποια έκβαση της πάντα συνιστά συνάρτηση πολλών παραμέτρων και κυρίως της στρατηγικής που θα ακολουθηθεί. Ο Χίτλερ, παρά το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο της μη επίθεσης, επιχείρησε με το σχέδιο «Μπαρμπαρόσα» να εισβάλει στην Ρωσία για να αποκτήσει πρόσβαση στους ενεργειακούς πόρους στον Καύκασο και το Μπακού, πιστεύοντας ότι ο έλεγχος τους θα του εξασφάλιζε τον έλεγχο του κόσμου. Ο βαρύς χειμώνας, όμως, και η στρατηγική της «καμμένης γης», την οποία είχαν επιτυχώς εφαρμόσει οι Ρώσοι, πριν από πολλά χρόνια και κατά του Ναπολέοντα, δυσχέρανε τον εφοδιασμό των χιτλερικών δυνάμεων και τις οδήγησε στη ήττα και τον σταδιακό αποδεκατισμό τους.

Ο Ερντογάν με το νέο-οθωμανικό δόγμα που εφαρμόζει - μακριά από την παλιά στρατηγική της διπλωματίας και των «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες- δεν αναθεωρεί μόνο το status quo της περιοχής. Ταυτόχρονα προκαλεί ανασφάλεια στους άλλους δρώντες, στα άλλα κράτη. Αυτά, λοιπόν, έχουν δύο επιλογές: ή να υπαναχωρήσουν ακολουθώντας το τουρκικό «άρμα» ή να συμμαχήσουν μεταξύ τους για να τον αναχαιτίσουν. Στην δε τελευταία περίπτωση ελλοχεύει ο κίνδυνος η Τουρκία να συρθεί στην «παγίδα του Θουκυδίδη», δηλαδή στην ίδια παγίδα που έπεσε κατά τον πελοποννησιακό πόλεμο η Αθήνα. Αυτή αναθεωρώντας την κατανομή ισχύος που επικρατούσε τότε στον Ελλαδικό χώρο, προκάλεσε ανασφάλεια στην Σπάρτη, έστρεψε την Πελοποννησιακή Συμμαχία εναντίον της και οδηγήθηκε, εν τέλει, στη συντριπτική ήττα. Μια τέτοια έκβαση είναι πάντα πιθανή.

 

Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, Διδάκτωρ Διεθνών & Ευρ. Σπουδών – Δικηγόρος, Καθηγήτρια Νομικής Sorbonne Paris Nord/IdEF, Αντιδήμαρχος Πειραιά