Η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση

Μακροπρόθεσμα, ιδεώδης εξέλιξη για τους Έλληνες θα ήταν η οικοδόμηση μιας Ευρώπης «από τα Ουράλια έως τον Ατλαντικό».
Open Image Modal
Alkis Konstantinidis / Reuters

Παρότι βρισκόμαστε σε περίοδο ευρωπαϊκών εκλογών και οι Έλληνες πολίτες καλούνται να ψηφίσουν γι’ αυτές, η συζήτηση που διεξάγεται για το μέλλον της Ευρώπης και τη θέση της Ελλάδας σε αυτή κυμαίνεται μεταξύ υποτονικότητας και ανυπαρξίας. Και όμως, την ίδια στιγμή, στις περισσότερες, αν όχι σε όλες, τις ευρωπαϊκές χώρες, μαίνεται μια ιδεολογική και πολιτική συζήτηση όπου εκπροσωπείται όλη η γκάμα των πιθανών τοποθετήσεων:

Στο ένα άκρο, όσοι θεωρούν ξεπερασμένα τα έθνη και τις εθνικές ταυτότητες – η πιο ήπια εκδοχή των οποίων είναι οι φεντεραλιστές που επιθυμούν την περαιτέρω ενίσχυση των υπερεθνικών θεσμών και μηχανισμών της ΕΕ, χωρίς καμία αλλαγή στη δομή της.

Στο άλλο στρατόπεδο, του «ευρωσκεπτικισμού», συμπεριλαμβάνονται τόσο όσοι προτείνουν μια ενίσχυση του ρόλου και της δικαιοδοσίας των εθνικών κρατών όσο και εκείνοι που απορρίπτουν διαρρήδην κάθε ιδέα υπερεθνικής ενότητας και επιθυμούν τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την επιστροφή στο ανεξάρτητο έθνος-κράτος.

Αλλά για να μην αδικήσουμε την εγχώρια πολιτική σκηνή(!) και εδώ διεξάγεται μια έντονη πολιτική (;) συζήτηση, αλλά βέβαια όχι για την Ελλάδα και τις τύχες της Ευρώπης, αλλά... για τον Πολάκη, την Κατερίνα Παναγοπούλου και τα κατοστάρικα που μοιράζουν ή τάζουν οι Μαυρογιαλούροι της εξουσίας.

Σε σχέση με την Ευρώπη, τα συστημικά κόμματα ερίζουν σχεδόν αποκλειστικά για το εάν θα στηρίξουν τον… Βέμπερ ή τον Τίμερμανς ως πρόεδρο της Κομισιόν, ενώ οι «αντισυστημικοί» περιορίζονται στους προγλωσσικούς της Χρυσής Αυγής, ή στον ξύλινο λόγο του ΚΚΕ. Ελάχιστοι υποψήφιοι και αναλυτές δοκιμάζουν να προβληματιστούν σοβαρά μέσα στο ζοφερό και νοσηρό κλίμα της ελληνικής πολιτικής και μηντιακής σκηνής.

Η μακροπρόθεσμη στόχευση

Σήμερα, καθώς η υπαρκτή Ευρώπη απειλείται με αποσύνθεση –οι δε Ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου θα αποτελέσουν ούτως ή άλλως ένα ηχηρό καμπανάκι για την κρίση που έρχεται – είναι ανάγκη να αναθεωρηθεί η επικεντρωμένη στη νομισματική ενοποίηση, μονοδιάστατη, οικονομική πολιτική. Η εμμονή στη στρατηγική του «όλα για το ευρώ» απειλεί με αποσύνθεση την ΕΕ, ενώ θα έπρεπε, αντίθετα, να αμβλύνονται οι περιφερειακές οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες: αντί, λοιπόν, της «νομισματικής πειθαρχίας» θα πρέπει να περιοριστούν τα υπέρογκα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας και να μεταφερθούν πόροι και δραστηριότητες στις ασθενέστερες περιοχές.

Παράλληλα, θα έπρεπε να ενισχυθούν οι υπανάπτυκτες, σήμερα, παράμετροι του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, δηλαδή η πολιτική και στρατιωτική συνεργασία.

Μακροπρόθεσμα, ιδεώδης εξέλιξη για τους Έλληνες θα ήταν η οικοδόμηση μιας Ευρώπης «από τα Ουράλια έως τον Ατλαντικό», τα σύνορα της οποίας θα έφθαναν στο Αιγαίο και την Κύπρο. Μια τέτοια Ευρώπη θα συμπεριλάμβανε μια πλειάδα ισχυρών εθνικών πόλων, που θα εξισορροπούσαν τις οποιεσδήποτε ηγεμονικές τάσεις του ενός ή του άλλου πόλου – από τη Γαλλία έως τη Ρωσία– και θα προσέφερε τη δυνατότητα μιας πραγματικά ανεξάρτητης πολιτικής έναντι της Αμερικής και της Κίνας. Το όραμα του στρατηγού Ντε Γκωλ παραμένει πάντα ενεργό και αξεπέραστο.

Σε μια τέτοια ενιαία Ευρώπη θα διευκολυνόταν η συγκρότηση και ενός ισχυρού βαλκανικού πόλου, που θα διασφάλιζε την ισορροπία στο εσωτερικό των Βαλκανίων, προσφέροντάς τους ουσιαστικό ρόλο στην Ενωμένη Ευρώπη.

Η Ελλάδα, μπροστά στον κίνδυνο της νεο-οθωμανικής Τουρκίας και της ισλαμικής πλημμυρίδας, δεν διαθέτει άλλη μακροπρόθεσμη επιλογή, πέρα από τη συγκρότηση μιας ισχυρής πολυπολικής Ευρώπης, στην οποία δεν θα υπήρχε καμία θέση για την Τουρκία. 

Η Ρωσία και η Ευρώπη

Βέβαια, ένα τέτοιο γκωλικό πρόταγμα μοιάζει σήμερα απόμακρο, εξαιτίας της αντιπαράθεσης της ΕΕ και γενικά της Δύσης με τη Ρωσία, η οποία οξύνθηκε κατ’ εξοχήν εξαιτίας της Ουκρανίας, που προκάλεσε μια οπισθοδρόμηση στις ευρω-ρωσικές σχέσεις. Πράγματι, ενώ μέχρι το 2010 οι σχέσεις Ρωσίας-Ευρώπης γνώριζαν μια χωρίς προηγούμενο ανάπτυξη, περιήλθαν σε κρίση εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης, την οποία και πυροδότησαν οι Αμερικανοί, ακριβώς για να αποφευχθεί η περαιτέρω ευρω-ρωσική προσέγγιση.

Και όμως, Ουκρανία και Ρωσία, οι τελευταίες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες εκτός ΕΕ, είναι καταδικασμένες και αυτές σε βάθος χρόνου να συνδεθούν με τις υπόλοιπες χώρες, αν θέλουν να διατηρήσουν την όποια αυτονομία τους, οικονομική, πολιτική και πολιτισμική.

Ιδιαίτερα για τη Ρωσία, παρά τα μεγέθη της, η στρατηγική απομάκρυνση από την Ευρώπη θα σημάνει αργά η γρήγορα την οικονομικο-πολιτική υποταγή της στην Κίνα και την πολιτισμική υπαγωγή της στο Ισλάμ – η Ρωσία περιστοιχίζεται από πολυπληθέστερες πλέον ισλαμικές χώρες, ενώ πάνω από είκοσι εκατομμύρια μουσουλμάνοι κατοικούν στο εσωτερικό της. Η περιβόητη στρατηγική της ρωσο-ισλαμικής συμμαχίας, που εσχάτως προπαγανδίζει ο Ντούγκιν, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Η Ρωσία δεν διαθέτει πλέον τα οικονομικά-πληθυσμιακά μεγέθη για μια αυτόνομη «μεσευρωπαϊκή» πολιτική, έστω και αν αυτοεγκλωβίζεται από τα στρατιωτικά, τα ενεργειακά και τα γεωγραφικά της μεγέθη σε μια πολιτική αυτοκρατορικού μεγαλείου, στην οποία δεν μπορεί να ανταποκριθεί και η οποία κινδυνεύει να την οδηγήσει σε περιπέτειες. Η μόνη πραγματική διέξοδος για τη Ρωσία είναι η Ευρώπη. Η προσχώρησή της στη μόνη συμμαχία όπου μπορεί να διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο είναι προϋπόθεση τόσο για την ίδια… αλλά και για το μέλλον της Ευρώπης.

Διότι και η Ευρώπη, χωρίς τη Ρωσία, θα παραμένει υποταγμένη στις ΗΠΑ γεωστρατηγικά, στην Κίνα οικονομικά ενώ θα απειλείται από την ισλαμική πλημμυρίδα πολιτισμικά και πληθυσμιακά. Γι’ αυτό θα πρέπει να διατηρούνται ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας και η οικονομική συνεργασία με τη Ρωσία, ενώ παράλληλα να αποκρούονται οι όποιες ιμπεριαλιστικές τάσεις του Πούτιν και η παρά φύση συμμαχία του με τον Ερντογάν.

Και αν σήμερα το ενδεχόμενο μιας Ευρώπης από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια φαντάζει απόμακρο, ας αναλογιστούμε ότι ο στρατηγός Ντε Γκωλ το οραματιζόταν σε μια ακόμα πιο δύσκολη στιγμή, καταμεσής του Ψυχρού Πολέμου.

Όσο για τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ, η Ευρώπη θα πρέπει να αναπτύξει σταδιακώς την αυτονομία της, ιδιαίτερα στο στρατιωτικό πεδίο, ώστε να αποκτήσουν σχέσεις ισοτιμίας μεταξύ τους, ενώ ο ρόλος της Γαλλίας μπορεί να αποβεί και πάλι αποφασιστικός.

Τα άμεσα μέτρα

Από μια τέτοια μεσο-μακροπρόθεσμη στρατηγική, απορρέει και ένα σύνολο από μάλλον προφανή και άμεσης εφαρμογής μέτρα και συμπεράσματα.

Η Ελλάδα πρέπει να εμείνει στην ενίσχυση της εθνικής της οικονομίας και την αποτίναξη του ζουρλομανδύα της λιτότητας και του σκληρού γερμανικού ευρώ. Πρέπει να παλέψει για την άμεση μεταφορά πόρων προς τον Νότο και τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της ευρωπαϊκής πολιτικής προς τον μεσογειακό άξονα, συμπεριλαμβάνοντας και τα Βαλκάνια.

Πρέπει να επιμείνει στην προστασία των ευρωπαϊκών και ελληνικών συνόρων από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση και την επιστροφή των παράνομων μεταναστών στις πατρίδες τους, πολιτική που θα ελαφρύνει και την Ελλάδα και θα διευκολύνει την μεταφορά των υπολειπόμενων προσφυγικών πληθυσμών στην Ευρώπη.

Όσο για την αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας –παράλληλα με τις εκτός Ευρώπης συμμαχίες, με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, ή ακόμα και με τις ΗΠΑ, σε όσο βαθμό αυτές συγκρούονται με τον Ερντογάν–, η Ελλάδα πρέπει να αναθεωρήσει άρδην την ευρωπαϊκή της πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η καταστροφική θεωρία πως η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα την κάνει δήθεν λιγότερο απειλητική. Στην πραγματικότητα, μια τέτοια ένταξη θα μετέβαλλε αυτομάτως την Ελλάδα και την Κύπρο σε τουρκικούς δορυφόρους, στα πλαίσια της Ευρώπης, και θα οδηγούσε πολύ σύντομα στον ίδιο τον εποικισμό τους από τουρκικούς και ισλαμικούς πληθυσμούς. Συναφώς, η ταχύτερη δυνατή δημιουργία ευρωστρατού και η συμμετοχή του στη φύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων θα πρέπει να είναι σταθερός στόχος της Ελλάδας. Αυτονόητο βέβαια παραμένει το γεγονός πως καμία συμμαχία δεν είναι αρκετή αν απουσιάζει η εθνική βούληση.

 

του Γιώργου Καραμπελιά

συγγραφέα, υποψηφίου δημάρχου με τον συνδυασμό «Αθήνα για την Ελλάδα»